Αν φανταστούμε την ιστορία της Πελοποννήσου σαν ένα αρχαίο δέντρο, τότε το Κάστρο της Μεθώνης είναι η εγκάρσια τομή του Τα μνημεία, όπως και...
Αν φανταστούμε την ιστορία της Πελοποννήσου σαν ένα αρχαίο δέντρο, τότε το Κάστρο της Μεθώνης είναι η εγκάρσια τομή του |
Τα μνημεία, όπως και καθετί, δεν τα καταστρέφουν ο χρόνος και τα στοιχεία της φύσης. Τα φθείρει και τα νικά η έλλειψη αγάπης από τις κοινωνίες στις οποίες ανήκουν. Ελλειψη που μεταφράζεται σε απουσία ενδιαφέροντος και φροντίδας.
Το ίδιο ισχύει και για το Κάστρο της Μεθώνης. Η μέχρι τώρα διαχείρισή του δεν απέβλεπε στην ανάδειξη και στη μακροπρόθεσμη υποστήριξη της προοπτικής του, αλλά στην εμβαλωματική αντιμετώπιση των προβλημάτων του, όπως επέβαλε η ανάγκη να μη διαταραχθεί η εξουσία που ασκούσαν επάνω του οι «συναρμόδιοι φορείς». Βεβαίως, υπήρξαν μελέτες, διατριβές, δημοσιεύσεις για τις ιστορικές του περιπέτειες, τη δόμηση των προμαχώνων του, τη σύσταση και τις αντοχές των κονιαμάτων, τις επιλογές της υποδειγματικής οχυρωματικής αρχιτεκτονικής του.
Εμειναν όμως εκεί, στην ανάλυση των επιμέρους. Ελειψε ο καταλύτης που θα επέτρεπε τη σύνθεση όλων αυτών σε ενιαία εικόνα και θα μπορούσε να εμπνεύσει μια στρατηγική ανάδειξης του μνημείου, σε αρμονία με την κοινωνία και τις δυνατότητες της εποχής. Ελειψε η αγάπη.
Αν φανταστούμε την ιστορία της Πελοποννήσου σαν ένα αρχαίο δέντρο, τότε το Κάστρο της Μεθώνης είναι η εγκάρσια τομή του: στα πέτρινα σπαράγματά του ιχνηλατούνται με ενάργεια οι ιστορικοί κύκλοι της πολύπαθης χώρας, από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι σήμερα. Στη βάση αυτού του ρωμαλέου ιστορικού και πολιτιστικού αποτυπώματος μπορεί και πρέπει να σχεδιαστεί σήμερα μια ολιστική πολιτική διαχείρισης, η οποία θα εξασφαλίζει τη δομική υγεία του κάστρου, ενώ παράλληλα θα δίνει προοπτική στο αγέρωχο μνημείο ανοίγοντας τις πόρτες του στην κοινωνία.
Σήμα κινδύνου οι πρόσφατες καταρρεύσεις πολύτιμων στοιχείων του. |
Η σημερινή αγοραφοβική πολιτική διαχείρισης είναι καταδικασμένη να διαιωνίζει τον φαύλο κύκλο των καταρρεύσεων, μελετών αποκατάστασης, παρεμβάσεων και νέων καταρρεύσεων, εάν η πολιτεία δεν υιοθετήσει την προληπτική συντήρηση του κάστρου μέσω μιας διαχείρισης που θα εντοπίζει τις αστοχίες στο ξεκίνημά τους και θα παρεμβαίνει εγκαίρως για την αποσόβησή τους, με ασυγκρίτως μικρότερο κόστος.
Συνεπώς, αυτό που μπορούν και πρέπει να κάνουν σήμερα οι «συναρμόδιοι φορείς», αντί να τρέχουν πανικόβλητοι έπειτα από κάθε κατάρρευση προσπαθώντας να κατασιγάσουν οψιγενώς τις αντιδράσεις, είναι να προχωρήσουν στον σχεδιασμό και στην εφαρμογή μιας σύγχρονης διαχείρισης, η οποία θα διασφαλίσει την επιστημονική παρακολούθηση της στατικής του ευστάθειας, κάνοντας εφικτό τον εντοπισμό των κινδύνων αστοχίας στα δομικά τμήματα του κάστρου και την έγκαιρη αντιμετώπισή τους μέσω προληπτικής συντήρησης. Είναι επίσης απαραίτητο να υπάρξει πρόνοια τόσο για τον φωτισμό του όσο για τη δημιουργία ενός ενιαίου ηλεκτρονικού αρχείου, με όλες τις αρχιτεκτονικές αποτυπώσεις του μνημείου και των επιμέρους στοιχείων του, για να είμαστε σε θέση να ανατάξουμε τα πολύτιμα μέλη του που κατέρρευσαν και να μην τα παραδώσουμε οριστικά στην ιστορική λήθη. Η σημερινή τεχνολογία καθιστά απλή και εύκολη την επίτευξη αυτών των στόχων, ενώ οι ειδικοί επιστημονικοί τομείς των πολυτεχνείων μας διαθέτουν τη γνώση και την εμπειρία ώστε να υποστηρίξουν αυτή τη στρατηγική.
Θα «ανοίξει» το κάστρο στην ευρύτερη κοινωνία, επιτρέποντας και ενθαρρύνοντας χρήσεις συμβατές με τον μνημειακό χαρακτήρα του. Χρήσεις που θα προσελκύσουν περισσότερους επισκέπτες για μεγαλύτερο μέρος του ετήσιου κύκλου και ταυτόχρονα θα βελτιώσουν το ιστορικό και πολιτιστικό περιεχόμενο που η περιήγηση του κάστρου προσφέρει στον επισκέπτη.
Θα διασφαλίσει τη μερική αυτοχρηματοδότηση αυτής της νέας διαχειριστικής στρατηγικής μέσω των σημαντικών πόρων που η επισκεψιμότητα του κάστρου προσπορίζει κάθε χρόνο στον ενιαίο κορβανά του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων. Με δεδομένο ότι ο προϋπολογισμός της χώρας, με τη βαριά κληρονομιά των χιλιάδων μνημείων, δεν επαρκεί για να στηρίξει τη συντήρησή τους, πρέπει επιτέλους να αναγνωρίσουμε το προφανές: αν δεν υπάρξει πρωτογενής παραγωγή εσόδων από το ίδιο το μνημείο με βάση την επισκεψιμότητα και τις χρήσεις του, το Κάστρο της Μεθώνης –και κάθε κάστρο– είναι μακροπρόθεσμα καταδικασμένο να ρημάξει.
Το κατά πόσον έχουν ανταποκριθεί σε όλα αυτά τα εν πολλοίς αυτονόητα οι σημερινοί «συναρμόδιοι φορείς» είναι ένα ερώτημα στο οποίο το Κάστρο της Μεθώνης έδωσε, με τις πρόσφατες καταρρεύσεις πολύτιμων στοιχείων του, τη δική του θλιβερή απάντηση. Με αποτέλεσμα να κινδυνεύουμε να οδηγηθούμε στη θριαμβευτική 200στή επέτειο της Εθνεγερσίας με αυτό το μνημείο, που τόσο σημαντικό ρόλο είχε σε αυτήν, σκοτεινό και ερειπωμένο.
Η στρατηγική προστασίας και ανάδειξης που σε αδρές γραμμές περιγράψαμε είναι ο τρόπος της κοινωνίας να δείξει την αγάπη της στο μνημείο και της διοίκησης να σταθεί στο ύψος αυτής της αγάπης. Σε διαφορετική περίπτωση, ο Ορφέας Περίδης το έχει πει: «Ολα είναι ίδια αν δεν τ’ αγαπάς, όλα μένουν ίδια άμα δεν τα πας…».
* Ο κ. Νίκος Αντ. Ζαχαριάδης είναι πολιτικός μηχανικός και οικονομολόγος, αντιπρόεδρος του Συλλόγου Φίλων Κάστρου Μεθώνης (ΣΦΚΜ).
Πηγή: Ν. Ζαχαριάδης, Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια