Κλαζομενές Αύγουστος του 2001. Τα μοντέλα (από δεξιά προς τα αριστερά) Ντίνα Καλλιντζή, Εύη Σκαρλατίδου, Χάιδω Κουκούλη, Διαμαντής Τριαντάφυ...
Η επίτιμη έφορος Αρχαιοτήτων Ντίνα Καλλιντζή αφηγείται στο Short Stories στιγμές από τη σχέση της με την αρχαιολόγο, ανασκαφέα των Αβδήρων, της Πλωτινόπολης και της Θέρμης Θεσσαλονίκης, Εύη Σκαρλατίδου, που έφυγε από τη ζωή στις 17.1.2024
Ηταν Δευτέρα 9 Ιουνίου του 1986· απόγευμα. Το λεωφορείο του ΚΤΕΛ που εκτελούσε το δρομολόγιο Θεσσαλονίκη – Κομοτηνή έφτασε στο τέρμα. Κατέβηκα. Έβρεχε. Δεν μου αρέσει η βροχή. Απέναντι ήταν παρκαρισμένο το αυτοκινητάκι της Εύης. Με την Εύη μέσα. Η οποία βγήκε, προχώρησε απτόητη από τη βροχή προς το μέρος μου και είπε με στεντόρεια φωνή: «Πάλι αυτήν τη βαλιτσάρα σέρνεις;». Κάτι ψέλλισα.
Είχαμε, βλέπετε, αμφότερες, και για εντελώς διαφορετικούς λόγους, τραυματική εμπειρία από τη «βαλιτσάρα» μου σε σχέση με το αυτοκινητάκι της· η σχέση χρονολογούνταν από όταν είχα δουλέψει στην ανασκαφή της, στην Πλωτινόπολη, πριν από περίπου έναν χρόνο. Τότε είχα ακούσει τα εξ αμάξης για το μέγεθος της βαλίτσας. Παρά ταύτα στο διάστημα που μεσολάβησε ούτε η βαλίτσα μου μίκρυνε ούτε το αυτοκινητάκι της Εύης μεγάλωσε. Συμβαίνουν αυτά.
Μας βάζει λοιπόν μέσα, τη βαλίτσα και εμένα, μουρμουρίζοντας ακατάπαυστα, ενώ εγώ σκεφτόμουν καταπονημένη: «Δηλαδή πώς το βλέπει το πράμα; Θα πήγαινα για οκτώ μήνες στην Κομοτηνή με ένα τσαντίδιο;». Με πηγαίνει στο ξενοδοχείο, με τακτοποιεί, με παίρνει με συνοπτικές διαδικασίες στο σπίτι της, όπου η μαμά της μου κάνει το τραπέζι, με επιστρέφει, και στη συνέχεια μου δίνει σαφείς, πλην για μένα περίπλοκες, οδηγίες για το πώς θα φτάσω την επομένη στο μουσείο.
Κάπως τα κατάφερα. Με περίμενε και εκεί. Με παρουσίασε στον προϊστάμενο, τον Διαμαντή Τριαντάφυλλο, και πήρε την πρωτοβουλία να μου αναθέσει την πρώτη μου εργασία: την καταγραφή των φωτογραφιών και σλάιντ που είχα τραβήξει στην Πλωτινόπολη. Και για το θέμα αυτό μου έδωσε εκ νέου σαφείς, πλην για μένα περίπλοκες, οδηγίες. Σε κάθε λάθος με κατσάδιαζε με ένταση πολλών ντεσιμπέλ. Δεν ανεχόταν την παραμικρή ατέλεια.
Αυστηρή; Πολύ. Δίκαιη; Αναμφιβόλως. Φιλική; Σίγουρα. Προστατευτική; Για μένα απόλυτα. Δεν με άφησε στιγμή μόνη. Με γνώρισε στις παρέες της, μου βρήκε σπίτι, με πήγαινε στη θάλασσα για να κολυμπήσουμε ή για να βγάλουμε κολυφάδες, με έτρεχε στους γιατρούς κάθε που πάθαινα κάτι (είμαι επιρρεπής…). Και στον ίδιο τόνο πορευτήκαμε στη ζωή μας κοντά σαράντα χρόνια.
Πίσω στο 1986. Η έδρα της ΙΘ΄ Εφορείας Αρχαιοτήτων ήταν στην Κομοτηνή. Οι αυτοψίες σε όλη τη Θράκη γίνονταν με αυστηρό προγραμματισμό και με το μοναδικό υπηρεσιακό αυτοκίνητο. Η Εύη ήταν υπεύθυνη για τα Άβδηρα. Την πρώτη εβδομάδα της δουλειάς μου χρειάστηκε να πάει εκεί για αυτοψία. Με πήρε μαζί της για να μου δείξει αυτό τον σημαντικό χώρο. Σχετικά πρόσφατα μάλιστα είχαν τελειώσει κάποια έργα συντήρησης και ήταν περήφανη.
Άρχισε λοιπόν να μου δείχνει τα τείχη, την πύλη, την τάφρο αποστράγγισης και να μου εξηγεί το ένα και το άλλο. Προσωπικά δεν μου άρεσε απολύτως τίποτε· βαρέθηκα. Την παράτησα λοιπόν να μιλάει μόνη της. Πήγα παραπέρα και μάζευα λουλούδια. Αυτό πρέπει να της δημιούργησε ψυχικό τραύμα, μιας και δεν έπαυσε ποτέ να μιλάει για το περιστατικό.
Οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν το μέλλον. Έτσι και εγώ τότε δεν ήξερα ότι όταν θα έφευγε με μετάθεση στη Θεσσαλονίκη, δύο χρόνια αργότερα, θα «κληρονομούσα» τα Άβδηρα. Δεν ήξερα ότι το μέρος όπου μάζεψα εκείνα τα λουλούδια θα το ανέσκαπτα, όχι πολύ αργότερα, και θα περνούσα εκεί όλη την υπηρεσιακή και επιστημονική μου ζωή και έτσι θα είχα μαζί της κάθε είδους «διαπλοκή» για τα Άβδηρα – υπηρεσιακή και επιστημονική.
ΥΓ.: Στην εικόνα μια ευτυχισμένη στιγμή μας.
Διαβάστε κι άλλες ιστορίες στο Short Stories.
Πηγή: Ντ. Καλλιντζή, Short Stories
Δεν υπάρχουν σχόλια