Λίθινη στήλη καλυμμένη με κονίαμα που φέρει γραπτή διακόσμηση σε ζώνες. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Συλλογή Προϊστορικών Αρχαιοτήτων αρ. ευρ...
Λίθινη στήλη καλυμμένη με κονίαμα που φέρει γραπτή διακόσμηση σε ζώνες.
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Συλλογή Προϊστορικών Αρχαιοτήτων αρ. ευρ. Π 3256
Προέλευση: Μυκήνες , θαλαμοειδής τάφος 70
Διαστάσεις: Ύψος 0,91 μ., πλάτος 0,42 μ., πάχος 0,14 μ.
Χρονολόγηση: 12ος αι. π.Χ.
Χώρος έκθεσης: Αίθουσα 4, προθήκη Μ19
Το 1893 ο σπουδαίος αρχαιολόγος Χρήστος Τσούντας έφερε στο φως ένα εύρημα που παραμένει μέχρι σήμερα μοναδικό.
Κατά την ανασκαφή του θαλαμοειδούς τάφου 70 στις Μυκήνες αποκαλύφθηκε μια λίθινη στήλη κοσμημένη στην πρόσθια όψη με εγχάρακτες γραμμές και κύκλους. Η στήλη είχε καλυφθεί με ασβεστοκονίαμα και έφερε πολύχρωμη νωπογραφική διακόσμηση με τρεις επάλληλες ζωφόρους στην κύρια όψη[1].
Αν και σώζεται ελάχιστα, η ανώτερη ζωφόρος αποδίδει πιθανόν μια σκηνή συνάντησης ανάμεσα σε μια καθιστή μορφή, που είναι ασφαλώς πρόσωπο κύρους (θνητός/θνητή ή θεός/θεά), και τουλάχιστον μία δεύτερη, πιθανόν όρθια, που αντικρίζει την πρώτη[2].
Στη μεσαία ζωφόρο μια πομπή οπλιτών με πλήρη εξάρτυση κινείται προς τα δεξιά υψώνοντας τα δόρατα. Η παράσταση είναι όμοια με αυτή που κοσμεί τη μία όψη του Κρατήρα των Πολεμιστών, έργο του ίδιου ζωγράφου[3].
Στην τρίτη ζωφόρο ελάφια κινούνται εν πομπή κι αυτά προς τα δεξιά. Προπορεύεται ένα θηλυκό και ακολουθούν τρία κερασφόρα αρσενικά.
Το εικονογραφικό πρόγραμμα της γραπτής στήλης των Μυκηνών συνοψίζει εύληπτα την κοσμοθεωρία των Μυκηναίων και την αντίληψη που είχαν για τη φυσική τάξη. Διαβάζοντας τις εικόνες από επάνω προς τα κάτω και από αριστερά προς δεξιά[4], όπως και σήμερα δηλαδή, ο μυκηναίος θεατής αντιλαμβανόταν ότι οι θεοί (ή/και οι κοσμικοί ηγεμόνες) της πρώτης ζωφόρου είναι ανώτεροι από τους πολεμιστές της μεσαίας, οι οποίοι με τη σειρά τους είναι ανώτεροι από τα ζώα στην τρίτη παράσταση.
Μέσα στην αυστηρότητα της τάξης όμως, κρύβεται μια φαινομενική αταξία: ένας σκαντζόχοιρος εικονίζεται επάνω στη ράχη του τελευταίου ελαφιού. Αν δεν λειτουργεί ως ένας ακόμη εκπρόσωπος του ζωικού βασιλείου που αντιπροσωπεύεται στην τρίτη ζωφόρο, τότε δεν αποκλείεται να συνιστά διακριτική ένδειξη για την εποχή που έγινε η ταφή και ζωγραφίστηκε το επιτύμβιο μνημείο: οι σκαντζόχοιροι πέφτουν σε χειμερία νάρκη και ξυπνούν την άνοιξη και γι’ αυτό διαχρονικά θεωρήθηκαν σύμβολα αυτής της εποχής.
Θεωρούνται επίσης σύμβολα αναγέννησης, συνεπώς η επιλογή της απεικόνισης ταιριάζει στη νεκρική εικονογραφία. Ίσως όμως συμβαίνει εδώ κάτι ακόμη πιο ενδιαφέρον, αφού ο σκαντζόχοιρος δεν βαδίζει στο έδαφος, ανάμεσα στα πόδια των ελάφων, αλλά οδεύει εποχούμενος. Αυτή η θέση του ζώου, που καθόλου δεν ταιριάζει στη φύση των πραγμάτων, αποτελεί πιθανό υπαινιγμό μιας μυθολογικής αφήγησης, ενός μυκηναϊκού παραμυθιού που σήμερα μας διαφεύγει.
[1] Η στήλη είχε τουλάχιστον τρεις φάσεις χρήσης. Στην πρώτη φάση διαμορφώθηκε γλυπτικά και διακοσμήθηκε με εγχάρακτα κοσμήματα. Στη δεύτερη φάση, τον 12ο αι. π.Χ., καλύφθηκε με κονίαμα, ζωγραφίστηκε και χρησιμοποιήθηκε ως σήμα τάφου, στερεωμένη εν μέρει στο έδαφος. Στην τρίτη φάση η στήλη χρησιμοποιήθηκε για να καλύψει το άνοιγμα μιας κόγχης που είχε διανοιχθεί στο εσωτερικό του θαλαμοειδούς τάφου 70, όπου και βρέθηκε.
[2] Οι περισσότεροι μελετητές της στήλης συγκλίνουν στην άποψη ότι στην ανώτερη ζωφόρο εικονιζόταν καθιστή θεότητα και τουλάχιστον ένας όρθιος σεβίζων άνδρας, σύμφωνα με τον εικονογραφικό τύπο της «ιεράς συνομιλίας» που απαντά στην αιγαιακή εικονογραφία. Πρόσφατα ο αρχαιολόγος δρ Θεόδωρος Ηλιόπουλος ερμήνευσε το εικονιζόμενο έπιπλο όχι ως κάθισμα, αλλά ως τράπεζα προσφορών ή κλίνη, προτείνοντας την απεικόνιση θυσίας ή πρόθεσης στην ανώτερη ζωφόρο.
[3] Στον λεγόμενο «Ζωγράφο της Στήλης» αποδίδεται ένα ακόμη μυκηναϊκό αριστούργημα, ο περίφημος Κρατήρας των Πολεμιστών [Έκθεμα του Μήνα – Μάιος 2021 – https://www.namuseum.gr/monthly_artefact/to-prosopo-toy-apochairetismoy/]. Πρόκειται για σπανιότατη περίπτωση «δίγλωσσου» καλλιτέχνη που γνώριζε και δημιουργούσε σε δύο τουλάχιστον μέσα, την τοιχογραφία και την αγγειογραφία. Ο ζωγράφος έδρασε τον 12ο αι. π.Χ. σε μια εποχή αλλαγής και κρίσης για τον μυκηναϊκό κόσμο που σημαδεύτηκε από τη σταδιακή αποσύνθεση του ανακτορικού συστήματος.
[4] Η ανάγνωση μιας σειράς εικόνων από αριστερά προς δεξιά και από επάνω προς τα κάτω συμπίπτει με τον τρόπο γραφής και ανάγνωσης της μυκηναϊκής Γραμμικής γραφής Β.
Δρ Βασιλική Πλιάτσικα
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Χ. Τσούντας, «Γραπτή Στήλη εκ Μυκηνών», Αρχαιολογική Εφημερίς 1896, σελ. 1-22.
E. Vermeule, V. Karageorghis, Mycenaean Pictorial Vase Painting, Cambridge Mass./London 1982, 132-134, 222, ΧI.43.
A. Σακελλαρίου, Οι Θαλαμωτοί τάφοι των Μυκηνών Ανασκαφής Χρ. Τσούντα (1887-1898), Paris 1985, 203-204, Λ 3256, έγχρωμος πίνακας.
Θ. Ηλιόπουλος, «Μια εικονογραφική παρατήρηση επί της ΥΕΙΙΙΓ «Γραπτής Στήλης» των Μυκηνών», Π. Αδάμ-Βελένη, Κ. Τζαναβάρη (επίμ.), Δινήεσσα, Τιμητικός τόμος για την Κατερίνα Ρωμιοπούλου, Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 35-45.
V. Pliatsika, “The End Justifies the Means; Wall-painting Reflections in the Pictorial Pottery from Mycenae”, A. Vlachopoulos (ed.), Χρωστήρες. Paintbrushes. Wall-painting and Vase-painting of the second millennium BC in dialogue, Athens 2018, 535-545.
H.-G. Buchholz, “Echinos und Hystrix. Igel und Stachelschwein in Frühzeit und Antike”, Berliner Jahrbuch für Vor- und Frühgeschichte 5, 1965, 66-92. Buchholz H.-G., “Ostmediterrane Igel im Altertum”, Tier und Museum, Mitteilungen der Gesellschaft der Freunde und Förderer des museums Alexander Koenig – Bonn e. V., Band 4, Heft 2, März 1995, 33-49. A. Leonard, “Why a Hedgehog?”, L.E. Stager, J.A. Greene, M.D. Coogan (eds.), The Archaeology of Jordan and Beyond; Essays in Memory of James A. Sauer, 2000, 310-316.
Πηγή: Β. Πλιάτσικα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Δεν υπάρχουν σχόλια