Η Ευαγγελία Καϊράκη ανασύρει, για λογαριασμό του Short Stories , αναμνήσεις από τα παιδικά της χρόνια, όταν ο αρχαιολόγος Γιάννης Σακελλαράκ...
Η Ευαγγελία Καϊράκη ανασύρει, για λογαριασμό του Short Stories, αναμνήσεις από τα παιδικά της χρόνια, όταν ο αρχαιολόγος Γιάννης Σακελλαράκης έφτασε στα Κύθηρα για να ερευνήσει το πρώτο Ιερό Κορυφής που βρέθηκε εκτός Κρήτης
Το 1992 ήρθε στα Κύθηρα ο Γιάννης Σακελλαράκης για να κάνει αυτοψία στο Ιερό Κορυφής. Ήταν το πρώτο που είχε αποκαλυφτεί εκτός Κρήτης, στο ύψωμα του Αγίου Γεωργίου.
Τη θέση είχε εντοπίσει ο Άδωνις Κύρου, εκδότης της εφημερίδας Εστία, γνωστός αρχαιοδίφης και προσωπικός φίλος του αρχαιολόγου. Εκείνος ήταν που βρήκε στην πλαγιά και ένα ειδώλιο σαν τα πήλινα που είχαν πρότερα αποκαλυφθεί. Με τη διαφορά ότι αυτό των Κυθήρων ήταν χάλκινο.
Αναφέρομαι στα ανθρωπόμορφα αγαλματίδια που τείνουν στερεότυπα το χέρι στο μέτωπο για να προφυλαχθούν από το θάμπωμα του θείου φωτός –κατά την κατοπινή ερμηνεία της Έφης Σακελλαράκη.
Το σημαντικότερο εύρημα στην ανασκαφική έρευνα του Σακελλαράκη που ακολούθησε ήταν ένας θησαυρός από 83 χάλκινα ειδώλια λατρευτών. Το μεγαλύτερο σύνολο του συγκεκριμένου τύπου που έχει ποτέ αποκαλυφτεί στον αιγαιακό χώρο. Τα ευρήματα γενικά ήταν πολλά, καθώς το Ιερό Κορυφής αποδείχθηκε ασύλητο.
Ο πατέρας μου, Θεόδωρος, ήταν από το 1991 και για μια τριετία διοικητικός «άρχων» του νησιού. Θυμάμαι λοιπόν τον Σακελλαράκη, αγέρωχο στην όψη, να έρχεται με τον Κύρου και την Έφη στο Επαρχείο, κρατώντας με περηφάνια και συγκίνηση το πρώτο αυτό ειδώλιο.
Κατεβαίνοντας από τον πάνω όροφο του κτιρίου που μας είχε δοθεί ως κατάλυμα, για να πάω να παίξω, κοντοστάθηκα. Με εντυπωσίασε ο άγνωστος επισκέπτης. Δεν τον είχα δει ποτέ στις ειδήσεις, όπως για παράδειγμα είχα δει τη Μαρίκα που είχε επισκεφτεί πρότερα το νησί για να προσκυνήσει τη Μυρτιδιώτισσα. Τότε που έδωσε στη μαμά μου και τη συνταγή για τα ντολμαδάκια.
Το μάτι μου έπεσε κατευθείαν στη χάλκινη κούκλα που κρατούσε με τόση ευλάβεια σαν να ήταν ιερό λείψανο. Κρύφτηκα σαν τον Αστυνόμο Σαΐνη πίσω από την πόρτα του γραφείου του μπαμπά για να καταλάβω τι ακριβώς γίνεται. Ποιος και γιατί την είχε θάψει τόσο ψηλά στην απόλυτη ερημιά μες στα φρύγανα, με τον πουνέντε να λυσσομανάει;
Στο κονκλάβιο ήταν και η μητέρα μου, πράγμα παράξενο. Συνήθως δεν ανακατευόταν με τα διοικητικά θέματα. Προτιμούσε να μαζεύει κάππαρη, να μελετάει στο αρχείο του κάστρου ή να φροντίζει το κοτέτσι που είχε φτιάξει στην πίσω αυλή του Επαρχείου για να τρώμε φρέσκα αυγά. Για την πτηνοτροφία της άλλωστε είχαμε γίνει πρώτο θέμα στις τοπικές ειδήσεις και νούμερο σε επιθεώρηση στον Κυθηραϊκό Σύνδεσμο την Τσικνοπέμπτη.
Φιλόλογος γαρ και τελειόφοιτος Αρχαιολογίας σε δεύτερο πτυχίο, είχε κληθεί να μεταφράσει στους μη αρχαιογνώστες προύχοντες τα λεγόμενα του Σακελλαράκη για τη σπουδαιότητα των αντικειμένων και την ανάγκη ανασκαφής.
Τους προύχοντες δεν θυμάμαι αν τους έπεισε. Έπεισε όμως εμένα! Έκτοτε, μέχρι να φύγουμε από το νησί, είχα ζαλίσει τους γονείς μου να πάμε στο βουνό να ψάξω για άλλες κούκλες. Μάταια…
Αυτό που με συγκινεί τώρα που το σκέφτομαι από απόσταση είναι ότι χιλιετηρίδες αργότερα ο «εθνικός ύμνος» των Κυθήρων που ακούγεται σε κάθε συνεστίαση, σε κάθε πανηγύρι, μαζί με τον τσιριγώτικο και το φοξ ανγκλέ, έχει στο κουπλέ του τον στίχο: «Κάτσε στην πέτρα του γιαλού, βάλε το χέρι αντήλιο».
Οι άνθρωποι και οι πολιτισμοί αλλάζουν μες στους αιώνες. Ο ήλιος των Κυθήρων όμως ήταν και παραμένει τόσο δυνατός που το χέρι μάλλον πάει αυθόρμητα στο μέτωπο για προστασία. Είτε πρόκειται για τον προϊστορικό λατρευτή είτε για έναν σημερινό επισκέπτη.
Εκεί λοιπόν, στα Κύθηρα, στο νησί της «κοσμογονικής» Αφροδίτης, ενόσω οι μεγάλοι είχαν μπλέξει με έγγραφα, πρωτόκολλα και ευθύνες, γεννήθηκε σε μια μισάνοιχτη χαραμάδα ο άσβεστος έρωτας ενός μικρού παιδιού για την αρχαιολογία.
Κεραυνοβόλα, φλεγόμενα από φως. Το ακτινοβόλο φως του τόπου των Κυθήρων. Το ανέσπερο φως της ουτοπίας. Διόλου τυχαίο, νομίζω…
Διαβάστε κι άλλες ιστορίες στο Short Stories.
Πηγή: Ε. Καϊράκη, Short Stories
Δεν υπάρχουν σχόλια