Στα χέρια τους κρατούν κύλικες, προφανώς γεμάτες με κρασί, ενώ τα μισάνοιχτα χείλη, τα βλέμματα και κυρίως οι ζωηρές και εύγλωττες χειρον...
Ο επιμελητής αρχαιοτήτων του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, κ. Γιώργος Τασούλας, γράφει για ένα αριστούργημα της συλλογής του μουσείου που εκτίθεται στην ενότητα «Αρχαία Ελληνική Τέχνη. Μία ιστορία με εικόνες».
Το πήλινο αγγείο που παρουσιάζεται εδώ είναι μία κύλιξ, ένα σκεύος που χρησιμοποιούνταν ως κύπελλο κρασιού. Από το όνομα του αγγείου προέρχεται και η λέξη «κυλικείο», η οποία στην αρχαιότητα σήμαινε το ξύλινο έπιπλο όπου τοποθετούσαν τις κύλικες.
Η εικονογραφία της συγκεκριμένης κύλικας εναρμονίζεται πλήρως με τη χρήση της ως κρασοπότηρου, καθώς ο αγγειογράφος που τη διακόσμησε με την ερυθρόμορφη τεχνική –ο Ζωγράφος του Αντιφώντος, όπως συμβατικά ονομάζεται– απεικόνισε τόσο στην εσωτερική όσο και στην εξωτερική επιφάνεια στιγμιότυπα από ένα συμπόσιο που εκτυλίσσεται στο εσωτερικό μιας οικίας, συγκεκριμένα στον ανδρώνα.
Η λέξη «συμπόσιο» σημαίνει «πίνω μαζί με κάποιον». Ουσιαστικά, επρόκειτο για συγκεντρώσεις ανδρών –αρχικώς αριστοκρατικής καταγωγής– που έτρωγαν, έπιναν και διασκέδαζαν συζητώντας φιλοσοφικά και πολιτικά θέματα, απαγγέλλοντας ποίηση ή ακόμη και επιδιδόμενοι σε ερωτικές περιπτύξεις με τις εταίρες. Το συμπόσιο άνθησε από τον 7ο αι. π.Χ. και αποτέλεσε έναν σημαντικό κοινωνικό θεσμό που ενίσχυε τους φιλικούς δεσμούς μεταξύ των συμμετεχόντων.
Στην εσωτερική επιφάνεια του αγγείου, σε ένα περιορισμένο κυκλικό πεδίο που ονομάζεται «μετάλλιο», εικονίζεται ένας καλογυμνασμένος γυμνός έφηβος με πορφυρή ταινία στα μαλλιά. Με το δεξί χέρι έχει βυθίσει μιαν οινοχόη μέσα σε έναν μεγάλο κρατήρα για να αντλήσει κρασί και να γεμίσει την κύλικα που κρατά στο αριστερό χέρι.
Ο κρατήρ αποτελούσε το κατεξοχήν συμποτικό σκεύος που –όπως δηλώνει και το όνομά του– χρησιμοποιούνταν για την κράσιν, δηλαδή την ανάμειξη του οίνου με νερό. Το αποτέλεσμα αυτής της κράσης ήταν ο κεκραμένος οίνος, δηλαδή το κρασί. Το τονωτικό και παυσίλυπον δώρο του Διονύσου ήταν το αγαπημένο ποτό που συνόδευε το φαγητό, και οι συμποσιαστές συνήθιζαν να το πίνουν νερωμένο για να αποφύγουν τη μέθη. Την αναλογία την αποφάσιζε ο συμποσίαρχος – συνήθως ένα μέρος οίνου προς τρία μέρη νερού. Ο εικονιζόμενος κρατήρας –λόγω των λαβών του που μοιάζουν με κίονες που στηρίζουν το επίπεδο χείλος πάνω από τον ώμο– ονομάζεται κιονωτός ή κορινθιουργής, καθώς ο τύπος αυτός θεωρείται κορινθιακή δημιουργία.
Γραπτές επιγραφές, που αποδίδονται με πορφυρό χρώμα σε ημικυκλική διάταξη πάνω από τη σκηνή, μας γνωστοποιούν το όνομα του νεαρού οινοχόου (ΛΥΣΙΣ) και επαινούν την ομορφιά του με το επίθετο ΚΑΛΟΣ (= όμορφος). Ανάλογες επιγραφές σώζονται και στις εξωτερικές όψεις του αγγείου: ΛΥΣΙΣ ΚΑΛΟΣ (= Ο Λύσις είναι όμορφος) και ΛΥΣΙΣ ΗΟ ΠΑΙΣ (= Λύσις, ο νέος).
Οι επιγραφές που επαινούν τους όμορφους Αθηναίους εφήβους εμφανίζονται κυρίως σε συμποτικά σκεύη από τα μέσα του 6ου έως τα μέσα του 5ου αι. π.Χ. και έχουν ομοερωτική χροιά. Δεν είναι σαφές εάν οι επαινετικές επιγραφές εξέφραζαν τον θαυμασμό των ίδιων των αγγειογράφων ή εάν γίνονταν κατά παραγγελία από πελάτες που επρόκειτο να προσφέρουν τα σκεύη αυτά ως δώρα.
Η σκηνή του μεταλλίου παραπέμπει στο συμπόσιο που κοσμεί την εξωτερική επιφάνεια της κύλικας.
Τα ψάθινα καλάθια (οι λεγόμενες σπυρίδες), που κρέμονται άδεια ψηλά στους τοίχους, περιείχαν τις λιτές προμήθειες σε τρόφιμα που οι συνδαιτυμόνες συνήθιζαν να φέρνουν για το κοινό δείπνο. Πρόκειται για τα «ἀπό σπυρίδος δεῖπνα», όπως μας πληροφορεί ο Αθήναιος στο έργο του «Δειπνοσοφισταί».
Χαμηλότερα, πάνω σε ανάκλιντρα με μεγάλα αναπαυτικά μαξιλάρια, ανακάθονται έξι άνδρες: ένας ώριμος γενειοφόρος φαλακρός και πέντε νεότεροι. Είναι ενδεδυμένοι με ιμάτιο που αφήνει ακάλυπτο το πανωκόρμι, ενώ στις κεφαλές τους άλλοι φέρουν στεφάνια μυρτιάς και άλλοι ταινίες. Τα στεφάνια στα μαλλιά δηλώνουν ότι το δείπνο έχει ολοκληρωθεί και οι συνδαιτυμόνες βρίσκονται πλέον στο στάδιο του πότου, της οινοποσίας. Άλλωστε στα χέρια τους κρατούν κύλικες, προφανώς γεμάτες με κρασί, ενώ τα μισάνοιχτα χείλη, τα βλέμματα και κυρίως οι ζωηρές και εύγλωττες χειρονομίες τους δείχνουν ότι συνομιλούν και διασκεδάζουν. Πράγματι, οι συνδαιτυμόνες επιδίδονται στον κότταβο, σε ένα δημοφιλές ερωτικό παιχνίδι που θεωρείται σικελικής επινόησης.
Σύμφωνα με τους κανόνες του παιχνιδιού, κάθε συμποσιαστής περνούσε τον δείκτη του δεξιού του χεριού σε μία λαβή της κύλικάς του και τη στριφογύριζε, προσπαθώντας να εκτινάξει το κρασί προς έναν απομακρυσμένο στόχο. Σκοπός του ήταν είτε να καταρρίψει έναν μεταλλικό δίσκο που ισορροπούσε πάνω σε μία μεταλλική ράβδο είτε να βυθίσει ένα από τα μικρά πήλινα κύπελλα που επέπλεαν μέσα σε μια λεκάνη με νερό. Τη στιγμή που ο συμποσιαστής εκσφενδόνιζε το υγρό περιεχόμενο της κύλικας προς τον στόχο, ψιθύριζε το όνομα ενός αγαπημένου προσώπου ή ενός ατόμου που επιδίωκε να γοητεύσει. Όποιος έβρισκε τον στόχο, υποτίθεται ότι κέρδιζε και στην αγάπη.
Η συγκεκριμένη κύλιξ φαίνεται πως ήταν πολύτιμη για τον κάτοχό της. Αυτό συνάγεται από τα τέσσερα ζεύγη οπών που διατηρούνται στα τοιχώματά της και μαρτυρούν ότι είχε σπάσει κάποια στιγμή, αλλά ο ιδιοκτήτης της μερίμνησε για την επισκευή της με τη χρήση τεσσάρων μεταλλικών συνδέσμων (οι οποίοι σήμερα δεν σώζονται). Μολονότι η κύλιξ έχασε την πρακτική της χρήση μετά την επισκευή, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι ο κάτοχός της φρόντισε να την επιδιορθώσει για να εξακολουθεί να του θυμίζει το άτομο που ίσως κάποτε του την είχε προσφέρει ως δώρο.
Το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης
Το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης είναι αφιερωμένο στη μελέτη και προβολή των αρχαίων πολιτισμών του Αιγαίου και της Κύπρου, με ιδιαίτερη έμφαση στην Κυκλαδική τέχνη της 3ης π.Χ. χιλιετίας. Ιδρύθηκε το 1986, αρχικά για να στεγάσει την ιδιωτική συλλογή του Νικολάου και της Ντόλλης Γουλανδρή και σταδιακά επεκτάθηκε για να φιλοξενήσει και άλλες σημαντικές συλλογές-δωρεές. Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη συνιστά ένα από τα σημαντικότερα φαινόμενα του παγκόσμιου πολιτισμού και συνέβαλε καθοριστικά στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και της αισθητικής του σύγχρονου δυτικού κόσμου. Η Συλλογή Αρχαίας Ελληνικής Τέχνης του ΜΚΤ δίνει τη δυνατότητα μιας διαχρονικής προσέγγισης του φαινομένου αυτού από τη Μέση Εποχή του Χαλκού (2η χιλιετία π.Χ.) μέχρι το τέλος της ρωμαϊκής περιόδου (4ος αι. μ.Χ.). Η συλλογή παρουσιάζεται στον 2ο και 4ο όροφο του κεντρικού κτιρίου με τίτλο «Μια ιστορία με εικόνες» και «Σκηνές από την καθημερινή ζωή στην Αρχαιότητα» αντίστοιχα.
Aν θέλετε να εξερευνήσετε τη συλλογή αρχαίας ελληνικής τέχνης και τις άλλες συλλογές του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, μπείτε στο:
Πηγή: Μ. Μιχαήλ, LiFO
Δεν υπάρχουν σχόλια