Η Μαρία Στεφανίδου είναι διευθύντρια του Εργαστηρίου Δομικών Υλικών του ΑΠΘ και η «ψυχή» της μεγάλης προσπάθειας καταγραφής και διάσωσης των...
Η Μαρία Στεφανίδου σκύβει στο μικροσκόπιο. Αυτό που μελετάει φαίνεται σαν πέτρα. Στην πραγματικότητα όμως είναι ένα πολύτιμο θραύσμα από βυζαντινή τοιχοποιία που ήρθε στο φως στις ανασκαφές του σταθμού μετρό στη Βενιζέλου. Στην οθόνη του υπολογιστή, το κομμάτι αυτό που άντεξε στους αιώνες εμφανίζεται μεγεθυμένο αποκαλύπτοντας τα πρώτα μυστικά της σύστασής του.
Η «εξέταση» αυτή είναι το πρώτο βήμα για τη μελέτη κάθε μνημειακού υλικού που φτάνει στο Εργαστήριο Δομικών Υλικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από τους πάγκους του εργαστηρίου, που βρίσκεται στο ισόγειο της Πολυτεχνικής Σχολής, έχουν περάσει δείγματα από κάποια από τα σημαντικότερα μνημεία όλης της Ελλάδας: από τη Ροτόντα και τα αρχαία ευρήματα των σταθμών μετρό της Αγίας Σοφίας και της Βενιζέλου μέχρι το αρχαίο θέατρο της Θάσου, αλλά και νεότερα, όπως τα αρχοντικά της Δυτικής Μακεδονίας.
Το εργαστήριο μελετάει τα υλικά των μνημείων αυτών, καταγράφει τις φθορές που έχουν υποστεί από τον χρόνο και την κλιματική κρίση και παράλληλα προτείνει υλικά συμβατά για την αποκατάστασή τους.
Οπως εξηγεί η κ. Στεφανίδου, διευθύντρια του Εργαστηρίου και καθηγήτρια στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ, το εργαστήριο έχει αυτή την ερευνητική κατεύθυνση στη μελέτη υλικών μνημείων και ιστορικών κτιρίων τα τελευταία τριάντα χρόνια. «Εχουμε κάνει δειγματοληψία σε έναν μεγάλο αριθμό μνημείων σε όλη την Ελλάδα και η μεθοδολογία αυτή έχει εφαρμοστεί και σε μνημεία του εξωτερικού», σημειώνει μιλώντας στην «Κ».
Τα δεδομένα που έχουν συγκεντρώσει οι επιστήμονες σε βάθος χρόνου αποτελούν και τη μεγάλη τους περιουσία, καθώς μπορούν πλέον να κάνουν συγκρίσεις μεταξύ των διαφορετικών ετών και να διαπιστώνουν πόσο έχουν επηρεαστεί τα μνημεία από την κλιματική κρίση, η οποία αποτελεί πλέον έναν σημαντικό παράγοντα κινδύνου για τους πολιτισμικούς θησαυρούς της χώρας, καθώς και από άλλους επιβαρυντικούς παράγοντες.
Σειρά μελετών αποδεικνύει πλέον τους τρόπους με τους οποίους η κλιματική κρίση προκαλεί φθορές στα μνημεία όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο. Η κ. Στεφανίδου αναφέρει πως η κλιματική αλλαγή έχει να κάνει με τη συχνότητα και τη βιαιότητα κάποιων φαινομένων, όπως οι πλημμύρες. Οταν λοιπόν, εξηγεί η ίδια, ένα υλικό εκτίθεται σε συχνότερους κύκλους ύγρανσης και ξήρανσης, που είναι διαβρωτικοί, τότε ο ιστός του μαλακώνει πιο εύκολα, η αντοχή του μειώνεται, αλλάζει ο τρόπος που συνδέονται τα υλικά μεταξύ τους, οπότε μπορεί να επηρεαστεί μέχρι και η στατικότητα του μνημείου. «Η αποτύπωση φθοράς μπορεί να είναι μια απλή χρωματική αλλαγή. Μπορεί ωστόσο να είναι και πιο σοβαρή, σε μεγαλύτερη κλίμακα, όπως για παράδειγμα να δημιουργηθούν ρωγμές στο υλικό, να υπάρχει χαλάρωση, απώλεια αντοχής και, τέλος, απώλεια του ίδιου του υλικού», επισημαίνει.
Στο μικροσκόπιο, δείγμα βυζαντινής τοιχοποιίας από τις ανασκαφές στον σταθμό Βενιζέλου. |
Ενα σημαντικό έργο στο οποίο θα συμμετάσχει άλλωστε είναι η επανατοποθέτηση των αρχαίων ευρημάτων στον σταθμό του μετρό στη Βενιζέλου. «Οποτε χρειαστεί ή φέρουν υλικό για επανατοποθέτηση, θα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε συμβατά υλικά για να συγκολληθούν τα θραύσματα που έχουν μεταφερθεί», τονίζει η ίδια.
Το υλικό αποκατάστασης που παράγουν οι ερευνητές δεν μιμείται το πρωταρχικό του μνημείου, αλλά μοιράζεται κάποια παρόμοια χαρακτηριστικά. Τα νέα αυτά υλικά περνούν από διάφορα τεστ για να διαπιστωθεί η αντοχή τους. Μια ερευνήτρια μας έδειξε πώς δοκιμάζει την αντοχή ενός υλικού βάζοντας έναν κύβο κατασκευασμένο από αυτό κάτω από μια πρέσα που του ασκεί φορτία. Επειτα από κάποια λεπτά που δεχόταν πίεση, το φαινομενικά άφθαρτο υλικό άρχισε να δημιουργεί ρωγμές και έπειτα να διαλύεται. Η ερευνήτρια παρακολούθησε τη δοκιμασία με ψυχραιμία και έπειτα σημείωσε τις ανάλογες τιμές.
Θάλαμοι τεχνητής γήρανσης
Σε έναν άλλο χώρο του εργαστηρίου, υπάρχουν επίσης οι ειδικοί θάλαμοι τεχνητής γήρανσης, όπου τα καινούργια υλικά εκτίθενται σε κύκλους ψύξης και απόψυξης που γίνονται όλο και συχνότεροι εξαιτίας της κλιματικής κρίσης, σε αλατονέφωση, που προσομοιάζει στις συνθήκες που υποβάλλονται τα μνημεία που βρίσκονται παραλιακά, καθώς και σε συνθήκες όξινης βροχής, για να διαπιστωθεί η ταχύτητα με την οποία μπορεί να φθαρούν.
Τα νέα υλικά δοκιμάζονται για την αντοχή τους μπαίνοντας κάτω από μια πρέσα. |
Οπως περιγράφει η κ. Στεφανίδου, το μυστικό των προγενέστερων, που συνδύαζαν συνήθως τον ασβέστη με την ποζολάνη, την ηφαιστειακή γη δηλαδή, ήταν η καλή ποιότητα των πρώτων υλών. «Ο,τι σχέδιο και να κάνουμε, όποια συνταγή και να δώσουμε, δεν θα επιτύχει αν δεν υπάρχουν καλές πρώτες ύλες». Γι’ αυτό, το εργαστήριο προσπαθεί και –παρά την παντοδυναμία του τσιμέντου που έχει κυριεύσει την παραγωγή– έχει εντοπίσει και συνεργάζεται με συγκεκριμένους, τοπικούς, ασβεστοποιούς που συνεχίζουν και παράγουν ποιοτικό ασβέστη από τα Γιάννενα μέχρι και την Κρήτη. Για την ηφαιστειακή γη, η Ελλάδα είναι ευλογημένη να την έχει σε νησιά της όπως η Μήλος, η Σκύρος και η Κίμωλος.
Οπως συνηθίζει να λέει άλλωστε η καθηγήτρια, τα υλικά κρύβουν μαγεία και αν συνδυαστούν με την επιστήμη και τη μαεστρία, μπορούν να κάνουν θαύματα.
Πιάνω στα χέρια μου τον κόπο αρχαίων μαστόρων
Το Εργαστήριο Δομικών Υλικών του ΑΠΘ εντοπίζει όλες τις αλλαγές και τις φθορές, διαθέτοντας εξειδικευμένο εξοπλισμό. Φοιτητές και φοιτήτριες δραστηριοποιούνται σχεδόν σε κάθε στάδιο αυτής της μελέτης. Κάθε κίνησή τους, από τον προσδιορισμό του χρώματος ενός θραύσματος μνημείου μέχρι την επεξεργασία του στο χημείο, είναι αργή και προσεκτική, αποπνέοντας τον σεβασμό με τον οποίο χειρίζονται αυτά τα μοναδικά κομμάτια που έχουν στα χέρια τους. «Είμαστε ενθουσιασμένοι. Εγώ ασχολούμαι 30 χρόνια με αυτή τη μελέτη και πιάνω στα χέρια μου υλικά που έχουν φτιαχτεί από μάστορες, τεχνίτες, συντηρητές ανά τους αιώνες. Και είναι συγκλονιστικό κάθε φορά, γιατί κάθε φορά μαθαίνεις κάτι διαφορετικό», τονίζει η διευθύντρια του εργαστηρίου.
Από το εργαστήριο έχουν περάσει δείγματα από τα σημαντικότερα μνημεία της χώρας. [Credit: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ] |
Στο εργαστήριο φτάνει πρώτα ένα δείγμα από ένα μνημείο ή ένα κτίριο, το οποίο λαμβάνεται με τη βοήθεια αρχαιολόγων και συντηρητών. Μετά την εξέταση στο μικροσκόπιο, οι ερευνητές σπάνε σε μια επίπονη δια-δικασία το δείγμα σε ένα γουδί και το μετατρέπουν σε κόκκους, το μέγεθος των οποίων μετράνε. Επειτα, η «πούδρα» η οποία απομένει οδηγείται στο χημείο, όπου μέσα από μια σειρά διαδικασιών γίνεται η ανάλυσή της. Το αποτέλεσμα που εξάγεται καταγράφεται στην καρτέλα του κάθε μνημείου.
Η καταγραφή βοηθάει ώστε να προλάβουν οι ερευνητές να επέμβουν εάν χρειαστεί, όταν η φθορά ή η βλάβη είναι μικρή, για να μην προκληθούν μετά, στην περίπτωση ενός σεισμού ή ενός έντονου καιρικού φαινομένου, μεγαλύτερα προβλήματα, των οποίων η αποκατάσταση θα είναι πιο δαπανηρή. Με στόχο ακριβώς αυτό, το εργαστήριο συνεργάζεται με διάφορες εφορείες αρχαιοτήτων ανά τη χώρα.
Η μεταπτυχιακή φοιτήτρια Κωνσταντίνα Σουγιουλτζή χρησιμοποιεί το χρωματόμετρο για τον προσδιορισμό του χρώματος του μνημείου που μελετάει. [Credit: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ] |
Η Ειρήνη Τσαρδάκα, υποψήφια διδάκτωρ στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών, έχει περάσει από κάθε στάδιο της παραπάνω διαδικασίας και πλέον έχει επικεντρωθεί στο χημείο, όπου κάνει αναλύσεις. Για να πάει στο εργαστήριο, περνάει κάθε μέρα από τα Κάστρα. «Αυτό που βλέπω, για εμένα δεν είναι νεκρό. Τα δομικά υλικά των μνημείων είναι ζωντανά. Είναι σαν να έχεις πέντε παιδιά και τα δύο να είναι πιο ευαίσθητα και να χρειάζονται περισσότερη φροντίδα», εξηγεί. Η κ. Τσαρδάκα εκτελεί κάθε φορά με προσοχή και συνέπεια τη χημική ανάλυση, ώστε να ξέρει με ακρίβεια τι υλικό χρησιμοποίησαν εκείνοι που τα έχτισαν. Η μελέτη αυτή βοηθάει, όπως λέει, στο να δώσει στα «ευαίσθητα παιδιά» ένα κατάλληλο αδελφάκι: ένα συμβατό υλικό αποκατάστασης δηλαδή, που θα επιτρέψει στα μνημεία που επλήγησαν να συνεχίζουν να ζουν. Αυτή αποτελεί και μία από τις πιο δημιουργικές διαδικασίες που αναλαμβάνουν οι επιστήμονες του εργαστηρίου.
«Σε κάθε μνημείο, κάποιος έβαλε εκεί μια μαστοριά, μια τέχνη και έχει φτάσει μετά τόσους αιώνες σε εσένα, και τώρα καλείσαι εσύ να κάνεις κάτι αντίστοιχο. Η ευθύνη είναι τεράστια. Είμαστε επιφορτισμένοι να δώσουμε στις επόμενες γενιές αυτό που εισπράξαμε και ίσως να συνεχίσουμε μια ιστορία εκπληκτική: την κατασκευαστική τεχνολογία της Ελλάδας», καταλήγει η κ. Στεφανίδου.
Πηγή: Αλ. Καλαϊτζή, Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια