Ενα έργο-ασπίδα προστασίας απέναντι στις σύγχρονες και μελλοντικές προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής που αντιμετωπίζουν τα παράκτια και υποθ...
Ενα έργο-ασπίδα προστασίας απέναντι στις σύγχρονες και μελλοντικές προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής που αντιμετωπίζουν τα παράκτια και υποθαλάσσια μνημεία στην Ευρώπη ξεκινάει την πιλοτική του εφαρμογή.
Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων του υπουργείου Πολιτισμού, ανταποκρινόμενη στις συντονισμένες διεθνείς πρωτοβουλίες με αντικείμενο την αντιμετώπιση των απειλών της κλιματικής αλλαγής, συμμετέχει στο πρωτοποριακό ευρωπαϊκό έργο «THETIDA», το οποίο στοχεύει στην προστασία και διατήρηση της ενάλιας και παράκτιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Επτά πιλοτικές θέσεις από έξι διαφορετικές χώρες -Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιταλία, Νορβηγία, Ολλανδία, Κύπρος- αποτελούν τα σημεία εγκατάστασης ενός ολοκληρωμένου συστήματος πολλαπλής εκτίμησης επικινδυνότητας και προστασίας της πολιτιστικής παράκτιας κληρονομιάς, τα αποτελέσματα του οποίου αναμένονται το 2025. Στην Ελλάδα ως περιοχή πιλοτικών δοκιμών επιλέχθηκε ο μεσαιωνικός οικισμός, το Κάστρο της Χώρας Μυκόνου.
«Η επιλογή του Κάστρου της Χώρας Μυκόνου ως μία από τις επτά πιλοτικές περιοχές του έργου “THETIDA” έγκειται στην θέση του μνημείου και στο γεγονός ότι είναι ευάλωτο σε πλήθος από γεωκλιματικούς κινδύνους, αλλά και από ανθρωπογενείς και φυσικούς παράγοντες που απειλούν τα δομικά στοιχεία του κάστρου.
Ολα τα παραπάνω καθιστούν το Κάστρο της Μυκόνου μια τυπική περίπτωση στην οποία η παράκτια κληρονομιά μας κινδυνεύει να υποστεί ζημιά λόγω διάβρωσης των ακτών ή ακραίων καιρικών φαινομένων», εξηγεί στον «Ε.Τ.» ο συντονιστής του έργου και διευθυντής Ερευνας και Ανάπτυξης του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Επικοινωνίας και Υπολογιστών (ΕΠΙΣΕΥ) του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Δρ Αγγελος Αμδίτης και επισημαίνει το έργο «THETIDA» θα χρησιμοποιήσει δορυφορικά δεδομένα για την παρακολούθηση και την καταγραφή των αλλαγών στην περιοχή, παρέχοντας έτσι σημαντικές πληροφορίες για τις διαδικασίες αποκατάστασης και προστασίας, αλλά και θα εφαρμόσει αισθητήρες αξιολόγησης του σεισμικού κινδύνου για την παρακολούθηση της εξέλιξης παραμορφώσεων και ρωγμών στο κάστρο της Μυκόνου.
Επίσης -όπως μας περιγράφει ο κ. Αμδίτης- τα παραπάνω στοιχεία καθιστούν «αναγκαία την έγκαιρη -πλέον- παρέμβαση της αρχαιολογικής και ερευνητικής κοινότητας» με στόχο την παρακολούθηση των φαινομένων αυτών και την ανάπτυξη μεθόδων καταγραφής και πρόβλεψής τους ώστε να δημιουργήσουν μια ασπίδα προστασίας.
Το Κάστρο της Μυκόνου, που χρονολογείται από τον 13ο αιώνα – όπως μας περιγράφει ο κ. Αμδίτης- «βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση λόγω της προχωρημένης διάβρωσης και των αλλαγών στο παράκτιο μέτωπο αλλά και τη σεισμική δραστηριότητα που αυξάνει σημαντικά το ρίσκο στο μνημείο».
Χρησιμοποιώντας προηγμένες τεχνολογίες και μεθόδους, όπως τη δορυφορική απεικόνιση, έξυπνες σημαδούρες, καινοτόμους υποθαλάσσιους αισθητήρες και τεχνικές πληθοπορισμού, το έργο αξιολογεί και αντιμετωπίζει τις επιπτώσεις από φυσικά φαινόμενα. Είναι αξιοσημείωτο, όπως εξηγεί ο διακεκριμένος επιστήμονας, πως η τοποθέτηση αισθητήρων συλλογής δεδομένων -σε διάφορα σημεία του Κάστρου- θα είναι ορατοί και θα συνδέονται με το κέντρο ελέγχου για την ανάλυση των δεδομένων. H τοποθέτησή τους προγραμματίζεται μέσα στο 2025, κατά το δεύτερο έτος υλοποίησης του έργου.
Στην προσπάθεια να διασφαλιστεί η ανθεκτικότητα των πολιτιστικών μνημείων, το «THETIDA» αναπτύσσει μοντέλα προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή και συστήματα υποστήριξης λήψης αποφάσεων (DSS), τα οποία επιτρέπουν την καλύτερη αντίληψη και αντίδραση στις απειλές αυτές.
«Αυτά τα συστήματα βασίζονται σε δεδομένα που λαμβάνονται από αισθητήρες και άλλες πηγές, βοηθώντας στην ανάπτυξη στρατηγικών για τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και την ενίσχυση της οικονομικής ανθεκτικότητας των περιοχών», τονίζει ο επικεφαλής του προγράμματος όπου συμμετέχουν 17 εταίροι από τις χώρες που συμμετέχουν υπό την επίβλεψη και το συντονισμό του ΕΠΙΣΕΥ. Οι πρώτες καταγραφές και τα αποτελέσματα από τη χρήση των αισθητήρων αναμένονται το 2025, διευκρινίζει ο κ. Αμδίτης και επισημαίνει ότι «αυτά τα αποτελέσματα θα είναι κρίσιμα για τον προσδιορισμό και την υλοποίηση αποτελεσματικών στρατηγικών προστασίας και διαχείρισης».
Το μνημειακό κυκλαδίτικο σύμπλεγμα
Προϊστορικά κατάλοιπα, ευρήματα από τις κλασικές και ελληνιστικές φάσεις συνομιλούν με τα βυζαντινά και τα ενετικά κτίσματα δημιουργώντας ένα μνημειακό παλίμψηστο που αναδεικνύει τη διαχρονική σημασία της Μυκόνου. Οι ανασκαφές στο πλάτωμα ανατολικά της εκκλησίας της Παραπορτιανής έχουν εντοπίσει τη διαδοχική χρήση του χώρου από την προϊστορία.
Οι σωζόμενες λιθοδομές σχετίζονται με την ανακατασκευή που πραγματοποιήθηκε από τους Βενετούς αδελφούς Γκίζι και χρονολογείται μετά το 1207, σε οχυρωμένο οικισμό, όπου τα τείχη των περιμετρικών κτιρίων αποτελούν τον περίβολο του οικισμού. Το δυτικό τμήμα της ακτογραμμής ορίζει τη μία από τις τέσσερις πλευρές του οικισμού, γνωστό ως «Μικρή Βενετία». Στους επόμενους αιώνες, οι διώροφες κατοικίες με δώμα υπέστησαν διαδοχικές επισκευές και επεμβάσεις, ενώ η αποκατάσταση του μεσαιωνικού οικισμού πραγματοποιήθηκε σταδιακά στα μέσα του 20ού αιώνα.
Εξι περιοχές στην Ευρώπη
Στο πλαίσιο του έργου μελετώνται και αξιολογούνται επίσης οι παράκτιες και υποθαλάσσιες περιοχές στο αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ στη Νορβηγία, στο Lake IJssel στην Ολλανδία, στο Αλγκάρβε της Πορτογαλίας, στο βυθό του οποίου βρίσκεται ένα αεροσκάφος του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού που συνετρίβη στα βάθη του Ατλαντικού Ωκεανού τη νύχτα της 30ής Νοεμβρίου 1943, ενώ μαινόταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Στην Κύπρο επιλέχθηκε το οθωμανικό ναυάγιο της Νήσιας του 18ου αιώνα στον κόλπο της Αμμοχώστου. Τη λίστα των πιλοτικών χώρων συμπληρώνει η Ιταλία με δύο περιοχές, το νησί Gallinara με τα πολλά αρχαιολογικά ευρήματα διάσπαρτα στο βυθό του και το Ναυάγιο από χάλυβα Equa Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος
Δεν υπάρχουν σχόλια