Ερευνητές από πανεπιστήμια της Δανίας, της Βρετανίας και της Ιταλίας μελέτησαν τα θραύσματα του Παρθενώνα που βρίσκονται στο Εθνικό Μουσείο ...
Ας τις ονοµάσουµε «κρούστες του Παρθενώνα». Κάποιες είναι μαύρες και οφείλονται στην ατμοσφαιρική ρύπανση, ενώ άλλες είναι γκρίζες ή λευκές και η προέλευσή τους ποικίλλει. Μερικές έχουν αμιγώς βιολογική σύσταση: είναι απλώς λειχήνες. Υπάρχει όμως και μία άλλη, η «πορτοκαλοκάστανη κρούστα», που έχει μεν παρατηρηθεί στα Μάρμαρα του Παρθενώνα ήδη από τον 19ο αιώνα, όμως οι απαρχές της παραμένουν κάτι σαν μυστήριο. Τη μελέτησε επιστημονικά ο Γερμανός χημικός Γιούστους φον Λίμπιχ το 1853, διαπιστώνοντας ότι περιέχει «οξαλικές» ενώσεις και στις επόμενες δεκαετίες δόθηκαν αρκετές ερμηνείες για τον ανθρωπογενή ή φυσικό χαρακτήρα της. Και όπως λέει η χημικός Ελένη Αγγελακοπούλου, προϊσταμένη του τεχνικού γραφείου της Υπηρεσίας Συντήρησης των Μνημείων Ακρόπολης και γνωστή για τις μελέτες της στην πολυχρωμία του Παρθενώνα, «η συζήτηση έχει ξεκινήσει από τη δεκαετία του ’70, σε εκείνη του ’90 έγινε και σχετικό συνέδριο, ωστόσο, η επιστημονική κοινότητα δεν έχει καταλήξει. Ξέρουμε ότι είναι οξαλικό ασβέστιο, όμως, η προέλευσή του συνιστά ένα μεγάλο ντιμπέιτ».
Μερίδα επιστημόνων θεωρεί ότι έχει ανθρωπογενή προέλευση, ενώ άλλοι ισχυρίζονται πως οφείλεται σε φυσική διεργασία.
Αφορμή για τη συνομιλία με την κυρία Αγγελακοπούλου είναι μια πρόσφατη έρευνα με αντικείμενο την κρούστα ενός από τα θραύσματα του Παρθενώνα που βρίσκονται στο Εθνικό Μουσείο της Δανίας: την κεφαλή ενός Κενταύρου από τις νότιες μετόπες. Η έρευνα διεξήχθη από ερευνητές του μουσείου, του Πανεπιστημίου της Νότιας Δανίας, του Πανεπιστημίου του Κράνφιλντ κι εκείνου της Πίζας. Η ομάδα μελέτησε πέντε μικροσκοπικά δείγματα της μαρμάρινης κεφαλής, αξιοποίησε τη λεγόμενη πρωτεομική ανάλυση, τελικά όμως διαπίστωσε ότι η κρούστα ούτε βιολογική μπορεί να χαρακτηριστεί με βεβαιότητα, ούτε ανθρωπογενής μοιάζει, ούτε σε χημική αντίδραση με τον αέρα αποδίδεται, ούτε οφείλεται σε σωματίδια σιδήρου από το εσωτερικό του μαρμάρου. «Τα ευρήματά μας δεν λύνουν το μυστήριο», αναφέρουν οι ερευνητές σε άρθρο τους που δημοσιεύτηκε προ ημερών στο περιοδικό Heritage Science, «προσδιορίζουν όμως περαιτέρω τη δομή της καφετιάς κηλίδας». Διαβάστε περισσότερα εδώ.
Ας μην μπερδεύει η «καφετιά κηλίδα» – οι ερευνητές αναφέρονται στην ίδια κρούστα. Η οποία, σημειώνει η Ελένη Αγγελακοπούλου, έχει εντοπιστεί και σε μνημεία της Ιταλίας. Στην Ελλάδα μελετάται από τη δεκαετία του ’90, με επιστήμονες όπως οι Κ. Πολυκρέτη, Γ. Μανιάτης και Π. Μαραβελάκη να έχουν συνεισφέρει στη συζήτηση. Το βασικό ντιμπέιτ διεξάγεται ανάμεσα σε όσους υποστηρίζουν τη βιολογική προέλευση και σε εκείνους που επιχειρηματολογούν υπέρ της ανθρωπογενούς. Οι πρώτοι τονίζουν ότι η κρούστα εντοπίζεται και στις επιφάνειες θραύσης μαρμάρων του Παρθενώνα, εκεί δηλαδή όπου οι αρχαίοι δεν θα μπορούσαν να εφαρμόσουν κάποια βαφή. Οι δεύτεροι επικαλούνται την έντονη ομοιομορφία της κρούστας, η οποία δεν συνηθίζεται στη φύση. «Η τελευταία έρευνα δεν κατέληξε επίσης κάπου», επισημαίνει η κ. Αγγελακοπούλου. «Ετσι, το πεδίο παραμένει πάλι ελεύθερο».
Η άποψη Κορρέ
Ο Μανόλης Κορρές, πρόεδρος της Επιτροπής Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης, περιπλέκει ελαφρώς τα πράγματα. Κατ’ αρχάς, χαρακτηρίζει την επίμαχη κρούστα «πορτοκαλέρυθρη», όχι όμως ότι είναι αυτό το μείζον. Κυρίως, ο αρχιτέκτονας και ακαδημαϊκός υπογραμμίζει ότι η μυστηριώδης κρούστα εντοπίζεται σχεδόν σε κάθε μνημείο φτιαγμένο από πεντελικό μάρμαρο. Στα παλιά λατομεία, λέει, το «κοκκίνισμα» των μαρμάρων «οφείλεται σε αργιλικά υλικά που παράγονται κατά τη διάβρωση», ενώ σε παλιά αρχοντικά των Κυκλάδων, «το ασβεστοκονίαμα που έχει αποκτήσει ηλικία αιώνων, διαθέτει επίσης μια «πορτοκαλέρυθρη» απόχρωση». Και ο Παρθενώνας, εξηγεί, «είχε ασβεστωθεί από τους Οθωμανούς προτού μετατραπεί σε τζαμί από τον Μωάμεθ τον Πορθητή τον 15ο αιώνα». Αν το κάδρο συμπεριλάβει όλη την Ακρόπολη, το «πορτοκαλέρυθρο» αίνιγμα μοιάζει ίσως πιο σύνθετο. «Ενώ βλέπουμε τη συγκεκριμένη απόχρωση στην εξωτερική επιφάνεια της Πινακοθήκης των Προπυλαίων, παρατηρούμε ότι απουσιάζει τελείως από το κεντρικό τους κτίριο», λέει ο κ. Κορρές, εξηγώντας ότι η κρούστα στην Πινακοθήκη οφείλεται μάλλον σε ανθρώπινο χέρι. Επίσης, κάποιοι ανατολικοί κίονες του Παρθενώνα διαθέτουν την εν λόγω κρούστα από ένα ύψος και πάνω, όχι όμως και στα κατώτερα σημεία τους, όπου κάποτε ήταν προσκολλημένα μικρά σπίτια, τα οποία κατεδαφίστηκαν περίπου το 1840: «Ισως τα κονιάματα των σπιτιών προκάλεσαν την απάλειψη της απόχρωσης», σχολιάζει ο αρχιτέκτονας.
Υπάρχει συμπέρασμα; «Ο μόνος λόγος που δεν έχει προσδιοριστεί η προέλευση της κρούστας, είναι ότι καθένας ασχολείται με ένα συγκεκριμένο σημείο, ενός ορισμένου μνημείου, προσπαθώντας να βρει εκεί απαντήσεις», λέει ο κ. Κορρές και σημειώνει ότι πορτοκαλέρυθρη κρούστα εντοπίζεται και σε μια μεσαιωνική κόγχη στον τέταρτο κίονα της νότιας πλευράς του Ολυμπιείου. «Η προσέγγισή μου είναι η παρατήρηση», καταλήγει. «Και είναι προτιμότερες οι πολλές παρατηρήσεις, παρά τα ξύσματα ενός θραύσματος σε ένα εργαστήριο με μικροσκόπια και συστήματα ανάλυσης. Οι εικόνες που βλέπουμε με τα μάτια μας είναι καμιά φορά υπεραρκετές».
Πηγή: Ν. Ζώης, Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια