Ασημένιος σταυρός, Λωζάννη, Αβαείο του Κλυνί, αρ.κατ.30 969 6ος – 7ος αι. Το 1910, κατά τη διάρκεια εργασιών στο Αβαείο του Κλυνί, στην πό...
Ασημένιος σταυρός, Λωζάννη, Αβαείο του Κλυνί, αρ.κατ.30 969 6ος – 7ος αι. |
Το 1910, κατά τη διάρκεια εργασιών στο Αβαείο του Κλυνί, στην πόλη της Λωζάννης, ανακαλύφθηκε ένας τάφος, του οποίου ο σκελετός έφερε κρεμασμένο σταυρό-φυλακτό στο στήθος του.
Σύμφωνα με τον επιβλέποντα των εργασιών Επίσκοπο Besson: «από την εξέταση του χώρου και των αρχιτεκτονικών λειψάνων, ο τάφος πρέπει να συνδέεται με την προϋπάρχουσα ρωμανική εκκλησία, την οποία έκτισε ο Ερρίκος της Βουργουνδίας ή Γενναίος (1035-1074), εγγονός του Ροβέρτου Β΄ αυτοκράτορα της Γαλλίας». Ο σταυρός όμως χρονολογείται κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο, μεταξύ του 6ου και του 7ου αι., που σημαίνει πως επρόκειτο για κάποιο οικογενειακό κειμήλιο, το οποίο λόγω της προστατευτικής του ιδιότητας, χρησιμοποιήθηκε έως και τον 11ο αι.
Ασημένιος σταυρός, Λωζάννη, Αβαείο του Κλυνί, αρ.κατ.30 969 6ος – 7ος αι. |
Ο σταυρός, αποτελείται από ένα πολύ λεπτό ασημένιο έλασμα, κομμένο σε σχήμα ελληνικού σταυρού, δηλαδή με ισοσκελείς κεραίες, οι οποίες αποκλίνουν στα άκρα τους. Στο πάνω μέρος της κάθετης κεραίας έχει προσαρμοστεί ο κρίκος ανάρτησης. Στην επιφάνεια της μιας όψης χαράσσεται λεπτός σταυρός, ενώ όλη η επιφάνεια και από τις δυο πλευρές είναι κατάγραφες με επιγραφές και ελληνικά και λατινικά γραμματόσχημα σύμβολα, μαγικού χαρακτήρα, καθώς και με μικρούς σταυρούς ανάμεσά τους.
Από τις επιγραφές και τα γραμματόσχημα σύμβολα, ξεχωρίζουν το όνομα του Γνωστικού θεού ΑΒΡΑΣΑΞ και της μαγικής επίκλησης ΑΜΠΡΑΚΑΤΑΜΠΡΑ.
Ίασπις με παράσταση του θεού Αβραξάς, Βοστώνη, Museum of Fine Arts, αρ.κατ.2000.992, 3ος – 4ος αι. |
Ένας μεγάλος αριθμός φυλακτών χρονολογημένων από το 2ο μ. Χ. αι. έως και τον Μεσαίωνα, έφερε την αινιγματική μορφή του Αβρασάξ ή Αβραξάς, ενός από τους σημαντικότερους θεούς των γνωστικών. Η εικονογραφία του δέχθηκε αιγυπτιακές, ιουδαϊκές, ιρανικές, ελληνικές και ρωμαϊκές επιδράσεις. Πρόκειται για έναν πολεμιστή με κεφάλι κόκορα, δάνειο από τον αλεκτροκέφαλο θεό των Περσών Sraoca, ο οποίος προστάτευε τους ανθρώπους κατά τη διάρκεια της νύχτας. Στα χέρια κρατάει πάντα μια ασπίδα και ένα μαστίγιο το οποίο έχει ηλιακό χαρακτήρα και σχετίζεται με την καταδίωξη των κακών δαιμόνων. Τα πόδια του καταλήγουν σε φίδια, τα οποία λόγω της στενής τους επαφής με τη γη και τις γήινες θεότητες, βρίσκονται κοντά στο βασίλειο των νεκρών. Κατέχουν υπερφυσικές γνώσεις και διαθέτουν το χάρισμα της προφητείας, ενώ από πολύ νωρίς συνδέθηκε η παρουσία τους με την επιστήμη της ιατρικής. Ως προς το νόημα του ονόματός του, πίστευαν ότι είχε πολύ μεγάλες μαγικές δυνάμεις, που στηρίζονταν στον αριθμό των γραμμάτων, που είναι επτά, και στο συνολικό τους άθροισμα 365 (αξίες των ελληνικών γραμμάτων: άλφα=1, βήτα=2, ρο=100, ξι=60 και σίγμα=200).
Ο Ιππόλυτος Ρώμης (Κατά πασῶν τῶν αἱρέσεων ἔλεγχος ἤ Φιλοσοφούμενα, MPG 16 ΙΙΙ, 3017-3454) αναφέρει σχετικά: …ἔνθα καὶ τριακοσίους ἑξήκοντα πέντε οὐρανοὺς φάσκουσι, καὶ τὸν μέγαν ἄρχοντα αὐτὸν εἶναι τὸν Ἀβρασάξ, διὰ τὸ περιέχειν τὸ ὄνομα αὐτοῦ ψῆφον τξε, καθώς και ο Επιφάνιος Κύπρου (Πανάριον, MPG 41, 155-1200): καὶ βούλονται τὴν σύστασιν τούτων ἀπὸ τῶν ὁμοίων ψήφων ποιεῖσθαι, ὡς προεῖπον, τοῦ Ἀβρασὰξ τῶν τριακοσίων ἑξήκοντα πέντε ἀριθμὸν ἔχοντος, δῆθεν δεικνύντες διὰ τοῦτο ἔχειν τὸν ἐνιαυτόν τριακοσίων ἑξήκοντα πέντε ἡμερῶν ἀριθμῶν κατὰ περίοδον.
Ο Κόιντος Σαμμόνικος Σερένος, προσωπικός γιατρός του αυτοκράτορα Καρακάλλα, στο ποίημά του Liber medicinalis (γνωστό και ως De medicina praecepta saluberrima), αναφέρεται σε φυλακτό με την «μαγική» λέξη abracadabra, το οποίο είχε ως στόχο να προστατέψει τον κάτοχό του από την μαλάρια (ελονοσία), καθώς και από διάφορες άλλες ασθένειες ή και να τον απαλλάξει ακόμη από αυτές που ήδη είχε.
Ο Σαμμόνικος περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να φοριέται στον ασθενή το εν λόγω φυλακτό, ώστε να εξορκιστεί το δαιμόνιο της νόσου. Σε χαρτί ή σε λινό ύφασμα γράφεται το abracadabra σε διαδοχικές σειρές έτσι ώστε να ελαττώνεται διαρκώς προς τα κάτω κατά ένα γράμμα, σχηματίζοντας μια ανάποδη πυραμίδα. Ενδεχομένως η ελάττωση των γραμμάτων στόχευε στην αντίστοιχη εξαφάνιση του κακού. Κατόπιν το χαρτί ή το ύφασμα διπλωνόταν έτσι ώστε να σχηματίσει σταυρό και φοριόταν 9 ημέρες γύρω από τον λαιμό. Την 9η ημέρα πριν την Ανατολή, πετιόταν σε ρυάκι που είχε δυτική κατεύθυνση, ώστε να φύγει μαζί του και το δαιμόνιο που ταλαιπωρούσε τον ασθενή. Ο Σαμμόνικος δεν αναφέρει από πού έλαβε αυτή τη γνώση αναγκάζοντάς μας να υποθέσουμε ότι μάλλον πρόκειται για λαϊκή παράδοση.
A B R A C A D A B R A
A B R A C A D A B R
A B R A C A D A B
A B R A C A D A
A B R A C A D
A B R A C A
A B R A C
A B R A
A B R
A B
A
Κατά τη διάρκεια των αιώνων πολλοί ήταν αυτοί που προσπάθησαν να ερμηνεύσουν την σημασία και την καταγωγή αυτής της λέξης, αλλά κανείς δεν μπόρεσε να δώσει μία σίγουρη απάντηση. Παρ’ όλα αυτά, γνωρίζουμε αρκετά στοιχεία για να προσεγγίσουμε το ζήτημα.
Η λέξη abracadabra προέρχεται, σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, από την εβραϊκή φράση abreq ad habra που σημαίνει «ρίξε τον κεραυνό σου ακόμη και στο θάνατο». Κατά τους μυστικούς της Ιουδαϊκής θρησκείας, η ρίζα του είναι η Αγία Τριάδα στα εβραϊκά:
ab ben puach acadsch
(Πατήρ) (Υιός) (Άγιο Πνεύμα)
Υπάρχουν βέβαια και άλλες εικασίες, σύμφωνα με τις οποίες προέρχεται από το αραμαϊκό avrah ka dabra που μεταφράζεται ως «δημιουργώ καθώς μιλώ», έκφραση που μοιάζει πολύ με την εβραϊκή aberah kedaber που σημαίνει ακριβώς το ίδιο. Υπάρχει επίσης το εβραϊκό ha-brachah που σημαίνει «η ευλογία», αλλά και το σχεδόν αντίστοιχο αραμαϊκό dabra. Άλλη υπόθεση προέρχεται από το αραβικό abra kadabra που σημαίνει «είθε αυτά να καταστραφούν» (πιθανόν εννοώντας τις ασθένειες), που θυμίζει κι άλλη αραμαϊκή έκφραση, abhadda kedhabhra που σημαίνει «εξαφανίσου όπως αυτή η λέξη», που, τουλάχιστον δια της λογικής, έχει και σχηματική συμφωνία με το φυλακτό, μιας και γράφεται με τρόπο τέτοιο ώστε να εξαφανίζεται σιγά-σιγά η λέξη.
Στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας αναφέρεται πως η φράση «άμπρα κατάμπρα» προέρχεται από την αρχαιοελληνική έκφραση «αύρα κατά αύρας» (άβρα κατά άβρα), δηλαδή «πνεύμα διά πνεύματος».
Τα φυλακτά με τις μορφές του Αβρασάξ και της φράσης άμπρα κατάμπρα ήταν γνωστά κατά το μεσαίωνα ως αβραξικά και κυκλοφορούσαν ταυτόχρονα σε πολλές απομιμήσεις, από τα πρωτότυπα των πρώτων χριστιανικών αιώνων. Το 16ο αι., ο Βολταίρος το πρότεινε ως το κυρίαρχο αποτροπαϊκό κατά των ασθενειών και από τότε, πολλοί συγγραφείς το ανέφεραν, είτε για να επαινέσουν τα πλεονεκτήματά του, ή για να το καταπολεμήσουν ως δεισιδαιμονία: «…άλλοι τέλος, για πυρετούς, και ιδιαίτερα γι αυτό που οι Λατίνοι αποκαλούν «semitertianam», ενώ οι Έλληνες τριταίο και τεταρταίο πυρετό, κουβαλούν κρεμασμένο στο λαιμό τους φυλακτό, όπως το προτείνει ο γιατρός Σαμμόνικος Σερένος». Τον ίδιο αιώνα η Εύα Ρίμινγκτον Τέιλορ, αναφέρει στο βιβλίο της, «Το περιπετειώδες ταξίδι του Καπετάνιου Έντουαρντ Φέντον», ότι ένας γιατρός υποστήριζε, πως θεράπευε τους πάντες από αρρώστιες, κρεμώντας το μενταγιόν με τη λέξη «άμπρα κατάμπρα» απ’ τον λαιμό τους.
Το 18ο αιώνα, οι άνθρωποι συνέχιζαν να πιστεύουν στις θεραπευτικές ιδιότητες του φυλακτού, αλλά οι «πιο διαβασμένοι», είχαν αντιληφθεί ότι επρόκειτο περί κομπογιαννιτισμού. Το 1722, ο ιστορικός Ντάνιελ Ντεφόου, έγραψε στο βιβλίο του «Χρονικά του έτους της Πανούκλας»: «Οι άνθρωποι εξαπατούνται. Πιστεύουν ότι αν φοράνε φυλακτά, και κάνουν εξορκισμούς, δε θα τους φτάσει η πανούκλα. Λες και η πανούκλα είναι ένα κακό πνεύμα, που θα φοβηθεί τους σταυρούς και τα χαρτιά με τα ξόρκια, όπως συγκεκριμένα η λέξη «άμπρα κατάμπρα», που γράφουν σε μορφή τριγώνου ή πυραμίδας… Πόσοι καημένοι άνθρωποι πίστεψαν σε αυτά τα πράγματα και πόσους απ’ αυτούς κουβάλησαν μετά τα νεκροκάρα».
Κατά παράδοξο τρόπο το περίφημο «άμπρα κατάμπρα» ζει και βασιλεύει. Ακόμα και για πλάκα, όταν το φωνάζουμε στην παρέα για να δώσουμε κάποια αύρα μαγείας στο ταχυδακτυλουργικό τρικ που κάνουμε με μαντίλια και τραπουλόχαρτα για να εντυπωσιάσουμε τους φίλους μας ή τα παιδιά μας, ακόμα και τότε λοιπόν αυτό το «άμπρα κατάμπρα» έρχεται σαν από μόνο του στα χείλη μας και μάλιστα το εκφέρουμε σίγουρα όχι με την καθημερινή μας φωνή, μ’ αυτή που παραγγέλνουμε πίτσα από το τηλέφωνο, παρά το λέμε με έναν βαθύ, υποβλητικό τόνο, μισοαστεία και μισοσοβαρά, για να πιάσουν τα μάγια...
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα φυλακτά και τις αποτροπαϊκές φράσεις, βλ.: Παναγιώτης Καμπάνης, Φύλαξ: Τα φυλακτά της ύστερης αρχαιότητας, εκδ. Γράφημα, Θεσσαλονίκη 2017.
Πηγή: Δρ Π. Καμπάνης, Αρχαιολόγος – Ιστορικός, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού
Δεν υπάρχουν σχόλια