Το Ναύπλιο την εποχή του πρώτου κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια (έργο του Πεϊτιέ). Η σχέση με την αρχαιότητα συνιστά μια ιδρυτική συνθήκη...
Το Ναύπλιο την εποχή του πρώτου κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια (έργο του Πεϊτιέ). |
Η σχέση με την αρχαιότητα συνιστά μια ιδρυτική συνθήκη για την Ευρώπη, τον νέο ελληνισμό και το ελληνικό κράτος. Η αρχαιότητα μετατράπηκε μετά τον 16ο αιώνα σε ένα είδος κατόπτρου, μέσα από το οποίο η Ευρώπη διαμόρφωνε την εικόνα της, τα πολιτικά και τα πολιτιστικά της πρότυπα.
Η γνώση των κειμένων και των αντικειμένων της αρχαιότητας έδινε, και σ’ ένα βαθμό δίνει ακόμα, δικαιώματα ιδιοποίησης του κλασικού παρελθόντος και άρα προσέδιδε μεγαλύτερο γόητρο στα πρόσωπα και στις χώρες που ήταν οι φορείς αυτής της γνώσης. Το νεοελληνικό κράτος, προϊόν σ’ ένα μεγάλο βαθμό της ανακάλυψης της αρχαιότητας, δεν μπορούσε να την αγνοήσει.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Χ. ΠΕΤΡΑΚΟΣ
Ημερολόγιο αρχαιολογικό. Τα χρόνια του Καποδίστρια, 1828-1832
εκδ. Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις
Αρχαιολογικής Εταιρείας, αρ. 301, τ. 1-3.
Η αξία του βιβλίου του Βασιλείου Χ. Πετράκου για τη μέριμνα και τις αρχαιολογικές πολιτικές του πρώτου νεοελληνικού κράτους, ιδίως κατά τα καποδιστριακά χρόνια, είναι ουσιώδης καθόσον αφορά στην κατανόηση της δύσκολης –και ακόμα σήμερα ανολοκλήρωτης– σχέσης του νέου ελληνισμού με την αρχαιότητα. Ο συγγραφέας του βιβλίου αξιοποιεί και αναδεικνύει ένα πλούσιο και διασκορπισμένο σε πολλούς φορείς αρχειακό υλικό, που ένα μέρος του ήταν εντελώς άγνωστο έως πρόσφατα. Και εννοούμε το υλικό του αρχείου Ανδρέα Μουστοξύδη που φυλάσσεται στην Ιερά Μητρόπολη Κέρκυρας. Ο μόνος που το είχε μελετήσει ήταν ο αρχαιολόγος Ι. Κ. Παπαδημητρίου, του οποίου τα κατάλοιπα αξιοποιεί ο Β. Χ. Πετράκος, αποτίνοντας και ένα φόρο τιμής σ’ αυτόν τον εξαιρετικό αρχαιολόγο, του οποίου το έργο υπήρξε πράγματι αξιοθαύμαστο.
Σημαντικό τεκμήριο
Τα αρχειακά τεκμήρια αξιοποιούνται από τις σκέψεις και τις αναλύσεις του συγγραφέα, προϊόν της πλούσιας προσωπικής του εμπειρίας στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και στην Αρχαιολογική Εταιρεία αλλά και της επιστημονικής του ενασχόλησης με την αρχαιολογία. Ας σημειωθεί ότι το βιβλίο αποτελεί μέρος μιας στοχαστικής τριλογίας του συγγραφέα που φωτίζει στο σύνολό της την ιστορία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και, μέσα απ’ αυτήν, της ίδιας της νεοελληνικής ιδεολογίας. Από αυτήν την άποψη, το βιβλίο δεν αποτελεί μόνο μια ιστορία των προσλήψεων και των χρήσεων της αρχαιότητας αλλά και της ιστορίας του νεοελληνικού κράτους, σε έναν από τους πιο σημαντικούς από συμβολική άποψη τομείς του, αυτόν της αρχαιολογικής πολιτικής. Αποτελεί μια εξαιρετική συμβολή στην ιστορία των ιδεών, αφού στη διαμόρφωση τόσο του πρώτου κράτους όσο και της αρχαιολογικής πολιτικής του συμμετέχουν και συγκρούονται κορυφαίοι διανοούμενοι και πολιτικοί.
Αξίζει να αναφέρουμε τέσσερα γνωστά ονόματα, που το βιβλίο οπωσδήποτε επιτρέπει να ξαναδούμε φωτίζοντάς τα με νέα στοιχεία: Ιωάννης Καποδίστριας, Βιάρος Καποδίστριας, Ανδρέας Μουστοξύδης, Αδαμάντιος Κοραής. Ο δρόμος για την καθιέρωση μιας αρχαιολογικής πολιτικής ήταν, άλλωστε, γεμάτος εμπόδια: αρχαιοκαπηλία και αγοραπωλησία των αρχαιοτήτων, ξένες δυνάμεις, που καθεμιά τους επιχειρεί τη διεύρυνση της πολιτικής επιρροής της και μέσα απ’ αυτή ένα μεγαλύτερο μερίδιο στα αρχαία και την αρχαιότητα. Κυρίως όμως, κατά τα πρώτα χρόνια του κράτους, η αρχαιότητα μετατρέπεται σε ένα από τα εργαλεία για τη διεύρυνση της πολιτικής επιρροής διαφόρων ομάδων της ελληνικής κοινωνίας. Πίσω από τις πολιτικές για την αρχαιότητα και πίσω από τη σχέση μαζί της, κρύβονταν διαφορετικές πολιτικές αντιλήψεις για την ίδια την παιδεία και το πολιτειακό μέλλον του κράτους, που συγκρούστηκαν βίαια και ανελέητα κατά την καποδιστριακή περίοδο, οδηγώντας στην επικράτηση του χειρότερου. Γύρω από την αρχαιολογική πολιτική και τη διδασκαλία της αρχαιότητας αναπτύσσεται ένας λαϊκισμός με συνταγματική αμφίεση που θα ευνοήσει την αρχαιολατρία και τον στείρο λογιοτατισμό, στοιχεία από τα οποία ουδέποτε απελευθερώθηκε το νεοελληνικό φαντασιακό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο μέτριος αν όχι κακός καθηγητής Ιωάννης Βενθύλος, που ως ανταμοιβή για την αντικαποδιστριακή πολιτική του, εξυψώθηκε σε ήρωα από τον Αδαμάντιο Κοραή.
Το επιστημονικό αυτό βιβλίο είναι εντέλει μια πικρή κατάθεση για την ατελή προσπάθεια του νέου ελληνισμού να ορίσει τη σχέση του τόσο με την αρχαιότητα και την αρχαιολογική επιστήμη όσο και εντέλει με τον ίδιο τον εαυτό του. Μια φράση και μόνο του βιβλίου αρκεί να την αποδώσει: «Στις μέρες του 2014 και 2015 που ζούμε δεν είναι δυνατόν να μην αναλογιστεί κανείς πώς κατά το διάστημα του ελεύθερου βίου μας, 1821-2015, ένας μόνο Κυβερνήτης του κράτους μας συγκρούστηκε με την κοινωνική, πολιτική και οικονομική αντίδραση με μόνο σκοπό να βελτιώσει τον βίο των Ελλήνων».
*Ο Ν. Ε. Καραπιδάκης είναι καθηγητής της Μεσαιωνικής Ιστορίας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, διευθυντής του περιοδικού Νέα Εστία και πρόεδρος της Εφορείας των Γενικών Αρχείων του Κράτους.
Πηγή: Ν. Ε. Καραπιδάκης, Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια