Το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας βρίσκεται στο επίκεντρο διαμάχης μεταξύ του υπουργείου Εξωτερικ...
Το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας βρίσκεται στο επίκεντρο διαμάχης μεταξύ του υπουργείου Εξωτερικών και της επιστημονικής κοινότητας |
Η Ακαδημία Αθηνών και τα ελληνικά πανεπιστήμια αντιδρούν στις αλλαγές που προωθούνται με νομοσχέδιο του υπουργείου Εξωτερικών στον χαρακτήρα και στη διοικητική οργάνωση του ερευνητικού Κέντρου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών.
Μήλον της Έριδος μεταξύ του υπουργείου Εξωτερικών και της επιστημονικής κοινότητας αποτελεί για ακόμη μία φορά το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας. Αφορμή σχέδιο νόμου που αναρτήθηκε στο open gov από τις 27 Μαΐου ως τις 3 Ιουνίου με θέμα την «Αναδιαμόρφωση Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών», προβλέποντας αλλαγές στον χαρακτήρα και στη διοικητική οργάνωση του Ινστιτούτου.
Για την ιστορία, θυμίζουμε ότι η ιδέα σύστασης του Ινστιτούτου περιλαμβάνεται σε μια μορφωτική συμφωνία που υπεγράφη το 1949 μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας. Ιδρύεται το 1951 με σκοπό την προώθηση της έρευνας των βενετοκρατούμενων ελληνικών περιοχών και την αξιολόγηση των κρατικών αρχείων της Βενετίας και είναι το μόνο ελληνικό κέντρο επιστημονικής έρευνας εκτός συνόρων. Τελεί υπό την εποπτεία των υπουργείων Εξωτερικών και Παιδείας και υπό την επιστημονική εποπτεία της Ακαδημίας Αθηνών και παρέχει υποτροφίες σε έλληνες και ξένους επιστήμονες για την εκπόνηση μελετών σχετικών με τον βενετοκρατούμενο ελληνισμό και τον ελληνισμό της Βενετίας ενώ στην κυριότητά του βρίσκεται σημαντική περιουσία, ακίνητη και κινητή (εικόνες, αντικείμενα και σκεύη λατρείας, το Αρχείο του Ελληνισμού Βενετίας, χειρόγραφα), προερχόμενη από δωρεές της Ελληνικής Αδελφότητας της Βενετίας.
Αλλοίωση των σκοπών
Με επιστολή της στον Πρωθυπουργό, στις 2 Ιουνίου, η Ακαδημία Αθηνών κάνει λόγο για άρθρα «περί πόρων» του Ινστιτούτου στο σχέδιο νόμου τα οποία αντίκεινται στο Σύνταγμα και διαμαρτύρεται για την κατάργηση του εποπτικού ρόλου της εφόσον «το Σχέδιο Νόμου καταργεί τον ρόλο του Ανωτάτου Πνευματικού Ιδρύματος της χώρας, ως προς την προφανή ιδιότητα και αρμοδιότητα να μετέχει ενεργώς στη διεθνή επιστημονική μας παρουσία, και να επιλέγει, κατόπιν διαγωνισμού, διευθυντή και υποτρόφους, και να προτείνει στο υπουργείο των Εξωτερικών τον κατάλληλο διευθυντή».
«Το πρόσφατο νομοσχέδιο του υπουργείου Εξωτερικών επιχειρεί να μετατρέψει το μοναδικό ελληνικό ερευνητικό ίδρυμα στο εξωτερικό και έναν από τους παλαιότερους ελληνικούς ερευνητικούς θεσμούς που είναι αφιερωμένοι στις ιστορικές σπουδές σε κέντρο "πολιτιστικών" και άλλων γενικής φύσεως εκδηλώσεων. Με πρόσχημα τη διοικητική του αναδιοργάνωση οι προτεινόμενες ρυθμίσεις αλλοιώνουν τους ιδρυτικούς σκοπούς του Ινστιτούτου, καθώς το μετατρέπουν σε οικονομικά και διοικητικά νεοφανή υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για την ακαδημαϊκή του λειτουργία» αναφέρουν σε σχετικό ψήφισμά τους τα μέλη του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και καταλήγουν ότι «το νομοσχέδιο πρέπει να αποσυρθεί και το Ελληνικό Ινστιτούτο να παραμείνει ένα ζωντανό ερευνητικό Κέντρο, σε επικοινωνία με την ελληνική και τη διεθνή ακαδημαϊκή κοινότητα».
Σχετικά ψηφίσματα έχουν εκδώσει η Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, το Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία, η Ένωση Αρχαιολόγων Ελλάδας «Ηώς», η Associazione Italiana di Studi Bizantini, η Ισπανοελληνική Πολιτιστική Ενωση ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται η συγκέντρωση υπογραφών στο Διαδίκτυο για την επανεξέταση του νομοσχεδίου, με 2.464, μέχρι στιγμής, έλληνες και ξένους επιστήμονες να ζητούν την επανέναρξη της διαβούλευσης.
Η κόντρα μεταξύ υπουργείου Εξωτερικών και Ινστιτούτου δεν είναι πρόσφατη υπόθεση. «Επαναλαμβάνεται μια φρικτή ιστορία που γνωρίσαμε σε παλιότερα χρόνια, όταν είχε γίνει προσπάθεια να αφαιρεθεί η εποπτεία της Ακαδημίας Αθηνών. Πάντοτε ελλόχευε ο κίνδυνος να μετατραπεί το Ινστιτούτο σε ξενώνα φιλοξενίας» σχολίασε στο «Βήμα» ο ακαδημαϊκός Άγγελος Δεληβορριάς.
Η ακίνητη περιουσία
Είναι ο έλεγχος της ακίνητης περιουσίας του Ινστιτούτου το διακύβευμα της παλαιάς κόντρας; «Σε περίπτωση που το Ινστιτούτο παύσει να επιτελεί την καταστατική αποστολή του, η περιουσία του περιέρχεται στην Ελληνική Αδελφότητα της Βενετίας, που είναι Νομικό Πρόσωπο Ιταλικού Δικαίου, και όχι στο ελληνικό κράτος» εξηγεί στο «Βήμα» η πρώην διευθύντρια του Ινστιτούτου ακαδημαϊκός Χρύσα Μαλτέζου. Πάντως η αντιπαλότητα είναι υπαρκτή και παλαιά, με επιχειρήματα που επανέρχονται και κατηγορίες κακοδιαχείρισης «που έστειλαν δύο διευθυντές του Ινστιτούτου στον εισαγγελέα. Και εμένα με κατηγόρησαν για κακοδιαχείριση. Ηρθαν στο Ινστιτούτο κλιμάκια από το υπουργείο Οικονομικών για έλεγχο, αλλά, όπως έγραφε και το πόρισμά τους, "δεν κατέστη δυνατόν να εντοπισθούν ατασθαλίες"».
«Στο νομοσχέδιο προβλέπεται ότι θα διορίζει ο υπουργός Εξωτερικών τον διευθυντή του επιστημονικού ινστιτούτου. Αυτό υποβιβάζει το Ινστιτούτο και το μετατρέπει σε κομματικό όργανο της εκάστοτε κυβέρνησης» συνεχίζει η ίδια και προσθέτει ότι «πράγματι, ο νόμος του 1955 που διέπει τη λειτουργία του Ινστιτούτου είναι πεπαλαιωμένος. Χρειάζεται ένα νέο νομοθετικό πλαίσιο που να προστατεύει τους υπότροφους ερευνητές, να ορίζει θεσμικά τη σχέση του Ινστιτούτου με το ελληνικό πανεπιστήμιο και να προβλέπει τη φιλοξενία μεταδιδακτορικών, ώριμων ερευνητών οι οποίοι θα μπορούν να αναλάβουν ερευνητικά προγράμματα. Είναι αιτήματα που έχουν μεταφερθεί κατά καιρούς στα αρμόδια υπουργεία. Το 2009 έγινε μια προσπάθεια νομοθετικής αναθεώρησης και συστάθηκε σχετική Επιτροπή, στην οποία δεν μετείχαμε».
«Ζητούμε ενίσχυση»
Στην επιστολή της Ακαδημίας Αθηνών απάντησε το υπουργείο Εξωτερικών με ανακοίνωση του υφυπουργού Εξωτερικών Γιάννη Αμανατίδη. Ενώ αυτά συμβαίνουν στην Αθήνα, ο πρόξενος της Ελλάδας στη Βενετία, Συμεών Λιναρδάκης, δήλωσε ερωτώμενος σχετικά με το θέμα στο «Βήμα»: «Δεν έχω ακούσει κάτι, δεν έχω εμπλοκή στη διαδικασία» και από το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας, ο διευθυντής του Ινστιτούτου Γεώργιος Πλουμίδης, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, δήλωσε με τη σειρά του ότι «ως υπάλληλος του υπουργείου Εξωτερικών δεν μπορώ να εκφέρω γνώμη» και πρόσθεσε: «Όλο αυτό, ο καβγάς με την ανταλλαγή εγγράφων, είναι λυπηρό. Μας κατηγορούν, μας υπερασπίζονται. Δεν έχουμε τίποτε να κρύψουμε, μπορεί να κάνει οποιοσδήποτε έλεγχο. Εκείνο που ζητώ είναι να έχω ενίσχυση της οικονομικής υπηρεσίας του Ινστιτούτου, από έναν σε τρεις υπαλλήλους, διότι έχουμε να διαχειριστούμε περίπλοκα ζητήματα που αφορούν την ακίνητη περιουσία του Ινστιτούτου: ενοίκια, εξώσεις, δικηγόρους. Τα υπόλοιπα είναι ζητήματα κυβερνητικής πολιτικής».
Τις δικές της προτάσεις αναδιαμόρφωσης του θεσμικού πλαισίου του Ινστιτούτου απέστειλε στα αρμόδια όργανα η Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Βενετίας, η οποία καλεί τους φορείς της Ανώτατης Εκπαίδευσης στην Ελλάδα σε συνεργασία και, με ανοιχτή επιστολή, στις 22 Ιουνίου, ζητεί την επανέναρξη της διαβούλευσης.
«Είναι σημαντικό να συνεχιστεί ο διάλογος. Το Ινστιτούτο είναι πολύ μεγάλο κεφάλαιο για να εξαντληθεί η υπόθεσή του σε διαβούλευση πέντε ημερών» σχολιάζει από τη Βενετία όπου βρίσκεται για έρευνα ο καθηγητής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης Στέφανος Κακλαμάνης: «Έχει προσφέρει καταπληκτικό έργο σε συνάρτηση με την ηλικία του και έχει δεχθεί περισσότερους από 200 υποτρόφους οι οποίοι υπηρετούν σήμερα στα υψηλότερα κλιμάκια της έρευνας. Είναι λάθος του υπουργείου Εξωτερικών να το θεωρεί μορφωτικό ινστιτούτο. Είναι ερευνητικό ινστιτούτο μακράς πνοής».
Πηγή: Λ. Κουζέλη, Το Βήμα
Δεν υπάρχουν σχόλια