Page Nav

HIDE
HIDE_BLOG

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ:

latest

Το μυστήριο με το βυζαντινό σπαθί που από τα έγκατα της ιταλικής γης βρέθηκε στη Βιέννη

Η ιστορία και η τυπολογία του ξίφους, που δεν αποκλείεται να κατασκευάστηκε στο Βυζάντιο, παρουσιάστηκε στο 42ο Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο...

Το μυστήριο με το βυζαντινό σπαθί που από τα έγκατα της ιταλικής γης βρέθηκε στη Βιέννη

Η ιστορία και η τυπολογία του ξίφους, που δεν αποκλείεται να κατασκευάστηκε στο Βυζάντιο, παρουσιάστηκε στο 42ο Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο που γίνεται στη Θεσσαλονίκη.

Ένα σημαντικό εύρημα, με μια ιδιαίτερη ιστορία, η μελέτη του οποίου δεν αποκλείει τη σύνδεσή του με βυζαντινή ταυτότητα, φιλοξενείται στο Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης  (KunstHistorisches Museum) στη Βιέννη κι αποτελεί ένα από τα πιο ενδιαφέροντα εκθέματά του. 

Ένα σπαθί που κράτησε γερά στα χέρια του στρατιώτης του μεσαίωνα υπερασπιζόμενος τα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, βρέθηκε θαμμένο βαθιά στις ιταλικές βουνοκορφές και σήμερα αποτελεί το αντικείμενο μελέτης Έλληνα αρχαιολόγου. 

Το σπουδαίο αυτό εύρημα παρουσιάστηκε χθες κατά τη διάρκεια των εργασιών του 42ου Πανελλήνιου Ιστορικού Συνεδρίου, που διοργανώνει η Ελληνική Ιστορική Εταιρεία και ο Τομέας Αρχαίας Ελληνικής Ρωμαϊκής, Βυζαντινής και Μεσαιωνικής Ιστορίας του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ., στο Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης, από τον αρχαιολόγο, υποψήφιο διδάκτορα του πανεπιστημίου Masaryk του Μπρνο της Τσεχίας, Ερρίκο Μανιώτη. 

Η έρευνα του Μουσείου της Βιέννης έδειξε ότι το ξίφος βρέθηκε τυχαία 1915 στον λόφο Μπερσάλιο κοντά στο Μόντε ντι Τζέλο, στα ανατολικά του Ροβερέτο (πάνω από τη Βερόνα) στην Ιταλία, σε βάθος 1,75 μέτρων και πλέον κοσμεί τις προθήκες του Μουσείου Ιστορίας της Τέχνης στη Βιέννη, του μεγαλύτερο μουσείου της Αυστρίας με τους αναρίθμητους και ανεκτίμητους καλλιτεχνικούς θησαυρούς.


Το μυστήριο με το βυζαντινό σπαθί που από τα έγκατα της ιταλικής γης βρέθηκε στη Βιέννη

Ο κ. Μανιώτης, αναζήτησε επισταμένα τη θέση της συγκεκριμένης τοποθεσίας, όπου βρέθηκε το ξίφος, αλλά δεν κατάφερε να την εντοπίσει, έτσι στην παρουσίασή του δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να έχει κατασκευαστεί οπουδήποτε, και πιθανόν στο Βυζάντιο, κατά τον 12ο- 13ο αιώνα. 

«Ενώ η γενική ιδέα που επικράτησε είναι ότι τα ξίφη της Δυτικής Ευρώπης από τον 12ο αιώνα και μετά έφτασαν στη νοτιοανατολική Ευρώπη μέσω μισθοφόρων κλπ, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ανέπτυξε μοναδικά δικά της στυλ ξιφών, τα οποία και είχαν μεταφερθεί και εντοπίζονται και στη Δύση, πέρα από τα Βαλκάνια», είπε ο κ. Μανιώτης.

Το σπαθί έχει συνολικό μήκος 98 εκατοστά, το μήκος της λεπίδας είναι 83,5 εκατοστά και το πλάτος της περίπου 4,4 εκατοστά, ενώ το συνολικό του βάρος είναι 866 γραμμάρια. Τη λεπίδα διατρέχει ένα ‘’αυλάκι’’ (fuller) όπως ονομάζεται στην ορολογία της μελέτης των όπλων, πλάτους 1 εκατοστού και αυτή παρουσιάζει μια καμπυλότητα, πιθανώς λόγω των μηχανικών καταπονήσεων που ασκούνταν στο σπαθί από το έδαφος, όπου ήταν θαμμένο. 

Σώζεται επίσης ακέραιο και το σφαίρωμα της λαβής, με πλάτος βάσης περίπου 4,25 εκατοστά και ύψος 4,5 εκατοστά.

Όπως είπε κατά την εισήγησή του ο κ. Μανιώτης, μελετώντας εκατοντάδες παραδείγματα, αλλά και απεικονίσεις από σπαθιά στη μεσαιωνική τέχνη, «δεν βρήκα ξίφη ή θεωρείται εξαιρετικά σπάνιο τα ξίφη της δυτικής Ευρώπης να είναι διακοσμημένα με τέτοιου είδους πυραμιδοειδή σφαιρώματα. Έτσι, το ιδιαίτερο σχήμα της πυραμίδας του σφαιρώματος του ξίφους μπορεί να μας οδηγήσει στην εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων χρονολόγησης που αφορούν τελικά το ξίφος εν γένει. Το  μήλο έχει σχήμα τετράπλευρης κόλουρης πυραμίδας ύψους περίπου 4,5 εκατοστά με βάση πλάτους 4,25 εκατοστά».

Αναζητώντας ανάλογα παραδείγματα και δεδομένου ότι το αρχαιολογικό υλικό ήταν λιγοστό ο κ. Μανιώτης στράφηκε στα εικονογραφικά παράλληλα, καθώς οι τοιχογραφίες, τα γλυπτά και τα χειρόγραφα, αποτελούν σημαντική πηγή άντλησης πληροφοριών για τον μεσαιωνικό οπλισμό.

Σύμφωνα με την μελέτη του, μια από τις πρώτες χρονολογικά απεικονίσεις του πυραμιδοειδούς σφαιρώματος στη βυζαντινή τέχνη, εντοπίζεται στην ψηφιδωτή παράσταση του Αγίου Ορέστη στην Νέα Μονή Χίου, που χρονολογείται γύρω στο 1050.


Το μυστήριο με το βυζαντινό σπαθί που από τα έγκατα της ιταλικής γης βρέθηκε στη Βιέννη

Ένα ξίφος από τη Βελίκα Μοράνα, στη Γιαγκοντίνα της Σερβίας, φέρει ένα παρόμοιο πυραμιδοειδές μήλο. Το συνολικό μήκος του είναι 106 εκατοστά, η λεπίδα 91 εκατοστά και η λαβή 15 εκατοστά. Χρονολογείται στον 12ο αιώνα, ενώ την ίδια χρονολόγηση έχει και η απεικόνιση του ξίφους ενός  Στρατιωτικού Αγίου σε τοιχογραφία από τον Ναό του Αγίου Παντελεήμονα στο Νερέζι της Βόρειας Μακεδονίας, που χρονολογείται το 1164.

Ο Ναός του Αγίου Παντελεήμονος, χτίστηκε το 1164 από τον Αλέξιο Άγγελο Κομνηνό, γιό του Κωνσταντίνου Αγγέλου. Καταστράφηκε από σεισμό το 16ο αιώνα, οπότε και χρειάστηκε αναστήλωση. Οι τοιχογραφίες του Αγίου Παντελήμονα στο Νερέζι είναι έργο των Βυζαντινών ζωγράφων, πιθανότατα από τη Θεσσαλονίκη και σύμφωνα με τον κ. Μανιώτη «μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η περίοδος παραγωγής αυτών των στυλιζαρισμένων πυραμιδωτών σφαιρωμάτων  μπορούν να ενταχθούν στο χρονολογικό πλαίσιο γύρω στον 12ο -13ο αιώνα».

Ποιος όμως μπορεί να κρατούσε αυτό το σπαθί; Σε ποιες μάχες πήρε μέρος, δεδομένου ότι ένα σπαθί μπορεί να χρησιμοποιείται ως και 100-150 χρόνια; Πού κατασκευάστηκε. 

Το ξίφος κρατά καλά κρυμμένα τα μυστικά του, αλλά όπως είπε ο αρχαιολόγος, «ένα δείγμα είναι δύσκολο να αναγνωριστεί αυστηρά ως βυζαντινό, λόγω του μεγάλου αριθμού μισθοφόρων από τα κοντινά έθνη που απασχολούνταν και υπηρέτησαν στις τάξεις του υστεροβυζαντινού στρατού. Αυτοί οι λαοί έφεραν τα δικά τους όπλα και μετέφεραν τις μοναδικές τους γνώσεις για τις τεχνικές κατασκευής, συνθέτοντας έτσι ένα μείγμα όπλων, βυζαντινό και μη, που  καταλήγουμε να ονομάζουμε υστεροβυζαντινά όπλα, επιθετικά και αμυντικά. Ωστόσο, το γεγονός αυτό επηρέασε την αρχαιολογία των όπλων και οδήγησε σε δογματισμό, όσον αφορά την ταύτιση ενός όπλου. Για παράδειγμα, οι ερευνητές έτειναν να κατηγοριοποιούν ένα όπλο ως "Νορμανδικό" ή "Τουρκικό" αγνοώντας τα πιθανά βυζαντινά χαρακτηριστικά, ακόμα κι αν το όπλο σχετίζεται με γεωγραφικές περιοχές της βυζαντινής επικράτειας».


Το μυστήριο με το βυζαντινό σπαθί που από τα έγκατα της ιταλικής γης βρέθηκε στη Βιέννη

Ο υστεροβυζαντινός στρατός είχε ένα κεντρικό τμήμα στην Κωνσταντινούπολη και αρκετά περιφερειακά. Οι ξένοι μισθοφόροι έφεραν τον δικό τους στρατιωτικό εξοπλισμό και παράλληλα συνέδραμαν στον βυζαντινό στρατό με τις προηγμένες γνώσεις της πολεμικής τεχνολογίας. 

Έτσι, δεν είναι απίθανο το ξίφος του Μουσείου Ιστορίας της Τέχνης στη Βιέννη να προέρχεται από ένα βυζαντινό εργαστήριο, να το κράτησε στα χέρια του ένας στρατιώτης που υπερασπίζονταν τα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας κι αργότερα ένας μισθοφόρος κάποιου άλλου στρατού. 

Άλλωστε, όπως κατέληξε ο κ. Μανιώτης, «στα μέσα του 13ου αιώνα και μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τα στρατεύματα της τέταρτης σταυροφορίας, οι τακτικές, οι πανοπλίες και τα όπλα των Βυζαντινών, δεν διέφεραν από εκείνα των γειτονικών λαών και κρατών, με τα οποία οι Βυζαντινοί βρίσκονταν εναλλάξ σε ειρήνη και πόλεμο»


Πηγή: Μ. Ριτζαλέου, Voria

Δεν υπάρχουν σχόλια