Ο επίτιμος έφορος Αρχαιοτήτων Μιχάλης Ανδριανάκης αφηγείται στο Short Stories περιστατικά επιθέσεων και ανομίας που δυσχαίρεναν την προστασ...
Ο επίτιμος έφορος Αρχαιοτήτων Μιχάλης Ανδριανάκης αφηγείται στο Short Stories περιστατικά επιθέσεων και ανομίας που δυσχαίρεναν την προστασία των μνημείων στο Φραγκοκάστελλο Σφακίων.
Τέλη δεκαετίας του 1970. Σχετικά φρέσκος ακόμη, ωρομίσθιος στο Γραφείο Χανίων της 13ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, χειριζόμουν τα θέματα του νομού σε στενή συνεργασία με τον αείμνηστο έφορο Μανόλη Μπορμπουδάκη.
Ανάμεσα στα άλλα και η προστασία του φρουρίου Φραγκοκάστελλου και του πέριξ αρχαιολογικού χώρου από την παλαιοχριστιανική περίοδο, στην περιοχή των Σφακιών. Εκεί, κατά τους βενετσιάνικους χάρτες, ζούσαν «popoli bellicosi», με άλλα λόγια ένας λαός πολεμικός.
Ο εκτεταμένος κάμπος ήταν εντελώς αδόμητος και ακαλλιέργητος, με το φρούριο –κυρίαρχο στο τοπίο–, δυο παλαιοχριστιανικές βασιλικές, μια βυζαντινή εκκλησία και ένα μικρό μοναστήρι. Ο χαρακτηρισμός τριπλός: ιστορικό διατηρητέο μνημείο, αρχαιολογικός χώρος και τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους.
Μέχρι τότε δεν υπήρχαν ιδιοκτησίες. Ώσπου κάποιοι φωστήρες αποφάσισαν να γίνει αναδασμός με βάση τις μαρτυρίες «σοφών» γερόντων της περιοχής. Τους είπαμε να φροντίσουν στην καρδιά του χώρου να μοιράσουν απλά χωράφια και στον υπόλοιπο ιδιοκτησίες που θα μπορούσαν να γίνουν και οικόπεδα. Έπραξαν το εντελώς αντίθετο.
Με το προεδρικό διάταγμα του Τρίτση άρχισαν τα βάσανά μας με την αυθαίρετη δόμηση. Οι μηνύσεις έπεφταν βροχή, με τους αυθαίρετους οικιστές να τροφοδοτούνται με ρεύμα από πριονοκορδέλες που έβαζαν στα χωράφια τους και τους δικαστές να τους αθωώνουν.
Οι αστυνομικοί παρακολουθούσαν από το παράθυρο στο κοντινό τμήμα πότε θα πέσει και η τελευταία μπετονιέρα για να «επέμβουν», μαλώνοντας τους «άτακτους». Η υπηρεσία –και κυρίως εγώ– ήμασταν το «κόκκινο πανί».
Μια Καθαρή Δευτέρα, ύστερα από μια ευχάριστη ημέρα στην ύπαιθρο, μας ήρθε η φαεινή ιδέα να πάμε για καφέ στο Φραγκοκάστελλο, μαζί με την οικογένεια της Μαρίας Βλαζάκη, σε ένα ήσυχο και νόμιμο μαγαζί.
Κάποια στιγμή βγήκα έξω για προσωπική ανάγκη. Τρεις άνθρωποι, με επικεφαλής γνωστό ντόπιο επιχειρηματία, μου την είχαν στήσει απέξω και μου επιτέθηκαν. Με την πλάτη προστατευμένη από την τουαλέτα –«όταν δεν φυλάς την πλάτη σου, δεν περνάς καλά σε τέτοιους τόπους», μου έλεγε ο πατέρας μου, παλιός δάσκαλος στην περιοχή–, προσπάθησα να αντιδράσω με κλοτσιές και μπουνιές.
Κάποια στιγμή είδα έναν να βάζει το χέρι στην τσέπη που φούσκωνε υπερβολικά… Έβαλα τις φωνές και βγήκαν από το μαγαζί οι υπόλοιποι, που είχαν ανησυχήσει από την καθυστέρηση. Οι «γενναίοι» έγιναν λαγοί και έτσι έληξε το θέμα.
Στο Φραγκοκάστελλο έκανα καιρό να πάω. Ο συνάδελφος Δημήτρης Καλομοιράκης βρέθηκε εκεί μια μέρα για μπάνιο. Έκανε παρατήρηση σε κάποιους που έκτιζαν, του επιτέθηκαν με ένα φτυάρι και τον έσωσε ένας πιο ψύχραιμος, ο οποίος μάλιστα του έκανε παρατήρηση γιατί φορούσε μαγιό.
Όταν προσπαθήσαμε να αναστηλώσουμε το μοναστήρι, κάποιοι έκαψαν προειδοποιητικά την ξυλεία. Σε μια έκταση 45 στρεμμάτων στην καρδιά του αρχαιολογικού χώρου, που αγόρασε το Υπουργείο Πολιτισμού, ο δήμος έστησε αυθαίρετα αθλητικές εγκαταστάσεις για να γιορτάζουν με σκοπευτικούς και άλλους αγώνες τη μνήμη του Αγίου Νικήτα, όπως, λέει, γινόταν από παράδοση.
Ο τόπος γέμισε αυθαίρετα ξενοδοχεία με φως, νερό, τηλέφωνο, αποχέτευση και δρόμους. Ο χώρος γύρω από το φρούριο έγινε πάρκινγκ. Ο φάκελος στην Εφορεία και το Υπουργείο Πολιτισμού ακόμη φουσκώνει.
Οι Δροσουλίτες βγαίνουν κάθε χρόνο περήφανοι για να πάνε στην (σε απόσταση αναπνοής) ταβέρνα – σουπερμάρκετ ενός παράγοντα που μεγάλωνε κάθε χρόνο με λίπασμα τις μηνύσεις.
Τώρα μου λένε κάποιοι «είχες δίκιο τότε». Μα πού να το βρεις; Ένας μοναδικός τόπος καταστρέφεται χωρίς κανέναν ενδοιασμό.
Διαβάστε κι άλλες ιστορίες στο Short Stories.
Πηγή: Μ. Ανδριανάκης, Short Stories
Δεν υπάρχουν σχόλια