Το χρυσό στεφάνι που προσπαθούσαν να πουλήσουν χρονολογείται στην ελληνιστική περίοδο και έχει στερεωμένα είκοσι σφυρήλατα χρυσά φύλλα βε...
Το χρυσό στεφάνι που προσπαθούσαν να πουλήσουν χρονολογείται στην ελληνιστική περίοδο και έχει στερεωμένα είκοσι σφυρήλατα χρυσά φύλλα βελανιδιάς. |
Κενά και ανακολουθίες στις καταθέσεις των εμπλεκομένων παρουσιάζονται στη δικογραφία, σύμφωνα με το «Έθνος της Κυριακής», για την πολύκροτη υπόθεση αρχαιοκαπηλίας που αποκαλύφθηκε την περασμένη εβδομάδα στην πόλη των Ιωαννίνων.
Οι αστυνομικές Αρχές συνέλαβαν το Σάββατο 8 Οκτωβρίου, έπειτα από συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση, δύο Έλληνες ηλικίας 58 και 56 ετών και έναν 52χρονο Αρμένιο, οι οποίοι επιχείρησαν να πουλήσουν ένα χρυσό στεφάνι της ελληνιστικής περιόδου, με στερεωμένα είκοσι σφυρήλατα χρυσά φύλλα βελανιδιάς, ανεκτίμητης αρχαιολογικής αξίας, με την εμπορική να εκτιμάται περί του 1 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο, από τις καταθέσεις των τριών εμπλεκομένων στην υπόθεση, προκύπτει ότι διέφυγαν από την Aστυνομία οι αγοραστές του χρυσού στεφανιού. Δύο άτομα, εκ των οποίων το ένα είναι ηλικιωμένο και έχει το παρατσούκλι «παππούς», φέρονται να βρίσκονταν στην καφετέρια όταν οι αστυνομικοί πραγματοποίησαν την επιχείρηση σύλληψης.
Ο ένας κρύφτηκε στις τουαλέτες και ο «παππούς», μολονότι υποδείχθηκε από τον έναν κατηγορούμενο ως ο αγοραστής και υποβλήθηκε σε σωματικό έλεγχο, δεν προσήχθη και αφέθηκε ελεύθερος - σύμφωνα με τις καταθέσεις των συλληφθέντων.
Μάλιστα και οι τρεις κατηγορούμενοι παραθέτουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του περιβόητου «παππού» που ισχυρίζονται ότι συνάντησαν στα Γιάννενα.
Τον τοποθετούν στην καφετέρια την ημέρα των συλλήψεων και τον υποδεικνύουν ως τον αγοραστή του αρχαιολογικού θησαυρού, ενώ τον περιγράφουν αναλυτικά, με μαύρα μαλλιά, άνω των 80 ετών, με εξόγκωμα (λίπωμα) στον λαιμό και πολλές τρίχες στη μύτη.
Το τηλεφώνημα
Όμως, σύμφωνα με τη δικογραφία της υπόθεσης, η πληροφορία για την επικείμενη πώληση του ανεκτίμητου αρχαιολογικού θησαυρού στα Ιωάννινα, έφθασε στην Ασφάλεια Αττικής από ιδιωτικό ερευνητή, ο οποίος επικαλέστηκε τηλεφώνημα αγνώστου ανδρός. Επίσης, οι αστυνομικοί που πραγματοποίησαν τις συλλήψεις κατέθεσαν ότι επί πενήντα λεπτά που παρακολουθούσαν τους τρεις κατηγορούμενους στο εσωτερικό της καφετέριας, δεν υπέπεσε στην αντίληψή τους ουδεμία επαφή με άλλα άτομα.
Κινητά και ένα αεροβόλο όπλο βρέθηκαν στην οικία του ενός από τους τρεις κατηγορούμενους. |
«Επιτηρήθηκαν για περίπου πενήντα λεπτά κατά τα οποία παρέμειναν καθισμένοι σε τραπέζι της καφετέριας κοντά στην έξοδο, πίσω από γυάλινη τζαμαρία. Κατά την ανωτέρω επιτήρηση δεν διαπιστώθηκε συνάντησή τους με έτερα άτομα. Στο σημείο αυτό και περί την 12.35 ώρα δόθηκε εντολή από τον επικεφαλής να ελεγχθούν τα τρία ανωτέρω άτομα, καθώς και το αυτοκίνητο», αναφέρει στην κατάθεσή του αστυνομικός που συμμετείχε στην επιχείρηση.
Διαφορετικός αστυνομικός που επίσης έλαβε μέρος στην παρακολούθηση κατέθεσε ότι «στην καφετέρια και στον γύρω χώρο αναζητήθηκαν έτεροι συνεργοί τους ή άτομα με τα οποία συναντήθηκαν με αρνητικό αποτέλεσμα. Ως εκ τούτου, από τη μέχρι τώρα έρευνα δεν έχει προκύψει συμμετοχή άλλων ατόμων».
Όμως, οι τρεις κατηγορούμενοι δίνουν μία διαφορετική εκδοχή για τα πρόσωπα που ήταν στη συνάντηση της 8ης Οκτωβρίου. Ο Δ., που την ημέρα των συλλήψεων φορούσε μία μπαντάνα στο κεφάλι του και φέρεται να ήταν ο «ιδιοκτήτης» του χρυσού στεφανιού, κατέθεσε στις ανακριτικές Αρχές ότι μετέβη στα Ιωάννινα, προκειμένου να πουλήσει έναντι μικρού ποσού τον αρχαιολογικό θησαυρό. Υποστηρίζει ότι το παζάρευε για 5.000 ευρώ, προκειμένου να «καλύψει καμία υποχρέωση», αλλά οι αγοραστές τού έταξαν 20.000 ευρώ.
«Είδαν κάτι και έφυγαν»
«Καθίσαμε στο ίδιο τραπέζι, εγώ έβλεπα προς τα μέσα στην καφετέρια. Ο 60χρονος και ο παππούς ήταν εκεί, κάθονταν στο ίδιο τραπέζι και λέει ο 60χρονος ο όμορφος που είχε κοντό μαλλί, μισό λεπτό να μιλήσω με τον παππού, ο οποίος είχε χαρακτηριστικό γνώρισμα ένα ευμέγεθες λίπωμα, είχε μαύρα μαλλιά, τη σακούλα την άφησαν στο τραπέζι (σ.σ.: με το χρυσό στεφάνι) και τότε ακριβώς μας έπιασε η αστυνομία. Πιστεύω πως είδαν κάτι απ' έξω και έφυγαν για να μην τους πιάσουν. Είπα στην αστυνομία "πιάστε και τους άλλους δύο". Είδα τον παππού και τον σταμάτησε ένας της ασφάλειας και τον ρώτησε τι έχει η τσάντα του, ωστόσο δεν είχε τίποτα. Ο άλλος δεν βγήκε, έμεινε στην τουαλέτα, ενώ το ανέφερα στην αστυνομία», κατέθεσε ο Δ.
Ο Αρμένιος κατηγορούμενος κατέθεσε ότι δεν γνώριζε τίποτα για την αξία του αρχαίου αντικειμένου και απλώς του είχαν υποσχεθεί το ποσό των 1.000 ευρώ για να εκτιμήσει το αντικείμενο. «Βρεθήκαμε με έναν παππού περίπου 70 ετών και έναν περίπου 50 ετών. Το Σάββατο πάρκαρα με το αυτοκίνητό μου, συναντήθηκα με τον Μ. και τον Δ. που μας πλησίασε και μπήκαμε και οι τρεις στην καφετέρια».
«Μας συνέλαβαν αμέσως»
«Ήταν ο γέρος και ο άλλος από πριν στην καφετέρια, δεν προλάβαμε ούτε να παραγγείλουμε καφέ, ούτε να χαιρετήσουμε, σηκώθηκαν αυτοί οι δύο, είπαν κάτι στα ελληνικά, που δεν κατάλαβα, και πήγαν προς την τουαλέτα, βγήκε ο γέρος και μας συνέλαβαν», υποστηρίζει ο Αρμένιος κατηγορούμενος.
Δύο θρησκευτικές εικόνες, οι οποίες εμπίπτουν στις διατάξεις περί προστασίας αρχαιοτήτων |
Σε ερώτηση της Ανακρίτριας σχετικά με τις καταθέσεις των αστυνομικών ότι δεν υπήρξαν άλλα άτομα, ο Αρμένιος απάντησε: «Εμάς συνέλαβαν τους τρεις, αλλά ήταν και οι άλλοι δύο, ο γέρος που δραπέτευσε και ο νέος που πήγε στην τουαλέτα, εγώ αυτό το ορκίζομαι».
Ο Μ. που είχε αναλάβει τη διαμεσολάβηση για την πώληση του χρυσού στεφανιού αναφέρεται και αυτός στον «παππού» που είναι «ηλικιωμένος, άνω των 80 ετών, με εξόγκωμα στον λαιμό και τρίχες πολλές στη μύτη». Επίσης, επιβεβαιώνει με την κατάθεσή του τους ισχυρισμούς του Δ. σχετικά με την υπόδειξη του «παππού» στους αστυνομικούς, αλλά και τον έλεγχο που ακολούθησε, χωρίς να υπάρξει προσαγωγή του ηλικιωμένου.
Στο μικροσκόπιο των αρχών
Οι διαπραγματεύσεις και το σχέδιο φυγής
Από το διαβιβαστικό της Αστυνομίας προκύπτει ότι οι κατηγορούμενοι είχαν θέσει σχέδιο πώλησης του χρυσού στεφανιού, με τιμή εκκίνησης στο 1 εκατ. ευρώ που μετά από διαπραγματεύσεις έπεσε στις 800.000 ευρώ.
Μάλιστα, σύμφωνα με τις πληροφορίες των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., το σχέδιο προέβλεπε να φύγουν οι αγοραστές του χρυσού στεφανιού εκτός Ελλάδος με σκάφος. Επιπλέον, τόσο οι αστυνομικές όσο και οι ανακριτικές Αρχές αποδίδουν στους τρεις κατηγορούμενους την ιδιότητα των «επαγγελματιών» αρχαιοκαπήλων, λόγω των στοιχείων που υπάρχουν σε βάρος τους.
Επιβαρυντικά στοιχεία
Οι δύο θρησκευτικές εικόνες που βρέθηκαν στην οικία του ενός -οι οποίες εμπίπτουν στις διατάξεις περί προστασίας αρχαιοτήτων-, ο ανιχνευτής μετάλλων στο αυτοκίνητο που χρησιμοποίησαν, το ταξίδι που πραγματοποίησαν έως τα Ιωάννινα για την πώληση του χρυσού στεφανιού, αποτελούν στοιχεία επιβαρυντικά σε βάρος των τριών δραστών που υποστηρίζουν ότι ουδείς γνώριζε το παραμικρό για την αξία του αρχαιολογικού θησαυρού...
Ο δικηγόρος των κατηγορουμένων κ. Νικόλαος Ζήνδρος. |
«Κάποιες από τις εξαιρετικά ενδιαφέρουσες πτυχές της υπόθεσης είναι αφενός η προέλευση της πληροφορίας που οδήγησε στη σύλληψη των συγκεκριμένων κατηγορουμένων και αφετέρου οι ανεξηγήτως διαφυγόντες υποψήφιοι αγοραστές. Επιπλέον, θεωρώ πολύ σημαντική τη διενέργεια της αιτηθείσας πραγματογνωμοσύνης, προκειμένου να καταστεί εφικτή η χρονολόγηση του φερομένου ως αρχαίου αντικειμένου, καθώς και ακριβής εκτίμηση της αξίας του», δηλώνει στο «Έθνος της Κυριακής» ο δικηγόρος των κατηγορουμένων κ. Νικόλαος Ζήνδρος.
Γνωστός στις αρχές
Σύμφωνα με πληροφορίες από το περιβάλλον των κατηγορουμένων, ο «παππούς» είναι γνωστό πρόσωπο στους κύκλους αρχαιοκαπηλίας, έχει απασχολήσει στο παρελθόν τις Aρχές, ενώ φέρεται να έχει εμπλοκή και σε πρόσφατη δικογραφία για υπόθεση αρχαιοκαπηλίας στην Πάτρα με δημοπράτηση αρχαίων νομισμάτων σε γνωστούς οίκους του εξωτερικού.
Πηγή: Λ. Μπιντέλας, Έθνος
Δεν υπάρχουν σχόλια