Το ανακτορικό συγκρότημα του Γαλέριου κτίστηκε στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. Στον αρχαιολογικό χώρο της πλατείας Ναβαρίνου διατηρούνται αποσ...
Το ανακτορικό συγκρότημα του Γαλέριου κτίστηκε στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. Στον αρχαιολογικό χώρο της πλατείας Ναβαρίνου διατηρούνται αποσπασματικά διάφορες ενότητές του, μία από τις οποίες αποτελεί το Οκτάγωνο, στην πλευρά της οδού Λ. Βύρωνος.
Η ανασκαφή του ξεκίνησε το 1950 από τον Χ. Μακαρόνα και συνεχίστηκε σταδιακά μέχρι το 1981. Τη δεκαετία του 1990 άρχισαν εργασίες αποκατάστασης και ανάδειξης του συγκροτήματος. Το 2008 ο αρχαιολογικός χώρος της πλατείας Ναβαρίνου βραβεύθηκε από την Europa Nostra για την εξαιρετική και υποδειγματική αποκατάσταση και συντήρηση των ερειπίων. Το πρόγραμμα ολοκληρώθηκε το 2015 με τη δίτομη έκδοση της ΕΦΑΠΟΘ (Φ. Αθανασίου, Β. Μάλαμα, Μ. Μίζα, Μ. Σαραντίδου, Η αποκατάσταση των ερειπίων του Γαλεριανού Συγκροτήματος στη Θεσσαλονίκη (1994-2014). Τεκμηρίωση και επεμβάσεις, τ. Α΄ και Β΄, Θεσσαλονίκη 2015).
Το κτίσμα αποτελείται από μια οκταγωνική αίθουσα με την κύρια είσοδο στραμμένη προς τη θάλασσα και έναν μνημειώδη προθάλαμο με δύο ημικυκλικές κόγχες στις στενές πλευρές, ο οποίος επικοινωνούσε στη νότια πλευρά με ένα μεγάλο περίστυλο αίθριο. Οι στοές του περιστυλίου είχαν ψηφιδωτά δάπεδα με γεωμετρικά και φυτικά θέματα.
Στο βόρειο άκρο της ανατολικής στοάς του αιθρίου, που οδηγούσε προς τη μαρμάρινη κλίμακα του νότιου διαδρόμου του περιστυλίου του ανακτόρου, υπήρχε πεταλόμορφη κόγχη πλαισιωμένη με πεσσούς, στους οποίους στηριζόταν το μαρμάρινο τόξο, γνωστό ως «μικρό τόξο του Γαλέριου» που εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης. Η κόγχη αυτή θα λειτουργούσε ως ναΐσκος και μέσα της θα υπήρχε στημένο άγαλμα.
Εσωτερικά, το Οκτάγωνο διαμορφωνόταν με επτά ημικυκλικές κόγχες και καλυπτόταν με θόλο εσωτερικής διαμέτρου 23μ. Η βόρεια κόγχη, απέναντι από την είσοδο, είναι μεγαλύτερη από τις άλλες και φέρει στο κέντρο κεραμοπλαστικό κόσμημα. Οι τοίχοι ήταν επενδεδυμένοι με ορθομαρμάρωση και το δάπεδο ήταν κατασκευασμένο με μεγάλες έγχρωμες μαρμάρινες πλάκες και πλακίδια που σχημάτιζαν διάχωρα με γεωμετρικά μοτίβα. Εκατέρωθεν της εισόδου δύο κλίμακες οδηγούσαν πιθανώς σε εξώστη, στη βάση του ημισφαιρικού θόλου που κάλυπτε το μνημείο. Στο δάπεδο του Οκταγώνου βρέθηκαν τέσσερα μαρμάρινα επίκρανα ψευδοπαραστάδων, διακοσμημένα με ανάγλυφες μορφές θεών.
Πιθανότατα το κτίριο αρχικά προοριζόταν για αίθουσα ακροάσεων ή αίθουσα θρόνου των ανακτόρων. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της κατασκευής του, αλλά και κατά τη μακρόχρονη λειτουργία του, υπέστη πολλές επιδιορθώσεις και μετασκευές.
Το μνημείο κτίστηκε πάνω σε οικοδομικά κατάλοιπα που χρονολογούνται από τα ελληνιστικά χρόνια μέχρι τα μέσα του 3ου αι. μ.Χ.
Στην πρώτη οικοδομική φάση, η οποία τοποθετείται πριν από τον θάνατο του Γαλέριου, το 311 μ.Χ., από τον αρχικό σχεδιασμό του κτιρίου υλοποιήθηκαν θεμελιώσεις και τμήμα της ανωδομής της οκταγωνικής αίθουσας. Το κόσμημα από ένθετες πλίνθους (κύκλος που περικλείει ισοσκελή σταυρό και εκατέρωθεν κλαδιά φοίνικα ή κυπαρισσιού), στο κέντρο της μεγάλης βόρειας κόγχης, έχει δεχτεί πολλές ερμηνείες, ως σύμβολο των κρυπτοχριστιανών τεχνιτών του, ως παγανιστικό σύμβολο του Μίθρα κ.ά.
Με το θάνατο του Γαλέριου, οι εργασίες στο Οκτάγωνο διακόπηκαν και επαναλήφθηκαν μετά το διάταγμα των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ., επί βασιλείας του Μ. Κωνσταντίνου. Την περίοδο της παραμονής του αυτοκράτορα στην πόλη πρέπει να ολοκληρώθηκε η ανέγερση του κτιρίου και πιθανόν να αποφασίσθηκε η μετατροπή του Οκταγώνου σε χριστιανικό ναό, που είχε ως αποτέλεσμα τη διεύρυνση της βόρειας κόγχης. Η ολοκλήρωση της εσωτερικής διακόσμησης ανάγεται στο τέλος του 4ου αιώνα μ.Χ.
Σε μεταγενέστερη οικοδομική φάση, πιθανόν τον 5ο αιώνα μ.Χ., κάτω από το δάπεδο της βόρειας κόγχης κατασκευάσθηκε ορθογώνιος καμαροσκεπής τάφος, στον βόρειο τοίχο του οποίου διατηρείται τοιχογραφία όπου διακρίνεται φυτική διακόσμηση και χριστόγραμμα. Εξωτερικά του Οκταγώνου, ανατολικά και δυτικά της βόρειας κόγχης, κτίστηκαν δύο μονόχωρα κτίσματα με σταυροειδή κάτοψη, στα οποία εισερχόταν κανείς διαμέσου των θυρών που διανοίχτηκαν στις κόγχες. Στην ίδια φάση πιθανώς προστέθηκε η μαρμάρινη επένδυση του χώρου.
Τροποποιήσεις συντελέστηκαν κυρίως εξωτερικά του Οκταγώνου σε επόμενες χρονικές περιόδους.
Η καταστροφή του Οκταγώνου τοποθετείται στον 7ο αιώνα μ.Χ., εποχή κατά την οποία καταστράφηκαν από σεισμούς σημαντικά μνημεία της Θεσσαλονίκης. Μετά την καταστροφή του κτίσματος, ο προθάλαμός του μετατράπηκε σε δεξαμενή, η οποία λειτούργησε μέχρι τον 14o αιώνα. Στα ερείπια του Οκταγώνου κτίστηκε τζαμί με την ονομασία Ακτσέ Μετζήτ (Λευκό Τέμενος), το οποίο ανήκε σε συγκρότημα με μεντρεσέ, σχολείο, τεκέ κ.λπ.
Η αγαπητή συναδέλφισσα Μαρία Μίζα ανήκε στην ομάδα αποκατάστασης του γαλεριανού ανακτόρου. Η Μαρία, μέλος της «οικογένειας» της Εφορείας μας, συνέβαλλε μέχρι πρόσφατα τα μέγιστα στην υλοποίηση των έργων μας. Την πρόωρη απώλεια της, που στέρησε από τα μνημεία της πόλης την πάντοτε αμέριστη φροντίδα της, θρηνούμε μαζί με την οικογένεια της.
Δεν υπάρχουν σχόλια