Page Nav

HIDE
HIDE_BLOG

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ:

latest

Το κάλπικο τετράδραχμο και ο συλλέκτης αρχαίων νομισμάτων

Ήταν 3 Ιανουαρίου 2012, κοντά στις 14.15, όταν σε μια αίθουσα του ξενοδοχείου Waldorf-Astoria της Νέας Υόρκης ο ορθοπεδικός Αρνολντ Π...




Ήταν 3 Ιανουαρίου 2012, κοντά στις 14.15, όταν σε μια αίθουσα του ξενοδοχείου Waldorf-Astoria της Νέας Υόρκης ο ορθοπεδικός Αρνολντ Πίτερ Βάις ετοιμαζόταν για τη δημοπρασία της ζωής του. Κρατούσε ένα ασημένιο τετράδραχμο του 4ου αιώνα π.Χ. 


Το είχε αγοράσει για 250.000 δολάρια και έθετε τιμή εκκίνησης τα 300.000 δολάρια. «Δεν υπάρχουν συνοδευτικά έγγραφα, ξέρω ότι είναι φρέσκο νόμισμα. Ξεθάφτηκε μερικά χρόνια πριν... Δύο χρόνια πριν. Ξέρω από πού έρχεται» είπε ο Βάις σε έναν άντρα που ενδιαφέρθηκε. Η εμπιστευτική κουβέντα τους όμως καταγράφηκε. Ο υποψήφιος αγοραστής ήταν καλωδιωμένος μυστικός αστυνομικός.

Οι αμερικανικές αρχές παρακολουθούσαν τον Βάις για περισσότερο από ένα χρόνο. Την υπόθεση χειριζόταν ο ελληνικής καταγωγής έφεδρος συνταγματάρχης και βοηθός εισαγγελέα του Μανχάταν Μάθιου Μπογδάνος. «Μέχρι τώρα εστιάζαμε απευθείας σε αυτούς που σκάβουν τη γη και μεταφέρουν τα αρχαία. Αποφασίσαμε να στραφούμε στους ιδιοκτήτες κλεμμένων αντικειμένων και το πράξαμε πρώτη φορά σε αυτή την υπόθεση», λέει σε τηλεφωνική μας συνομιλία.

Για τη σύλληψη του Βάις ο Μπογδάνος συνεργάστηκε με την ιταλική αστυνομία. Το νόμισμα που δημοπρατούσε ο γιατρός φερόταν να είχε βρεθεί στην Ιταλία. Σύμφωνα με τον ιταλικό νόμο, όλες οι αρχαιότητες που ανακαλύπτονται σε ιταλικό έδαφος από το 1909 και έπειτα ανήκουν στην ιταλική κυβέρνηση. Ο Βάις συνελήφθη με τρία νομίσματα στην κατοχή του, κατηγορούμενος για κακούργημα. Τον Ιούλιο του 2012 δήλωσε ένοχος σε τρία πλημμελήματα, καθώς όπως αποδείχτηκε έπειτα από ειδική ανάλυση με ηλεκτρονικό μικροσκόπιο τα τρία νομίσματα δεν ήταν αυθεντικά. Ο ίδιος δεν το γνώριζε νωρίτερα. Είχε αγοράσει ένα από αυτά με 1 εκατομμύριο δολάρια και σκόπευε να το πουλήσει σε διπλάσια τιμή. Είχε βρει και αγοραστή στο Ομάν.

Τελικά, ο Βάις τιμωρήθηκε με πρόστιμο 3.000 δολαρίων και 70 ώρες κοινωνικής εργασίας κατά τις οποίες έπρεπε να εξετάζει ανασφάλιστους ασθενείς στο ιατρείο του στο Ρόουντ Αϊλαντ. Υποχρεώθηκε να απολογηθεί δημοσίως σε άρθρο του, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της Αμερικανικής Νομισματικής Εταιρείας. Και παρέδωσε άλλα 20 αρχαία νομίσματα -γνήσια αυτή τη φορά- στην εισαγγελία του Μανχάταν. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και πέντε ελληνικά που χρονολογούνταν από το 515-338 π.Χ. Τέσσερις ασημένιοι στατήρες και ένα ασημένιο δίδραχμο. Πριν από λίγες ημέρες, ο γενικός εισαγγελέας του Μανχάταν Σάιρους Βανς ο νεότερος παρέδωσε τα νομίσματα στον πρεσβευτή της Ελλάδας στις ΗΠΑ Χρίστο Παναγόπουλο για να εκτεθούν στο Νομισματικό Μουσείο της Αθήνας.

Η διαδικασία επαναπατρισμού

Η ελληνική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον έμαθε για την υπόθεση τον περασμένο Αύγουστο, από γράμμα του γραφείου κατασχεθέντων της εισαγγελίας του Μανχάταν. Τα περισσότερα από τα 20 νομίσματα που είχε παραδώσει ο Βάις ήταν σικελικά. Η πολύπλοκη διαδικασία επαναπατρισμού των ελληνικών κράτησε κοντά στον ένα χρόνο. Η πρεσβεία ενημέρωσε το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού και κατέληξαν ότι τα πέντε κομμάτια ανήκαν σε γνωστούς τύπους αρχαιοελληνικών νομισμάτων, που δεν είχαν κυκλοφορήσει ευρέως στην ολότητα του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Αυτό χρησιμοποιήθηκε ως βασικό επιχείρημα επαναπατρισμού τους. Τα πέντε νομίσματα παραμένουν στα γραφεία της ελληνικής πρεσβείας στην Ουάσινγκτον μέχρι να βρεθεί ασφαλής τρόπος μεταφοράς τους στην Αθήνα.

«Στην Ελλάδα ό,τι χρονολογείται πριν από τον 19ο αιώνα ανήκει στην κυριότητα του ελληνικού Δημοσίου και είναι ανεπίδεκτο συναλλαγής» λέει ο δικηγόρος Ηλίας Μπίσιας που χειρίζεται υποθέσεις επαναπατρισμού αρχαιοτήτων.

Η επιστροφή όμως ενός κομματιού αρχαιοκαπηλίας δεν είναι πάντα αυτονόητη. Εξαρτάται από το εθνικό δίκαιο κάθε χώρας και τις διακρατικές συμφωνίες. Ο κ. Μπίσιας δίνει το εξής παράδειγμα: «Ένα δικό μας νόμισμα του 5ου αιώνα π.Χ. φεύγει με κάποιον τρόπο από τη χώρα, πωλείται σε Γάλλο, αυτός το μεταπωλεί σε Ολλανδό, εκείνος σε Αγγλο και καταλήγει στην Ελβετία. Αυτές οι πράξεις κρίνονται αυτοτελώς βάσει δικαίου κάθε χώρας. Αν ο Ολλανδός συλλέκτης πει ότι το νόμισμα είναι "καθαρό" και δώσει πιστοποιητικό, τότε ο αγοραστής που το αποκτά έχει "ξεπλύνει" τη νομιμότητα του νομίσματος». Εάν αποδειχτεί ότι ένας συλλέκτης είχε στην κατοχή του κάποιο αρχαίο νόμισμα καλή πίστει οφείλει να το δώσει στο ελληνικό Δημόσιο, αλλά δικαιούται αποζημίωσης.

Τον Μάρτιο του 2015 αναμένεται να ξεκινήσει στην Ελλάδα δίκη για την υπόθεση αρχαιοκαπηλίας ενός σπανίου οκτάδραχμου, που είχε εντοπιστεί το 2009 σε ξενοδοχείο της Ζυρίχης. Οι ελβετικές εισαγγελικές αρχές επικύρωσαν την κατάσχεση του νομίσματος υπέρ του ελληνικού Δημοσίου. Χρειάζεται καταδικαστική απόφαση των κατηγορουμένων στο ελληνικό δικαστήριο για να επιστρέψει το νόμισμα στη χώρα μας.

Ο Βάις δεν διεκδικεί αποζημιώσεις. Παρέδωσε τα νομίσματα για να ελαφρύνει την ποινή του. Ο Μπογδάνος ξεκαθαρίζει ότι ο Αμερικανός συλλέκτης είχε αποκτήσει και τα πέντε ελληνικά νομίσματα νόμιμα. Το ένα μάλιστα είχε βγει από την Ευρώπη το 1890.

«Αυτή η υπόθεση επηρέασε πολύ τους συλλέκτες, όχι όμως και τους αρχαιολόγους που ζουν με τους κανόνες και τους γνωρίζουν. Πλέον στις ΗΠΑ ισχύουν νέοι νόμοι και πρέπει οι συλλέκτες και οι έμποροι να ξέρουν ότι τα αντικείμενα τους χρειάζονται πάντα συνοδευτικά έγγραφα», λέει η Ούτε Βάρτενμπεργκ, διευθύντρια της Αμερικανικής Νομισματικής Εταιρείας και αρχαιολόγος με ειδίκευση στα αρχαιοελληνικά νομίσματα.

Ο 54χρονος Βάις είναι χειρούργος χεριών, διδάσκει στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου Μπράουν, είναι συνεταίρος σε οίκο δημοπρασιών στην παλιά πόλη της Ζυρίχης και διετέλεσε ταμίας στην Αμερικανική Νομισματική Εταιρεία. Προσπαθήσαμε να επικοινωνήσουμε μαζί του, όμως η γραμματέας στο ιατρείο του είπε ότι αυτή την περίοδο λείπει σε διακοπές. «Ήμουν αρκετά δραστήριος στην αγορά αρχαίων νομισμάτων», έγραψε ο ορθοπεδικός στην απολογητική του επιστολή που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της Αμερικανικής Νομισματικής Εταιρείας. «Έδινα μικρή σημασία σε νόμους ξένων κρατών, λες και δεν είχαν σημασία μέσα στις ΗΠΑ. Κι όμως, είχαν».


Πηγή: Γ. Παπαδόπουλος, Καθημερινή

Δεν υπάρχουν σχόλια