Στοιβάζονταν με τάξη σε εμπορικά σκαριά και γεμάτοι αρωματικό λάδι και γλυκόπιοτο κρασί ταξίδευαν σε όλη τη Μεσόγειο, αλλά και στον Εύξεινο ...
Στοιβάζονταν με τάξη σε εμπορικά σκαριά και γεμάτοι αρωματικό λάδι και γλυκόπιοτο κρασί ταξίδευαν σε όλη τη Μεσόγειο, αλλά και στον Εύξεινο Πόντο συστήνοντας τα εξαιρετικής ποιότητας προϊόντα της μακεδονικής γης. Το σχήμα τους ήταν κατά βάση απλό με δύο λαβές και ευρύ στόμιο για να γίνεται εύκολα το γέμισμα και εμφανίστηκαν ήδη από τον 8ο π.Χ. αιώνα. Οι εμπορικοί αμφορείς αποτελούν ένα ενδιαφέρον πεδίο της αρχαιολογίας, καθώς δίνουν πολλές πληροφορίες για την οικιστική ζωή, την καθημερινότητα, αλλά -κυρίως- την τοπική παραγωγή και την οικονομία των περιοχών του αρχαίου κόσμου.
«Οι εμπορικοί αμφορείς αποτελούν αποκλειστικά χρηστικά αγγεία, συνήθως χωρίς διακόσμηση, τα οποία παράγονταν μαζικά σε ολόκληρη τη λεκάνη της Μεσογείου και τον Εύξεινο Πόντο, έχοντας ως κύριο σκοπό τη μεταφορά πρωτίστως υγρών (κρασί, λάδι) αλλά και στερεών προϊόντων (παστά ψάρια, σάλτσες ψαριών, αποξηραμένα φρούτα, ξηροί καρποί, ελιές κ.ά.). Συχνά, εντοπίζονται σε μεγάλες ποσότητες στις ανασκαφές οικισμών, καθώς η παρουσία τους συνδέεται με την εισαγωγή και κατανάλωση συγκεκριμένων αγροτικών ή άλλων προϊόντων και κατ’ επέκταση με τις διατροφικές συνθήκες των κατοίκων. Η παραγωγή τους είναι σε άμεση συνάρτηση με την ύπαρξη αγροτικού πλεονάσματος και τη διάθεσή του – εμπορική προώθηση σε άλλα κέντρα κατανάλωσης. Επιπλέον, οι μεγάλες ποσότητες αμφορέων που προέρχονται από ναυάγια αρχαίων πλοίων σε ολόκληρη τη Μεσόγειο είναι ενδεικτική ότι το τυποποιημένο τους σχήμα διευκόλυνε τη χρήση τους ως μεταφορικά σκεύη, κάτι αντίστοιχο με τα σημερινά containers. Όταν οι αμφορείς έφθαναν στον τελικό τους προορισμό, σε περίπτωση που άδειαζαν αμέσως το αρχικό τους προϊόν, θα μπορούσαν να επαναχρησιμοποιηθούν και ως αποθηκευτικά αγγεία σε καταστήματα ή οικίες», λέει στη Voria, ο αρχαιολόγος Κωνσταντίνος Φίλης, προϊστάμενος του Τμήματος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους και μέλος της οργανωτικής επιτροπής ενός σημαντικού διεθνούς επιστημονικού συνεδρίου που θα γίνει στη Θεσσαλονίκη στις 10 και 11 Οκτωβρίου.
Το συνέδριο με τίτλο «Amphoras and the Archaeology of Ancient Economies (8th through 1st Centuries BC) |Part 3 THESSALONIKI: Regional Production – Regional Circulation: Amphoras and Aegean Communities» (Οι αμφορείς και η αρχαιολογία των αρχαίων οικισμών (8ος-10ος αι. π.Χ.). Μέρος 3, Θεσσαλονίκη: Περιφερειακή παραγωγή-Περιφερειακή κυκλοφορία: Οι αμφορείς και οι κοινότητες του Αιγαίου) θα διεξαχθεί στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, που είναι συνδιοργανωτής από κοινού με την ΕΦΑ Χαλκιδικής και Αγίου Όρους και στόχο έχει να φέρει σε επαφή ερευνητές από την Ελλάδα και το εξωτερικό, που θα μοιραστούν με συναδέλφους και το κοινό νέες ανακαλύψεις και θα συζητήσουν ζητήματα παραγωγής, διάδοσης, διανομής και χρήσης των εμπορικών αμφορέων στο Αιγαίο και την ευρύτερη περιοχή. Αυτό μάλιστα είναι το τρίτο μέρος, καθώς είχαν προηγηθεί ένα στην Κωνσταντινούπολη το 2024 κι ένα ακόμη τον περασμένο Μάρτιο στη Ρώμη.
![]() |
Τύποι εμπορικών αμφορέων από την άκανθο της Χαλκιδικής, 4ος π.Χ. αι. |
Σύμφωνα με τον κ. Φίλη «η έναρξη της παραγωγής των λεγόμενων ελληνικού τύπου εμπορικών αμφορέων (οι δύο άλλοι γενικοί τύποι είναι ο ετρουσκικός και ο φοινικικός-καρχηδονιακός) ανάγεται τουλάχιστον στα μέσα του 8ου αι. π.Χ. η μεγάλη όμως αύξηση της παραγωγής τους παρατηρείται στους κλασικούς και ελληνιστικούς χρόνους, όταν και δραστηριοποιούνται περισσότερο έντονα τα μεγάλα οινοπαραγωγικά κέντρα, αρχικά του βόρειου Αιγαίου (Μένδη, Θάσος, Άκανθος, Πεπάρηθος, Ίκος, Σαμοθράκη) και στη συνέχεια του νοτιοανατολικού (Ρόδος, Κνίδος, Κως), με τα φημισμένα προϊόντα τους να κατακλύζουν τις αγορές όλης της Μεσογείου και του Εύξεινου Πόντου».
Οι παλαιότεροι εμπορικοί αμφορείς έφεραν γεωμετρική διακόσμηση με ομόκεντρους κύκλους και πλατιές ταινίες στις λαβές κι από αυτούς, τους λεγόμενους και Θερμαϊκούς -προφανώς λόγω της προέλευσής τους- έχουν βρεθεί λίγοι ακέραιοι, ενώ πλήθος θραυσμάτων έχουν ανασκαφεί γύρω από τη Θεσσαλονίκη λ.χ. στην Αγχίαλο της Σίνδου.
Στη συνέχεια ωστόσο η διακόσμηση εγκαταλείπεται κι αυτό είναι λογικό, καθώς απαιτούνταν μια μαζική παραγωγή χιλιάδων τέτοιων αγγείων για μεγάλες ποσότητες προϊόντων και μακρινά ταξίδια, οπότε δεν θα μπορούσε να αναλωθεί χρόνος για τη χάραξή τους.
![]() |
Εμπορικοί αμφορείς από την Άφυτο Χαλκιδικής |
«Το βόρειο Αιγαίο έχει μια μακρά παράδοση στην παραγωγή εμπορικών αμφορέων ήδη από την Ύστερη Γεωμετρική Εποχή και αυτοί θεωρούνται ο αρχαιότερος ελληνικού τύπου αμφορέας. Υπάρχει ωστόσο ένα κενό 200 χρόνων και από το τέλος του 6ου - αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα παρατηρείται μια αναβίωση της δραστηριότητας των τοπικών εργαστηρίων, τα οποία αυξάνονται και συστηματοποιούν την παραγωγή τους κυρίως κατά την κλασική περίοδο. Εκτεταμένες εργαστηριακές εγκαταστάσεις έχουν εντοπιστεί στη Μένδη και την Άκανθο της Χαλκιδικής, τη Θάσο και τη Σαμοθράκη. Ισχυρές ενδείξεις υπάρχουν επίσης σε αρκετές άλλες περιοχές, όπως η Άφυτος, η Σκιώνη, η Σίβηρη, το Πευκοχώρι, η Χανιώτη, η Τορώνη και πιθανώς η Όλυνθος στη Χαλκιδική, καθώς και κατά μήκος των ακτών του Στρυμονικού κόλπου και ανατολικότερα στη Θράκη. Επιπλέον έχουν εντοπιστεί εργαστήρια στην περιοχή της Πιερίας και συγκεκριμένα στο αρχαίο Ηράκλειο (σ.σ. θεωρείται η νοτιότερη πόλη του Μακεδονικού Βασιλείου στη σημερινή Κρανιά, κοντά στον Πλαταμώνα)», προσθέτει ο κ. Φίλης.
Η κυριαρχία της Τούμπας και ο καταστροφικός σεισμός στην Άφυτο τον 4ο π.Χ. αιώνα
Στην άκρη της στενής παράκτιας πεδιάδας στο βορειοανατολικό άκρο του Θερμαϊκού Κόλπου, σε υψόμετρο 50 μέτρων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, στην πλαγιά ενός από τους τελευταίους πρόποδες του όρους Χορτιάτη, ακμάζει κατά την αρχαιότητα ο οικισμός της Τούμπας Θεσσαλονίκης. Το μέγεθος του οικισμού και η πολυπλοκότητα των αρχιτεκτονικών καταλοίπων μαρτυρούν την εξέχουσα θέση του στο ενδότερο τμήμα του Θερμαϊκού Κόλπου ήδη από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού, καθώς και κατά τους ιστορικούς χρόνους. Τα στοιχεία για τους εμπορικούς αμφορείς κατά τον 8ο-6ο π.Χ. αιώνα και μετά, θα παρουσιάσει η αρχαιολόγος Κωνσταντούλα Χαβέλα. Σύμφωνα με την κ. Χαβέλα ο οικισμός άρχισε να συμμετέχει σε δίκτυα ανταλλαγής κατά την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου, με δραστηριότητα που εντάθηκε τον 8ο π.Χ αιώνα και ιδιαίτερα τον 7ο και 6ο αιώνα. Οι αμφορείς μεταφοράς που βρέθηκαν στα στρώματα κατοίκησης παρέχουν αδιαμφισβήτητες αποδείξεις αυτών των διαδικασιών. Οι ύστεροι γεωμετρικοί εμπορικοί αμφορείς με προέλευση από το Βόρειο Αιγαίο, καθώς και οι αμφορείς μεταφοράς από την Ανατολική Ελλάδα (Χίο, Σάμο, Κλαζομενές), την Αττική και την Κόρινθο, επιτρέπουν να εντοπίσουμε τα δίκτυα ανταλλαγής στα οποία ενσωματώθηκε ο οικισμός, προσφέροντας παράλληλα μια αντιπροσωπευτική εικόνα των προϊόντων που κατανάλωναν οι κάτοικοί του κατά την Εποχή του Σιδήρου (8ος-6ος αιώνας π.Χ.).
![]() |
Εμπορικοί αμφορείς από την Κρανιά Πιερίας, τέλος 5ου-αρχές 4ου π.Χ. αιώνα |
Μια επίσης σημαντική πόλη κατά την αρχαιότητα ήταν η Άφυτος στη Χαλκιδική, πάνω από τις ακτές του Τορωναίου κόλπου κι όπως έδειξαν πρόσφατες ανασκαφές, ένας καταστροφικός σεισμός την προτελευταία δεκαετία του 4ου π.Χ. αιώνα ισοπάδωσε την εντός των τειχών δομημένη περιοχή της αρχαίας πόλης. Στα στρώματα καταστροφής που ήρθαν στο φως κατά τις αρχαιολογικές ανασκαφές, αποκαλύφθηκε μεγάλος αριθμός αμφορέων μεταφοράς, ανάμεσα σε άλλα αντικείμενα των νοικοκυριών. Η αρχαιολόγος Βασιλική Μισαηλίδου-Δεσποτίδου θα παρουσιάσει τους τύπους των αμφορέων που χρησιμοποιούνταν κατά τον 4ο π.Χ. αιώνα σε μια προσπάθεια απεικόνισης της τοπικής παραγωγής και σύγκρισης με αμφορείς άλλων εργαστηρίων, ενώ θα αναφερθεί και στον ρόλο της τοπικής παραγωγής στην οικονομία της πόλης.
![]() |
Σφραγίσματα αμφορέων από εργαστήρια παραγωγής του βορειοανατολικού Αιγαίου |
Ο αρχαιολόγος, Ανδρέας Στάγκος από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης, θα αναφερθεί σε ένα πλήθος σφραγισμένων λαβών από εμπορικούς αμφορείς, που αποκαλύφθηκαν στην πλατεία Διοικητηρίου στα κατάλοιπα ελληνιστικού οικισμού. Οι σφραγισμένα αυτές λαβές αμφορέων προέρχονται από νησιωτικά κέντρα παραγωγής στο νοτιοανατολικό Αιγαίο (Ρόδος, Κως), αλλά και από βορειοανατολικό, λ.χ. από τη Θάσο και αντικατοπτρίζουν τις εμπορικές σχέσεις μεταξύ των κέντρων αυτών και της Θεσσαλονίκης κατά τον 3ο και 2ο π.Χ. αιώνα.
* Οι φωτογραφίες παραχωρήθηκαν από τον κ. Κωνσταντίνο Φίλη
Πηγή: Μ. Ριτζαλέου, Voria
Δεν υπάρχουν σχόλια