«Θα πρέπει, όσοι υποστηρίζουν ότι τα Γλυπτά του Παρθενώνα αποτελούν 200 χρόνια αναπόσπαστης ιστορίας του Βρετανικού Μουσείου, να ξανασκεφτού...
«Θα πρέπει, όσοι υποστηρίζουν ότι τα Γλυπτά του Παρθενώνα αποτελούν 200 χρόνια αναπόσπαστης ιστορίας του Βρετανικού Μουσείου, να ξανασκεφτούν τι είναι τελικά ηθικό και δίκαιο».
Με αυτά τα λόγια ο Γενικός Διευθυντής του Μουσείου Ακρόπολης, Καθηγητής Νίκος Σταμπολίδης, σχολιάζει στο ethnos.gr την πρόταση του Roger Michel, διευθυντή του Ινστιτούτου Ψηφιακής Αρχαιολογίας, να εκθέσει το Βρετανικό Μουσείο τα αντίγραφα και να επιστρέψει τα πρωτότυπα στην Ελλάδα, αλλά και τη στάση του Βρετανικού Μουσείου.
Ο διευθυντής του Ινστιτούτου Ψηφιακής Αρχαιολογίας, Roger Michel, παρουσίασε πριν από λίγες μέρες αντίγραφο από τα γλυπτά του Παρθενώνα που αφαίρεσε ο λόρδος Έλγιν και ενθαρρύνει τον επαναπατρισμό τους. Ο κ. Σταμπολίδης σχολιάζει την πρωτοβουλία του Roger Michel τονίζοντας ότι: «Η πλειονότητα των Βρετανών πολιτών (σε ποσοστό 78% σύμφωνα με την Sunday Times του Λονδίνου) αλλά και η παγκόσμια κοινότητα επιθυμούν την επιστροφή και επανένωση των αρχιτεκτονικών γλυπτών του Παρθενώνα. Επομένως, πρωτοβουλίες όπως π.χ. η δημιουργία ενός πιστού αντιγράφου από τα γλυπτά του Παρθενώνα από το Ινστιτούτο Ψηφιακής Αρχαιολογίας της Οξφόρδης είναι θετική, καθώς μάλιστα προέρχεται από ένα βρετανικό ίδρυμα. Αρκεί, φυσικά, τα αντίγραφα αυτά να παραμείνουν στο Βρετανικό Μουσείο, όταν τα πρωτότυπα θα επιστρέψουν από το Λονδίνο στο Μουσείο Ακρόπολης».
Σύμφωνα με τον ίδιο, η επιστροφή και η επανένωση των γλυπτών μπορεί να πραγματοποιηθεί άμεσα με μια πράξη (Act) του Βρετανικού Κοινοβουλίου που θα αίρει τους όρους της πράξης (Act) του 1963, τουλάχιστον για τα Παρθενώνεια έργα. «Εξάλλου αυτό είναι και το νόημα της Απόφασης της Unesco της 29ης Σεπτεμβρίου του 2021 που επικυρώθηκε πανηγυρικά από όλα τα συμμετέχοντα κράτη στη Συνέλευση της Unesco του Μαΐου 2022 στο Παρίσι. Ότι δηλαδή το θέμα της επιστροφής των Παρθενώνειων γλυπτών είναι και δίκαιο και ηθικό και διακυβερνητικό, έχει να κάνει με τη βρετανική και την ελληνική πολιτεία», σημειώνει.
Ο κ. Σταμπολίδης αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «η αρχή, που είναι το ήμισυ του παντός, έχει ήδη γίνει σε διακυβερνητικό επίπεδο από τη Σικελία και την Ιταλία, που επέστρεψαν το θραύσμα Fagan για πάντα στην Αθήνα και επανενώθηκε αυτό στην ανατολική ζωφόρο στο Μουσείο Ακρόπολης. Αυτός είναι ο έντιμος και γενναιόδωρος τρόπος».
Από την άλλη, ο Τζόναθαν Γουίλιαμς, αναπληρωτής διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου, δεν ήταν δεκτικός στο ζήτημα της επιστροφής των γλυπτών: «Τα γλυπτά του Παρθενώνα αποτελούν ένα εξαιρετικά σημαντικό μέρος της ιστορίας της συλλογής του Βρετανικού Μουσείου, και ο κόσμος έρχεται για να δει τα αυθεντικά, έτσι δεν είναι;» είχε πει σε συνέντευξή του στους Sunday Times.
Ο Γενικός Διευθυντής του Μουσείου Ακρόπολης αναφέρει: «Υπάρχουν άνθρωποι που υποστηρίζουν ότι το Βρετανικό Μουσείο είναι παγκόσμιο γιατί περιέχει έργα από πολλούς πολιτισμούς. Όμως, ένα μεγάλο μουσείο όπως το Βρετανικό, θα πρέπει να γνωρίζει και να διδάσκει το κοινό ότι η αρπαγή πολιτιστικών αγαθών από τις χώρες όπου αυτά δημιουργήθηκαν δεν είναι επιτρεπτή και δεν περιποιεί τιμή για ένα τέτοιο ίδρυμα. Και αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα Παρθενώνεια έργα που δεν είναι μεμονωμένα αντικείμενα, αλλά αρχιτεκτονικά γλυπτά που ανήκουν στο σώμα του ύψιστου μνημείου, του Παρθενώνα, που αποτελεί την κορύφωση της κλασικής αισθητικής και παιδείας και, φυσικά, της Αθηναϊκής Δημοκρατίας - πρότυπο Δημοκρατίας από τότε έως σήμερα – καθώς και της υλικής αποτύπωσης και ανύψωσής της στο ιδεατό και το αιώνιο».
Και συνεχίζει: «Θα πρέπει, λοιπόν, όσοι υποστηρίζουν ότι τα Γλυπτά αποτελούν 200 χρόνια αναπόσπαστης ιστορίας του Βρετανικού Μουσείου, να ξανασκεφτούν τι είναι τελικά ηθικό και δίκαιο. Τα 200 χρόνια ιστορίας ενός μουσείου ή τα 2.500 χρόνια από τη δημιουργία του Παρθενώνα και της αναπόσπαστης ενότητας του μνημείου, της διαχρονικής ιστορίας του και των αξιών που αυτό πρεσβεύει στην παγκόσμια κοινότητα;».
Το αντίγραφο των Γλυπτών του Παρθενώνα που δημιουργήθηκε από ρομπότ
Την ίδια ώρα, το αντίγραφο των γλυπτών του Παρθενώνα - σκαλισμένο από το ίδιο υλικό που χρησιμοποιήθηκε στα πρωτότυπα πριν από 2.500 χρόνια - εκτίθεται για πρώτη φορά στο Λονδίνο. Η δημιουργία του τρισδιάστατου αντιγράφου ανοίγει εκ νέου τη συζήτηση για μια μακροχρόνια διαμάχη μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ελλάδας, αναφέρει δημοσίευμα του itv.com.
«Τo σύνολο γλυπτών, τα οποία κοσμούσαν τον 2.500 ετών ναό του Παρθενώνα στην Ακρόπολη, εκλάπησαν από τον λόρδο Έλγιν στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν ήταν Βρετανός πρεσβευτής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τα έργα - γνωστά και ως Γλυπτά του Παρθενώνα - βρίσκονται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο, παρά το γεγονός ότι η Αθήνα έχει επανειλημμένα ζητήσει από το Ηνωμένο Βασίλειο να τα επιστρέψει», αναφέρει το δημοσίευμα.
Σε μια προσπάθεια να βρεθεί ένας νέος τρόπος επίλυσης της διαφοράς, το Ινστιτούτο Ψηφιακής Αρχαιολογίας (IDA) με έδρα την Οξφόρδη χρησιμοποίησε τρισδιάστατες κάμερες και ένα γιγαντιαίο ρομπότ για να χαράξει το κεφάλι ενός αλόγου σε μάρμαρο που παραχώρησε η Ελλάδα, δημιουργώντας έτσι ένα σχεδόν ακριβές αντίγραφο ενός από τα Γλυπτά.
Το γλυπτό αποτελεί ένα υψηλής ακρίβειας αντίγραφο της κεφαλής του τέταρτου αλόγου του άρματος της Σελήνης, μέρος της συλλογής μαρμάρινων γλυπτών του Φειδία, που φτιάχτηκαν για να διακοσμήσουν τον ναό της Ακρόπολης πριν από 2.500 χρόνια. Το Αρμα της Σελήνης διακοσμούσε το δεξιό άκρο του ανατολικού αετώματος.
Η ομάδα του IDA, με επικεφαλής τον Roger Michel, ανέπτυξε την τεχνολογία τρισδιάστατης ρομποτικής κατεργασίας σε μια προσπάθεια να δημιουργήσει «πιστά αντίγραφα μεγάλων ιστορικών αντικειμένων». Πιστεύουν ότι το Βρετανικό Μουσείο πρέπει να εκθέσει το αντίγραφό τους και να επιστρέψει τα αυθεντικά στην Ελλάδα. «Με αυτόν τον τρόπο, οι Έλληνες μπορούν να ανακτήσουν την πολιτιστική τους κληρονομιά και το Βρετανικό Μουσείο μπορεί να διατηρήσει την ιδιότητά του ως η μεγαλύτερη ιστορική συλλογή στον κόσμο», δήλωσε η IDA.
Το αντίγραφο της κεφαλής του αλόγου εκτίθεται από το απόγευμα της Τρίτης 1 Νοεμβρίου στο μουσείο Freud του Λονδίνου. «Αποτελεί προϊόν δουλειάς 9 έως 10 εβδομάδων περίπου όσον αφορά τη σάρωση και την κατασκευή του τρισδιάστατου μοντέλου. Στη συνέχεια, το ρομπότ ανέλαβε δουλειά, σκιαγραφόντας το γλυπτό για περίπου 7 ή 8 ημέρες και κατόπιν οι τεχνίτες εργάστηκαν πάνω σε αυτό, εδώ και 3 εβδομάδες για να το κάνουν τέλειο. Το τελευταίο 3 έως 5% είναι όλη η χειροποίητη δουλειά και ασφαλώς η πιο κρίσιμη», είπε ο Michel.
Πηγή: Μ. Τσίνου, Έθνος
Δεν υπάρχουν σχόλια