Η επιφανειακή έρευνα σε 10 νησίδες ανοιχτά της Πάρου και της Αντιπάρου πέρυσι, με τη χρήση διεπιστημονικών μεθόδων, κατέγραψε ανθρώπινη δ...
Πηγαίνουμε χρόνια διακοπές στα Κυκλαδονήσια, αλλά πόσοι γνωρίζουν λεπτομέρειες για τις βραχονησίδες που είναι ολόγυρά τους; Αυτό ακριβώς αναζητεί η Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων μέσα από το τριετές αρχαιολογικό πρόγραμμα Ερευνας Κυκλαδικών Νησίδων-ΕΚΥΝΗ, που διενεργείται με τη συνεργασία του Νορβηγικού Ινστιτούτου Αθηνών και του Carleton College (ΗΠΑ).
Η ομάδα προσπαθεί να καταγράψει την ιστορία αυτών των ακατοίκητων νησίδων στα ανοιχτά των νησιών Πάρου και Αντιπάρου, Σίφνου, Σερίφου και Κύθνου, Μυκόνου, Σύρου, Τήνου και Ανδρου. Στόχος του προγράμματος, λέει ο δρ Δημήτρης Αθανασούλης, διευθυντής της ΕΦΑ Κυκλάδων, στην «Κ», «είναι η τεκμηρίωση των αρχαιολογικών καταλοίπων αυτών των απομονωμένων περιοχών και η καλύτερη κατανόηση του ρόλου τους στη μακραίωνη ιστορία των Κυκλάδων».
«Ξεκινήσαμε πέρυσι ανοιχτά της Πάρου και της Αντιπάρου, φέτος σχεδιάζουμε να συνεχίσουμε γύρω από την Πάρο και έπειτα γύρω από τη Μήλο και τη Σέριφο. Εάν λόγω της κατάστασης με τον κορωνοϊό δεν μπορέσουμε, η έρευνα θα μετατεθεί για την επόμενη χρονιά. Ερευνούμε τις νησίδες αυτές, γιατί λειτουργούν και σαν πατήματα ανάμεσα στα ίδια τα νησιά. Και οι 10 βραχονησίδες που ερευνήσαμε έως τώρα, έχουν όλες αρχαιότητες. Υπήρξαν εποχές που σχεδόν εγκαταλείπονται και άλλες στις οποίες υπήρξε έντονη χρήση τους· ανάλογα με τον πλούτο τους, εάν δηλαδή υπήρχε νερό για να επιβιώσει ο άνθρωπος ή υλικά που θέλησε να εκμεταλλευτεί. Σε κάποιες υπήρχε φλέβα πωρόλιθου. Στην περυσινή έρευνα, με τη χρήση διεπιστημονικών μεθόδων καταγράφηκε ανθρώπινη δραστηριότητα από τους προϊστορικούς χρόνους έως τις μέρες μας», σημειώνει ο κ. Αθανασούλης.
Πρώτη νησίδα ήταν το Δρυονήσι, απέναντι από τη νοτιοανατολική ακτή της Πάρου, όπου εντοπίστηκαν ίχνη ανθρώπινης δραστηριότητας που μαρτυρούν μια διαχρονική χρήση της νησίδας, κυρίως κατά την πρώιμη εποχή του Χαλκού και την ύστερη ρωμαϊκή περίοδο, ενώ λιγότερες ενδείξεις δραστηριότητας ανάγονται στην υστερογεωμετρική έως και την κλασική περίοδο, καθώς και στους βυζαντινούς- μεταβυζαντινούς χρόνους. «Συγκεκριμένα, η μεγάλη συγκέντρωση κεραμικής και λίθινων εργαλείων της πρωτοκυκλαδικής περιόδου στη ΝΑ πλευρά της νησίδας αποτελούν ισχυρή ένδειξη για την ύπαρξη μικρού οικισμού στην περιοχή, ενώ στους ιστορικούς χρόνους θα πρέπει να αναχθεί η χρήση του λατομείου ασβεστόλιθου στη δυτική πλευρά της νησίδας. Πλούσιες είναι οι ενδείξεις διαχρονικής αγροτικής δραστηριότητας, όπως μαρτυρεί το πλήθος αναλημματικών τοίχων που εντοπίστηκαν».
Τα Παντερονήσια (περιλαμβάνουν τις νησίδες Παντερονήσι, Τηγάνι, Γλαροπούντα) απέφεραν, λέει ο Δ. Αθανασούλης, τα λιγότερο θετικά αποτελέσματα. «Το πιο εντυπωσιακό είναι το λατομείο ψαμμίτη στη νησίδα Τηγάνι μαζί με κατάλοιπα κτιρίων και κεραμική που χρονολογείται από τη γεωμετρική έως την ύστερη ρωμαϊκή περίοδο. Βορειότερα, στο στενό μεταξύ Πάρου και Αντιπάρου, στις νησίδες Μικρονήσι, Τούρνα και Καμπάνα οι ενδείξεις περιορίζονται σε κατασκευές είτε του περασμένου αιώνα είτε πιο σύγχρονες, που σχετίζονται κυρίως με κτηνοτροφικές δραστηριότητες».
Η συστάδα νησιών που περιλαμβάνει τα νησάκια Γαϊδουρονήσι, Εβριόκαστρο και Φιλίζι είχε δώσει στο παρελθόν αρχαιολογικό υλικό, ιδίως τα δύο τελευταία. Όμως η πρόσφατη έρευνα έφερε νέες ανακαλύψεις. «Το Εβριόκαστρο παρουσιάζει απόκρημνη ακτογραμμή και περιμετρικά προστατεύεται από εντυπωσιακό οχυρωματικό τείχος και σύστημα πύργων σε διάφορα επίπεδα διατήρησης. Η συντριπτική πλειονότητα της κεραμικής που εντοπίστηκε χρονολογείται τη βυζαντινή περίοδο, στην οποία πρέπει να τοποθετηθεί χρονολογικά και η ανέγερση της οχύρωσης. Το Βριόκαστρο διατήρησε τον ρόλο του ως οχυρού καταφυγίου μέχρι την οθωμανική περίοδο. Πλούσια ήταν τα ευρήματα από τη νησίδα Φιλίζι, τα κινητά αλλά και τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα. Η επιφανειακή έρευνα κατέδειξε την ύπαρξη σημαντικής οχυρωμένης αρχαιολογικής θέσης, που χρονολογείται από τα κινητά ευρήματα από την υστερογεωμετρική έως την κλασική περίοδο (8ος- 5ος αι. π.Χ.)».
Ενωμένα με ισθμό
Ο διευθυντής της ΕΦΑ Κυκλάδων τονίζει ακόμη ότι πολλές από τις νησίδες των Κυκλάδων δεν ήταν πάντα νησιά αλλά αρχικά ήταν ενωμένα με την Πάρο με έναν ισθμό, όπως το Φιλίζι. Επίσης, το Τσιμιντήρι στο Δεσποτικό στην Αντίπαρο, το Βρυόκαστρο στην Κύθνο και το Δασκαλιό στην Κέρο. «Το πρόγραμμα εξετάζει και ποια νησάκια ήταν ενωμένα κάποια στιγμή με το μεγάλο νησί. Όλες αυτές οι βραχονησίδες δεν έχουν μεγαλύτερο μήκος από ένα χιλιόμετρο και συνολικά στις Κυκλάδες είναι περίπου 200. Κάποιες είχαν ίχνη αρχαιοκαπηλικής δραστηριότητας».
Ορισμένα νησιά όπως η Κέρος με το Δασκαλιό ή το Κουφονήσι που είναι ακατοίκητο ερευνήθηκαν στο παρελθόν και θα εξαιρεθούν, ενώ τα νησιά γύρω από τη Δήλο και τη Ρήνεια εντάσσονται σε ανεξάρτητο πρόγραμμα, όπως το Βρυοκαστράκι στην Κύθνο.
Επιχειρώντας έναν απολογισμό του ΕΚΥΝΗ, που τελεί υπό τη διεύθυνση του δρος Δημήτρη Αθανασούλη και συνδιευθύνεται από τους δρα Zarko Tankosic (Higher Executive Officer, Νορβηγικό Ινστιτούτο Αθηνών) και δρα Alex Knodell (επίκουρος καθηγητής Κλασικών Σπουδών, Carleton College, ΗΠΑ), ο διευθυντής της ΕΦΑ Κυκλάδων υπογραμμίζει ότι αρκετές θέσεις τεκμηριώθηκαν για πρώτη φορά, ενώ συμπληρώθηκαν οι γνώσεις για άλλες, ήδη γνωστές. «Η κατοίκηση ή εκμετάλλευση των παραπάνω νησίδων περιορίζεται σε συγκεκριμένες χρονολογικές περιόδους, συχνά με μεγάλα κενά μεταξύ τους. Η πρόσβαση σε πηγές νερού είναι πρωταρχικής σημασίας, ωστόσο ορισμένες νησίδες ήταν σημαντικές για τον ορυκτό πλούτο τους, όπως μαρτυρούν οι χώροι λατόμευσης, που πιθανώς αποτελούν μία από τις κύριες αιτίες για την κατοίκησή τους. Παράλληλα, παρατηρούνται συγκεκριμένα μοτίβα σχετικά με την επιλογή θέσεων σε διάφορες χρονικές περιόδους, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την επιλογή δύσκολα προσβάσιμων και καλά οχυρωμένων θέσεων κατά τη βυζαντινή περίοδο. Επομένως, το στοιχείο τόσο της απομόνωσης όσο και της συνδεσιμότητας ανάλογα και με την ιδιαίτερη θέση της νησίδας ήταν καίριας σημασίας την εκάστοτε περίοδο».
Πηγή: Γ. Συκκά, Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια