Η Ανθή Θάνου γεννήθηκε στη Λαμία. Σπούδασε Νηπιαγωγός στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1999 δημιουργεί την ομάδα «...
Η Ανθή Θάνου γεννήθηκε στη Λαμία. Σπούδασε Νηπιαγωγός στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1999 δημιουργεί την ομάδα «Τρισεύγενοι» και εισέρχεται στον μαγικό κόσμο των παραμυθιών και της αφήγησης. Είναι μέλος του Πανελλήνιου Ομίλου Φίλων Αφήγησης (Π.Ο.Φ.Α.) και του Κέντρου Μελέτης και Διάδοσης Μύθων και Παραμυθιών.
Από το 2002 αφηγείται επαγγελματικά σε συνεργασία πάντα με τον Παναγιώτη Κούλελη, αυτοδίδακτο μουσικό, που τη συντροφεύει στην ζωή και στα παραμύθια. Οι δύο τους συνεργάστηκαν και αφηγήθηκαν παραμύθια σε μουσεία (από το 2009 συνεργάζονται με το Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας-Θράκης, καθώς και με το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, υλοποιώντας προγράμματα αφήγησης για παιδιά και ενήλικες με αφορμή εκθέματα από τις μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις τους), σε θέατρα, μουσικές σκηνές, πολιτιστικά κέντρα, φυλακές, βιβλιοθήκες (Έβρου, Ξάνθης και Βέροιας), σε φεστιβάλ στην Ελλάδα (Γιορτή Παραμυθιού στην Κέα, Φεστιβάλ Αφήγησης Ολύμπου, Αθηνών, Κοζάνης, κ.α) και στο εξωτερικό (Φεστιβάλ της Uzege στη Γαλλία και στο Όσλο). Συμμετείχαν σε πανεπιστημιακά συνέδρια με αφηγήσεις και σεμινάρια στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Η Ανθή και ο Παναγιώτης ταξιδεύουν, αφηγούνται, συλλέγουν παραμύθια και διοργανώνουν βιωματικά εργαστήρια για την τέχνη της αφήγησης, προσπαθώντας να επι-κοινωνήσουν την τέχνη τους και να μοιραστούν ιστορίες με άλλους. Τον Σεπτέμβριο του 2007 κυκλοφόρησε από τις μουσικές εκδόσεις «POLYTROPON» το βιβλίο τους CD «Ούτε ’γω ήμουνα εκεί, ούτε σεις να το πιστέψετε».
Κυρία Θάνου, εδώ και πολλά χρόνια αφηγείστε μύθους και παραμύθια τόσο σε παιδιά όσο και σε ενήλικες. Να υποθέσω ότι ως παιδί ακούσατε πολλές ιστορίες;
Ο παππούς ήξερε κάμποσα παραμύθια και συνήθιζε να μας αφηγείται κάθε βράδυ· η γιαγιά ήξερε λιγότερα αλλά κι εκείνη, όταν δεν είχε δουλειές, μας μάζευε τριγύρω της· η μάνα μου ακόμα και σήμερα μας λέει· ο πατέρας μου ήθελε να μάθουμε την ιστορία του τόπου μας και έλεγε βιωματικές ιστορίες από την Κατοχή και τον Εμφύλιο… Νομίζω πως ποτέ δεν σταμάτησα να ακούω παραμύθια και ιστορίες. Μεγάλωσα μαζί τους και ένιωσα την ανάγκη κι εγώ με τη σειρά μου να μεταφέρω σε άλλους τα ακούσματα, να μοιραστώ τις μνήμες των παλιών!
Ένα παιδί που δεν άκουσε ποτέ να του αφηγούνται παραμύθια μπορεί ως ενήλικας να παρακολουθήσει μια εκδήλωση αφήγησης και να σαγηνευτεί;
Γιατί όχι! Τα παραμύθια ακουμπούν την καρδιά μας, αρκεί να είμαστε ανοιχτοί να τα δεχτούμε, να τα ακούσουμε και να τα αφουγκραστούμε. Από την εμπειρία μου οι άνθρωποι αυτοί είναι στερημένοι και απολαμβάνουν περισσότερο τη διαδικασία της αφήγησης, νιώθουν διψασμένοι και σκύβουν γρήγορα στην πηγή που είναι το παραμύθι για να το ρουφήξουν, να το γευτούν, να μην χάσουν ούτε μια σταγόνα!
Τι είναι πιο δύσκολο για έναν αφηγητή: να εξιστορήσει μύθους ή παραμύθια; Υπάρχουν μεταξύ τους διαφορές;
Ένας έμπειρος αφηγητής ξέρει να «ζυμώνει» το υλικό και να το κάνει δικό του. Κανόνας για μένα είναι να του αρέσει πολύ αυτό που θέλει να πει, να νιώθει ότι είναι σπουδαίο να το μοιραστεί με τους άλλους. Σαφώς και υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στους μύθους και στα παραμύθια· λένε ότι το παραμύθι είναι το παραπαίδι του μύθου.
Είναι θεμιτό ο αφηγητής να εμπλέκει ή να συνδυάζει ιστορίες με διαφορετικές αφετηρίες;
Ψάχνοντας τις παραλλαγές των παραμυθιών, διαπιστώνει κανείς ότι αυτό πράγματι συμβαίνει. Πολλές φορές επεισόδια παραμυθιών επαναλαμβάνονται σε διαφορετικά παραμύθια ή το ξεκίνημα ενός παραμυθιού είναι κοινός τόπος σε πάμπολλες ιστορίες, όπως για παράδειγμα η άτεκνη μητέρα που παρακαλά να έχει ένα παιδί και ας είναι και δαφνοκούκουτσο ή βερικοκάκι ή κάτι άλλο. Επίσης, επεισόδια κοινά βρίσκονται μέσα σε πολλά παραμύθια όπως αυτό της κοπέλας που είναι στο δέντρο και του παλικαριού (ή κάποιου άλλου) που την παρακαλά να κατέβει. Οι κατάλογοι με τους παραμυθιακούς τύπους μας βοηθούν να φτιάξουμε τις δικές μας παραλλαγές χωρίς όμως να αλλοιώσουμε τη δομή του παραμυθιού.
Πώς μπορεί ο αφηγητής να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού του; Αληθεύει ότι το ακροατήριο καθορίζει και το μάκρος μιας ιστορίας;
Το κοινό πάντα καθόριζε και καθορίζει τη διάρκεια της αφήγησης. Ο παραμυθάς/η παραμυθού έχει στο σακούλι του κάμποσα παραμύθια και ανάλογα με το ακροατήριό του διαλέγει τι θα πει για να κρατήσει ζωντανό το ενδιαφέρον. Η διαδικασία της αφήγησης είναι επικοινωνία. Αν ο αφηγητής δεν μπορέσει -για διάφορους λόγους- να επικοινωνήσει με το κοινό του, κατά τη γνώμη μου πρέπει να σωπάσει.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρούνται ξενόφερτες συνήθειες στον τρόπο αφήγησης. Θα συμβουλεύατε τους νέους αφηγητές να υιοθετήσουν ή όχι τα εισαγόμενα αυτά πρότυπα;
Κάθε αφηγητής έχει τον δικό του ξεχωριστό τρόπο να αφηγείται και να μαγεύει το κοινό του. Με το να προσπαθείς να μιμηθείς κάποιον ή να υιοθετήσεις τεχνικές που δεν σου ταιριάζουν, το μόνο που καταφέρνεις είναι να γίνεις γελοίος. Σίγουρα επηρεαζόμαστε από κάποιους που θαυμάζουμε και μας αρέσουν πολύ. Τα στοιχεία όμως που θα πάρουμε από τον τρόπο της αφήγησης, θα πρέπει να τα προσαρμόσουμε στα δικά μας δεδομένα. Από κάθε αφηγητή έχεις να πάρεις και κάτι, ακόμα και από αυτούς που απλά συνομιλούν στο λεωφορείο. Θα πρότεινα λοιπόν: αφουγκραστείτε, παρατηρείστε, ονειρευτείτε…
Πολλοί παραμυθάδες, ανάμεσά τους κι εσείς, έχετε συνεργαστεί τα τελευταία χρόνια και με μουσεία. Τι συντέλεσε, ώστε η αφήγηση να υιοθετηθεί και να γενικευτεί μέσα στους μουσειακούς χώρους;
Τα παραμύθια είναι ιστορίες μνήμης, τα μουσεία είναι χώροι μνήμης και σύνδεσης με το παρελθόν. Κάθε αντικείμενο που βρίσκεται σε ένα μουσείο κουβαλάει μια ιστορία. Επομένως, ο παραμυθάς/η παραμυθού ξετυλίγει το κουβάρι αυτό της μνήμης, παρουσιάζει το αντικείμενο με έναν άλλο τρόπο, που μπορεί να είναι η καθημερινή του χρήση στο παρελθόν, η αναγκαιότητά του αλλά και μια άλλη διάσταση που μπορεί να έχει μια απόχρωση μαγική, έναν περισσότερο συμβολικό χαρακτήρα. Μέσα από τον μύθο το παρελθόν συνδέεται με το παρόν, μέσα από το παραμύθι γνωρίζουμε καλύτερα την εξέλιξη της ανθρώπινης ύπαρξης, την πορεία της στον χρόνο και στον χώρο.
Είναι, κατά τη γνώμη σας, τα μουσεία χώροι κατάλληλοι για τέτοιου είδους εκδηλώσεις; Μπορεί ο χώρος να υπαγορεύσει ή όχι τη θεματολογία σας;
Τα μουσεία είναι υπέροχοι χώροι για να ξετυλίξεις το κουβάρι της μνήμης! Κάθε φορά που τελειώνω μια αφήγηση σε ένα μουσείο, είμαι πραγματικά πολύ συγκινημένη. Η θεματολογία είναι συνήθως εμπνευσμένη από τον χώρο του μουσείου και αυτό είναι η μαγεία. Πριν καν αποφασίσω τι θα αφηγηθώ, επισκέπτομαι το μουσείο και γυρίζω στις αίθουσες με τα εκθέματα. Στέκομαι σε κάποια από αυτά και αφουγκράζομαι τα μυστικά τους, τις ιστορίες τους, το παράπονό τους, τον καημό τους. Φαντάζομαι βασιλοπούλες να φορούν τζοβαΐρια, χωριατοπούλες να γνέθουν με τη ρόκα και το αδράχτι, πύργους χτισμένους με δάκρυα, μυλωνάδες που αλέθουν στάρι μα και παραμύθια!
Είναι σωστό ένας αφηγητής να αποφεύγει κάποια παραμύθια; Πρέπει πάντοτε να επιλέγει μόνο ιστορίες που μεταφέρουν ένα αισιόδοξο μήνυμα για τη ζωή;
Καλό είναι ένας αφηγητής να έχει ένα πλούσιο ρεπερτόριο με διαφορετικά είδη παραμυθιών και ιστοριών. Το τι όμως θα επιλέξει κάθε φορά να αφηγηθεί εξαρτάται από το κοινό του. Αν απευθύνεται σε παιδιά, θα ήταν καλό το παραμύθι να έχει αίσιο τέλος, για να καλλιεργήσει την αισιοδοξία. Έτσι κι αλλιώς, όμως, ο καθένας θα πάρει από το παραμύθι αυτό που έχει ανάγκη τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή· τα παραμύθια δεν πληγώνουν, αντίθετα μας δυναμώνουν, μας ωριμάζουν, μας κάνουν αυτόνομους. Πρόβα ζωής είναι το παραμύθι… και μάλιστα με μεγάλη ασφάλεια, αφού όλα όσα λέγονται, συνέβησαν μια φορά κι έναν καιρό…
Ο γνωστός Σουηδός σκηνοθέτης Ίνγκμαρ Μπέργκμαν είπε κάποτε πως «η διαφορά ανάμεσα στο ψέμα και το παραμύθι είναι ότι το ψέμα σε βοηθά να υπεκφεύγεις τις δυσκολίες της ζωής, ενώ το παραμύθι να τις αντιμετωπίζεις». Συμφωνείτε;
Απόλυτα!!! Τα παραμύθια δεν είναι ψέματα, είναι αλήθειες που λέγονται με έναν μη πραγματικό τρόπο. Ο ήρωας περνά δοκιμασίες, δεν του χαρίζεται τίποτα. Πρέπει να λύσει τους γρίφους, να ξεπεράσει τα εμπόδια για να συνεχίσει και ο δρόμος δεν είναι ποτέ εύκολος· πρέπει πάντα να επιλέγει, γιατί… «αν το πάρεις, θα το μετανιώσεις· κι αν δεν το πάρεις, πάλι θα το μετανιώσεις». Ο ήρωας στα παραμύθια δεν αποδέχεται τη μοίρα του, παλεύει πάντα για το καλύτερο, παλεύει για την αυτονομία του και την εσωτερική γαλήνη, παλεύει να γίνει «βασιλιάς» του εαυτού του, να εξουσιάζει τα ζωώδη και άγρια ένστικτά του.
Κλείνοντας, θα σας θυμίσω τα λόγια του Χαραντί, ενός Άραβα Αφηγητή, που είπε πως «τα παραμύθια δεν φτιάχτηκαν για να αποκοιμίζουν τα παιδιά, αλλά για να αφυπνίζουν τους μεγάλους». Αλήθεια, και οι μεγάλοι έχουν ανάγκη το παραμύθι;
Στις μέρες μας ίσως περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Τα παραμύθια παλιά λέγονταν σε συντροφιές ενηλίκων και όχι σε παιδιά. Τα παιδιά άκουγαν λαθραία! Το παραμύθι ήταν τρόπος ψυχαγωγίας αλλά και παρηγοριάς. Αυτή λοιπόν την παραμυθία-παρηγοριά, έχουμε κι εμείς σήμερα ανάγκη, περισσότερο από ποτέ, στους δύσκολους καιρούς που βιώνουμε… Είναι ωραίο να μιλάς για τους φόβους, τις δυσκολίες της ζωής, τον έρωτα και την αγάπη και να επι-κοινωνείς με τους άλλους. Αρχή λοιπόν του παραμυθιού, καλησπέρα της αφεντιάς σας…
Πηγή: Δρ. Ν. Παππάς, Ελληνική Γνώμη
Δεν υπάρχουν σχόλια