Λευκή αττική λήκυθος του 5ου αι. π.Χ. Για τον ενθουσιασμό και την ευλάβεια με την οποία δούλεψαν μπροστά στις λευκές αττικές ληκύθους ...
Λευκή αττική λήκυθος του 5ου αι. π.Χ. |
Για τον ενθουσιασμό και την ευλάβεια με την οποία δούλεψαν μπροστά στις λευκές αττικές ληκύθους του 5ου αι. π.Χ. του Αρχαιολογικού Μουσείου ο Γ.Βαρλάμος έγραψε στο περιοδικό «Νέα Εστία» (Ιούνιος 1958, τεύχος 742):
«Τα συναισθήματά μας δεν τα ενέπνεε μονάχα η ιερή προέλευση των ληκύθων από αρχαίους τάφους. Μας εμψύχωνε η άκρα ευγένεια και τελειότης του έργου των αλλοτινών αγγειογράφων του τόπου μας. Μας εκέντριζε η φιλοδοξία ν' αποτυπώσουμε στο χαρτί, με τα μέσα της τέχνης μας, τις αβρότατες παραστάσεις, για να τις φέρουμε ίσαμε τα σπίτια των συγχρόνων μας.
Αρχίσαμε την άνοιξη του 1953 ν' αντιγράφουμε στο Αρχαιολογικό Μουσείο τις ληκύθους. Από τις πολυάριθμες -άλλες εκτεθειμένες κι άλλες θαμμένες στα κιβώτια, όπου είχαν συσκευαστεί για να φυλαχτούν από τον πόλεμο- διαλέξαμε ό,τι ήταν ωραιότερο.
Η αντιγραφή ήταν κοπιαστική. Έπρεπε να σχεδιαστεί στο χαρτί ό,τι η λήκυθος είχε τριγύρω της ζωγραφισμένο. Το ανάπτυγμα του ζωγραφισμένου μέρους στο επίπεδο χαρτί ενός κυλίνδρου, που ο κύκλος της βάσεώς του είναι στενότερος από τον κύκλο της κορυφής του έδινε ένα σχήμα "βεντάλιας" (...). Όμως κοιτάζοντας μια λήκυθο δεν έχουμε την εντύπωση πως σχεδιάστηκε σαν βεντάλια. Στο χαρτί, βέβαια, δώσαμε την οπτική της πραγματικότητα, δηλαδή το ανάπτυγμα σε παραλληλεπίπεδο, την εντύπωση που έχουμε όταν κοιτάζουμε μια λήκυθο. Όσο απλό κι αν φαίνεται αυτό, στην πραγματοποίηση, ειδικά στις λεπτομέρειές του, είχε πολλές δυσκολίες, που στο αποτέλεσμα ο θεατής δεν τις υποψιάζεται. Πιο δύσκολο ήταν το να μπούμε στο πνεύμα, με το οποίο σχεδίαζε καθένας από τους αρχαίους ζωγράφους, στο χαρακτήρα της "γραφής" του, και να μην τον προδώσουμε κατά την αντιγραφή και τη χάραξη.
Ο δάσκαλος φρόντισε με πολλή τέχνη να οργανώσει τη συνεργατική μας δουλειά, έτσι ώστε ο προσωπικός χαρακτήρας του καθενός μας να μην υπάρχει πουθενά. Ήταν μια εγγύηση για την πιστότητα της αντιγραφής. Το μέρος αυτό της εργασίας στο Μουσείο κράτησε αρκετούς μήνες. Αντιγράψαμε κάπου δεκαπέντε σχέδια, για το κυρίως βιβλίο και τη διακόσμηση της εισαγωγής, των τίτλων, του κολοφώνα και των εξωφύλλων.
Μετά την αντιγραφή, κλειστήκαμε στο εργαστήριο από το οποίο έμελλε να βγούμε ύστερα από τρία χρόνια, με το έργο τελειωμένο (...)».
Πηγή: Ελευθεροτυπία
Δεν υπάρχουν σχόλια