Αν δεν ήταν καθηγητής Αρχαιολογίας, θα μπορούσε να ήταν ένας ποιητής του αρχαίου κόσμου, αν δεν ήταν διευθυντής του Μουσείου Κυκλαδι...
Αν δεν ήταν καθηγητής Αρχαιολογίας, θα μπορούσε να ήταν ένας ποιητής του αρχαίου κόσμου, αν δεν ήταν διευθυντής του Μουσείου Κυκλαδικής, θα μπορούσε να ζει ανάμεσα στις χαρουπιές και στις βενετσιάνικες ελιές στην Ελεύθερνα, δηλαδή στο χώμα της ελεύθερης κρητικής γης απ' όπου κατάγεται και όπου ανακάλυψε ολόκληρους ομηρικούς κόσμους, γεμάτους νεκρούς πολεμιστές και περήφανες πριγκίπισσες.
Ο Νίκος Σταμπολίδης είδε άλλο ένα όνειρο ζωής να γίνεται πράξη πριν από λίγες μέρες, όταν το Μουσείο της Ελεύθερνας άνοιξε επίσημα της πύλες του − μια ιδανική συνεργασία του ΥΠ.ΠΟ., του Πανεπιστημίου της Κρήτης και του ιδιωτικού τομέα (Ίδρυμα Ωνάση κ.λπ.), ένα πραγματικό στολίδι κάτω από τη σκιά του βουνού του Δία, όπου ο ίδιος χρόνια τώρα πραγματοποιεί ανασκαφές. Συνεχίζοντας το έργο του, είναι επίσης έτοιμος να προχωρήσει και σε άλλες εκδηλώσεις που θα πραγματοποιηθούν του χρόνου στο μουσείο − ακόμα και θεατρικά δρώμενα. Επίσης, προετοιμάζει πυρετωδώς μια έκθεση για τα 30ά γενέθλια του Μουσείου Κυκλαδικής, όπου αυτήν τη φορά «τα κυκλαδικά έργα και ειδώλια θα μιλήσουν τα ίδια για την κοινωνία που τα δημιούργησε, μέσα από τις διάφορες ενότητες της έκθεσης».
Οι φήμες θέλουν ακόμα τον πολυπράγμονα καθηγητή Αρχαιολογίας να αναλαμβάνει τα ηνία του Μουσείου της Ακρόπολης, αλλά ο ίδιος απαντά διπλωματικά: «Όσες φορές ανέλαβα ένα πόστο, αυτό του προέδρου του Τμήματος ή του κοσμήτορα, το έκανα για να βοηθήσω τα παιδιά, την ανασκαφή ή το πανεπιστήμιο, προσφέροντας όπου και όπως μπορούσα. Και θα το κάνω, αν πιστεύω ότι μπορώ με αυτό τον τρόπο μπορώ να φανώ χρήσιμος στον χώρο του πολιτισμού, είτε αυτός λέγεται Αρχαιολογία, είτε μουσείο, είτε οτιδήποτε άλλο. Αν νομίζει, λοιπόν, η πολιτεία ότι μπορώ να φανώ χρήσιμος σε άλλο πόστο, να μου το πει. Ξέρει πού βρίσκομαι και ποιος είμαι. Αν δεν το μάθει από τον τρόπο που δρω και σκέφτομαι στον χώρο του πολιτισμού, από πού αλλού θα το μάθει; Εγώ είμαι εδώ».
Το εντυπωσιακό κτίριο του Μουσείου στην Ελεύθερνα |
Επειδή, όμως, κανείς δεν ξεφεύγει ποτέ από την Ακρόπολη και επειδή ακριβώς το σπίτι του τυγχάνει να βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τον ιερό βράχο, δεν μπορώ να μην τον ρωτήσω τι νιώθει όταν αντικρίζει καθημερινά αυτό το θέαμα από το μπαλκόνι του σπιτιού του:
Δεν μπορείς να μην εντυπωσιάζεσαι όταν βλέπεις την τελειότητα στα ανθρώπινα δημιουργήματα, και δεν το λέω καθόλου σοβινιστικά ή ελληνοκεντρικά αλλά με την έννοια του παγκόσμιου πολιτιστικού αποθέματος. Ο Παρθενώνας είναι ένα σύμβολο δημοκρατίας, όπου οι θεοί έχουν την ίδια μορφή και ενδεχομένως και τα ίδια πάθη με τους ανθρώπους, επειδή ακριβώς έγιναν κατ' εικόνα και ομοίωσή τους. Αυτός σκέφτηκε τον θεό του και αυτός τον έπλασε έτσι. Επειδή, όμως, το μνημείο μπορεί να σε καθυποτάξει, πρέπει να το βλέπεις λοξά, σαν τον ήλιο που δεν μπορείς να τον κοιτάξεις κατάματα γιατί σε καίει. Εδώ είναι που η φαντασία, το συναίσθημα και η πράξη έφτιαξαν μια τελειότητα, ακόμα και αν υπήρξαν δούλοι που εργάστηκαν εδώ. Άλλωστε, δεν άλλαξε ο άνθρωπος από τότε μέχρι σήμερα: εξακολουθεί να αγαπάει και να μισεί λίγο ή πολύ, να φθονεί, να έχει ένστικτα που δεν μπορεί να καθυποτάξει. Επομένως υπάρχει, εν προκειμένω, μια διάσταση που πρέπει να γεφυρωθεί, αν θέλουμε να μιλήσουμε για το κλασικό, με την έννοια της κλάσεως, του ότι δεν υπάρχει κάτι ανώτερο για να ορίσει κανείς. Αν θέλουμε, βέβαια, να ξαναγίνουμε κλασικοί και να καταλάβουμε τι είναι ο Παρθενώνας.
—Είναι, δηλαδή, ένας κόσμος που περιλαμβάνει τις δυο όψεις των αντιθέτων, το απολλώνιο και το διονυσιακό, εκεί όπου οι ναοί των δύο θεών συνυπήρχαν ο ένας δίπλα στον άλλο, όπως στη Δήλο, ένα από τα μέρη απ' όπου ξεκινήσατε ως αρχαιολόγος; Θέλετε να μου μιλήσετε για τα χρόνια εκείνα;
Είχα μόλις απολυθεί από τον στρατό το 1982 όταν βρέθηκα στη Δήλο για να «βγάλω το φίδι από την τρύπα» αναφορικά με τα περίφημα Σφραγίσματα της Δήλου. Και ακολούθησα τον δρόμο προς την Ασκητική, γιατί η Δήλος ήταν και παραμένει ασκητική, τουλάχιστον στη μορφή που την ξέρω εγώ και τη βιώνουν όχι οι τουρίστες, αλλά οι φύλακές της, ιδιαίτερα μιας παλαιότερης γενιάς. Τότε δεν υπήρχε καν ρεύμα στο νησί, ούτε κινητά, ούτε καν προμήθειες. Όταν αποκλειόσουν από τον καιρό, έπρεπε να αρκεστείς στις προβάτσες, δηλαδή στα χόρτα που έτρωγαν τα πρόβατα, ή να βράσεις κοχύλια για να φτιάξεις σούπα ή να αφεθείς στην τύχη, όπως συνέβη όταν έτυχε να πλένω τα πόδια μου στην προκυμαία, περιμένοντας να φανεί κάποιο πλοίο, και ένα χταπόδι, βλέποντας τις λευκές πατούσες μου, νόμιζε ότι βρήκε τροφή και τις τύλιξε με τις βεντούζες του κι εγώ, συνηθισμένος από τη ζωή στη θάλασσα, το τράβηξα απότομα και άρχισα να το χτυπάω στην προκυμαία για να φτιάξω, στη συνέχεια, ένα καταπληκτικό χταποδοπίλαφο. Είναι εικόνες που τις έχω ζήσει με τους φοιτητές και τις φοιτήτριές μου και δεν θα τις ξεχάσω ποτέ.
—Πώς μπορεί, αλήθεια, να τα βάλει κανείς με τα τρομακτικά στοιχεία της φύσης, με την οποία αναγκαστικά αντιπαρατίθεται ως αρχαιολόγος;
Μα, δεν είναι καθόλου τρομακτικά! Μπορεί να μην είναι εύκολη η ζωή στη φύση, αλλά έχει μια γοητεία μοναδική. Στη Δήλο πέρασα καλοκαίρια, χειμώνες, ακόμα και Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά, καθώς, έχοντας γίνει ήδη καθηγητής στο πανεπιστήμιο, δεν είχα άλλο χρόνο για να συνεχίσω το έργο μου. Είναι ωραίο, όμως, να είσαι από τους λίγους ανθρώπους που μπορούν να χαζεύουν τα περίφημα «κροκοδειλάκια» που λιάζονται στις ζεστές πέτρες, τις ιγκουάνες της Δήλου, απολαμβάνοντας τα χρώματα του δειλινού και την αέναη κίνηση της θάλασσας του αρχιπελάγους. Και να μπορείς έτσι να διαβάζεις το αλφαβητάρι των άστρων, έχοντας στο μυαλό τον Σεφέρη: «Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ' αρέσαν. Τ' αλφαβητάρι των άστρων που συλλαβίζεις / όπως το φέρει ο κόπος της τελειωμένης μέρας». Ξέρετε, μπορεί να ακούγονται ρομαντικά όλα ετούτα, αλλά είναι κομμάτι της δικής μου ζωής.
Εκθέματα στο Μουσείο της Ελεύθερνας |
—Άλλωστε, από αυτό το αρχιπέλαγος είναι που ήρθαν οι συγκινήσεις όταν φέρατε στο φως τον ομηρικό πολιτισμό, όπως σας αποκαλύφθηκε μέσα από τις ανασκαφές στην Ελεύθερνα.
Εννοείται. Και πριν από την Ελεύθερνα υπήρχε η Άκανθος της Χαλκιδικής. Υπήρχαν η Βεργίνα και οι Φίλιπποι. Ήταν τότε που, πηγαίνοντας ένα απόγευμα −ας μου επιτραπεί η έκφραση− να ουρήσω, όταν δούλευα, νεαρός φοιτητής, στο πλευρό του καθηγητή Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Πελεκανίδη, είδα να ξεπροβάλει από τα χώματα ένα νόμισμα κι έτρεξα με λαχτάρα να το πλύνω και να το δώσω στον Πελεκανίδη, ανακαλύπτοντας πως επρόκειτο για νόμισμα της εποχής του αυτοκράτορα Ηρακλείου ανάμεσα στο 627 και το 641 μ.Χ. Αυτό είναι ένα βίωμα που δεν φεύγει ποτέ και υπάρχουν πολλές τέτοιες στιγμές και ανάλογα βιώματα τα οποία για μένα είναι ζωή, είναι άνθρωποι, είναι μνήμη που ξαναφέρνω στο σήμερα για να μην ξεχαστεί, γιατί ό,τι δεν ξεχνιέται, ζει.
—Αυτό είναι, προφανώς, για εσάς η αρχαιολογία. Κάτι που παραμένει ζωντανό στο τώρα, όπως φαίνεται και από τον τρόπο που λειτουργεί το Μουσείο στην Ελεύθερνα, κάτι έξω από τις προθήκες;
Φυσικά. Μα, δεν είναι τυχαίο ότι όλες οι αρχαιολογικές εκθέσεις που πέρασαν από το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης είχαν ως θέμα τον έρωτα, την υγεία και τον θάνατο, ζητήματα που απασχολούσαν και απασχολούν τον άνθρωπο μέχρι να γίνει μηχανή. Η μετάφρασή τους είναι ο άνθρωπος και αυτό τα λέει όλα. Ξέρετε, η αγάπη μου για την Αρχαιολογία δεν ξεκινάει από μια ρομαντική τάση, καθώς ο άνθρωπος έχει μέσα του ταυτόχρονα το καλό και το κακό − απλώς το θέμα είναι προς τα πού θα κλίνει κάθε φορά. Αρκεί να έχει το κουράγιο να μετατρέψει σε δύναμη την αδυναμία. Για μένα η αρχαιολογία είναι, φυσικά, το αγγείο αλλά είναι και το μυαλό, η σκέψη και το χέρι του αγγειοπλάστη, οι έρωτες και τα πάθη του, ο τρόπος που βλέπει τα πράγματα αλλά και ο τρόπος που τον βλέπει μια άλλη επαγγελματική κατηγορία σε κάποια άλλη εποχή. Είναι η συνέπεια, η συνέχεια, το όνειρο και η φαντασία, η λογική. Δεν τα ξεχωρίζω όλα αυτά, μου αρέσει να τα αναλύω και να τα συνθέτω, αλλά θέλω να κρατάω κάτι δημιουργικό, όχι καταστρεπτικό, μολονότι την ίδια στιγμή είναι μια καύση αυτή που με έκανε να δω τον Όμηρο με άλλα μάτια.
Το εσωτερικό του Μουσείου στην Ελεύθερνα |
—Προφανώς, αναφέρεστε την περίφημη καύση στην Ελεύθερνα (που έφερε στη μνήμη την ταφική πρακτική που περιγράφεται από τον Όμηρο στις ραψωδίες του έπους). Πόσο εύκολο είναι να μπει κανείς στο μυαλό ενός πολεμιστή και να δει τι έκανε τότε;
Καταρχάς, πρέπει να έχει κανείς τον νου του και να είναι ελεύθερος από δεσμεύσεις. Να μην πει από την αρχή ότι το βρήκα ή, αν το πει, να μπορεί και να το αποδείξει. Όταν βρέθηκε ο σκελετός του δειροτομηθέντος, κοιμόμουν στον καναπέ της οικίας Κατσάλα, ο καναπές έτριζε, κοιμόμουν λίγο, αλλά στο βάθος του ύπνου μού έρχονταν εικόνες. Και όταν ξυπνούσα, σκεφτόμουν τι ωραία που θα ήταν να είχα μια μηχανή του χρόνου και να μπορούσα να ξαναζήσω τους ήχους από το σύρσιμο των βημάτων της τελετής, από τις κλαγγές των όπλων των πιστών που τη συνόδευαν, από τις οιμωγές των γυναικών, από τη μουσική που μπορεί να είχαν, από το αχνό φως από τις δάδες που θα κρατούσαν πηγαίνοντας προς τα εκεί. Σε όλα αυτά, λοιπόν, οδηγός είναι η παρατήρηση. Κατόπιν, όμως, επιβάλλεται να διαθέτει κανείς τη γνώση, να ξέρει τα βιβλία, όλους αυτούς που έγραψαν για τον Όμηρο αλλά και όλους αυτούς που έκαναν λάθη − μην ξεχνάμε ότι ήταν η εποχή της αποδόμησης του Σακελλαράκη που ήταν φίλος μου, κάτι που με έκανε να είμαι ακόμα πιο προσεκτικός. Και έλεγα «πρόσεχε, γιατί πολύ εύκολα μπορεί να βρεθείς δειροτομηθείς κι εσύ ο ίδιος, αν έχεις κενά». Γι' αυτό και κατάλαβα πού ακριβώς συνίσταντο οι πονηρές ερωτήσεις που μου έκαναν το 1993 στο Διεθνές Συνέδριο, όταν το πρωτοπαρουσίασα (το εύρημα του «δειροτομηθέντος σιδήρω»), ώστε να μπορώ να απαντήσω στην ερώτηση του σοφού Γερμανού ότι ο σφαγμένος βρισκόταν στα βορειοδυτικά της πυράς του πρίγκιπα πολεμιστή και ότι φυσούσε νοτιοανατολικός άνεμος, γιατί είχα την τύχη να έχει κάψει ή, μάλλον, καλύτερα καψαλίσει ορισμένα από τα οστά της άκανθας που δεν είχαν ψαχνό κι έτσι είχα τη συγχρονικότητα της καύσης με τη σφαγή. Εδώ, λοιπόν, είναι που μετράνε ταυτόχρονα η παρατηρητικότητα και η τύχη.
—Αλήθεια, δεν έχετε σκεφτεί ποτέ να εγκαταλείψετε, δεν έχετε φτάσει σε απόγνωση;
Σε απόγνωση μπορεί να έχω φτάσει, αλλά να εγκαταλείψω, όχι, δεν το έχω σκεφτεί ποτέ. Η απόγνωση με κάνει ακόμα πιο επίμονο, μου δίνει δύναμη και, ξέρετε, είναι σημαντικό πράγμα η επιμονή, γιατί άλλο επίμονος και άλλο εμμονικός. Ύστερα από τόσα χρόνια έχω καταλήξει ότι αυτό που μετράει τελικά είναι να μπορούν τα λόγια να συμπλέουν με τις πράξεις. Αν μέσα σε όλο αυτό το φάσμα, και εννοώ το διδακτικό, το ερευνητικό, το κοινωνικό, το επιστημονικό αλλά και το οικονομικό, αναδεικνύεται κάτι που μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση, τότε έχω κερδίσει την ίδια τη ζωή μου. Μπορώ να πω ότι άξιζε. Το να πει ο Ανώτατος Άρχων της χώρας ότι το Μουσείο στην Ελεύθερνα συνιστά υπόδειγμα οικονομικής διαφάνειας σε εποχές που δεν μπορεί κανείς να πει κάτι τέτοιο ούτε για τα παιδιά του, για μένα είναι μια πληρωμή που δεν πληρώνεται. Όσο καλά και αν είναι τα λόγια που σας λέω, όσο ωραία και άσχημα και αν μπορώ να τα εκφράσω, αν δεν πράττω αυτά που πρεσβεύω, αν η εικόνα και η ουσία δεν ταυτίζονται, τότε ποιο το κέρδος; Σε αυτή την περίπτωση, ποια θα είναι η ζωή μου; Μόνο τότε μπορώ να πω ότι νιώθω πως έχω κερδίσει την ίδια μου τη ζωή.
Πηγή: Τ. Μανδηλαρά, LiFO
Δεν υπάρχουν σχόλια