Στα ερωτηματικά που γεννά η διοργάνωση της περιοδικής ψηφιακής έκθεσης «Πανάγιος Τάφος: το μνημείο και το έργο», η οποία φιλοξενεί...
Στα ερωτηματικά που γεννά η διοργάνωση της περιοδικής ψηφιακής έκθεσης «Πανάγιος Τάφος: το μνημείο και το έργο», η οποία φιλοξενείται στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο από τις 21.05.2018 έως τις 31.01.2019, αναφέρεται σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ).
Η πλήρης ανακοίνωση του ΣΕΑ:
Με έκπληξη και πραγματική απορία το ΔΣ του ΣΕΑ παρακολουθεί τα σχετικά με τη διοργάνωση της περιοδικής ψηφιακής έκθεσης «Πανάγιος Τάφος: το μνημείο και το έργο» που φιλοξενείται στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο από τις 21.05.2018 έως τις 31.01.2019.
Εντύπωση προκαλούν οι πρωτοφανείς όροι της ιδιαίτερα μακροπρόθεσμης παραχώρησης χρήσης των χώρων του Μουσείου στην Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία «Έκθεση για το μνημείο και το έργο στον Πανάγιο Τάφο», έναν ιδιωτικό δηλαδή φορέα, και συγκεκριμένα, η θέσπιση διακριτού εισιτηρίου για την έκθεση, το οποίο εισπράττει η Εταιρεία αλλά και η adhoc θεσμοθέτηση του τρόπου καθορισμού των «τελών» παραχώρησης, πέραν των όσων καθιερωμένων ισχύουν, βάσει υπουργικών αποφάσεων, για όλες τις υπόλοιπες παραχωρήσεις προς ιδιωτικούς φορείς.
Επισημαίνεται με ιδιαίτερη ανησυχία ότι σε αντίθεση με τις πολυάριθμες άλλες εκθέσεις, που εντάσσονται λειτουργικά στο πλαίσιο των Μουσείων που τις φιλοξενούν, η θέσπιση χωριστού εισιτηρίου για τη συγκεκριμένη έκθεση, στο διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 10 ευρώ, λειτουργεί ανταγωνιστικά προς το Μουσείο, αποτρέποντας τους επισκέπτες από το να επισκεφθούν τις μόνιμες συλλογές και τις υπόλοιπες εκθέσεις, για τις οποίες θα πρέπει να καταβληθεί επιπλέον και το ισχύον εισιτήριο του Μουσείου. Από την άλλη πλευρά, η έκθεση αξιοποιεί τις δημόσιες υποδομές και τις παροχές φύλαξης και καθαριότητας του Μουσείου, επιβαρύνοντας τον καθημερινό κύκλο εργασιών του, ενώ και άλλες Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ, καλούνται να συμβάλλουν στον τομέα φύλαξης της διοργάνωσης, όπου, ως γνωστόν, πάσχουν και υπολειτουργούν σχεδόν όλες οι Εφορείες και τα Μουσεία της χώρας, λόγω έλλειψης προσωπικού.
Επίσης, ιδιαίτερα πρωτότυπος είναι ο μη ακριβής καθορισμός των «τελών», που εξαρτώνται από τα έσοδα της έκθεσης και ανέρχονται στο 10% των ακαθάριστων εσόδων της διοργάνωσης, ενώ θα δοθεί και συμπληρωματικό ποσό ως χορηγία στο ΥΠΠΟΑ και στο ΕΜΠ, το ύψος της οποίας θα υπολογιστεί εκ των υστέρων επί των καθαρών εσόδων της έκθεσης. Άγνωστο παραμένει σε ποιόν θα καταλογιστούν τα έξοδα, αν αυτά δεν καλυφθούν από τις εισπράξεις των εισιτηρίων.
Ερωτήματα γεννώνται για το αν έχει κατατεθεί ακριβής προϋπολογισμός για τα έξοδα της έκθεσης, βάσει των οποίων θα καθοριστεί και η χορηγία προς ΥΠΠΟΑ και ΕΜΠ, και τα οποία, κατά πληροφορίες οι οποίες έχουν κατατεθεί και ως επίκαιρη ερώτηση στη Βουλή, ανέρχονται σε δυσανάλογα ύψη. Αδιευκρίνιστο επίσης παραμένει αν έχουν συσταθεί και με ποιο πλαίσιο θα λειτουργήσουν οι -και πάλι ειδικά δημιουργούμενες- επιτροπές παρακολούθησης πωλήσεων εισιτηρίων και εποπτείας της έκθεσης.
Η υιοθέτηση και η προβολή μέσω του ΥΠΠΟΑ ενός έργου, στην εκτέλεση του οποίου δεν υπήρξε επίσημη συμμετοχή από το Υπουργείο και τις Υπηρεσίες του, μέσω της παραχώρησης των χώρων ενός Δημόσιου Μουσείου σε έναν ιδιωτικό φορέα, ο οποίος έχει την πλήρη και αποκλειστική διαχείριση της εκδήλωσης -με εξαίρεση βέβαια τους τομείς της φύλαξης και της καθαριότητας, δηλαδή τους απαραίτητους όρους λειτουργίας του- και με adhoc ορισμό ειδικών όρων, κατά παρέκκλιση των θεσπισμένων διαδικασιών, συνιστά υποβάθμιση του δημόσιου χαρακτήρα των Μουσείων και της λειτουργίας τους και, αποτελώντας ένα ιδιαίτερα κακό προηγούμενο, δημιουργεί εύλογες σκέψεις για προνομιακή μεταχείριση ημετέρων.
Ο ΣΕΑ δεν μπορεί να τοποθετηθεί για την αρχαιολογική πτυχή ενός έργου αποκατάστασης, για το οποίο έως σήμερα δεν υπάρχει αναλυτική επιστημονική δημοσίευση, ενώ έκπληξη αποτελεί η σύνθεση της διεπιστημονικής ομάδας, από την οποία απουσιάζουν κλάδοι (αρχαιολόγοι, συντηρητές) οι οποίοι, τουλάχιστον για το ΥΠΠΟΑ, εξασφαλίζουν τον διεπιστημονικό χαρακτήρα των έργων. Ο ΣΕΑ δεν προτίθεται να υποκαταστήσει εκκλησιαστικούς κύκλους που θα σχολιάσουν θεολογικά την κατ’ αυτόν τον τρόπο προβολή της ιστορίας ενός προσκυνήματος των Αγίων Τόπων, αλλά ως φορέας που παρακολουθεί το θεσμικό πλαίσιο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, μπορεί να δηλώνει αντίθετος σε κάθε είδους εξαναγκασμό των δημόσιων μουσείων αλλά και μνημείων να υπηρετούν επιδιώξεις προσώπων και ιδιωτικών εταιρειών, όπως και αν αυτές προβάλλονται.
Πηγή: ΣΕΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια