Δισκοπότηρο που σχετίζεται με πρώιμη χριστιανική κοινότητα της Αντιόχειας και έχει υποστηριχθεί από ορισμένους ότι πρόκειται για το Άγιο Δισ...
Δισκοπότηρο που σχετίζεται με πρώιμη χριστιανική κοινότητα της Αντιόχειας και έχει υποστηριχθεί από ορισμένους ότι πρόκειται για το Άγιο Δισκοπότηρο. |
Κατέχει σημαίνουσα θέση στους δυτικούς θρύλους εδώ και χιλιετίες είτε ως ιερό λείψανο, είτε ως χαμένος θησαυρός ή ως αντικείμενο ανείπωτης τελειότητας. Κι όμως το Άγιο Δισκοπότηρο ως αντικείμενο δεν ήταν τίποτε από όλα αυτά.
Γιατί μάλλον επρόκειτο για ένα απλό κύπελλο, που χρησιμοποιήθηκε στον Μυστικό Δείπνο, όταν ο Ιησούς, όπως περιγράφουν τα Ευαγγέλια του Μάρκου, του Ματθαίου και του Λουκά ζήτησε από τους μαθητές του να πιούν κρασί από αυτό, στο πλαίσιο ενός κοινού τελετουργικού.
Η παλαιότερη γραπτή αναφορά του άλλωστε, βρίσκεται στην Πρώτη Επιστολή του Αποστόλου Παύλου προς τους Κορινθίους (γύρω στο 53 μ.Χ.), τη βάση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Και τα λόγια του Παύλου ακούγονται κάθε Κυριακή από τους Χριστιανούς σε όλο τον κόσμο: «τοῦτο τὸ ποτήριον ἡ καινὴ διαθήκη ἐστὶν ἐν τῷ ἐμῷ αἵματι· τοῦτο ποιεῖτε, ὁσάκις ἂν πίνητε, εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν».
Με τα χρόνια και καθώς ο Χριστιανισμός εξαπλωνόταν, η θαυματουργή διαδικασία με την οποία το ψωμί και το κρασί έγιναν το σώμα και το αίμα του Χριστού εξελίχθηκε στο δόγμα της μετουσίωσης. Πεποίθηση ευρέως διαδεδομένη στη χριστιανική Ευρώπη από τον 12ο αιώνα, έτσι και τα κύπελλα, που ήταν μέρος αυτών των τελετών της Θείας Κοινωνίας έγιναν και τα ίδια σεβάσιμα.
Και ήταν περίπου εκείνη την εποχή, που το αρχικό κύπελλο, το οποίο χρησιμοποίησε ο Ιησούς στον Μυστικό Δείπνο άρχισε να εμφανίζεται στη λογοτεχνία. Με την ονομασία Άγιο Δισκοπότηρο πλέον, έγινε ένα αγαπημένο θέμα των μεσαιωνικών συγγραφέων, που ασχολούνταν με τις δυνάμεις του κυπέλλου, τους προστάτες του αλλά και το πού βρισκόταν. Έτσι η αναζήτηση του Δισκοπότηρου και η άμιλλα για την κατοχή του έγιναν η βάση για μια πλούσια παράδοση λογοτεχνίας και αφήγησης, που διήρκεσε επί αιώνες, φθάνοντας ως σήμερα μπορεί να πει κανείς, όπως αποδεικνύει το μυθιστόρημα του Νταν Μπράουν «Ο κώδικας Ντα Βίντσι», το 2003 ή ακόμη ο κινηματογραφικός Ιντιάνα Τζόουνς.
Κωνσταντίνος και Ελένη
Η μοίρα του αρχικού δισκοπότηρου από τον Μυστικό Δείπνο είναι άγνωστη αλλά λείψανα, που σχετίζονταν με τον Ιησού άρχισαν να βγαίνουν στην επιφάνεια λίγο αφ΄ότου ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α΄ ασπάστηκε τον Χριστιανισμό. Κάτι στο οποίο ενεργό ρόλο έπαιξε η μητέρα του Ελένη, που ήταν και η ίδια Χριστιανή.
Πράγματι γύρω στο έτος 325, λίγο μετά την αναγνώριση της θρησκείας από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, η Ελένη, οποία αργότερα αγιοποιήθηκε είχε κάνει ένα προσκύνημα στους Αγίους Τόπους αναζητώντας παλαιοχριστιανικά λείψανα και ιερούς χώρους και ανάμεσα στις στάσεις που έκανε, έφθασε στην Ιερουσαλήμ. Αλλά η πόλη δεν έμοιαζε πια με εκείνη στην οποία είχε ζήσει ο Ιησούς. Οι ρωμαϊκές λεγεώνες την είχαν ισοπεδώσει το 70 μ.Χ. μετά τη βάναυση καταστολή μιας εξέγερσης στην Ιουδαία. Ενώ μερικές δεκαετίες αργότερα, το 135 ο Αδριανός την λεηλάτησε ξανά, για να συντρίψει μια νέα εξέγερση υπό την ηγεσία του ιουδαίου στρατιωτικού ηγέτη Μπαρ Κόχμπα.
Η Αγία Ελένη και ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος κάτω από τον σταυρό σε ένα σκαλισμένο κομμάτι ελεφαντόδοντου του 6ου αιώνα |
Η αγία Ελένη δεν πτοήθηκε όμως, προκειμένου να εντοπίσει και να επισημάνει τους ιερούς τόπους. Πράγμα και το οποίο έκανε, έχοντας την βοήθεια του Ευσέβιου Καισαρείας, επισκόπου στην Καισάρεια της Παλαιστίνης, του οποίου η Εκκλησιαστική Ιστορία έθεσε τα θεμέλια για την επίσημη ιστορία του Χριστιανισμού. Ως αποτέλεσμα των ερευνών τους λοιπόν, συγκεκριμένα μέρη άρχισαν να συνδέονται με γεγονότα γύρω από τη ζωή και το θάνατο του Ιησού, όπως περιγράφονται στη Βίβλο.
Στην αγία Ελένη έτσι, πιστώνεται, ότι βρήκε πολλά τεκμήρια, με πλέον αξιοσημείωτο τον Αληθινό Σταυρό στον οποίο σταυρώθηκε ο Ιησούς ενώ άλλα αντικείμενα που συνδέονται με το προσκύνημα του ήταν ένα καρφί από τη Σταύρωση και ο χιτώνας που φορούσε ο Ιησούς στο σταυρό. Η ίδια αναγνώρισε επίσης, τον τάφο όπου θάφτηκε ο Ιησούς, και που στη συνέχεια έγινε ο χώρος για την ανέγερση της Εκκλησίας του Παναγίου Τάφου, οποία χτίστηκε με ρωμαϊκή εντολή.
Από εκείνο το σημείο και μετά, τα λείψανα θα έπαιζαν θεμελιώδη ρόλο στη χριστιανική λατρεία, ειδικά εκείνα που σχετίζονται με τα Πάθη, όπως το Ακάνθινο Στέμμα, η Αγία Λόγχη που τρύπησε την πλευρά του Ιησού και ο Άγιος Σπόγγος που χρησιμοποιήθηκε για να βραχούν τα χείλη του Ιησού κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου. Από όλα όμως, τα αντικείμενα που σχετίζονται με τον Χριστό, το δισκοπότηρο που χρησιμοποιήθηκε στον Μυστικό Δείπνο θα αποδεικνυόταν το πιο άπιαστο.
Ο Μυστικός Δείπνος σε μικρογραφία του 13ου αιώνα από το Ευαγγέλιο των Μεγάλων Εορτών |
Όσοι το είδαν
Η πρώτη αναφορά για την ύπαρξη του Δισκοπότηρου έρχεται το 570 σε ένα ταξιδιωτικό βιβλίο για τους Αγίους Τόπους, γραμμένο από έναν άνδρα μελετητή, που αποκαλείται «προσκυνητής της Πιατσέντσα». Όπως αναφέρει αυτός, ο κατά τα άλλα ανώνυμος ταξιδιώτης είδε στην Ιερουσαλήμ «το σφουγγάρι και το καλάμι, για τα οποία διαβάζουμε στο Ευαγγέλιο, ήπιαμε νερό από αυτό το σφουγγάρι. Υπάρχει επίσης το κύπελλο από όνυχα, που Εκείνος ευλόγησε στο [μυστικό] δείπνο, και πολλά άλλα θαύματα».
Κατά τους επόμενους αιώνες οι αναφορές στο δισκοπότηρο άλλοτε είναι ελάχιστες και άλλοτε πυκνώνουν, φθάνοντας ως σήμερα.
Από τα πιο διάσημα υποτιθέμενα δισκοπότηρα έτσι, είναι ένα αγγείο από κόκκινο αχάτη γνωστό ως Δισκοπότηρο της Βαλένθια. Ένα τεχνούργημα, που εμφανίζεται στην μεσαιωνική Ισπανία το 1399 και σήμερα βρίσκεται στον καθεδρικό ναό της Βαλένθια.
Το Δισκοπότηρο της Βαλένθια |
Η Ισπανία όμως, συνδέεται με την αναζήτηση του δισκοπότηρου και μέσω του μεσαιωνικού ιπποτικού ειδυλλίου «Πέρσιβαλ» του ποιητή και ιππότη Βόλφραμ φον Έσενμπαχ. Σε αυτήν την ιστορία, ο κύριος του Κάστρου του Γκράαλ (Δισκοπότηρου) είναι ο Άνφορτας, ένα όνομα που σχετίζεται με τον ισπανό πολεμιστή και βασιλιά Αλφόνσο Α΄ της Αραγονίας. Κι όσο για το δισκοπότηρο περιγράφεται ως ένα συμπαγές κύπελλο του 1ου αιώνα από κόκκινο αχάτη, με επίχρυσο ασημένιο πλαίσιο, διακοσμημένο με κοσμήματα και πολύτιμα πετράδια από τις αρχές του 12ου αιώνα. Ένα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό του ωστόσο είναι μία επιγραφή στη βάση του στα κουφικά αραβικά. Και όπως αφηγείται ο Έσενμπαχ « Στην λίθο [το Δισκοπότηρο] εμφανίζονται γράμματα χαραγμένα, γύρω από την άκρη που δίνουν το όνομα και τη γενεαλογία καθενός, υπηρέτριας ή αγοριού, που πρόκειται να κάνει αυτό το ευλογημένο ταξίδι. Κανείς δεν χρειάζεται να τρίψει την επιγραφή, γιατί μόλις διαβάσει το όνομα, σβήνει μπροστά στα μάτια του». Και πάντως, αν δει κανείς από μια συγκεκριμένη οπτική γωνία, την επιγραφή του Δισκοπότηρου της Βαλένθια φαίνεται πράγματι σαν να εξαφανίζεται.
Εκατοντάδες δισκοπότηρα
Φυσικά εκείνη την εποχή υπήρχαν και άλλα αντικείμενα που θεωρούνταν ως το Άγιο Δισκοπότηρο. Εκατοντάδες κύπελλα σε εκκλησίες, καθεδρικούς ναούς και μοναστήρια σε όλη την Ευρώπη υπήρξαν υποψήφια σε διαφορετικές περιόδους της ιστορίας. Ένα ακόμη υποψήφιο ήταν το Sacro Catino (ιερό κύπελλο), ένα οκταγωνικό δοχείο από πράσινο γυαλί που μοιάζει περισσότερο με μικρή λεκάνη παρά με κύπελλο κρασιού. Βρίσκεται σήμερα στο Θησαυροφυλάκιο του Καθεδρικού Ναού του Σαν Λορέντσο στη Γένοβα και υποτίθεται ότι βρέθηκε κοντά στη λίμνη της Γαλιλαίας από όπου και μεταφέρθηκε μετά την Α΄ Σταυροφορία τον 12ο αιώνα. Μελέτες πάντως, που έγιναν αιώνες αργότερα χρονολόγησαν το αντικείμενο μετά την εποχή του Χριστού, αν και δεν έχει αποσαφηνιστεί το ακριβές έτος κατασκευής του.
Το Ιερό Πιάτο ένα αγγείο σε σμαραγδένιο χρώμα, που φυλάσσεται στο Θησαυροφυλάκιο του Καθεδρικού Ναού Σαν Λορέντσο της Γένοβα |
Την ίδια περίπου εποχή, που αυτά τα δισκοπότηρα άρχισαν να τραβούν την προσοχή, η λογοτεχνία άρχισε επίσης να εστιάζει στο αντικείμενο και να δημιουργεί επικές ιστορίες γύρω του. Το Άγιο Δισκοπότηρο, όπως θα γινόταν γνωστό, έπαιρνε τη θέση του ως ένα από τα πιο πολύτιμα και επιθυμητά αντικείμενα σε όλο τον Χριστιανικό κόσμο. Και το αντικείμενο θα γινόταν ακόμη πιο ενδιαφέρον στα τέλη του 12ου αιώνα, όταν η γαλλίδα ποιήτρια στην αγγλική αυλή Μαρί ντε Φρανς, έγραψε ποιήματα για τον Αρθούρο και το Δισκοπότηρο ενώ το ίδιο έπραξε ο ποιητής Κρεριέν ντε Τρουά με πέντε αρθούρια ειδύλλια.
Ο βασιλιάς Αρθούρος και η Στρογγυλή Τράπεζα
Η αναζήτηση του Δισκοπότηρου άλλωστε, ήταν μία από τις κύριες ιστορίες της παράδοσης του Αρθούρου. Ενώ πολύ γνωστή φυσικά είναι αυτή, που περιλαμβάνει το ερωτικό τρίγωνο μεταξύ του Αρθούρου, της συζύγου του Γκουίνεβιρ και του ιππότη Λάνσελοτ, όταν πέραν των άλλων κρίνεται, αν ο τελευταίος ήταν επαρκώς άξιος να λάβει το Δισκοπότηρο. Σημαντική όμως, είναι και η ύπαρξη της Στρογγυλής Τράπεζας, καθώς η σκηνή του Αρθούρου και των ιπποτών του, που συγκεντρώθηκαν γύρω από αυτό το τραπέζι θυμίζει συμβολικά τον Μυστικό Δείπνο.
Για την Στρογγυλή Τράπεζα μιλάει στα μέσα του 12ου αιώνα και ο αγγλο-νορβηγός ποιητής Γουότσεϊ , ο οποίος έγραψε το «Roman de Brut – Romance of Brutus, στίχους που ανίχνευαν τους πρώτους βασιλιάδες της βρετανικής ιστορίας, συμπεριλαμβανομένου του Αρθούρου. Εδώ τονίζει την κυκλική διάταξη των καθισμάτων, που είχε έναν ισότιμο σκοπό. Γιατί όταν ο βασιλιάς Αρθούρος και οι άνδρες του κάθονταν μαζί στο τραπέζι, κανείς δεν μπορούσε να διεκδικήσει ανωτερότητα έναντι του άλλου.
Το Άγιο Δισκοπότηρο εμφανίζεται στους Ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης, όπως φαίνεται στην ανώνυμη ιστορία του 15ου αιώνα |
Περισσότερες λεπτομέρειες για τη Στρογγυλή Τράπεζα εμφανίστηκαν τους επόμενους αιώνες, καθώς γράφτηκαν και νέα έργα. Έτσι το 1200 ο γάλλος ποιητής Ρομπέρ ντε Μπορόν έγραψε το «Μέρλιν», όπου και περιγράφει πώς ο μάγος δημιούργησε τη Στρογγυλή Τράπεζα για τον πατέρα του Αρθούρου, τον Ούθερ Πεντράγκον. Και το σχέδιο του μάγου Μέρλιν θυμίζει το τραπέζι του Μυστικού Δείπνου καθώς ορίζει ότι μόνο 12 άτομα μπορούν να καθίσουν γύρω από αυτό με την 13η θέση να προορίζεται για τον ιππότη που θα βρει το Άγιο Δισκοπότηρο.
Η πυροδότηση της φαντασίας
Είναι γεγονός ότι σε μια βαθιά χριστιανική εποχή, τέτοιες ισχυρές εικόνες από τα κείμενα του Αρθούρου και τους θρύλους του Δισκοπότηρου εμφύσησαν στους ανθρώπους μια αίσθηση ιερού σκοπού, συνδεδεμένη με την λύτρωση και τη θεραπεία. Άλλωστε η αλήθεια και ο θρύλος συνδυάζονται άψογα σ΄ αυτές τις ιστορίες. Κι αυτό, γιατί κατοικούν σε έναν χρόνο και τόπο, που μοιάζουν πραγματικά αλλά δεν μπορούν να εντοπιστούν, επιτρέποντάς τους να ταυτιστούν με ανθρώπους και μέρη σε όλη την Ευρώπη. Ημι-ιστορικοί χαρακτήρες έτσι, που ζουν σε διαφορετικές στιγμές της ιστορίας, όπως ο Ιωσήφ της Αριμαθέας (Παλαιστίνη του πρώτου αιώνα) και ο Αρθούρος (Βρετανία του 6ου αιώνα) αναμειγνύονται με φανταστικούς, όπως ο μάγος Μέρλιν και η μάγισσα γνωστή ως η Κυρία των Λίμνη.
Ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία, γονατιστός ανάμεσα στην Παναγία και τον Απόστολο Ιωάννη, συλλέγει το αίμα του Χριστού στο Άγιο Δισκοπότηρο σε μια μικρογραφία του 13ου αιώνα |
Σε γενικές γραμμές όμως, από τα πρώτα αρθουριανά κείμενα του 12ου και 13ου αιώνα μέχρι τον «Θάνατο του Αρθούρου», που γράφτηκε τον 15ο αιώνα, οι ιστορίες του Δισκοπότηρου έπιασαν το πνεύμα της εποχής. Εν μέρει αυτό οφειλόταν στον πυκνό πνευματικό τους συμβολισμό, αλλά εξαρτιόνταν επίσης από μια συναρπαστική πλοκή που χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα από τον κινηματογράφο και τη μυθοπλασία.
Όπως δείχνει η παράδοση του Αρθούρου εξάλλου, το Δισκοπότηρο δεν χρειάζεται να υπάρχει ως φυσικό αντικείμενο για να πυροδοτήσει τη φαντασία. Μια παραλλαγή της ιστορίας του χαμένου Δισκοπότηρου θέλει τη Μαρία Μαγδαληνή να φέρνει το κύπελλο στη νότια Γαλλία, οπότε φθάνουμε και στον «Κώδικα Ντα Βίντσι.
Οι ιστορίες ωστόσο, για την δύναμη του Δισκοπότηρου και του αγώνα που καταβάλουν οι άνθρωποι για να το αποκτήσουν είναι συχνά τόσο περίτεχνες, όσο διακοσμημένο φέρεται να είναι και το υποτιθέμενο υψηλής αξίας αντικείμενο. Κατά ειρωνικό τρόπο όμως, η ταπεινοφροσύνη του Χριστού θα υπονοούσε το αντίθετο. «Αυτό είναι το κύπελλο ενός ξυλουργού», δηλώνει ο Ιντιάνα Τζόουνς στην ταινία του 1989 σε μια αναζήτηση του 20ου αιώνα για το Δισκοπότηρο, με φόντο τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Και επιλέγει σοφά το πιο λιτό δισκοπότηρο από την μεγάλη και εκθαμβωτική επιλογή, που παρουσιάζεται μπροστά στα μάτια του.
Ο Ιντιάνα Τζόουνς – Χάρισον Φόρντ με το Ιερό Δισκοπότηρο |
Πράγματι ο φανταστικός αρχαιολόγος βρίσκεται σε σταθερό θεολογικό έδαφος. Όπως έγραψε ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος τον 4ο αιώνα: «Το δισκοπότηρο στο οποίο ο Χριστός έδωσε το αίμα Του να πιουν στους μαθητές Του, δεν ήταν από χρυσό, και όμως όλα εκεί ήταν πολύτιμα και ταιριαστά για να εμπνέουν δέος».
Πηγή: Μ. Θερμού, MonoNews
Δεν υπάρχουν σχόλια