Page Nav

HIDE
HIDE_BLOG

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ:

latest

Τώρα η Αρχαιολογία γυναικοκρατείται

Σέμνη Παπασπυρίδη-Καρούζου (1897-1994) Σε όλη την υφήλιο η Αρχαιολογία ανδροκρατείται, στην Ελλάδα συμβαίνει το αντίθετο, γυναικοκρατε...

Σέμνη Παπασπυρίδη-Καρούζου (1897-1994)
Σε όλη την υφήλιο η Αρχαιολογία ανδροκρατείται, στην Ελλάδα συμβαίνει το αντίθετο, γυναικοκρατείται. Η εισβολή όμως του γυναικείου φύλου σε αυτόν τον κλάδο δεν ήταν καθόλου εύκολη, όπως μας εξηγεί η αρχαιολόγος Δήμητρα Κοκκινίδου, που έχει ασχοληθεί ερευνητικά με το θέμα, έχει εκδώσει το βιβλίο «Γυναίκες στην Αρχαιολογία» και μίλησε χθες με το ίδιο θέμα στο πλαίσιο της Διεθνούς Ημέρας της Γυναίκας, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.

Η κ. Κοκκινίδου ξεκίνησε να μελετάει το θέμα αυτό πριν από είκοσι χρόνια. Γιατί; «Ανήκω σε μια γενιά που έζησε το φεμινιστικό κίνημα και ήθελα να δω πώς αυτό εφαρμόζεται στην Αρχαιολογία», μας λέει. Ψάχνοντας, διαπίστωσε πως μία από τις πρώτες ανασκαφείς σε ελληνικό έδαφος ήταν η Αμερικανίδα Χάριετ Μπόιντ (Harriet Boyd).

Ήρθε στις αρχές του 20ού αιώνα από την Αμερική μόνη της (χωρίς σύζυγο) και ζήτησε να κάνει ανασκαφή στην Κρήτη, όπου κυριαρχούσε τότε ο Έβανς. Πρότεινε μάλιστα να τη χρηματοδοτήσει η ίδια από τα χρήματα της υποτροφίας της. Ο τότε διευθυντής της Αμερικανικής Σχολής όμως, Ρούφους Ρίτσαρντσον, απέρριψε το αίτημά της λέγοντας ότι «μία γυναίκα δεν θα μπορούσε να αντέξει τις ταλαιπωρίες». Εκείνη όμως ήταν αποφασισμένη να τον διαψεύσει και τον διέψευσε.

Η πρώτη ανασκαφέας

Έτσι, η Μπόιντ έμελλε να είναι μία από τις πρώτες που θα έκαναν ανασκαφή χωρίς τη σκέπη κάποιου διάσημου αρχαιολόγου. Και είχε συνεργάτες γυναίκες: την Jean Patten στο Καβούσι (1900) και τις Blanche Wheeler και Edith Hall στα Γουρνιά της Κρήτης (1901-1904). Ο χρόνος και ο τόπος στην περίπτωση αυτή έχουν μεγάλη σημασία, γιατί μιλάμε για την Κρήτη των αρχών του 20ού αιώνα. Η Μπόιντ πήγαινε στον τόπο του σκάμματος ανεβαίνοντας σε μουλάρια και συνοδευόταν πάντα, «χάριν ευπρεπείας», από τη μητέρα του αρχιεργάτη της, φορώντας βέβαια μακριά φουστάνια. Κατάφερε επίσης με την κοινωνικότητα, τη διπλωματικότητα και τη γνώση της ελληνικής γλώσσας να επικοινωνήσει με τους ντόπιους, τους οποίους οργάνωσε σε «βουλή» και «εκκλησία του δήμου» κατά το πρότυπο της αρχαιοελληνικής πόλης.


Η Αμερικανίδα Χάριετ Μπόιντ είναι μία από τις πρώτες γυναίκες που έσκαψαν στην Κρήτη
Οι γυναίκες θεωρούνταν «ξένο σώμα» από το σύνολο των ξένων αρχαιολογικών σχολών που δραστηριοποιούνταν τότε στην Ελλάδα. Μέχρι το 1910 δεν επιτρεπόταν η συμμετοχή γυναικών σε έρευνα πεδίου στη Βρετανική Σχολή της Αθήνας, αλλά και στη Γαλλική Σχολή, όπου οι γυναίκες ήταν ανεπιθύμητες μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και οι ανύπαντρες μέχρι τη δεκαετία του 1970. «Οποιαδήποτε γυναίκα εκείνη την εποχή τολμούσε να ασχοληθεί με την Αρχαιολογία ήταν σαφώς ριζοσπαστική αντικομφορμίστρια».


Είναι χαρακτηριστική η αναφορά του συγγραφέα John Droop, ο οποίος στις πραγματείες του το 1910 σημείωνε ότι οι «κυρίες» δεν είναι απλώς ακατάλληλες να συμμετάσχουν σε ανασκαφές, αλλά και εμποδίζουν τους «κυρίους» να εκφραστούν ελεύθερα σε στιγμές έντασης... Εξαιρούνταν μόνο οι σύζυγοι των «κυρίων» του σκάμματος.

Υπήρχε και περιγραφή του κατάλληλου για ανασκαφή. Οι ανασκαφείς, κατά τα εγχειρίδια των αρχών του 20ού αιώνα έως τη δεκαετία του 1970, έπρεπε «να έχουν νύχια κομμένα σύρριζα και δέρμα τραχύ, να αντέχουν τις ταλαιπωρίες, τη λάσπη και τη βροχή. "Γυναικεία" χαρακτηριστικά, όπως τα καθαρά και λεπτά χέρια, το απαλό δέρμα, η σωματική αδυναμία και οι υστερίες, δεν αποτελούν παρά πηγή εκνευρισμού και αναποτελεσματικότητας».

Ως εκ τούτου μόνο άνδρες καταλάμβαναν τις αρχαιολογικές θέσεις και αυτοί μόνο δημοσίευαν τα ευρήματα. Τα «λάφυρά» τους απλώς τα επιδεικνύουν στις γυναίκες και εκείνες φροντίζουν για τη φύλαξή τους. Είναι επίσης επιφορτισμένες για τις βοηθητικές δουλειές. «Το "χαρέμι" της ανασκαφής αναλαμβάνει να πλύνει τα όστρακα στην αποθήκη ή καταλογογραφεί ταπεινά ευρήματα. Φωτογραφίες από τις ανασκαφές του Σουηδικού Ινστιτούτου στην Αργολίδα (Ασίνη, Δενδρά, Πρόσυμνα) δείχνουν τους άνδρες να σκάβουν ή να μεταφέρουν το χώμα με χειράμαξες και τις γυναίκες να το φτυαρίζουν, να το κοσκινίζουν ή να ετοιμάζουν τα γεύματα της ομάδας».

Η κ. Κοκκινίδου επισημαίνει ότι «μέχρι τη δεκαετία του 1970 στην Κρήτη "δεν υπήρχαν ανάκτορα για να ερευνήσουν οι γυναίκες, δεν υπήρχαν αρχεία πινακίδων για να βρουν", γιατί τα μονοπωλούσαν ο Έβανς και οι επίγονοί του. Μόλις στις αρχές της δεκαετίας του 1970, εβδομήντα χρόνια μετά το σύντομο πέρασμα της Χάριετ Μπόιντ, η Αγγελική Λεμπέση θα διευθύνει ανασκαφές στο νησί».


Ανασκαφή στη Ριτσώνα Βοιωτίας (1922), η Σέμνη Καρούζου στην πρώτη σειρά
Γυναίκα διευθύντρια


Κι όμως, γυναίκα ήταν η πρώτη που διηύθυνε το Εθνικό Μουσείο Κοσμητικών Τεχνών (1924-1953) και αυτή που το ανέδειξε, η Άννα Αποστολάκη. Τη γυναικεία παρουσία όμως στην Αρχαιολογική Υπηρεσία θα εγκαινιάσει η Σέμνη Παπασπυρίδη-Καρούζου, η οποία θα συνδέσει το όνομά της και με το Σύνδεσμο για τα Δικαιώματα της Γυναίκας.

Το 1930 η πρόεδρος του Συνδέσμου Αύρα Θεοδωροπούλου θα εντάξει στις «νίκες του φεμινισμού» την προαγωγή της Καρούζου και της Ειρήνης Βαρούχα σε εφόρους αρχαιοτήτων - νίκες που όμως σύντομα θα αναστέλλονταν. Πέντε χρόνια μετά, «λόγω της οικονομικής κρίσης οι παντρεμένες απολύονται από τις τράπεζες και απειλούνται με απομάκρυνση από ορισμένες κρατικές υπηρεσίες μετά τη συμπλήρωση δεκαπενταετίας». Η κυβέρνηση του Γεωργίου Κονδύλη το 1935 θα απαγορεύσει το διορισμό των γυναικών στο Δημόσιο, με εξαίρεση θέσεις που «προσιδίαζαν» στο φύλο τους. Και η δικτατορία του Μεταξά πατάει στα ίδια διαμορφωμένα πρότυπα, για να αποπέμψει τις γυναίκες από την αγορά εργασίας.

Με πρόσχημα την αναδιοργάνωση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, ο νόμος 1947/1939 απαγορεύει την πρόσληψη γυναικών και προβλέπει την υποχρεωτική αποχώρηση όσων συμπλήρωναν εικοσιπενταετία. Οι διατάξεις αυτές φωτογράφιζαν την Καρούζου, τη μία από τις δύο έγγαμες αρχαιολόγους της Υπηρεσίας· η άλλη ήταν η Βαρούχα.

Τελικά, «σε πείσμα της θεσμοθετημένης απαξίωσης του φύλου τους, οι πρώτες Ελληνίδες αρχαιολόγοι έχουν να επιδείξουν σημαντικό έργο». Η δράση τους στον 21ο αιώνα τις δικαίωσε. Σήμερα τις διευθυντικές θέσεις κατέχουν 68 γυναίκες έναντι 17 ανδρών (80% έναντι 20%).



Πηγή: Ν. Κοντράρου-Ρασσιά, Ελευθεροτυπία


Δεν υπάρχουν σχόλια