Η νέα περιοδική έκθεση που διοργανώνεται από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο τον Απρίλιο του 2012 και θα έχει διάρκεια ενός έτους, αφορά ...
Η νέα περιοδική έκθεση που διοργανώνεται από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο τον Απρίλιο του 2012 και θα έχει διάρκεια ενός έτους, αφορά στην πρώτη παρουσίαση του συνόλου των αρχαιοτήτων, οι οποίες ανελκύσθηκαν κατά τα έτη 1900-1901 και 1976 από το περίφημο Ναυάγιο των Αντικυθήρων, νοτίως της Πελοποννήσου.
Η μερική ανέλκυση του ναυαγίου συνιστά την πρώτη μεγάλης έκτασης ενάλια έρευνα παγκοσμίως. Κατά την πρώτη φάση (1900-1901) η επιχείρηση αναλήφθηκε από Σύμιους σπογγαλιείς με τη συνδρομή πλοίων του Βασιλικού Ναυτικού. Η δεύτερη φάση (1976) πραγματοποιήθηκε από την Αρχαιολογική Υπηρεσία με τη βοήθεια του ωκεανογραφικού πλοίου του J.Y. Cousteau “Καλυψώ”.
Το ναυάγιο χρονολογείται στο 60-50 π.Χ. περίπου, ενώ το φορτίο του χρονολογείται από τον 4ο έως και τον 1ο αιώνα π.Χ. Η μελέτη του φορτίου θα προσθέσει μια σημαντική μαρτυρία για το θαλάσσιο εμπόριο και τη διακίνηση έργων ελληνικής τέχνης στο τέλος της ελληνιστικής εποχής και της δημοκρατικής περιόδου της Ρώμης.
Τα εξαιρετικής σπανιότητας και ομορφιάς γυάλινα αγγεία από το ναυάγιο των Αντικυθήρων αναμφίβολα δεν αποτελούσαν τμήμα του εξοπλισμού του πλοίου, αλλά του φορτίου του: ήταν πολυτελή σκεύη και, όπως και τα υπόλοιπα μεταφερόμενα έργα τέχνης, είχαν πιθανότατα ως τελικό προορισμό τις αγορές της Ιταλίας.
Εκτός από την κατασκευαστική τους αρτιότητα και την έντονη πολυχρωμία, εντύπωση προξενεί και η άριστη κατάσταση διατήρησής τους, παρά το μεγάλο βάθος στο οποίο βρέθηκαν και τις αντίξοες συνθήκες κατά την ανέλκυσή τους.
Τα περισσότερα γυάλινα αγγεία από το ναυάγιο, ολόκληρα ή αποσπασματικά σωζόμενα, ανασύρθηκαν από το βυθό κατά τις έρευνες του 1900-1901. Οι ανασκαφές του Cousteau το 1976 πρόσθεσαν ορισμένα ακόμη, όπως επίσης και θραύσματα που συνανήκουν με τα σκεύη που είχαν έρθει στο φως στις αρχές του αιώνα, και σε πολλές περιπτώσεις συγκολλήθηκαν με αυτά.
Στα ευρήματα του ναυαγίου των Αντικυθήρων αντιπροσωπεύονται οι πλέον γνωστές αλλά και οι πιο εντυπωσιακές μέθοδοι κατασκευής γυάλινων αγγείων της ελληνιστικής εποχής. Οι γνώσεις μας για την κυκλοφορία και το εμπόριο του γυαλιού (είτε ακατέργαστου είτε σε μορφή αγγείων και σκευών ή σε κομμάτια προορισμένα για ανακύκλωση) ολοένα αυξάνονται με την εύρεση ναυαγίων ανά τη Μεσόγειο. Η σημασία όμως του ναυαγίου των Αντικυθήρων έγκειται όχι μόνο στο ότι παρέχει μια ασφαλή χρονολόγηση μέσα στο β' τέταρτο του 1ου αι. π.Χ., αλλά και ένα πλήρες δειγματολόγιο της συροπαλαιστινιακής και ίσως και αιγυπτιακής παραγωγής γυάλινων αγγείων του α΄ μισού του 1ου αι. π.Χ., προσφέροντας ταυτόχρονα μια πρώτη αξιόπιστη μαρτυρία για το εμπόριο γυαλιού μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Ανεξάρτητα από το αν η Δήλος υπήρξε αφετηρία του πλοίου ή σταθμός του στο δρόμο από την Ασία, ο ρόλος του νησιού ως διεθνούς κέντρου διαμετακομιστικού εμπορίου καθιστά ιδιαίτερα θελκτική την υπόθεση ότι στο λιμάνι του φορτώθηκαν και τα γυάλινα σκεύη, που πιθανότατα προέρχονται από συροπαλαιστινικά (τα μονόχρωμα αγγεία) και αιγυπτιακά (τα πολύχρωμα) εργαστήρια. Εξάλλου, τα ίδια τα γυάλινα αγγεία που βρέθηκαν στις ανασκαφές της Δήλου, παρόμοιων τύπων τα περισσότερα με αυτά του ναυαγίου, έχει υποτεθεί ότι είχαν εισαχθεί από την Αίγυπτο ή τη Συροπαλαιστίνη.
Oι υποβρύχιες έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στο χώρο του ναυαγίου των Αντικυθήρων έχουν μέχρι στιγμής αποδώσει ένα σύνολο είκοσι γυάλινων αγγείων, ολόκληρων ή αποσπασματικά σωζόμενων. Ο αριθμός αυτός, ωστόσο, δεν πρέπει να θεωρηθεί τελικός, καθώς δεν έχει επιτευχθεί η ανέλκυση ολόκληρου του φορτίου του πλοίου. Μια μελλοντική ανασκαφή είναι βέβαιο πως θα φέρει στο φως περισσότερα αντικείμενα, εμπλουτίζοντας τις γνώσεις μας και ρίχνοντας φως σε άγνωστες έως τώρα πτυχές της έρευνας για το γυαλί και τα γυάλινα τέχνεργα.
Πηγή: Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Δεν υπάρχουν σχόλια