Μια έκταση 1.500 στρεμμάτων καλύπτει ο αρχαιολογικός χώρος του Δίου Μοβ κυκλάμινα αγκαλιάζουν την Αφροδίτη και καταπράσινος κισσός στε...
Μια έκταση 1.500 στρεμμάτων καλύπτει ο αρχαιολογικός χώρος του Δίου |
Μοβ κυκλάμινα αγκαλιάζουν την Αφροδίτη και καταπράσινος κισσός στεφανώνει τα κουρεμένα αγάλματα (εικόνα μοναδική στον ελλαδικό χώρο, καθώς τα αγάλματα ξανασμιλεύτηκαν τον 1ο-3ο μ.Χ. αιώνα και αφέθηκε σκόλλυ -τούφα- στην κορυφή της κεφαλής).
Στη βάση τους λαγόγεροι τρέχουν αμέριμνοι και νεροχελώνες ξαποσταίνουν στα αρχαία τείχη, θαυμάζοντας τις αγριόπαπιες που στήνουν τρελό χορό μέσα στο νερό.
Το μοναδικό αρχαιολογικό πάρκο του Δίου, στις υπώρειες του Ολύμπου αποτελεί εκτός από σπουδαίο αρχαιολογικό χώρο και έναν ξεχωριστό βιότοπο με χλωρίδα και πανίδα που εντυπωσιάζουν. Οι επισκέπτες κάνουν βόλτα στα αρχαιολογικά ευρήματα και παράλληλα απολαμβάνουν ένα απαράμιλλης ομορφιάς φυσικό τοπίο και έχουν απρόσμενες συναντήσεις με αγριόχηνες, αγριόπαπιες, χελώνες, βατράχια, κάποιοι ισχυρίζονται ότι βλέπουν μέχρι και σκιουράκια.
«Ο αρχαιολογικός χώρος του Δίου έχει δύο πλεονεκτήματα, αφενός είναι τεράστιος, καλύπτοντας μια έκταση 1.500 στρεμμάτων κι αφετέρου τον διαρρέει ο ποταμός Βαφύρας, γνωστός από την αρχαιότητα, που δημιουργεί έναν σπάνιο υγρότοπο και ευνοεί την ύπαρξη χλωρίδας και πανίδας και τη συνύπαρξή τους με τα αρχαία», λέει στο «Έθνος» η διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας Ελενα Παπασταύρου.Επιπλέον προσθέτει ότι είναι τεράστια η συμβολή του Ολύμπου που δημιουργεί ένα ιδιαίτερο, μεσογειακό μικροκλίμα, το έδαφος είναι πλούσιο σε οργανική ύλη και γενικά ευνοούνται η εμφάνιση και η ανάπτυξη πλούσιας χλωρίδας και πανίδας. «Έτσι δεν τυχαίο ότι επιλέχθηκε το Δίον ως κοιτίδα των αρχαίων Ελλήνων και αφετηρία για την κάθοδό τους στον Νότο. Εδώ συνέκλιναν όλοι οι δρόμοι και η περιοχή είχε σημαντική γεωγραφική και στρατηγική θέση», συμπληρώνει η κ. Παπασταύρου.
Ο χώρος είναι κατάφυτος και πολλά από τα ευρήματα είναι μισοβυθισμένα στο νερό, άλλα πάλι έχουν καλυφθεί από πυκνή βλάστηση, που όμως δεν αλλοιώνει την ομορφιά και την αξία τους. Την αφθονία των νερών ήδη από την αρχαιότητα επιβεβαιώνει η αποκάλυψη δεξαμενής μέσα στον ναΐσκο της Αφροδίτης Υπολυμπιδίας (της Αφροδίτης που λατρευόταν κάτω από τον Ολυμπο), στο ιερό της Ισιδος, καθώς και στο ναΐσκο της Ίσιδος Τύχης στο ίδιο ιερό, ενώ η εισαγωγή του νερού στο λατρευτικό τελετουργικό δηλώνεται και στο ιερό του Διός Υψίστου. Μία λιμνοθάλασσα είναι πιθανόν να υπήρχε κατά την αρχαιότητα στην περιοχή του ιερού της Αρτέμιδος, η θέση του οποίου πρέπει να ταυτιστεί με τις εκβολές του Βαφύρα προς τη θάλασσα.
Από τους πρώτους που ύμνησαν το φυσικό κάλλος της περιοχής ήταν ο Ευριπίδης, ο οποίος στις «Βάκχες» αναφέρεται στην «Πιερία, μούσειος έδρα, εκεί Χάριτες, εκεί δε Πόθος, εκεί δε βάκχαις, θέμις οργιάζειν». Και πράγματι η φύση οργιάζει στον Δίον, αφού τα εκτεταμένα τενάγη (αβαθή νερά) του Βαφύρα καλύπτουν αρκετό κομμάτι της αρχαίας πόλης.
Ανάμεσα στην πλούσια βλάστηση το άγαλμα της Αφροδίτης Υπολυμπιδίας |
Ο κισσός είναι ένα φυτό που ενδημεί και συναντάται σε πολλά σημεία του αρχαιολογικού πάρκου του Δίου. Αλλωστε έχει έντονη παρουσία στην ιστορία και την τέχνη της Πιερίας, ως σύμβολο του Διονύσου, του θεού από το Δίον, ενώ οι τριανταφυλλιές, τα περίφημα «πιερικά ρόδα» που ύμνησε ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, σκορπούν την ευωδιά τους σχεδόν όλο τον χρόνο.
Η αρχαία ελληνική ποίηση ταυτίζει τα τριαντάφυλλα με τη λατρεία των Πιερίδων Μουσών, ενώ τα ρόδα συνδέονται επίσης και με τον ιδρυτικό μύθο της δυναστείας των Τημενιδών.
Η δάφνη, που ευδοκιμεί σε μεγάλες εκτάσεις ακόμη και ψηλότερα στον Ολυμπο, δίνει το καταπράσινο χρώμα σε πολλά σημεία του αρχαιολογικού πάρκου και τα αρωματικά φυτά (ρίγανη, λεβάντα, τσάι του βουνού, θυμάρι κ.ά.), ομορφαίνουν το τοπίο με τα πολύχρωμα άνθη τους.
Αγριόχηνες, βατράχια, λαγόγερους ακόμη και σκιουράκια συναντούν οι επισκέπτες του αρχαιολογικού πάρκου κατά την περιήγησή τους. Πάνω, αγριόπαπιες στον ναό της Ίσιδας. |
Εξίσου ενδιαφέρουσα είναι και η πανίδα. Σε μικρά ανοίγματα ανάμεσα στα τείχη ξεπηδούν λαγόγεροι, ερπετά και μικρά θηλαστικά, που έχουν καταλάβει τον? χώρο τους, αγριόγατες κ.ά., ενώ στα έλη και στις μικρές λίμνες υπάρχουν αγριόπαπιες, αγριόχηνες, χελώνες, βατράχια κ.ά. Ακόμη και τα φίδια φαίνεται πως... σέβονται και προστατεύουν τους επισκέπτες, καθώς λικνίζουν το κορμί τους ανάμεσα στη χαμηλή βλάστηση, στα αρχαία τείχη και τα λυγερόκορμα αγάλματα.
Η έπαυλη του Διονύσου, τα ιερά και οι θυσίες
Ο αρχαιολογικός χώρος του Δίου αποτελείται από μια οχυρωμένη πόλη, έκτασης 360 στρ., πλαισιωμένη από χώρους λατρείας που κατοικήθηκε χωρίς διακοπή από τα Κλασικά έως τα Παλαιοχριστιανικά Χρόνια, ωστόσο η εικόνα του χώρου σήμερα ανταποκρίνεται κυρίως στη Ρωμαϊκή Περίοδο της πόλης. Χτισμένο τον 2ο π.Χ. αιώνα, το Δίον βρισκόταν σε απόσταση περίπου 1,5 χλμ. από τη θάλασσα και συνδεόταν με αυτήν μέσω του ποταμού Βαφύρα.
Για περισσότερα από 40 χρόνια επικεφαλής της πανεπιστημιακής ανασκαφής είναι ο καθηγητής Αρχαιολογίας του ΑΠΘ Δημήτρης Παντερμαλής, διευθυντής σήμερα στο Μουσείο της Ακρόπολης.
«Στο φως»
Στον ανατολικό τομέα η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως την έπαυλη του Διονύσου, που πήρε το όνομά της από τη μεγάλη ψηφιδωτή σύνθεση με παράσταση του θεού, που καλύπτει το δάπεδο της αίθουσας συμποσίων. Έξω από τα τείχη αποκαλύφθηκαν τα ιερά του Δίου, το ελληνιστικό και το ρωμαϊκό θέατρο και το στάδιο.
Από τον 5ο αιώνα π.Χ. το Δίον είχε αναδειχθεί σε θρησκευτικό κέντρο των Μακεδόνων και εκεί γίνονταν θυσίες και προσφορές προς τους θεούς του Ολύμπου.
Ο Φίλιππος Β' πρόσφερε μεγαλοπρεπείς θυσίες στους θεούς για να τους ευχαριστήσει για τις νίκες του και ο Μέγας Αλέξανδρος ξεκίνησε την εκστρατεία του στην Ασία επίσης με θυσία στο Δίον.
Κατασκευές του 2ου και του 3ου μ.Χ. αιώνα μαρτυρούν τον πλούτο των κατοίκων της πόλης, ενώ στη νότια παρυφή της αρχαίας πόλης βρίσκονται οι μεγάλες θέρμες, ένα εντυπωσιακό συγκρότημα κτιρίων που χρονολογείται στο 200 μ.Χ.
Πηγή: Μ. Ριτζαλέου, Έθνος
Δεν υπάρχουν σχόλια