Το 1937, οι ανασκαφές της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας έφεραν στο φως ένα ασυνήθιστο εύρημα. Σε έ...
Το 1937, οι ανασκαφές της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας έφεραν στο φως ένα ασυνήθιστο εύρημα. Σε ένα βαθύ πηγάδι στη Βόρεια Κλιτύ της Ακρόπολης, ο Oscar Broneer εντόπισε ένα σύνολο 191 οστράκων που προέρχονταν ή προορίζονταν για κάποιον εξοστρακισμό. Όπως έγραφε ο ίδιος λίγο αργότερα, το πηγάδι είχε κατασκευαστεί στον 6ο α. π.Χ. Λίγες δεκαετίες αργότερα έπεσε σε αχρηστία και άρχισε σιγά-σιγά να γεμίζει με χώματα, πεταμένη κεραμική και αρχαία απορρίμματα.
Από τα 191 όστρακα, τα 190 έφεραν το όνομα του Θεμιστοκλή και βρέθηκαν όλα μαζί, σε βάθος περίπου 18,4 μέτρων. Το τελευταίο, με το όνομα του Κίμωνα, βρέθηκε μόνο του, ψηλότερα στο ίδιο πηγάδι. Όλα τους σχετίζονταν με τη διαδικασία του εξοστρακισμού, βασικού θεσμού για την προστασία της αθηναϊκής δημοκρατίας.
Η ασυνήθιστη ομοιομορφία έδειξε εξ αρχής πως δεν επρόκειτο για μια τυχαία ομάδα οστράκων που χρησιμοποιήθηκαν κι έπειτα πετάχτηκαν όταν έπαψαν να είναι χρήσιμα. Ήταν εμφανές πως τα όστρακα είχαν δημιουργηθεί ως σύνολο, για να διανεμηθούν σε πιθανούς χρήστες. Σε αντίθεση με την τεράστια ποικιλία των χιλιάδων οστράκων που έχουν έρθει στο φως στην Αρχαία Αγορά, εκείνα από τη Βόρεια Κλιτύ ανήκαν σε μόλις τέσσερις κατηγορίες αγγείων, ήταν κατασκευασμένα από παρόμοιο πηλό και, με βάση τον γραφικό χαρακτήρα, μπορούσαν να αποδοθούν σε μετρημένα «χέρια», 14 κατά τον Broneer που τα μελέτησε ενδελεχώς. Όλα τους έφεραν το ίδιο όνομα σε παραλλαγές: Θεμιστοκλής Νεοκλέους Φρεάρριος ή Θεμιστοκλής Νεοκλέους, με μικρές αποκλίσεις στην πτώση. Δύο από αυτά έδιναν μεγαλύτερη έμφαση στο ήδη σαφές -από τη χρήση τους- μήνυμα, προτρέποντάς τον στην προστακτική «να φύγει».
Ο θεσμός του εξοστρακισμού ξεκίνησε στην Αθήνα κάπου στο πέρασμα από τον 6ο στον 5ο αιώνα π.Χ. Οι απόψεις για το ποιος ήταν εισηγητής του και την ακριβή χρονολόγησή του διίστανται. Οι περισσότεροι ερευνητές, βασισμένοι στον Αριστοτέλη (Αθηναίων Πολιτεία 22.4) αποδίδουν τον εξοστρακισμό στον Κλεισθένη, τοποθετώντας την αφετηρία του στα τέλη του 6ου αι. π.Χ. Είναι μια πιθανή εκδοχή, συμβατή με το ευρύτερο πλαίσιο των κλεισθενικών μεταρρυθμίσεων που συνέβαλαν στην εγκαθίδρυση της δημοκρατίας στην Αθήνα και το μοίρασμα της πολιτικής δύναμης στους πολλούς αντί του περιορισμού της στον ένα. Μια άλλη άποψη τοποθετεί χρονικά τον εξοστρακισμό γύρω στα 480 π.Χ., αμέσως μετά τους Περσικούς Πολέμους.
Στόχος του θεσμού ήταν η προστασία της δημοκρατίας, μέσω της αποπομπής από την πόλη ορισμένων προσώπων που αποκτούσαν τόσο μεγάλη ισχύ που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο το πολίτευμα. Κατά τον Αριστοτέλη, ο εξοστρακισμός δεν θεωρούνταν ποινή, αλλά περιοριστικό μέτρο που εφαρμοζόταν κάθε φορά που υπήρχε φόβος κάποιος πολίτης να αποκτήσει τόση δύναμη ώστε να μπορεί να καταλύσει το πολίτευμα και να επιβάλλει τυραννία.
Η διαδικασία του εξοστρακισμού ήταν απλή. Μία φορά το χρόνο, στην έκτη πρυτανεία, ο λαός της Αθήνας συγκεντρωνόταν στην Εκκλησία του Δήμου κι έπειτα από αγορεύσεις και συζήτηση αποφάσιζε αν υπήρχε λόγος να γίνει οστρακοφορία εκείνη τη χρονιά. Εάν δεν συνέτρεχε λόγος, η πολιτική διαδικασία έληγε. Εάν, ωστόσο, ο δήμος τασσόταν υπέρ του οστρακισμού, η διαδικασία συνεχιζόταν στην όγδοη πρυτανεία. Οι Αθηναίοι πολίτες ξανασυγκεντρώνονταν στην Αγορά. Ο περίβολος διαιρείτο σε δέκα τμήματα και κάθε πολίτης έμπαινε στο τμήμα που αντιστοιχούσε στη φυλή του, φέρνοντας μαζί του το δικό του όστρακο: ένα θραύσμα πήλινου αγγείου στο οποίο είχε γράψει ή, συχνότερα, σκαλίσει το όνομα του προσώπου που ήθελε να απομακρυνθεί από την πόλη. Ακολουθούσε η καταμέτρηση και αν κάποιο πρόσωπο συγκέντρωνε περισσότερα από 6.000 όστρακα που έφεραν το όνομά του καταδικαζόταν σε δεκαετή εξορία από την Αθήνα. Μετά την παρέλευση αυτού του διαστήματος μπορούσε να επιστρέψει στην Αθήνα, καθώς στο διάστημα της εξορίας του δεν έχανε ούτε την ιδιότητα του πολίτη, ούτε την περιουσία του.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η φροντίδα των Αθηναίων να διατηρήσουν αλλά και να ενισχύσουν το δημοκρατικό πολίτευμα ήταν σημαντική. Όταν ο ίδιος ο λαός απομακρύνει προληπτικά όποιους ενδέχεται να αποτελέσουν κίνδυνο για τη συλλογικότητα, το πολίτευμα δεν κινδυνεύει. Ωστόσο, η δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας δεν λειτουργούσε χωρίς προβλήματα, όπως συχνά συνάγεται από την απόσταση των αιώνων και τον εξωραϊσμό των μελετητών. Φαίνεται δηλαδή πως ο εξοστρακισμός δεν χρησιμοποιήθηκε πάντοτε με τον αναμενόμενο τρόπο, ούτε λειτούργησε πάντοτε υπέρ της δημοκρατίας. Καθώς οι πολιτικές κρίσεις δεν έλειπαν, ενίοτε χρησιμοποιήθηκε ως μέθοδος για την εξόντωση πολιτικών αντιπάλων, ενώ άλλοτε αποτέλεσε μέσο εξαγοράς ψηφοφόρων με ελαστική συνείδηση ή μελών της εφορευτικής επιτροπής για να «εξαφανίσουν» κάποιες ψήφους.
Σε πολιτική κρίση παραπέμπουν και τα όστρακα από τη Βόρεια Κλιτύ της Ακρόπολης. Οι ομοιότητές τους, η επανάληψη του ιδίου ονόματος, το γεγονός πως είναι χαραγμένα από λίγα χέρια και η από κοινού τοποθέτησή τους στο πηγάδι εύλογα προξενούν ενδιαφέρον και γεννούν ερωτηματικά. Τα άλλα όστρακα που γνωρίζουμε από την Αγορά, όπου λάμβανε χώρα ο εξοστρακισμός, έχουν σημαντικές διαφορές στο υλικό, στον γραφικό χαρακτήρα και στα προτεινόμενα ονόματα. Παραπέμπουν σε μια διαδικασία ελεύθερη, ανεμπόδιστη, όπου κάθε ενδιαφερόμενος πολίτης γράφει ή χαράζει ο ίδιος το όνομα που επιθυμεί, στο όστρακο που βρίσκει πρόχειρο ή πρόσφορο. Το φέρνει μαζί του έτοιμο, ίσως το ετοιμάζει εκείνη την ώρα ή, ενδεχομένως, το παραγγέλνει -ως βοήθεια ή συναλλαγή-, αλλά είναι δικό του. Αποτυπώνει την πολιτική του βούληση, όπως φανερώνει και το γνωστό περιστατικό με τον Αριστείδη που, όταν του ζητήθηκε από έναν αναλφάβητο συμπολίτη του, χάραξε ο ίδιος το δικό του όνομα, σεβόμενος στον θεσμό.
Τι είναι ακριβώς τα όστρακα της Βόρειας Κλιτύος; Είναι η δουλειά ενός επαγγελματία γραφέα που ετοίμασε μια «παρτίδα» για να διευκολύνει ορισμένους ενδιαφερόμενους πολίτες, βγάζοντάς τους από τον κόπο της χάραξης; Είναι το έργο μιας ομάδας πολιτικά αντιτιθέμενης στον Θεμιστοκλή, που σκόπευε να τα χρησιμοποιήσει για την εξόντωση του πολιτικού της αντιπάλου, διοχετεύοντάς τα σε αναλφάβητους πολίτες εν αγνοία τους ή σε χαλαρούς ψηφοφόρους με κάποια ανταμοιβή; Είναι ένα σύνολο που χρησιμοποιήθηκε κι έπειτα καταχώθηκε στον πυθμένα του πηγαδιού για να συγκαλυφθεί η προσπάθεια καλπονοθείας, ή κατάλοιπο ενός σχεδίου που εξυφάνθηκε αλλά δεν τελεσφόρησε;
Τα ερωτήματα είναι αρκετά και σχετίζονται τόσο με τη λειτουργία της δημοκρατίας στην πράξη, όσο και με ευρύτερα ζητήματα όπως ο βαθμός γνώσης και χρήσης της γραφής από τον αθηναϊκό πληθυσμό σε αυτήν την εποχή. Σε κάθε περίπτωση, τα όστρακα της Βόρειας Κλιτύος μας λένε μια ιστορία διαφορετική από εκείνη που φτάνει σε εμάς από τις πηγές, δείχνοντας στην πράξη πόσο χρήσιμα είναι τα υλικά κατάλοιπα δίπλα στα αρχαία αναγνώσματα. Σύνολο μοναδικό, μα όχι μόνο, πέρα από το ενδιαφέρον για τους αρχαιόφιλους, μας δείχνει πως η ανάγνωση της ιστορίας και η ερμηνεία της δεν είναι μονοσήμαντες. Η ιστορία έχει εκπλήξεις και παράδοξα. Κι αυτό δεν θα πρέπει να μας ξενίζει -εμάς, που στην εποχή της τεχνολογίας και της πληροφορίας διακινούμε ακόμα σταυρωμένα ψηφοδέλτια....
Πηγή: Αγγ. Κοσμοπούλου, The Huffington Post
Δεν υπάρχουν σχόλια