Σώζεται ακέραιος. Ο χειροκίνητος μύλος (mola asinaria) αποτελείται από δύο εφαπτόμενους μυλόλιθους: α) τον όνο (catillus), όπως ονομάζεται ...
Σώζεται ακέραιος. Ο χειροκίνητος μύλος (mola asinaria) αποτελείται από δύο εφαπτόμενους μυλόλιθους: α) τον όνο (catillus), όπως ονομάζεται ο υπερκείμενος λίθος, και β) τη μύλη (meta).
Ο όνος, που έχει κωνικό σχήμα, είναι ελαφρώς κοίλος στην κάτω επιφάνειά του, δηλαδή στην επιφάνεια τριβής, προκειμένου να εφαρμόζει απόλυτα στην κυρτή μύλη. Φέρει στο κέντρο του κυκλική διαμπερή οπή, διαμέτρου 7,5 εκ., και στην εξωτερική στενή πλευρά του ορθογώνιο τόρμο, διαστάσεων 4 Χ 3 εκ. και βάθους 6 εκ. Μία δεύτερη, εξαιρετικά μικρή, οπή, υπάρχει στην άνω επιφάνεια του όνου, πάνω από τον τόρμο. Η μύλη, που έχει σχήμα ελαφρώς σφαιρικό ή πυραμιδοειδές στην άνω επιφάνειά της, φέρει στο κέντρο της κυκλική βάθυνση, διαμέτρου 3 εκ. και βάθους 3 εκ..
Η κίνηση του χειρόμυλου, ουσιαστικά του όνου, εφόσον ήταν μόνο αυτός που περιστρεφόταν, γινόταν γύρω από έναν σιδερένιο κατακόρυφο άξονα, ο οποίος διαπερνούσε τον όνο στο κέντρο του και στερεωνόταν στο κέντρο της κυρτής μύλης (meta), που έμενε σταθερή. Από τη σωζόμενη οπή στο κέντρο της μύλης, γνωρίζουμε τη διάμετρο που είχε ο άξονας (3 εκ.). Η διοχέτευση των προς άλεση δημητριακών γινόταν από τη διαμπερή οπή, «το μάτι», στο κέντρο του όνου. Για να εμποδίζεται η διασπορά των καρπών εκτός του μύλου διαμορφωνόταν στην άνω επιφάνεια του όνου μια αβαθής χοάνη με ελαφρώς κεκλιμένα προς την οπή τοιχώματα.
Η περιστροφική κίνηση διευκολυνόταν από ξύλινη ή μεταλλική λαβή, που ήταν τοποθετημένη κάθετα στην ειδική υποδοχή-τόρμο, στην εξωτερική στενή πλευρά του όνου. Δεν σώζονται ίχνη μολυβιού μέσα στον τόρμο. Ωστόσο, η μικρή οπή στην άνω επιφάνεια του όνου, πάνω ακριβώς από τον τόρμο στερέωσης της λαβής, θα εξυπηρετούσε αναμφίβολα στη μολυβδοχόηση. Για την κατασκευή των μυλόλιθων χρησιμοποιούνταν τραχιά πέτρα, προκειμένου η αδρή επιφάνεια του υλικού να αυξάνει τις τριβές και να διευκολύνει το άλεσμα.
Παρόλη τη διάσταση των απόψεων, ανάμεσα στους ερευνητές, σχετικά με το χρόνο εισαγωγής του περιστροφικού χειροκίνητου μύλου στον ελλαδικό χώρο, η χρήση του δε φαίνεται να γενικεύεται πριν από την ύστερη ελληνιστική περίοδο. Τα πλεονεκτήματά του σε σχέση με τον παλαιότερο, βαρύτερο, παλινδρομικής κίνησης, «ολυνθιακό» χειρόμυλο είναι πολλά. Οι περιστροφικοί χειρόμυλοι έχουν μικρό όγκο, είναι φορητοί, εύχρηστοι, οικονομικοί στην κατασκευή, για αυτό και χρησιμοποιούνται ευρέως από όλες τις κοινωνικές τάξεις.
Η δυνατότητα ρύθμισης της απόστασης ανάμεσα στον κοίλο όνο και την κυρτή μύλη επιτρέπει εξάλλου τον απόλυτο έλεγχο του προς άλεση προϊόντος, που μπορούσε έτσι να ποικίλλει από πιο χονδροκομμένο σε πιο ψιλοαλεσμένο.
Οι μυλόλιθοι δεν είναι συχνό εύρημα στα ναυάγια. Πολύ σπάνια ήταν εμπορεύσιμο είδος, όπως στο ναυάγιο της Isla Pedrosa, στις ακτές της βορειοανατολικής Ισπανίας με χρονολογία βύθισης τα 150-140(;) π.Χ., από το οποίο ανελκύστηκαν 200 μυλόλιθοι από ηφαιστειακό λίθο που συναποτελούσαν ζεύγη. Κάποιες φορές, όπως τεκμηριώνεται από τη θέση εύρεσής τους, συνήθως κατά μήκος του κεντρικού άξονα του πλοίου, μυλόλιθοι που είχαν πολυχρησιμοποιηθεί στο άλεσμα, ξαναχρησιμοποιούνταν ως αντίβαρα ή «έρμα», όπως στο ναυάγιο της Κηρύνειας με χρονολογία βύθισης τα 310-300 π.Χ., στο ναυάγιο της Mahdia με χρονολογία βύθισης τα 110-90 π.Χ., και στο ναυάγιο Α στο Capo Rasocolmo της Σικελίας με χρονολογία βύθισης το 36 π.Χ.
Δεν υπάρχουν στοιχεία για την ακριβή θέση εύρεσης των δύο μυλόλιθων του ναυαγίου των Αντικυθήρων. Το γεγονός, όμως, ότι βρέθηκε στο φορτίο, τουλάχιστον μέχρι τώρα, μόνο ένας χειρόμυλος, οδηγεί στο εύλογο συμπέρασμα ότι θα χρησιμοποιούνταν από το πλήρωμα για άλεσμα και όχι για εμπορία ή ως έρμα.
Πηγή: Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Δεν υπάρχουν σχόλια