Η σημαντική αυτή έκδοση κυκλοφόρησε από την Αρχαιολογική Εταιρεία τον Απρίλιο του 2013. Πρόκειται για ένα τρίτομο έργο που περιλαμβάνει κ...
Η σημαντική αυτή έκδοση κυκλοφόρησε από την Αρχαιολογική Εταιρεία τον Απρίλιο του 2013. Πρόκειται για ένα τρίτομο έργο που περιλαμβάνει και διαπραγματεύεται το σύνολο των ευρημάτων, από την πρώτη ανασκαφή του F. Halbherr το 1888 μέχρι την ανασκαφή της δεκαετίας του 1980 από τον Γιάννη Σακελλαράκη.
Ο πρώτος τόμος περιλαμβάνει όλες τις φιλολογικές μαρτυρίες σχετικά με το ιερό σπήλαιο, το οποίο χαρακτηρίσθηκε από έγκριτους αρχαιολόγους ως η «Βηθλεέμ της Αρχαιότητας». Ακόμη συζητούνται η θέση, η σχέση επιρροής των κέντρων όπως η Αξός, η Κνωσός και η Γόρτυνα αλλά και η φύση που το περιβάλλει, η πανίδα και η χλωρίδα. Εξετάζεται ο μύθος σχετικά με την γέννηση και τον θάνατο του Κρηταγενή Δία, οι θέσεις κατοίκησης στις γύρω περιοχές και οι προσβάσεις στο ιερό.
Σε ειδικό κεφάλαιο αναφέρεται η ιστορία των ανασκαφών και φυσικά γίνεται η δημοσίευση της συστηματικής ανασκαφής του Γιάννη Σακελλαράκη. Αναλύονται οι νέες μέθοδοι και τρόποι ανασκαφής σε ένα σπήλαιο, που διαφέρουν από αυτούς που χρησιμοποιούνται στις συνήθεις ανασκαφές.
Οι νέες ανασκαφές έδωσαν πολλά στοιχεία για τους επιμέρους χώρους λατρείας εντός του σπηλαίου, την Κεντρική Αίθουσα, τον Β. και τον Ν. Μυχό και το Μικρό Σπήλαιο, για την λειτουργία τους κατά περιόδους και για τα μυστήρια που ελάμβαναν χώρα, μαζί με πλήθος άλλων πληροφοριών.
Μετά την παρουσίαση των ανασκαφικών στοιχείων και των πηγών στον πρώτο τόμο γίνεται λόγος για την λατρεία και τα δρώμενα, την λειτουργία των μυστηρίων και την διαδικασία της μύησης των πιστών, όπως μπορούν να διακριβωθούν από τα ευρήματα, τις φιλολογικές πηγές, όπως π.χ. το χωρίο στους Κρήτες του Ευριπίδη, ή μεσα από την σύγκριση με άλλα μυστήρια, όπως τα Ελευσίνια. Γίνεται επίσης λόγος για την άσκηση της μαγείας (εύρεση κατάδεσμων) και της μαντικής (αστραγαλομαντεία, νερό, λυχνομαντεία). Άλλωστε, ο μάντης Επιμενίδης ο Κρης φέρεται ότι έζησε επί πολλά έτη στο σπήλαιο. Ακόμη, εξετάζεται η σχέση των Ορφικών και των Πυθαγορείων με την λατρεία στο σπήλαιο.
Ο χορός και η μουσική έπαιζαν σημαντικό ρόλο στα δρώμενα, όπως και τα δεικνύμενα, συγκεκριμένα ο θρόνος που αναφέρεται από τον Πορφύριο και του οποίου ελεφάντινα τμήματα βρέθηκαν στην Κεντρική Αίθουσα. Το σπήλαιο λειτούργησε και σαν φιλοσοφικό εργαστήριο. Πιθανώς το επισκέφθηκε ο Πλάτων, όπως διαφαίνεται στους «Νόμους» του και ο Πυθαγόρας, όπως μνημονεύει ο Πορφύριος, ενώ αργότερα, στα Ρωμαϊκά χρόνια, το επισκέφθηκαν ο Ηρώδης ο Αττικός, ο Απολλώνιος ο Τυανεύς κ.α.
Ο 2ος τόμος πραγματεύτεται τα ευρήματα των ανασκαφών ξεκινώντας από τα σκεύη Νεολιθικών χρόνων (περίπου 3000 π.Χ.), όταν το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε περιοδικά, και συνεχίζοντας με τα σπουδαία ευρήματα που χρονολογούνται από το 2000 π.Χ. μέχρι το τέλος της αρχαιότητας.
Σημαντικά και ευρύτερα γνωστά ευρήματα είναι οι χάλκινες ασπίδες των πρώτων ανασκαφών, τα χάλκινα ειδώλια, οι τρίποδες αλλά και τα χρυσά, όπως ο χρυσός τρίποδας. Χάντρες και κοσμήματα από χρυσό, ορεία κρύσταλλο ή ήλεκτρο, που είχε μαγική χρήση και αντικείμενα από φαγεντιανή επίσης ξεχωρίζουν. Πολύτιμα είναι τα ελεφάντινα αντικείμενα, ιδιαίτερα τα ριπίδια και οι πυξίδες που προέρχονται από την Β. Συρία, την Φοινίκη αλλά και κάποια σημαντικά κρητικών εργαστηρίων, ενώ ιδιαίτερη μνεία γίνεται σε τμήματα από ελεφάντινο θρόνο.
Οι σφραγίδες είναι άλλη ομάδα ευρημάτων από τις πολύ σημαντικές: Οι μινωικές από διάφορες ύλες, με κορυφαία την σφραγίδα από ορεία κρύσταλλο με θεά ή ιέρεια που κρατά θαλάσσιο τρίτωνα μπροστά από βωμό με ιερά κέρατα. Οι γεωμετρικών (1000-900 π.Χ.) χρόνων ελεφάντινες σφραγίδες είναι μοναδικές στο είδος τους. Απεικονίζουν ιππέα σε διάφορους συνδυασμούς. Για την μοναδικότητά τους ονομάζονται σφραγίδες «τύπου Ιδαίου Άντρου». Οι σφραγίδες αυτές βρίσκουν παράλληλο μόνο στις αττικές χρυσές ταινίες της ίδιας περιόδου.
Είναι φανερό από τα πιο πάνω ευρήματα ότι το Ιδαίο Άντρο δεν είναι μόνο ένα πανκρήτιο ιερό αλλά ένα ιερό που συνδέεται με όλη την Ανατολική Μεσόγειο.
Άλλα ευρήματα, όπως νομίσματα από όλες τις περιοχές της Κρήτης και όλες τις χρονικές περιόδους, δείχνουν την φήμη του ιερού, με πολύ σημαντικό το χρυσό νόμισμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου που χτυπήθηκε στην Βαβυλώνα και αφιερώθηκε από τους Πολυρρηνίους.
Οι εκατοντάδες ρωμαϊκοί λύχνοι στο σπήλαιο από διάφορα εργαστήρια της Μεσογείου υποδηλώνουν την πιθανή άσκηση Λυχνομαντείας αλλά και την νέα άνθηση του σπηλαίου στην περίοδο της ρωμαιοκρατίας.
Οι συγγραφείς πιστεύουν ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι ερμηνείας μιας ανασκαφής και ο αρχαιολόγος καλείται να δώσει τη δική του ερμηνεία. Όπως οι τεχνικές μέθοδοι ανασκαφής κάθε εποχής διαφέρουν, έτσι και ο τρόπος ερμηνείας, π.χ. ο Evans ερμήνευσε την Κνωσό σύμφωνα με Βικτωριανά πρότυπα.
Η νέα ανασκαφή του Ιδαίο Άντρου με την μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε έγινε με την λιγότερο καταστροφική επίπτωση που μπορεί να έχει οποιαδήποτε ανασκαφή.
Ως προς την ερμηνεία, εκείνο που ενδιέφερε τους μελετητές Γ. Σακελλαράκη και Έ. Σαπουνά δεν ήταν μόνο η ιστορία της τέχνης αλλά και η ιστορία του πολιτισμού και της θρησκείας στο συγκεκριμένο σπήλαιο χωρίς προκατασκευασμένες θεωρίες. Μέσα από τα «άψυχα» αντικείμενα έγινε προσπάθεια να εκτιμηθεί, εκτός από την αισθητική, η ψυχή του χώρου, η φιλοσοφία των τεχνιτών αλλά και εκείνων που αφιέρωσαν τα πολύτιμα σκεύη. Εκτός από την υλική αξία π.χ. των χρυσών ή των ελεφάντινων, ενδιέφερε περισσότερο τί αντιπροσώπευαν αυτά: Γιατί ήρθαν οι τεχνίτες από την Μεσοποταμία και την Αίγυπτο; Η ομάδα τεχνιτών που εγκαταστάθηκε, πούλησε μόνο ή και δίδαξε τους Κρήτες; Τί σημαίνει η ανάθεση αντικειμένων από κάποιον ξένο που ήρθε στο μακρινό Ιδαίο Άντρο και για ποιό λόγο το πλήθος αυτό των ευρημάτων έφθασε στον απρόσιτο ακόμη και σήμερα Ψηλορείτη;
Πηγή: CretaLive
Δεν υπάρχουν σχόλια