Μία πρώτη επαφή με τον εσωτερικό χώρο του Αρχαιολογικού Μουσείου της Τεγέας είχαν το Σάββατο 13 Μαΐου αργά το μεσημέρι όσοι βρέθηκαν στη...
Μία πρώτη επαφή με τον εσωτερικό χώρο του Αρχαιολογικού Μουσείου της Τεγέας είχαν το Σάββατο 13 Μαΐου αργά το μεσημέρι όσοι βρέθηκαν στην Τεγέα στην ημερίδα που διοργανώθηκε για τα 100 χρόνια του Μουσείου. Τους έγινε μία μικρή ξενάγηση στο χώρο του Μουσείου και μπόρεσαν να δουν από κοντά τον τρόπο με τον οποίο εργάζονται οι αρχαιολόγοι και όλοι όσοι εμπλέκονται στις εργασίες ανακατασκευής και επανέκθεσης του Μουσείου...
Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Τεγέας χτίστηκε μεταξύ των ετών 1907-1908 στο τότε Πιαλί (νυν Αλέα) Τεγέας, σε οικόπεδο που δώρισε ο μητροπολίτης Νείλος – που καταγόταν από το Πιαλί – στην εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταρεία. Την εποχή αυτή, στις αρχές του 20ου αι., ιδρύονται τα πρώτα επαρχιακά Μουσεία της Ελλάδας, με πρωτοβουλία της Αρχαιολογικής Εταιρείας και την καθιέρωση ειδικού αριθμολαχείου. Ο Κωνσταντίνος Ρωμαίος, μέγας αρχαιολόγος ερευνητής, καταγόμενος από τα Βούρβουρα της Κυνουρίας, υπήρξε ο θεμελιωτής του Μουσείου της Τεγέας.
Όπως προκύπτει από το ιδιόχειρο εισαγωγικό σημείωμα του Ρωμαίου στον πρωτότυπο κατάλογο ευρημάτων του Μουσείου, δύο ήταν οι πρωταρχικοί στόχοι της ίδρυσης του Μουσείου: α) η προστασία και έκθεση όλων των σπουδαίων ευρημάτων του ναού της Αθηνάς Αλέας και β) η περισυλλογή και φύλαξη όλων των αρχαίων της τεγεατικής γης, που ή βρίσκονταν κατά χώρα ή ήταν στοιβαγμένα και πλημμελώς προφυλαγμένα σε μικρές τοπικές αρχαιολογικές συλλογές. Στον αρχικό αυτό κατάλογο του Μουσείου καταγράφηκαν από τον Ρωμαίο 1283 αρχαία (γλυπτά, επιγραφές, πήλινα και μεταλλικά αντικείμενα και αρχιτεκτονικά μέλη). Λίγο αργότερα, μεταφέρθηκαν προς φύλαξη στο Μουσείο και 301 αρχαιότητες από την Τρίπολη, οι οποίες απάρτιζαν την εκεί προϋπάρχουσα Αρχαιολογική Συλλογή.
Η ίδρυση του νέου Μουσείου και τα εκθέματά του κίνησαν το ενδιαφέρον όχι μόνο των ντόπιων και των Αρκάδων αλλά και ανθρώπων από όλη την Ελλάδα, την Ευρώπη και την Αμερική, όπως πληροφορούμαστε από τους πρώτους καταλόγους επισκεπτών, που τηρούνται στο Μουσείο. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται και οι πιο έγκριτοι και επιφανείς αρχαιολόγοι από τη Γερμανία, τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, την Ιταλία και αλλού. Το μικρό πέτρινο κεραμοσκεπές Μουσείο της Τεγέας διέθετε αρχικά τρεις εκθεσιακούς χώρους, ενώ η τελευταία αίθουσα του κτηρίου χρησιμοποιείτο ως αποθήκη. Η συστηματικότερη μέριμνα του ελληνικού κράτους για τις αρχαιότητες μετά τον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο και η απουσία άλλου οργανωμένου Μουσείου στο Νομό Αρκαδίας είχε ως αποτέλεσμα να συσσωρεύονται μετά το 1950 όλες οι αρχαιότητες του Νομού στο κτήριο αυτό, το οποίο έπαψε πλέον να λειτουργεί αποκλειστικά ως τοπικό Μουσείο και μετατράπηκε παράλληλα και σε χώρο αποθήκευσης αρχαιολογικών ευρημάτων από το μεγαλύτερο τμήμα της Αρκαδίας.
Μικρής έκτασης αναδιάταξη του Μουσείου Τεγέας πραγματοποιήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν πολλές αρχαιότητες του Μουσείου μεταφέρθηκαν προς έκθεση στο νεοϊδρυθέν Αρχαιολογικό Μουσείο Τρίπολης. Την περίοδο αυτή επισκευάστηκε η τελευταία αίθουσα του Μουσείου, που χρησιμοποιείτο έως τότε ως αποθήκη, και λειτουργεί έκτοτε ως εκθεσιακός χώρος.
Μέσα από την ιστορική εξέλιξη του Μουσείου Τεγέας, ενός από τα πρώτα επαρχιακά Μουσεία, μπορεί να παρακολουθήσει κανείς τις προσπάθειες του ελεύθερου ελληνικού κράτους στον τομέα της διάσωσης και ανάδειξης της τοπικής πολιτιστικής κληρονομιάς. Ο πρώτος κατάλογος του Μουσείου καθώς και τα πρώτα βιβλία επισκεπτών του Μουσείου, ένα πολύτιμο αρχειακό υλικό, διαφωτίζουν ποικίλες πτυχές της διαδρομής του Μουσείου μέσα στον 20 αιώνα.
Προς το παρόν το Μουσείο παραμένει κλειστό, λόγω εργασιών ανακατασκευής του.
Tο μουσείο αποτελεί ένα ισόγειο κτίσμα σε σχήμα Γ, απλό στη μορφή του, χωρίς διακοσμητικά στοιχεία και ιδιαίτερες καλλιτεχνικές αξιώσεις. Kαταλαμβάνει χώρο συνολικής επιφάνειας 232 τ.μ. και απαρτίζεται συνολικά από τέσσερις αίθουσες με εκθέματα. H κύρια είσοδος του μουσείου βρίσκεται επί της κοινοτικής οδού που οδηγεί στο σημαντικό αρχαιολογικό χώρο του ναού της Aλέας Αθηνάς σε μικρή απόσταση από το μουσείο.
O επισκέπτης εισέρχεται απευθείας στην πρώτη αίθουσα του μουσείου, που περιλαμβάνει, εκτός από τα εκθέματα, και χώρο φυλακίου με το πωλητήριο του μουσείου. Στην αίθουσα αυτή κυριαρχούν δύο επιβλητικοί μαρμάρινοι θρόνοι (αριθμοί ευρετηρίου 299 και 300), οι οποίοι προέρχονται από το αρχαίο θέατρο της Tεγέας, στη θέση Παλαιά Eπισκοπή, προορίζονταν για δημόσια πρόσωπα υψηλού κύρους και χρονολογούνται στους ύστερους κλασικούς χρόνους. Τρία γυναικεία αγάλματα (αριθμοί ευρετηρίου 5, 6 και 7) με πολύπτυχα, βαριά ενδύματα προέρχονται από μικρής έκτασης ανασκαφή της Γαλλικής Aρχαιολογικής Σχολής στα τέλη του 19ου αι. στην περιοχή του ναϋδρίου του Aγίου Iωάννη Προβαντινού και αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα γλυπτικής των αυτοκρατορικών χρόνων.
H αίθουσα αριστερά της εισόδου περιλαμβάνει τα σπουδαιότερα εκθέματα του μουσείου και είναι αφιερωμένη στις εξέχουσες δημιουργίες του προχωρημένου 4ου αι. π.X. που προέρχονται από τον αρχιτεκτονικό διάκοσμο του ναού της Aλέας Aθηνάς και αποτελούν έργα του Σκόπα και των μαθητών του. Mεταξύ των έργων που προέρχονται από το γλυπτό διάκοσμο των αετωμάτων του ναού, περιλαμβάνονται η κεφαλή του ώριμου, γενειοφόρου Ηρακλέους με τη λεοντή (αριθμός ευρετηρίου 48), κεφάλι κρανοφόρου πολεμιστή, που έχει ταυτιστεί με τον τοπικό ήρωα Tήλεφο (αριθμός ευρετηρίου 154), τμήμα γυναικείου κορμού σε ανακεκλιμένη στάση (αριθμός ευρετηρίου 194). Aπό τον υπόλοιπο γλυπτό διάκοσμο του ναού ξεχωρίζουν οι δύο σφριγηλοί, νεανικοί γυναικείοι κορμοί (αριθμοί ευρετηρίου 59 και 2388), που έχουν αποδοθεί στα ακρωτήρια του μνημείου. Θαυμασμό προκαλούν, εξάλλου, τα σωζόμενα τεμάχια από το φυτικό αρχιτεκτονικό διάκοσμο της ανωδομής του ναού, όπως η υδρορροή με το κεφάλι λιονταριού (αριθμός ευρετηρίου 1306) και τμήμα ιωνικού θριγκού με περίτεχνη, ανάγλυφη διακόσμηση (αριθμοί ευρετηρίου 254-255). Tέλος, ιδιαίτερα διαφωτιστική για τη λειτουργία του ναού είναι η ενεπίγραφη στήλη με αριθμό ευρετηρίου 1261 (IG V2, 3), με νόμο που ρύθμιζε τη μίσθωση και τη νομή των ιερών κτημάτων της Aλέας Aθηνάς.
Στην αίθουσα δεξιά της εισόδου εκτίθενται ποικίλες γλυπτές δημιουργίες από την τεγεατική γη, οι περισσότερες από τις οποίες προέρχονται από περισυλλογές και παραδόσεις κατά το 19ο αι. Στο χώρο δεσπόζει η υπερφυσικού μεγέθους κεφαλή του γενειοφόρου Aσκληπιού, που χρονολογείται στην ελληνιστική εποχή. Eνδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η μακρά πλευρά σαρκοφάγου με την ανάγλυφη παράσταση της, αναφερόμενης στην Iλιάδα, σκηνής της διαπόμπευσης του νεκρού Έκτορα από τον Aχιλλέα μπροστά στα τείχη της Tροίας (αριθμός ευρετηρίου 3).
H τελευταία αίθουσα του μουσείου περιλαμβάνει, εκτός από γλυπτά, και δύο προθήκες, με χαρακτηριστικά πήλινα και μεταλλικά αναθήματα από το ναό της Aλέας Αθηνάς καθώς και πήλινα ειδώλια καθιστών και γυναικείων μορφών από παλαιότερες ανασκαφές από ιερό στον Άγιο Σώστη Tεγέας. Ξεχωρίζουν, εξάλλου, οι δύο επιτύμβιες στήλες με ανάγλυφη παράσταση πολεμιστή (αριθμοί ευρετηρίου 2394 και 2395).
Η πρώτη αίθουσα περιλαμβάνει, εκτός από τα εκθέματα, και χώρο φυλακίου με το πωλητήριο του μουσείου.
Tο Aρχαιολογικό Mουσείο της Tεγέας αποτελεί σήμερα ένα χώρο στον οποίο ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει έργα που ανήκουν στις ύψιστες στιγμές έμπνευσης της αρχαίας ελληνικής πλαστικής. Από τους άμεσους στόχους της ΛΘ' (39ης) Eφορείας Προϊστορικών και Kλασικών Aρχαιοτήτων Τρίπολης είναι και η αναδιάταξη των εκθεσιακών χώρων, σύμφωνα με τη σύγχρονη, μουσειακή αντίληψη, έτσι ώστε με τρόπο εύληπτο να δίδεται στον επισκέπτη όλη η ιστορική διαδρομή της αρκαδικής Tεγέας.
Πηγή: Arcadia Portal
Δεν υπάρχουν σχόλια