Η Γενική Συνέλευση του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων (ICOM) της 24ης Αυγούστου 2022 στην Πράγα διατύπωσε τον νέο ορισμό των μουσείων, σύμ...
Η Γενική Συνέλευση του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων (ICOM) της 24ης Αυγούστου 2022 στην Πράγα διατύπωσε τον νέο ορισμό των μουσείων, σύμφωνα με τον οποίο «ένα μουσείο είναι ένα μη κερδοσκοπικό, μόνιμο ίδρυμα στην υπηρεσία της κοινωνίας που ερευνά, συλλέγει, συντηρεί, ερμηνεύει και εκθέτει την υλική και την άυλη κληρονομιά. Ανοιχτά στο κοινό, προσβάσιμα και χωρίς αποκλεισμούς, τα μουσεία προωθούν την ποικιλομορφία και τη βιωσιμότητα. Λειτουργούν και επικοινωνούν με επαγγελματική δεοντολογία και με τη συμμετοχή των κοινοτήτων, προσφέροντας ποικίλες εμπειρίες για εκπαίδευση, απόλαυση, προβληματισμό και ανταλλαγή γνώσεων».
Είναι γεγονός ότι τα μεγάλα κρατικά αρχαιολογικά μουσεία της χώρας μας έχουν επιτύχει τις τελευταίες δεκαετίες σε μέγιστο βαθμό τους ως άνω σκοπούς έναν προς έναν, με γενναίες επανεκθέσεις των μονίμων Συλλογών τους, μεγάλες εγχώριες και διεθνείς εκθεσιακές διοργανώσεις, χιλιάδες τίτλους επιστημονικών δημοσιεύσεων, καινοτόμα και ακούραστα εκπαιδευτικά προγράμματα, που απευθύνονται σε γενικές και ειδικές ομάδες της κοινωνίας. Εχουν επιτύχει την αμείωτη αξιοποίηση μεγάλων ευρωπαϊκών κονδυλίων και έχουν αντλήσει σπουδαίες χορηγίες από εγχώριες και διεθνείς πηγές. Και όλα αυτά με απόλυτη διαχειριστική διαύγεια, όπως προβλέπεται για τις Διευθύνσεις του Δημοσίου.
Το νέο σχέδιο νόμου που αναμένεται να τεθεί σε ψηφοφορία στο ελληνικό Κοινοβούλιο προβλέπει την αποκοπή των μουσείων από το επιστημονικό και διαχειριστικό σώμα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και την υπαγωγή τους σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Επικαλείται την εκπλήρωση στόχων που ήδη επιτυγχάνονται και προσθέτει νέους, όπως την «ευέλικτη» λειτουργία εκτός ωραρίου με την επιβολή εισιτηρίου ή άλλου αντιτίμου για την οικονομική τους ενίσχυση και την ίδρυση παραρτημάτων στο εξωτερικό, με μόνιμη εξαγωγή εθνικών Συλλογών μας σε χώρες με διαφορετική νομοθεσία προστασίας των πολιτιστικών αγαθών.
Σύμφωνα με το νέο σχέδιο νόμου, η διαχείριση των κορυφαίων μουσειακών ιδρυμάτων της χώρας θα ασκείται σε ανώτατο βαθμό από Διοικητικά Συμβούλια, υψηλού μισθολογικού κόστους, η πλειονότητα των οποίων αποτελείται από ,mροσωmκότητες αναγνωρισμένου κύρους στον χώρο των τεχνών, των γραμμάτων και των επιστημών>), οι οποίες θα επιλέγονται και θα διορίζονται από τον εκάστοτε υπουργό Πολιτισμού, χωρίς να προσδιορίζεται με ακρίβεια οποιουδήποτε είδους επιστημονική ή επαγγελματική συνάφεια με το αντικείμενο του μουσειακού λειτουργήματος. Αντί της απόδοσης των εσόδων τους στον κρατικό προϋπολογισμό, τα μουσεία θα κρατούν τις ταμειακές τους εισπράξεις, θα εξακολουθούν να επιχορηγούνται ετησίως από το κράτος και θα αρκούνται στην δημοσίευση ετήσιου ισολογισμού, κάτι το οποίο συχνά παραλείπεται για χρόνια από πολλά Νομικά Πρόσωπα της χώρας μας. Το νέο διοικητικό μοντέλο ευαγγελίζεται στόχους που ήδη επιτυγχάνονται με τρόπο εξόχως δαπανηρό, χωρίς εγγυήσεις οικονομικής διαφάνειας.
Ας μου επιτραπεί τέλος να προσθέσω πως τα κρατικά αρχαιολογικά μουσεία της χώρας μας διευθύνονται από εξειδικευμένους και διεθνώς εγνωσμένους επιστήμονες. Υπάγονται και ελέγχονται διοικητικά και επιστημονικά από τη Γενική Διεύθυνση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας εδώ και σχεδόν 190 χρόνια. Η αποκοπή τους από το σώμα της Υπηρεσίας που τα δημιούργησε και τα ανανεώνει ερευνητικά και με έμψυχο προσωπικό απειλεί να τα καταστήσει τερματικούς σταθμούς. Η ίδια αποκοπή επιχειρεί να μεταφέρει την ευθύνη της αφήγησης του παρελθόντος από τους καθ' ύλην αρμόδιους επιστήμονες σε ένα σώμα κυβερνητικά επιλεγμένων προσώπων, που θα υπάγονται και θα λογοδοτούν αποκλειστικά και μόνον στον πολιτικό τους προϊστάμενο.
* Ο δρ Κώσταs Πασχαλίδnς είναι αρχαιολόγος, επιμελnτής αρχαιοτήτων τns Προϊστορικής Συλλογής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (ΕΑΜ) και εκλεγμένο μέλοs στο ΔΣ του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων.
Πηγή: Κ. Πασχαλίδης, Τα Νέα
Δεν υπάρχουν σχόλια