Μνημειακό πρόπυλο στην πλατεία νότια της decumanus maximus, σταθμός «Βενιζέλου». Σε ενάμιση μήνα ο αρχαιολογικός χώρος θα κλείσει για να ...
Κάθε φορά που κατεβαίνω, η συγκίνησή μου είναι βαθύτατη. Κάθε φορά θυμάμαι την αναφώνηση του βυζαντινολόγου Πάολο Οντορίκο “είναι δυνατόν να θέλετε να καταστρέψετε τη βυζαντινή σας Πομπηία;”.
«Ποιος λογικός άνθρωπος μπορούσε να διανοηθεί το ξήλωμα αυτού του δρόμου; Πώς να διαταράξεις την αδιατάρακτη διαχρονία του από τον 6ο σχεδόν αιώνα ώς σήμερα; Κανείς δεν τόλμησε να τον πειράξει. Εμείς θα το κάναμε;». Η Πολυξένη Αδάμ-Βελένη δεν περιμένει απάντηση. Η ερώτηση είναι ρητορική και δεν έχει πλέον καμία σημασία.
Η γνωμοδότηση του ΚΑΣ τον περασμένο Φεβρουάριο να διατηρήσει in situ τη μέση οδό στον σταθμό της Βενιζέλου, γύρισε τη σελίδα στο μέλλον. Η πόλη θα έχει «και μετρό και αρχαία». Για την ακρίβεια, τρεις αρχαιολογικούς χώρους και χιλιάδες ευρήματα, τόσα ώστε να γεμίσει σταθμούς και ένα και δύο μουσεία. Οι διαφωνίες και οι παλινωδίες που κόστισαν χρόνο και χρήμα, ανήκουν στο παρελθόν και κανείς από τους εμπλεκόμενους φορείς (Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης, Αττικό Μετρό, ΥΠΠΟ, Δήμος και Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας) δεν μπαίνει στη λογική της πολιτικολογίας αλλά σε μια νέα τροχιά: Πώς δηλαδή θα διαχειριστεί τον τεράστιο όγκο των πληροφοριών από την ανασκαφική έρευνα. Πού και πώς θα αναδείξει τις 300.000 και πλέον ευρήματα, όλων των εποχών (από την ελληνιστική ώς την πυρκαγιά του 1917) που συγκέντρωσαν οι αρχαιολόγοι από την έναρξη του έργου (2006) ώς σήμερα σε όλους τους σταθμούς. Από τον «Σιδηροδρομικό Σταθμό» ώς το «αμαξοστάσιο της Πυλαίας» με ενδιάμεσες στάσεις υψηλού αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, της Αγίας Σοφίας και της Βενιζέλου που συμπυκνώνουν την εικόνα της χωροταξικής διοργάνωσης της πόλης.
Βαδίζουμε στη λιθόστρωτη λεωφόρο decumanus maximus έξι μέτρα κάτω από το σύγχρονο οδόστρωμα της Εγνατίας Οδού. Μοιάζει απόκοσμος αυτός ο αρχαιολογικός τόπος στα έγκατα του ιστορικού κέντρου. Η Πολυξένη Αδάμ-Βελένη ως αναπληρώτρια προϊσταμένη στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης και ο Γιάννης Μυλόπουλος πρόεδρος της Αττικό Μετρό Α.Ε., εξηγούν στην «Κ» την πολιτική διαχείρισης του αρχαιολογικού θησαυρού στα έγκατα της εντός των Τειχών πόλης. Οι ανασκαφές έχουν σχεδόν ολοκληρωθεί (90%). Ελάχιστες απομένουν στο Σιντριβάνι στην πλατεία Δημοκρατίας (κλείνουν ώς τον Οκτώβριο) και στη Βενιζέλου.
Σκέψεις, σχέδια, μελέτες για τη «μουσειακή» αναδιοργάνωση του μετρό μπαίνουν θεσμικά πλέον στο τραπέζι από μια νέα επιτροπή του ΥΠΠΟ που θα συνεδριάσει 11 Σεπτεμβρίου. «Ο αριθμός των ευρημάτων είναι τεράστιος, αναφέρει η κ. Βελένη. Χιλιάδες νομίσματα, χιλιάδες αντικείμενα-έργα τέχνης, πολλά ταφικά κτιστά σύνολα από τα δύο νεκροταφεία πρέπει να βρουν μόνιμη θέση στους σταθμούς». Μία από τις προτεραιότητες, συμπληρώνει ο κ. Μυλόπουλος, είναι και αναζήτηση χώρων και χρηματοδότησης μέσω του ΕΣΠΑ για τη δημιουργία Μουσείου ή μουσείων επί της γραμμής του μετρό.
Η αρχαία λεωφόρος
Στον σταθμό «Βενιζέλου», τα έργα και τα χρονοδιαγράμματα είναι σαφή. Το τετράπυλο έχει ήδη αποσπαστεί για συντήρηση. Σε ενάμιση μήνα ο αρχαιολογικός χώρος θα κλείσει για να ανοίξει αναστηλωμένος, (τέλη ’21- αρχές ’22) με τη λειτουργία του σταθμού, δύο χρόνια μετά την έναρξη της γραμμής (2020). Σε μια πενταετία, κάθε επιβάτης που θα κατεβαίνει στην αποβάθρα θα βλέπει από την πεζογέφυρα το καλοδιατηρημένο τμήμα (84 μέτρων) της αρχαίας λεωφόρου ή θα περπατάει πάνω στις ίδιες πέτρες όπου συνωστίζονταν αδιαλείπτως από τον 6ο αιώνα ώς και τον 14ο κάτοικοι και παρεπιδημούντες για το εμπορικό τους αλισβερίσι.
Ανέπαφο και αμετακίνητο διατηρείται το 98% του δρόμου, εξηγεί η κ. Βελένη. Το τετράπυλο θα επανατοποθετηθεί στη θέση του. Τα μεταγενέστερα καταστήματα εκατέρωθεν της οδού, κρήνες, μικρές στοές, μια μικρή πλατεία από ένα σύμπλεγμα μοναδικής σύνθεσης που παραπέμπει σε βενετσιάνικη συνοικία, θα γίνουν πιο ευανάγνωστα. «Αρχαιολογικός χώρος σε πυρήνα σταθμού δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο. Είναι ένα δύσκολο και μεγάλο στοίχημα, ένα τεχνολογικό επίτευγμα με το οποίο δημιουργούμε τεχνογνωσία», επισημαίνει ο κ. Μυλόπουλος.
Ο τουρισμός
Δύο ημικυκλικές πλατείες στις εισόδους μεταξύ αποβάθρας και εδάφους (μια μεσοβυζαντινών χρόνων – σπάνιο εύρημα βόρεια και μια πρωιμότερη νότια) συνθέτουν τον αρχαιολογικό χώρο του σταθμού «Αγίας Σοφίας». «Δυστυχώς», επισημαίνει η κ. Βελένη, «δεν προλάβαμε την αποδόμηση της decumanus maximus (73 μέτρων). Τμήμα μόνον αυτού θα επανατοποθετηθεί στην αποβάθρα σε ψηλότερο σημείο από την αρχική του θέση. Η επιτροπή θα αναζητήσει χώρο για το υπόλοιπο. O δρόμος είναι τοπόσημο. Η διάλυση διατάραξε την αυθεντικότητά του».
«Οι τρεις αρχαιολογικοί τόποι ωστόσο και τα «μουσεία» των σταθμών θα αλλάξουν τη φυσιογνωμία του κέντρου. «Και μόνο γι’ αυτά η Θεσσαλονίκη θα γίνει νέος τουριστικός προορισμός», επισημαίνει ο κ. Μυλόπουλος. «Το επιπλέον κόστος της ανάδειξης που θα συνδυάζει την τεχνογνωσία του 6ου και του 21ου αιώνα, θα ισοφαριστεί και θα υπερσκελιστεί από τα τεράστια οφέλη (τουριστικό, οικονομικό) που θα έχει η Θεσσαλονίκη στο μέλλον».
Πηγή: Γ. Μυρτσιώτη, Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια