Page Nav

HIDE
HIDE_BLOG

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ:

latest

Ο ματωμένος Δεκέμβρης του 1944

Οι αλεξιπτωτιστές είχαν καταλύσει μέσα στο Μουσείο. Όπλα κιάλια και μπερέδες κρεμόντουσαν απ’ τα αγάλματα. Οι άνδρες ξαπλωμένοι στο πά...


Οι αλεξιπτωτιστές είχαν καταλύσει μέσα στο Μουσείο. Όπλα κιάλια και μπερέδες κρεμόντουσαν απ’ τα αγάλματα. Οι άνδρες ξαπλωμένοι στο πάτωνα, έγραφαν γράμματα και διάβαζαν στο φως των κεριών. Την επόμενη μέρα τους φωτογράφισα «σε ώρα εργασίας». Η είσοδο της Ακρόπολης ήταν φραγμένη με χοντρά ξύλα κι αμμόσακους. Οι αλεξιπτωτιστές, οπλισμένοι με αυτόματα, είχαν πάρει θέσεις πίσω από πεσμένες κολώνες και μέσα στον Παρθενώνα, όπου υπήρχε ένας σταθμός επικοινωνίας.

«Εγγλέζικα κανόνια στην Ακρόπολη. Πού να το βάλει νους ανθρώπου;»

«Μη διστάσετε να ενεργήσετε ωσάν να ευρίσκεστε σε μια κατακτημένη πόλη όπου έχει ξεσπάσει μια τοπική εξέγερσις». Ο Βρετανός πρωθυπουργός Ουίνστον Τσόρτσιλ, γράφοντας αυτό στη διαταγή του προς τον στρατηγό Ρόναλντ Σκόμπι, επικεφαλής των δυνάμεων της Μεγάλης Βρετανίας στην Αθήνα, τον Δεκέμβριο του 1944, είναι εξαιρετικά αποκαλυπτικός. Οι Αγγλοι, πρώην σύμμαχοι κατά τον πόλεμο, είναι πλέον ό,τι και πριν από αυτόν: οι επικυρίαρχοι. Λίγο μετά, θα παραδώσουν τα σκήπτρα και το μαστίγιο της καταπίεσης στους Αμερικανούς, οι οποίοι θα ολοκληρώσουν το «έργο» το δικό τους και της ελληνικής άρχουσας τάξης, τον εμφύλιο πόλεμο.


Στις 3 Δεκεμβρίου του 1944, ακριβώς εβδομήντα χρόνια πριν από σήμερα, ο άοπλος λαός της Αθήνας χτυπήθηκε άνανδρα στην πλατεία Συντάγματος, όπου διαδήλωνε ειρηνικά. Ετσι άρχισε μια τραγική περιπέτεια για την Ελλάδα, την Αριστερά και τους ανθρώπους που είχαν σηκώσει την πατρίδα και την αντίσταση κατά των Γερμανών κατακτητών στους ώμους τους. Επί τριάντα τρεις μέρες, έως την 6η Ιανουαρίου, οπότε και οι μάχες σταμάτησαν με ήττα του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, ο Πειραιάς βομβαρδίστηκε ανηλεώς και η Αθήνα βλήθηκε από πολυβόλα τα οποία οι Αγγλοι φρόντισαν να εγκαταστήσουν ακόμα και στην Ακρόπολη. Οι Ιταλοί και οι Γερμανοί είχαν επίσης χρησιμοποιήσει τον Ιερό Βράχο σαν στρατιωτικό πεδίο. Οι κατακτητές δεν λογαριάζουν ανθρώπινες ζωές, θα σεβαστούν τα μνημεία;

«Το μεγαλύτερο μέρος της πόλης βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο του ΕΛΑΣ» γράφει ο φωτογράφος Dmiti Kessel, ουκρανικής καταγωγής, που ζούσε και εργαζόταν στις ΗΠΑ. Στον Kessel χρωστάμε πολλές σημαντικές φωτογραφίες από εκείνες τις μέρες, κατά τις οποίες «οι δρόμοι της Αθήνας ήταν έρημοι κι ένα γκριζογάλανο πέπλο καπνού απλωνόταν σε όλη την πόλη»

«Το ξενοδοχείο της Μεγάλης Βρετάνιας έγινε το κέντρο απ΄ όπου ο στρατηγός Σκόμπι, διοικητής των βρετανικών δυνάμεων, διεύθυνε τις επιχειρήσεις. Πολλά μέλη της ελληνικής κυβέρνησης, μερικοί με τις οικογένειες τους, έμεναν στο ξενοδοχείο. Η ‘πρώτη γραμμή’ ήταν λίγα τετράγωνα πιο κάτω, στην πλατεία Ομονοίας. Από την άλλη πλευρά της πόλης, η περιοχή που ελεγχόταν από τους Βρετανούς και τους δεξιούς Έλληνες τέλειωνε στην Ακρόπολη» αναφέρει ο φωτορεπόρτερ.

Οι μάχες ξεκίνησαν από το κέντρο της Αθήνας και ήταν ιδιαίτερα σφοδρές στο Θησείο και στην περιοχή Μακρυγιάννη, όπου, στο σημερινό κτήριο Βάιλερ, στο οικόπεδο του Μουσείου Ακροπόλεως, είχε ταμπουρωθεί τάγμα Χωροφυλακής. Το συγκεκριμένο τάγμα στρατωνιζόταν στον χώρο και η άλωση του κτηρίου ήταν στρατηγικής σημασίας για τον ΕΛΑΣ. Δεν τα κατάφερε. Από την αρχή της πολιορκίας στου Μακρυγιάννη, όμως, οι Αγγλοι είχαν κατανοήσει πως η Ακρόπολη θα τους βοηθούσε. Ετσι, την κατέλαβαν.

Στην «Έκθεσή για τα Δεκεμβριανά» του  τότε γραμματέα του ΚΚΕ Γιώργη Σιάντου αναφέρονται:

«Σχετικά με την Ακρόπολη πρέπει να τονιστεί πως ο ΕΛΑΣ έλαβε κάθε μέριμνα να μην συμβεί εκεί καμμιά ζημιά. Γι’ αυτό έδωσε προφορικές οδηγίες στα τμήματά του να μην επιχειρήσουν εκεί . Σε καμιά Διαταγή του δεν αναφέρεται επιχείρηση για την Ακρόπολη , για να μη δώσει αφορμή στην αντίδραση με συκοφαντίες να κατηγορήσει πως έγινε αιτία καταστροφής της. Εντούτοις οι Άγγλοι εκμεταλλεύονται την αδυναμία του ΕΛΑΣ και αμέσως έγιναν κύριοι της σκοπιάς αυτής όχι μόνο της Αθήνας αλλά και του μεγαλύτερου τμήματος του λεκανοπεδίου , αδιαφορούντες αν ο παγκοσμίου φήμης και ενδιαφέροντος αρχαιολογικός αυτός τόπος καταστραφεί από τα σύγχρονα όπλα. Μα ο ΕΛΑΣ και πάλι σεβάστηκε το αρχαιολογικό μνημείο και υπερήφανα καυχιέται πως μέχρι τέλους του αγώνα δεν έριξε απάνω του ούτε τουφεκιά ενώ έβλεπε από τα παρατηρητήριά του κατακάθαρα τους παρατηρητές με τα όργανά τους και τα πολυβόλα και όλμους στη δράση τους».

«Το συγκρότημα Μακρυγιάννη υπεστηρίχθη λυσσωδώς από τα πυρά των Αγγλικών τανκς. Αυτά είχαν μπη μέσα στον περίβολο και με τα πυκνά πυρά των απηγόρευαν στους πολιορκητές του ΕΛΑΣ να εισχωρήσουν από τα ρήγματα του μανδρότοιχου. Επί του βράχου της Ακροπόλεως πολυβόλα βαρέα και πυροβόλα προστατευόμενα από τα απαραβίαστα διά τους Έλληνας μαχητάς μνημεία του Παρθενώνος επέθετον τα πυρά των κατά των νώτων των πολιορκητών του Μακρυγιάννη και τους έφερναν σε δύσκολη θέση».


Κατά προφορική μαρτυρία του Μίκη Θεοδωράκη, νεαρού ΕΛΑΣίτη τότε που μαχόταν στου Μακρυγιάννη, ο Σιάντος είχε διατάξει τμήμα να πάει στην Ακρόπολη, μέσα στο οποίο ήταν και ο ίδιος. Στα Προπύλαια βρήκαν τους Άγγλους, συζήτησαν μεταξύ τους οι επί κεφαλής και συμφώνησαν να μην πάει κανένας απ” τους δύο. Οι Άγγλοι όμως πήγαν παρά τη συμφωνία και τους χτυπούσαν με πολυβόλα από την Ακρόπολη. Κατά μαρτυρία σεβαστού διανοουμένου, τέλος, ενώ ο πατέρας του είχε προτείνει στον Σιάντο να καταληφθεί η Ακρόπολη, εκείνος αρνήθηκε.

Όπως βλέπουμε, οι μνήμες αλλάζουν από άνθρωπο σε άνθρωπο. Θα έπρεπε επομένως να κρατήσουμε μερικά βασικά, στα οποία υπάρχει σύγκλιση: ο Σιάντος και ο ΕΛΑΣ δεν ήθελαν να καταλάβουν την Ακρόπολη, είτε σεβόμενοι τον Ιερό Βράχο είτε φοβούμενοι την κατακραυγή είτε και τα δύο. Ακόμα και όταν την κατέλαβαν οι Βρετανοί και η Εθνοφρουρά, κυρίως απαντούσαν στα πυρά, παρά έκαναν οι ίδιοι επιθέσεις. Οι εκθέσεις των αρμοδίων στο υπουργείο Εθνικής Παιδείας όπου τότε υπαγόταν η Αρχαιολογική Υπηρεσία, μιλούν και για όλμους και για καταστροφές και για απολεπίσματα. Βεβαίως και υπήρξαν απώλειες και φθορές για τα αρχαία, αφού κάποια από τις αντιμαχόμενες πλευρές αποφάσισε παρανομώντας να καταλάβει τον λόφο. Αλλά, δεν ήταν λίγες και οι απώλειες από λεηλασίες και καταστροφές που προξένησαν οι νέοι κατακτητές.


Όλα αυτά, συνοψίζει ο Γιάννης Ρίτσος στην πασίγνωστη σύνθεσή του «Οι γειτονιές του κόσμου»:

«Τα μπαρ είναι γεμάτα ξένους φαντάρους,/ οι εγγλέζοι ανεβοκατεβαίνουν στα μπορντέλα και στα μεγάλα σπίτια/ μεθυσμένοι περνάνε αγκαλιά με τις πουτάνες στα Χαυτεία/ κι ο ηλεκτροφωτισμένος Παρθενώνας πάντα να πλέει πάνου απ’ την Πολιτεία/ έτσι άσπρος έτσι ανάλαφρος ο Παρθενώνας μες στη νύχτα/ σαν μυστικό μετέωρο καράβι που δεν ήξερες πια τι κουβαλάει/ κι ο Μπάρμπα Στάθης να επιμένει:/ «δε μοιάζει μ’ άσπρο περιστέρι;» Τι περιστέρι;/ Από βραδίς είχανε δει που ανέβαζαν κανόνια/ εγγλέζικα κανόνια στην Ακρόπολη. Πού να το βάλει νους ανθρώπου;/ Οχιά που ζέσταινες στον κόρφο σου καημένη Ρωμιοσύνη.»

Σε συνέχεια, παραθέτουμε δυο συναρπαστικά έγγραφα (ναι, συναρπαστικά και ας είναι έγγραφα) για την Ακρόπολη και τους Βρετανούς, την αναφορά του αρχιφύλακα Δημητρίου Διαμάντη και την έκθεση του εφόρου αρχαιοτήτων Γεωργίου Μπακαλάκη. Πριν όμως από αυτά, ας σημειώσουμε ότι με βασιλικό διάταγμα του Όθωνα, που εκδόθηκε τον Σεπτέμβριο του 1834, η Ακρόπολη είχε αποστρατιωτικοποιηθεί άπαξ δια παντός:

«Η Ακρόπολις παύει να είναι οχυρόν και δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθή ως οχυρόν ποτέ πλέον» αναγράφεται στο άρθρο 5. Εκατόν δέκα χρόνια μετά, το 1944, οι Άγγλοι και οι έλληνες συνεργάτες τους, θα γράψουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους τον σχετικό νόμο. Και αυτή ήταν ίσως η μικρότερη από τις τεράστιες παρανομίες τους…

«Προβαίνουν εις πολλαπλάς ασχημίας»

Πέντε χωροφύλακες φυλούσαν την Ακρόπολη μέχρι την επόμενη μέρα που ξεκίνησαν τα Δεκεμβριανά. Στις 4 Δεκεμβρίου, είκοσι Αγγλοι στρατιώτες με τον οπλισμό τους ανέβηκαν στην Ακρόπολη, και παρέμειναν εκεί χωρίς να χρησιμποιήσουν όπλα, μέχρι το μεσημέρι της 6ης του μηνός.

Ο αρχιφύλακας Δημήτριος Διαμάντης παρουσιάζει αναλυτικά τι έγινε επί του Ιερού Βράχου καθ’ όλη τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, στην αναφορά του προς το αρμόδιο υπουργείο Εθνικής Παιδείας. Πρόκειται για ένα έγγραφο το οποίο, αν και υπηρεσιακό, παρουσιάζει ανάγλυφα την ατμόσφαιρα της εποχής. Το έχει δημοσιεύσει ο γενικός γραμματέας της Αρχαιολογικής Εταιρείας και ακαδημαϊκός Βασίλειος Πετράκος στο βιβλίο του «Πρόχειρον Αρχαιολογικόν. 1828- 2012» (Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρείας). Από αυτό σταχυολογούμε ορισμένα τμήματα.

Κατά το απόγευμα της 6ης Δεκεμβρίου, οπλισμένοι πολίτες (προφανώς ΕΛΑΣίτες) ρωτούσαν τον αρχιφύλακα αν στην Ακρόπολη υπήρχε φρουρά, «διότι ήσαν διατεθειμένοι να καταλάβουν αυτήν» όπως αναγράφει ο Δ. Διαμάντης. «Εγώ τους απήντησα ότι φυσικά υπάρχει φρουρά με βαρύ οπλισμόν διότι άλλως τε εβάλλετο η Ακρόπολις και δεν εγνώριζον τι συντελείτο επ’ αυτής.»

«(…) Καθ’ όλην την νύκτα της 6-12-44 εβάλλετο συνεχώς η μικρά αύτη φρουρά της Ακροπόλεως, αλλά δεν επεχειρήθη παρά των ενόπλων πολιτών άνοδος δια λόγους ους αγνοώ. Αλλά περί τα εξημερώματα της επομένης ημέρας 7-12-44 περί την 3ην π.μ. κατέφθασαν τανκς εις την Ακρόπολιν και ανήλθον επ’ αυτής δύο λόχοι Αγγλων με πολύ μεγάλον και βαρύν οπλισμόν και κατασκευάσαντες διάφορα οχυρώματα πρόχειρα, ήρχισαν σφοδράν μάχην με τους πέριξ ευρισκομένους ενόπλους. Ανελθόντες εις την Ακρόπολιν οι Αγγλοι στρατιώται, εζήτησαν από εμένα τα κλειδιά του Μουσείου και του μιναρέ του Παρθενώνος. Εγώ παρέδωσα τα κλειδιά εις τον νυκτοφύλακα Σακέλην Β. με την εντολήν να ανοίξη τας αιθούσας του Μουσείου αι οποίαι ήταν τελείως κεναί χωρίς αρχαιότητες και ας μετεχειρίζοντο προς στρατωνισμόν οι Ιταλοί και οι Γερμανοί κατά την κατοχήν. Αλλ’ όταν ο εν λόγω νυκτοφύλαξ κατέφθασεν εις το Μουσείον δια να εκτελέση τας εντολάς ταύτας, οι Αγγλοι είχαν ήδη παραβιάσει όλας τας θύρας και είχον εισέλθει εντός όλων των αιθουσών, όχι μόνον εντός των κενών αιθουσών, αλλά και εις εκείνας ένθα εφυλλάσσοντο αρχαιότητες και εντός του μικρού μουσείου. Μετά ταύτα εξεδίωξαν τον νυκτοφύλακα και απηγόρευσαν εις πάντα Ελληνα να ανέρχεται εις την Ακρόπολιν. Επειτα όμως από προσωπικών μου εγγυήσεων προς των ενωμοτάρχην και τους χωροφύλακας επετράπει τις τον εν λόγω νυκτοφύλακα Σακέλην Β. να παραμείνη κάτω εις το θυρωρείον με την φρουράν των χωροφυλάκων.»

«(…) Εις τας 17-12-44 κατόπιν μεγάλου κινδύνου και υπό βροχήν βλημμάτων κατώρθωσα να μεταβώ εις την οικίαν του Διευθυντού μας κυρίου Μηλιάδου και να συναντήσω τούτον, εις ον και ανέφερα πάντα τα σχετικά με την Ακρόπολιν. Ο Διευθυντής μας κύριος Μηλιάδης, μοι παρέσχεν όλας τας δεούσας οδηγίας σχετικής συμπεριφοράς προς διάσωσιν ων Μνημείων και μοι συνέστησεν να καταβάλλω κάθε δυνατήν προσπάθειαν προς περιφρούρησιν και διατήρησιν των Αρχαιοτήτων της Ακροπόλεως, αι οποίαι κατά την ρήσιν του αξίζουν περισσότερον και αυτής της ζωής μας.»

Αντιλαμβανόμαστε ότι οι πληροφορίες του εξακολουθούσαν να προέρχονται από τον νυχτοφύλακα, όλοι δε οι άλλοι απαγορευόταν να ανέβουν στον Ιερό Βράχο, τον οποίο οι Βρετανοί χρησιμοποιούσαν σαν κάστρο (τους). Κάποια στιγμή, μετά από επίσκεψή του στον υπουργό έλαβε άδεια κυκλοφορίας από τον στρατιωτικό διοικητή και ανέβηκε στην Ακρόπολη.

«Εκεί» συνεχίζει την αναφορά ο Διαμάντης, «διεπίστωσα ότι εκτός των βλαβών και φθορών ας είχεν υποστεί, είχον και τα μνημεία εκ του διεξαχθέντος σφοδρού πολέμου και των επί της Ακροπόλεως ριφθέντων βλημάτων, φθοράς και βλάβας, επίσης είχον διαριχθεί και όλαι γενικώς αι ασφαλιστικαί του Μουσείου αμπάραι και είχον ανοιχθή όλα τα διαμερίσματα και τα κιβώτια ένθα εφυλάσσοντο αρχαιότητες. Ωσαύτως είχον ανοιχθή και τα γραφεία ακόμη αι βιβλιοθήκαι αι βιτρίναι, την κατάστασιν ταύτην και τας διαφόρους φθοράς, τας επέδειξα εις τον Αγγλον αξιωματικόν της φρουράς και παρεκάλεσα τούτον θερμώς να μεριμνήση και σταματήσουν αι ποικίλαι αύται φθοραί και συστήση εις τους υπ’ αυτόν στρατιώτας να μη προβαίνουν εις ζημίας και βλάβας.»

Στις 28 Δεκεμβρίου «περί το εσπέρας ανεχώρησεν η Αγγλική φρουρά εκ της Ακροπόλεως και αντικατεστάθει δια μονάδος της Εθνοφυλακής.»

Στις 31 Δεκεμβρίου «μετέβημεν μετά του κ. Μπακαλάκη εις Κεραμεικόν και επισκέφθημεν τας εκεί αποθήκας αι οποίαι ήσαν ανοικταί και διερριγμέναι, αλλ΄ όμως δεν κατορθώσαμεν να φθάσωμεν εις το Μουσείον, διότι εβάλλετο συστηματικώς η τοποθεσία και μας ημπόδισαν οι εθνοφύλακες να μεταβώμεν εκεί.»

Στις 2 Ιανουαρίου ο Χρήστος Καρούζος και ο Γεώργιος Μπακαλάκης, στελέχη της αρχαιολογικής υπηρεσίας αμφότεροι, συναντούν τον υπουργό «εις ον και ανέφεραν τας συντελεσθείσας ζημίας εν τη Ακροπόλει. Την 2-1-45 περί το απόγευμα ανήλθεν εις Ακρόπολιν νέα Αγγλική φρουρά αποτελουμένη εξ είκοσι στρατιωτών. Ενώ, δε, υπήρχε χώρος ίνα καταυλισθεί εις τα κατάλληλα δωμάτια του Μουσείου, η φρουρά αυτή ομοίως ως και αι προηγούμεναι να διαρρίξει τας θύρας και των άλλων διαμερισμάτων, εντός των οποίων εισήλθεν παρ’ όλας τας προσπαθείας ας κατέβαλλον όπως μη συμβή τοιούτον τι.» (έχει διατηρηθεί και η ορθογραφία και η σύνταξη του πρωτοτύπου).

Οι Βρετανοί φεύγουν από την Ακρόπολη 4 Ιανουαρίου, σύμφωνα και με την επίσημη έκθεση του εφόρου Γ. Μπακαλάκη. Την τελευταία μέρα, οι Βρετανοί αρχαιολόγοι French και Dow είχαν μαζέψει τα απορρίμματα από την Ακρόπολη Ακρόπολη και με μυστριά και τσιμέντο επιχειρούν να συγκολλήσουν «τα αποσπασθέντα τεμάχια του Παρθενώνος και των άλλων μνημείων. Τούτον υπέπεσεν εις την αντίληψίν μου (σ.σ. του Διαμάντη) και αμέσως ειδοποιήθησαν οι κ.κ. Ορλάνδος και Μπακαλάκης οι οποίοι ευτυχώς κατέφθασαν εγκαίρως επί τόπου και επελήφθησαν της σχετικής υποθέσεως.» (Μας υποχρέωσαν…)


Ο έφορος Γεώργιος Μπακαλάκης στην έκθεσή του (επίσης από το ίδιο βιβλίο του κ. Πετράκου) είναι εξίσου αποκαλυπτικός ως προς τα μαρτύρια της Ακρόπολης.

«Εις την είσοδον της Ακροπόλεως (πύλην Beulé) εγκατεστάθη πολυβολείον δια την ασφάλειαν του οποίου μετεφέρθησαν εκεί εκτός των αρχαίων ενεπιγράφων λίθων, αρχιτεκτονικών μελών και γλυπτών μεγάλη ποσότης κ της ειδικής ξυλείας, της χρησιμοποιουμένης δια τα ικριώματα ρης αναστηλώσεως των αρχαίων.» σημειώνει. «(…) Πυροβολείον εγκατεστάθη ωσαύτως και παρὰ την ΝΑ. γωνίαν του δεξιὰ τω εισερχομένω πύργου, όπου εκτός διαφόρων γλυπτών και αρχιτεκτονικών μελών μετεφέρθη εκεί και το ήμισυ του μαρμαρίνου κορμού του ίππου, του κειμένου προηγουμένως ολίγον κάτωθεν του πρώτου πλατυσκάλου της κλίμακος της Ακροπόλεως. Δια το πολυβολείον τούτο μετεκινήθησαν ακόμη και μέρη του ενεπιγράφου επιστυλίου του ιερού της Αφροδίτης Πανδήμου. Οι στρατιώται, αρχικώς οι Ελληνες, έπειτα οι Βρετανοὶ και νυν οι Έλληνες, ανάπτουν πυρ παρὰ τον βόρειον τοίχον (πώρινον) του αριστερού πύργου της πύλης Beulé καὶ στεγάζονται εντὸς του πύργου τούτου. Ο τοίχος επομένως εκείνος είναι σήμερον κατάμαυρος, αύριον δε διὰ της ενεργείας των ομβρίων υδάτων θα μετατραπή εις άσβεστον και θα καταρρεύση.»

«(…) )Όλμοι εξερράγησαν προ των Προπυλαίων επί του φυσικού βράχου της ανόδου της Ακροπόλεως, και έπαθε βεβαίως εξ αυτών η πρόσοψις του μνημείου, κυρίως όμως εντός της πρώτης στοάς των προπυλαίων έπαθε ζημίας ο πρώτος αριστερά ιωνικός κίων της. (…)»


Περιτρέχοντας την έκθεση Μπακαλάκη, βλέπουμε πως έσπασαν φατνώματα της οροφής των Προπυκαίων και ιωνικά κιονόκρανα, για να κτισθούν οι πολεμίστρες, αλλά και από τα βλήματα των επιτιθεμένων. «Πολλαπλαί παρακλήσεις και συστάσεις μας εις τους επικεφαλής αξιωματικούς ουδόλως μεταβάλλουν την κατάστασιν» παραπονείται ο έφορος. Σε πολλά σημεία του νότιου τείχους οι κιμώνειοι δόμοι τρυπήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν σαν πολεμίστρες. Στη δυτική όψη Παρθενώνα είδε απολεπίσματα, μεγέθους από κόκκου σίτου μέχρι γρόνθου, «διότι είχε εγκατασταθεί Πολυβολείον εις την ΒΔ γωνίαν του πτερού του και διότι άλλα πολυβολεία έβαλλον από τους φεγγίτας του καμπαναριού- μιναρέ.»

Όπως ο ίδιος λέει, πρέπει να υπήρχαν πολυβολεία και στους τοίχους του σηκού. Έπεσαν όλμοι εντός του μνημείου προξενώντας ζημιές. Από τον πύργο της Νίκης όπως και από το ανατολικό τείχος είχαν αναρτηθεί νάρκες.

«Το κορύφωμα των ακαθαρσιών όμως ευρίσκετο προ του Μουσείου της Ακρ. Το ύψος του σωρού των κουτιών κονσερβών και παντός άλλου απορρίματος έφθασε το ανώτατο σκαλοπάτι της προ του Μουσείου κλίμακος» υπογραμμίζει, δίνοντας μια τραγική τάξη μεγέθους. Συμπληρώνει ότι λαμπτήρες πετρελαίου κρεμάστηκαν στα πώρινα γλυπτά, που μαύρισαν. Αφαίρεσαν από τα συρτάρια μικροευρήματα. Έκλεψαν ή έκαψαν βιβλία από τη βιβλιοθήκη. Έκαψαν προθήκες και ράφια του μουσείου. Πολυβολούσαν ακόμη και από δωμάτιο με δύο μετόπες του Παρθενώνα.

Έβαλαν φωτιά ακόμη και μέσα στο μουσείο.

Το υστερόγραφο της έκθεσής του, ιδιαίτερο: «Υ.Γ. 6-1-44 (=45). Οι εντός του Μουσείου παραμένοντες εισέτι Βρετανοί στρατιώται προβαίνουν εις πολλαπλάς ασχημίας, ιδιαιτέρως κατά τας νύκτας, μετά γυναικών.»


Πηγή: Αγγελική Κώττη, Fractal

Δεν υπάρχουν σχόλια