Προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) για την κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων στο σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης ...
Προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) για την κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων στο σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης κατέθεσαν από κοινού προχθές, 6 Ιουλίου 2020, η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ) και η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία (ΧΑΕ).
«Η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, μια περιβαλλοντική και πολιτισμική οργάνωση με 50 χρόνια προσφοράς και αγωνιστικής παρουσίας στον χώρο της πολιτιστικής κληρονομιάς, και η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία, ένα από τα αρχαιότερα και εγκυρότερα επιστημονικά σωματεία στην Ελλάδα, με έτος ίδρυσης το 1884, ενώνουμε τις δυνάμεις μας στον αγώνα για τη διάσωση της ακεραιότητας και της αυθεντικότητας των αρχαιοτήτων που αποκαλύφθηκαν στον σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης» αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση της ΕΛΛΕΤ.
«Τα ευρήματα αυτά χρονολογούνται από τον 4ο μέχρι τον 9ο μ.Χ. αιώνα και αποτελούν υλικά τεκμήρια της δομής και της οργάνωσης της δεύτερης πόλης στη βυζαντινή αυτοκρατορία, της Θεσσαλονίκης, που μόνο η Κωνσταντινούπολη θα μπορούσε να ανταγωνιστεί. Η μετατροπή του χώρου από αρχαιολογικό, με τα επάλληλα στρώματα της ιστορίας του και τα άυλα στοιχεία της ζωής των κοινωνιών που για αιώνες τα κατοίκησαν, σε απλά εκθεσιακό χώρο, θα ξεριζώσει ένα κομμάτι της πόλης και θα το μετατρέψει σε σκηνογραφική εγκατάσταση διακόσμησης των χώρων του σταθμού. Η Ελλάδα οφείλει να σέβεται και να τηρεί την ελληνική νομοθεσία και τις διεθνείς συμβάσεις, τις οποίες έχει προσυπογράψει και επικυρώσει με σχετικούς νόμους, όπως η συνθήκη της Βαλέτα (1992), που επιβάλλουν, εφόσον είναι εφικτόν, την in situ διατήρηση των αρχαιοτήτων» προστίθεται, μεταξύ άλλων, στην ίδια ανακοίνωση.
«Ήταν μία προδιαγεγραμμένη πορεία», δήλωσε η πρόεδρος του παραρτήματος Θεσσαλονίκης της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, Πάτρα Θεολογίδου.
«Εμείς από το 2013, όταν είχε προκύψει το θέμα, είχαμε κινητοποιηθεί για τη διάσωσή τους. Στη συνέχεια το ζήτημα πήρε μία θετική πορεία, γι’ αυτό και ήταν στεναχώρια και έκπληξη για εμάς το ότι ανατράπηκε αυτή η πορεία. Συμμετείχαμε και στη συνεδρίαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου και δεν έχουμε πειστεί από τα επιχειρήματα. Και θεωρούμε ότι δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε», πρόσθεσε.
Εφικτή η διατήρηση
Στην κοινή τους ανακοίνωση οι δύο εταιρείες που προσέφυγαν στο ΣτΕ αναφέρουν ότι η κατασκευή του σταθμού με την κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων είναι εφικτή τεχνικά, οικονομικά και χρονικά.
«Η οριστική μελέτη για τα έργα πολιτικού μηχανικού για το τμήμα του σταθμού κάτω από τις αρχαιότητες, εκπονήθηκε και παραδόθηκε στην Αττικό Μετρό το καλοκαίρι του 2019, αποδεικνύοντας το εφικτόν της κατασκευής. Οι τροποποιήσεις που έγιναν επί της μελέτης από το μελετητικό γραφείο, σύμφωνα με τις υποδείξεις της Αττικό Μετρό, ουδέποτε παρελήφθησαν από αυτή.
Αντίθετα, το έργο, αν και σε εξέλιξη, διακόπηκε τον Σεπτέμβριο του 2019. Χάθηκαν δηλαδή μέχρι σήμερα 10 ολόκληροι μήνες από την κατασκευή του έργου με την κατά χώρα διατήρηση των αρχαιοτήτων, καθώς η κατασκευή του σταθμού, κάτω από τις αρχαιότητες, θα ήταν τώρα σε εξέλιξη!», αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Η κ. Θεολογίδου τόνισε ότι το κόστος της διατήρησης κατά χώραν μπορεί να είναι πιο ακριβό, αλλά το επιπλέον κόστος θα είναι μικρό σε σχέση με τα οφέλη για την πόλη σε οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο. Άλλωστε, όπως ανέφερε, κόστος έχει και η απομάκρυνση, η οποία έχει πολλές επισφάλειες και καθιστά αμφίβολη την κατασκευή του έργου μέχρι το 2023.
Παράλληλα, ανέφερε ότι «σύμφωνα με τη διεθνή και την ελληνική νομοθεσία, είμαστε υποχρεωμένοι να τα διατηρήσουμε κατά χώραν». «Τα ευρήματα αυτά θα μπορούσαν να είναι το μέλλον της Θεσσαλονίκης. Αν συνδεθούν με τα υπόλοιπα μνημεία της, θα μπορούσαν να «απογειώσουν» την πόλη», τόνισε η κ. Θεολογίδου.
Δεν υπάρχουν σχόλια