Φωτογραφία που τραβήχτηκε κατά τη διάρκεια των εργασιών συντήρησης του Διός του Αρτεμισίου. Αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Από το...
Τι γνωρίζουμε για την αποκατάσταση διάσημων αρχαίων έργων τέχνης, όπως ο Ερμής του Πραξιτέλη, ο Έφηβος των Αντικυθήρων και η Νίκη του Παιωνίου; Τι ρόλο έπαιξαν γνωστοί καλλιτέχνες, αλλά και πιο άγνωστοι επαγγελματίες, όπως αρχιτεχνίτες, χημικοί, ακόμα και φαρμακοποιοί, στην ιστορία της συντήρησης αρχαιοτήτων;
Τα παραπάνω είναι μερικά από τα ερωτήματα που πιθανόν γεννιούνται για τον χώρο για τον οποίο, αν και γνωρίζουμε καλά τα αποτελέσματά του στη συντήρηση αρχαίων έργων τέχνης, δεν συμβαίνει το ίδιο και με την ιστορία του. Το ΑΠΕ-ΜΠΕ μίλησε με τη δρ. Μωραΐτου Γεωργιάννα, Προϊσταμένη του Τμήματος Συντήρησης, Φυσικών και Χημικών Ερευνών & Αρχαιομετρίας στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Πότε ξεκίνησαν όλα; «Η επίσημη ιστορία της συντήρησης των αρχαιοτήτων στην Ελλάδα ξεκινάει με την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους και του κρατικού φορέα προστασίας των αρχαιοτήτων, της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας το 1834. Όσο για τον πρώτο άνθρωπο που κλήθηκε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στη συντήρηση των αρχαιοτήτων, αυτός ήταν ο ζωγράφος Αθανάσιος Ιατρίδης, επιστάτης στο πρώτο μουσείο της Αίγινας και μετέπειτα υποέφορος αρχαιοτήτων στην Αθήνα του Όθωνα. Θα λέγαμε, ότι η συντήρηση αρχαιοτήτων στην Ελλάδα ξεκινά σαν τεχνική υποστήριξη στις ανασκαφές, ενώ με την ίδρυση και λειτουργία των πρώτων μουσείων εισάγεται με επιστημονική δυναμική στον κύκλο εργασιών του μεγαλύτερου μουσείου του κράτους, του Εθνικού Αρχαιολογικού» αναφέρει.
Το εξώφυλλο του πρώτου τεύχους της Εφημερίδος Αρχαιολογικής. Από το βιβλίο Μεγάλες στιγμές της Ελληνικής Αρχαιολογίας, εκδόσεις Καπόν. |
Επόμενος σταθμός οι Μυκήνες: «Το 1877, ο Ερρίκος Σλήμαν, κατά την ανασκαφή του στον κύκλο Α των Μυκηνών, ανακαλύπτει ένα σκελετό με υπολείμματα σάρκας -έναν ακόμη "Αγαμέμνονα"- και αναθέτει σε έναν φαρμακοποιό από το 'Αργος να τον στερεώσει. Λεγόταν Σπ. Χ. Νικολάου και στερέωσε τον σκελετό με διάλυμα σανδαράχης (μια φυσική ρητίνη) ενώ τον σήκωσε με τη βοήθεια γύψου». Κάποια χρόνια αργότερα, το 1892, μετακλήθηκε από το Ελληνικό κράτος ο Ιταλός μωσαϊκουργός Φραγκίσκος Νόβο για τη στερέωση των ψηφιδωτών της Μονής Δαφνίου. «Η σημαδιακή χρονιά, όμως, είναι το 1888» σημειώνει. «Τότε προσλαμβάνεται στο Μουσείο της Ακρόπολης ο υφηγητής της χημείας Όθων Ρουσόπουλος για να συντηρήσει τα χάλκινα ευρήματα και τα πολύχρωμα γλυπτά των ανασκαφών της Ακρόπολης.Ο Ρουσόπουλος μεταφέρει τεχνογνωσία από το Βερολίνο, όμως ύστερα από την αρνητική κριτική που ασκήθηκε από τους αρχαιολόγους για το χρώμα που αποκτούν τα χάλκινα ευρήματα μετά τον καθαρισμό τους, ανέπτυξε μια δική του μέθοδο, η οποία προσέδιδε ευχάριστη πατίνα στον χαλκό. Ο ίδιος συνεχίζει να εργάζεται και στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο για τη συντήρηση των χάλκινων ευρημάτων που ανελκύστηκαν από το ναυάγιο των Αντικυθήρων. Ο Ρουσόπουλος εισάγει την επιστημονική προσέγγιση στη συντήρηση και δημοσιεύει το έργο του σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά» συμπληρώνει η κ. Μωραΐτου, η οποία έχει γράψει μια μονογραφία για τον Ο. Ρουσόπουλο και τον κομβικό ρόλο του, που βρίσκεται υπό έκδοση από το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων (ΤΑΠ).
Και τον 20ό αιώνα; «Καθόλη τη διάρκειά του απασχολούνται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο αρχιτεχνίτες, καλλιτέχνες και κατά διαστήματα χημικοί, οι οποίοι σε συνεργασία με τους αρχαιολόγους μελετούν, θεραπεύουν και στήνουν σε βάθρα τα αριστουργήματα της αρχαίας ελληνικής τέχνης», επισημαίνει. Σε σχετική ερώτηση του ΑΠΕ-ΜΠΕ, αναφέρει δύο ονόματα γνωστών γλυπτών που άφησαν το στίγμα τους στα αρχαία γλυπτά του μεγαλύτερου μουσείου της χώρας. «Ο γλύπτης Ανδρέας Παναγιωτάκης, που επανασυντήρησε μαζί με άλλους τον έφηβο των Αντικυθήρων μετά τον πόλεμο, και στη νεώτερη εποχή ο γλύπτης Στέλιος Τριάντης. Είναι ο άνθρωπος ο οποίος με τις γνώσεις και τις ικανότητές του έδωσε νέα μορφή σε αριστουργήματα της αρχαίας Ελληνικής τέχνης, όπως η Νίκη του Παιωνίου και ο Ερμής του Πραξιτέλη» εξηγεί.
Συντήρηση του ελληνιστικού αγάλματος, γνωστού ως ο Έφηβος των Αντικυθήρων. Αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Από το βιβλίο Μεγάλες στιγμές της Ελληνικής Αρχαιολογίας, εκδόσεις Καπόν. |
Ωστόσο, μόλις το 1984 εκδίδεται ο ορισμός του επαγγέλματος του συντηρητή από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM). Η κ. Μωραΐτου αναφέρει τους λόγους αυτής της καθυστέρησης: «Δυστυχώς η έλλειψη μονιμότητας, συνέχειας και φορέα έρευνας και εκπαίδευσης καθυστερούν την επίσημη αναγνώριση της συντήρησης ως κλάδου της επιστήμης, η οποία έρχεται τελικά για την Ελλάδα το 1985. Πρόκειται για ημερομηνία - ορόσημο για την εξέλιξη της συντήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς στην Ελλάδα, όπου η συντήρηση αναγνωρίζεται ως κλάδος της επιστήμης και εισάγεται στο Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης στο ΤΕΙ της Αθήνας» καταλήγει.
Πηγή: Ελ. Μάρκου, ΑΠΕ-ΜΠΕ μέσω LiFO
Δεν υπάρχουν σχόλια