Με μία σημαντική απώλεια για το χώρο της Βιβλικής Αρχαιολογίας ξεκίνησε το νέο έτος. Ο σημαντικός Έλληνας βιβλικός αρχαιολόγος, Βασί...
Με μία σημαντική απώλεια για το χώρο της Βιβλικής Αρχαιολογίας ξεκίνησε το νέο έτος. Ο σημαντικός Έλληνας βιβλικός αρχαιολόγος, Βασίλειος Τζαφέρης απεβίωσε αφήνοντας πίσω του ένα σπουδαίο ανασκαφικό και συγγραφικό έργο για την αρχαιολογία της Παλαιστίνης και τις βιβλικές σπουδές γενικότερα.
Ο Βασίλειος Τζαφέρης γεννήθηκε την 1η Απριλίου 1936 στη Σάμο και σε ηλικία 14 ετών μετέβη στην Ιερουσαλήμ προκειμένου να γίνει Αγιοταφίτης μοναχός, όπως είχαν τάξει οι γονείς του κατά τη γέννησή του. Φοίτησε στο ελληνικό γυμνάσιο της πόλης και ακολούθως στα δεκαεννιά του χρόνια εισήχθη στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, όπου σπούδασε Αρχαιολογία και Αρχαία Ιστορία του Ισραήλ, αφήνοντας για πάντα το δρόμο του μοναχισμού. Λίγο μετά την ολοκλήρωση των προπτυχιακών σπουδών του συνέχισε τις μεταπτυχιακές σπουδές του με ειδίκευση στα ψηφιδωτά της πρωτοβυζαντινής περιόδου. Το 1967 ξεκίνησε τις διδακτορικές σπουδές του στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο υπό την εποπτεία των καθηγητών Michael Avi-Yonah και David Flusser, από όπου και έλαβε στα 1971 τον τίτλο του διδάκτορα. Ταυτόχρονα, με τις σπουδές του υπηρέτησε ως αρχαιολόγος πεδίου στην Υπηρεσία Αρχαιοτήτων και Μουσείων (GARP), που αποτελούσε τον προκάτοχο της μετέπειτα Αρχής Αρχαιοτήτων του Ισραήλ.
Η συμβολή του στην αποκάλυψη και μελέτη ευρημάτων σχετικών με την αρχαιολογία της Παλαιστίνης υπήρξε σπουδαία. Το 1968, ο Τζαφέρης διενήργησε ανασκαφή στο Giv‘at ha-Mivtar, πλησίον της Ιερουσαλήμ, όπου ανακάλυψε έναν τάφο που περιείχε το σκελετό ενός εικοσάχρονου άνδρα που είχε καταδικαστεί σε σταυρικό θάνατο. Ο νεκρός σύμφωνα με την επιγραφή της οστεοθήκης, ονομαζόταν Yehonahanan bar Hagakol και, όπως είχε δηλώσει τότε ο ανασκαφέας, απεκάλυπτε με ρεαλιστικό τρόπο τη βαρβαρότητα των μεθόδων εκτέλεσης της ρωμαϊκής εποχής με έναν τρόπο που δεν μπορούσε να αποδοθεί πλήρως από τις γραπτές πηγές της εποχής. Ένα καρφί είχαν διαπεράσει και τα δύο οστά των φτερνών του σκελετού, ενώ τα πόδια του νεκρού ήταν σπασμένα. Ένα κομμάτι ξύλου ελιάς παρέμενε διατηρημένο πάνω στο καρφί, γεγονός που σήμαινε πως ο νεαρός είχε σταυρωθεί πάνω σε μία ελιά ή σε ξύλο προερχόμενο από αυτό το δέντρο. Ο νεκρός θα έπρεπε να είχε καταδικαστεί σε σταυρικό θάνατο κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εξέγερσης του Μπαρ Κοχβά. Πρόκειται για ένα μοναδικό παγκοσμίως αρχαιολογικό εύρημα.
Το 1971 ο Βασίλειος Τζαφέρης διορίστηκε αναπληρωτής διευθυντής του Τμήματος για τις Έρευνες και Ανασκαφές στην Υπηρεσία Αρχαιοτήτων και Μουσείων, μια θέση την οποία κατείχε μέχρι και το 1991. Από το 1976 έως το 1982 διετέλεσε Λέκτορας στο Τμήμα Επιστημών των Θαλάσσιων Σπουδών και Κλασικής Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Χάιφα. Την 1η Απριλίου 1990, την ημέρα των πεντηκοστών τετάρτων γενεθλίων του, ιδρύθηκε επίσημα η Αρχή Αρχαιοτήτων του Ισραήλ. Το 1991 διορίστηκε διευθυντής του Τμήματος «Ανασκαφές και Έρευνες» της Αρχής, και υπηρέτησε με την ιδιότητα αυτή μέχρι και το 2001.
Ο Τζαφέρης από αυτή τη θέση είχε πάντοτε την πόρτα του ανοιχτή για όλους τους εργαζόμενους, ακούγοντας τα προβλήματα τους και δίνοντας τις κατάλληλες συμβουλές. Ζητούσε πάντοτε την άποψη των συνεργατών του και με ήρεμο και χιουμοριστικό τρόπο πετύχαινε τη χαλαρή και ειρηνική ατμόσφαιρα μεταξύ των εργαζομένων. Όσοι τον γνώρισαν από κοντά, αναφέρουν πως το κύριο χαρακτηριστικό στοιχείο της προσωπικότητάς του υπήρξε η αισιοδοξία του να βλέπει πάντοτε τη θετική πλευρά των πραγμάτων. Επιπλέον, υπήρξε πολύ μπροστά από την εποχή του εξαιτίας των πρωτοποριακών ιδεών που εφάρμοσε σχετικά με τη δομή της υπηρεσίας που διηύθυνε. Από τη θέση αυτή ο Τζαφέρης απέδειξε πόσο οργανωτικός ήταν, καθώς ο σπουδαίος αυτός αρχαιολόγος και δάσκαλος έδωσε ένα δημόσιο χαρακτήρα στις ανασκαφές, ενώ οι διάφορες δραστηριότητες του τομέα είχαν έμφαση πάντοτε στην κοινωνική διάσταση της αρχαιολογικής επιστήμης.
Το Μάιο του 1990 δίδαξε ως επισκέπτης καθηγητής το μαθήμα «Αρχαιολογία και Καινή Διαθήκη» στο Πανεπιστήμιο Pepperdine στην Καλιφόρνια. Από το 1994 υπήρξε καθηγητής στο κολέγιο Seaver του ίδιου Πανεπιστημίου. Εκτός από την ακαδημαϊκή του ιδιότητα, από το 1967 υπήρξε μέλος της Επιτροπής Συμβούλων της «Εταιρείας για τη Μελέτη του Ισραήλ», ενώ από το 1999 ήταν μέλος του Ανωτάτου Συμβουλίου των Ισραηλιτών Αρχαιολόγων. Από το 1984 έως το 2002 διετέλεσε Έφορος του μουσείου του Ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου των Ιεροσολύμων.
Είχε διευθύνει αρκετές ανασκαφές, μερικές από αυτές στην Ασκάλωνα, την Τιβεριάδα, την Μπεθ Σεάν, την Καπερναούμ και επίσης σε αρκετές περιοχές της Ιερουσαλήμ. Ο Τζαφέρης ήταν πολύγλωσσος, καθώς γνώριζε την αρχαία και νέα ελληνική, την εβραϊκή, την αγγλική, την ιταλική, την αραβική, την ιταλική και τη γερμανική γλώσσα.
Ήταν παντρεμένος και είχε δύο παιδιά, ενώ μοίραζε το χρόνο του ανάμεσα στην Ελλάδα και το Ισραήλ, καθώς τα παιδιά που κατοικούν στην Αθήνα. Μετά τη συνταξιοδότησή του, εγκαταστάθηκε στην ελληνική κοινότητα στην Ιερουσαλήμ, όπου εξελέγη πρόεδρος της κοινότητας από το 1984, φροντίζοντας να προάγει την πολιτιστική κληρονομιά της. Τον Οκτώβριο του 2010 σε τιμητική εκδήλωση που οργανώθηκε από την Αρχή Αρχαιοτήτων του Ισραήλ παρέλαβε Βραβείο για τη συνολική του προσφορά στην αρχαιολογία του Ισραήλ.
Για τους Έλληνες βιβλικούς αρχαιολόγους και θεολόγους ο Βασίλειος Τζαφέρης αποτελεί μία μυθική σχεδόν μορφή από τα φοιτητικά μας χρόνια, ο οποίος με σταθερό χέρι κατάφερε να κρατήσει το πηδάλιο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας του Ισραήλ για μία δεκαετία, μίας νευραλγικής και ευαίσθητης – για τα δεδομένα της περιοχής - θέσης. Παρόλο που δεν ήταν Ισραηλίτης πέτυχε με την εργασία του και τον χαρακτήρα του να αγαπηθεί από τους ανθρώπους της δεύτερης πατρίδας του.
Του ευχόμαστε Καλό Παράδεισο!
Ενδεικτική εργογραφία του:
1974. A Tower and Fortress near Jerusalem. Israel Exploration Journal 24:85-94.
1976. Chronique Archeologique, Maoz-Hayyim. Revue Biblique LXXXIII: 87-88 (French).
1979. What Became of Ancient Capernaum? Christian News from Israel 27:72-74 (with E. Kessin & C. Melidonis).
1982. The Ancient Synagogue at Maoz-Hayyim. Israel Exploration Journal 32:215-244.
1983. The Excavations at Kursi-Gergessa. Atiqot 16.
1987. The Monastery at the Holy Cross in Jerusalem. Athens.
1989. Excavations at Capernaum (1978-1982). Vol. I. Indiana.
1992. Maoz Chaim. New Encyclopedia of Excavations in Israel. 3:966-967.
2008. Paneas, volume I, The Roman to Early Islamic Periods. Excavations in Areas A.B.E.F.G and H (IAA Reports, No 37)
2008, Paneas vols I-II, IAA Reports Nos. 37-38
* Η Βάλια Παπαναστασοπούλου είναι Αρχαιολόγος-Θεολόγος και Υποψήφια Διδάκτωρ Α.Π.Θ
Πηγή: Βάλια Παπαναστασοπούλου, Archaeology in Progress
Δεν υπάρχουν σχόλια