Mια σειρά από βασικά ερωτήματα για τη δομή οργάνωσης της αρχαίας Σικυώνας αλλά και τις σχέσεις της με τους γείτονές της απαντήθηκαν κατά τη...
Mια σειρά από βασικά ερωτήματα για τη δομή οργάνωσης της αρχαίας Σικυώνας αλλά και τις σχέσεις της με τους γείτονές της απαντήθηκαν κατά την πρόσφατη αρχαιολογική έρευνα στο πλάτωμα της Σικυώνος, από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, υπό τη διεύθυνση του επίκουρου καθηγητή και διευθυντή του ερευνητικού προγράμματος στην περιοχή, Γιάννη Λώλου, σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών, το Πανεπιστήμιο του Υork και τη ΛΖ' Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων (ΕΠΚΑ).
Σύμφωνα με τον κ. Λώλο, η αρχαία Σικυώνα συγκαταλέγεται ανάμεσα στις σημαντικές πόλεις του αρχαίου κόσμου χάρη στην πλούσια ιστορική και καλλιτεχνική της παράδοση. Εδαφικά καταλάμβανε μεγάλο μέρος της σημερινής δυτικής Κορινθίας και συνόρευε με την Κόρινθο και τις Κλεωνές προς Aνατολάς, τον Φλιούντα και τη Στύμφαλο προς Nότο, και την Αχαΐα προς Δυσμάς. Από τον ύστερο 7ο έως τον ύστερο 6ο αι. π.Χ. και υπό το τυραννικό γένος των Ορθαγοριδών, η Σικυώνα θα αναπτύξει έντονη στρατιωτική, πολιτική και πολιτιστική δράση, που θα κορυφωθεί κατά το πρώτο μισό του 6ου αι. υπό τον Κλεισθένη.
Οι πρώτες ανασκαφές
To θέατρο ήταν το επίκεντρο των πρώτων ανασκαφών στη Σικυώνα κατά τον ύστερο 19ο αιώνα από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών. Από τη δεκαετία του 1920 έως τη δεκαετία του 1950 η ανασκαφική έρευνα υπό την αιγίδα της Αρχαιολογικής Εταιρίας και τη διεύθυνση κατά αρχάς του Α. Φιλαδελφέος και στη συνέχεια του Α. Ορλάνδου επικεντρώθηκε στον χώρο της αγοράς της αρχαίας πόλης. Αποκαλύφθηκαν, σταδιακά, ένας ναός, το βουλευτήριο, μια μακρά στοά και ένα ορθογώνιο συγκρότημα, που αναγνωρίστηκε ως γυμνάσιο. Περιορισμένη ανασκαφή στον χώρο του ναού και του θεάτρου έγινε κατά τη δεκαετία του 1980 από την Κ. Κρυστάλλη-Βότση για λογαριασμό της Αρχαιολογικής Εταιρίας.
Στο σύνολό τους οι ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρίας αποκάλυψαν σημαντικά μνημεία του αστικού κέντρου της Σικυώνος, αλλά δεν αποσαφήνισαν ούτε τις χρονολογικές τους φάσεις ούτε το πώς εντάσσονταν στην αγορά.
Το ερευνητικό πρόγραμμα
Δεδομένης της μεγάλης έκτασης του αρχαίου άστεος (περίπου 2.500 στρέμματα), της μικρής επίχωσης των αρχαιολογικών οριζόντων (κατά μέσο όρο μικρότερη του 1 μ.) και της αγροτικής καλλιέργειας μεγάλου τμήματος του πλατώματος, η εντατική αρχαιολογική έρευνα επιφανείας ήταν η προφανής μέθοδος προσέγγισης του αρχαίου αστικού χώρου.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία της έρευνας και την αξιοπιστία των αποτελεσμάτων ήταν, σύμφωνα με τον κ. Λώλο, αφενός η συστηματική καταγραφή και χαρτογράφηση των υλικών καταλοίπων και αφετέρου η κατάλληλη επεξεργασία και ερμηνεία τους.
Κατά τη διάρκεια έξι ερευνητικών περιόδων (2004-2009) καλύφθηκε επιφανειακά έκταση περίπου 1.000 στρεμμάτων, που αντιπροσωπεύει περίπου το 40% του αρχαίου αστικού χώρου, ενώ περισσότερα από 400 στρέμματα ερευνήθηκαν με γεωφυσικές μεθόδους.
Στα 2.858 τετράγωνα που ερευνήθηκαν επιφανειακά, μετρήθηκαν όλα τα όστρακα και τα κεραμίδια, συλλέχθηκαν αντιπροσωπευτικά δείγματα, και χαρτογραφήθηκαν τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα με τη χρήση διαφορικού GPS υψηλής ακρίβειας.
Συνολικά, καταγράφηκαν περίπου 800 κατά χώρα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα και περίπου άλλα 1.000 διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη. Επιπλέον, ύστερα από συστηματική μελέτη των χιλιάδων οστράκων κεραμεικής που συλλέχθηκαν, οι αρχαιολόγοι είναι σε θέση να παρακολουθήσουν την εξέλιξη της Σικυώνιας κεραμεικής κατά τη διάρκεια μιας χιλιετίας, από τα τέλη του 4ου αι. π.Χ. έως τον 6ο αι. μ.Χ.
Τα αποτελέσματα των ερευνών εκτός της αρχαίας αγοράς αποδείχθηκαν καθοριστικά για την ανασύνθεση του ρυμοτομικού σχεδίου της αρχαίας πόλης στο οποίο βέβαια εντασσόταν η αγορά. Το πολεοδομικό σχέδιο της Σικυώνας ήταν προσανατολισμένο στα 4 σημεία του ορίζοντα και αποτελούνταν από τετράγωνες νησίδες πλευράς 60 έως 65 μ.
Συγκεκριμένα, αναγνωρίστηκαν ελάχιστα όστρακα της αρχαϊκής περιόδου, ενώ κλασική κεραμεική ιδίως του 4ου αι. π.Χ. βρέθηκε σε μικρές μόνο συγκεντρώσεις. Στην Πρώιμη Eλληνιστική Περίοδο (3ος αι. π.Χ.) κατασκευάστηκαν τα δημόσια μνημεία του κέντρου της αρχαίας πόλης, που ήρθαν στο φως από τις ανασκαφές του Α. Ορλάνδου.
Πέραν όμως του δημόσιου κέντρου της πόλης, φαίνεται ότι η κατοίκησή της στους πρώιμους ελληνιστικούς χρόνους ήταν λιγότερο εκτεταμένη απ' ό,τι στη Mέση και Ύστερη Eλληνιστική Περίοδο.
Πηγή: Express.gr
Πηγή εικόνων: Diazoma, Ancient Greek Theaters
Δεν υπάρχουν σχόλια