Ιερό των Πηγών. Οι ναοί του 8ου-7ου π.Χ. αι. Διαβάστε εδώ το 1ο Μέρος του αφιερώματος της ΕφΑ Κυκλάδων στο νησί της Νάξου. Διαβάστε εδώ το...
Ιερό των Πηγών. Οι ναοί του 8ου-7ου π.Χ. αι. |
Διαβάστε εδώ το 1ο Μέρος του αφιερώματος της ΕφΑ Κυκλάδων στο νησί της Νάξου.
Διαβάστε εδώ το 2ο Μέρος του αφιερώματος της ΕφΑ Κυκλάδων στο νησί της Νάξου.
Διαβάστε εδώ το 3ο Μέρος του αφιερώματος της ΕφΑ Κυκλάδων στο νησί της Νάξου.
1. Το Ιερό του Δηλίου Απόλλωνα (Πορτάρα)
Η μεγάλη θρησκευτική γιορτή των Ελλήνων νησιωτών γινόταν στη Δήλο, το ιερό νησί το Απόλλωνα, όπου συμμετείχαν πρεσβείες από όλες τις πόλεις. Ωστόσο, υπήρχαν 22, σύμφωνα με την αρχαία παράδοση, δευτερεύοντα ιερά του Δηλίου Απόλλωνα, όπου διοργανώνονταν αντίστοιχες γιορτές. Βρίσκονταν κατά κανόνα σε υψώματα, κοντά στην πόλη, με θέα, ει δυνατόν, προς τη Δήλο, από όπου δινόταν η φωτεινή ειδοποίηση για να ξεκινήσει η γιορτή. Ως «Δήλιο» ταυτίστηκε, μόλις το 1972, και ο ναός στη νησίδα «Βάκχος» ή «Παλάτια», σε δεσπόζουσα θέση με οπτική επαφή με το ιερό νησί της Δήλου στο βόρειο άκρο του λιμανιού της Χώρας της Νάξου (όπου σύμφωνα με τη μυθολογία ο Θησέας εγκατέλειψε την Αριάδνη) Η σύνδεση της νησίδας με την πόλη της αρχαίας Νάξου πραγματοποιήθηκε το 1919. Να σημειωθεί, ωστόσο, ότι στην αρχαιότητα, πριν από την ανύψωση της στάθμης της θάλασσας, τα Παλάτια ήταν ένας χαμηλός λόφος μπροστά από τον οποίο απλωνόταν πεδινή έκταση έως και το «Κάστρο. Παραμένει άγνωστο πότε αποκόπηκε από την ξηρά με τη διάνοιξη πορθμού. Έχει ειπωθεί, όμως, ότι τούτο μπορεί και να συνέβη επί τυραννίας του Λυγδάμη οπότε οικοδομήθηκε και ο αρχαϊκός ναός.
Πορτάρα |
Ήδη από τον 9ο και 8ο αιώνα π.Χ., επί καταλοίπων της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού, στον «Βάκχο» λειτουργούσε υπαίθριο ιερό προς τιμήν του Απόλλωνα. Το 530 π.Χ. Λύγδαμις αποφάσισε να οικοδομήσει εκεί ναό, ο οποίος θα ήταν επιβλητικότερος όλων των «Δηλίων», ακόμη και εκείνου της ίδιας της Δήλου. Η ανατροπή του το 524 π.Χ. ματαίωσε τα σχέδια του που δεν υλοποιήθηκαν ούτε από τους «διαδόχους» τους. Ο ναός έμεινε ημιτελής.
Aπό τα θεμέλια του ναού μπορεί να «ανασυσταθεί» η κάτοψή του μνημείου, που θα ήταν ολομάρμαρο: γύρω από έναν τρίκλιτο ναό με πρόναο και οπισθόδομο θα υψωνόταν μία περίσταση με 6x12 κίονες, η οποία, στις στενές πλευρές διπλασιαζόταν, δίνοντας έτσι στις όψεις την πλούσια διάρθρωση του βάθους ενός δίπτερου ναού, στο πρότυπο των μεγάλων δίπτερων ναών των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και της Ιωνίας. Προφανώς ο Λύγδαμις είχε εμπνευστεί από το Ηραίο της Σάμου, έργο του Πολυκράτη. Ο κυρίως ναός, διαστάσεων 15,40x36,85 μ. αντιστοιχεί στο μέγεθος του ναού του Διός στην Ολυμπία.
Υπολογίζεται ότι οι κίονες θα είχαν ύψος περίπου 13 μ., με αισθητά χαμηλότερες αναλογίες, θυμίζοντας τη στατικότητα και την ισορροπία της σύγχρονης δωρικής αρχιτεκτονικής. Παρόλα αυτά, είχε προβλεφθεί ιωνικός διάκοσμος, με ελικωτά κιονόκρανα, πάνω στα οποία στηρίζονταν ο θριγκός, το επιστύλιο, η ζωφόρος, το γείσο και η σίμη.
Πορτάρα |
Η περίσταση (περίμετρος) 24,32 χ 55,17, μπορεί να είναι μόνο η μισή του αντίστοιχου σαμιακού, δίπτερου ναού που έκτισε ο Πολυκράτης, αλλά θα μπορούσε να εγκιβωτίσει τον oίκο των Ναξίων (που ήταν το μεγαλύτερο κτίσμα της εποχής στη Δήλο) και τον ναό των Υρίων (που ήταν ο μεγαλύτερος ναός στη Νάξο) επί δύο.
Πάντως, η περίσταση δεν ολοκληρώθηκε. Ήδη κατά την τοποθέτηση των θεμελίων οι οικοδομικές εργασίες σταμάτησαν λόγω της ανατροπής του ιδρυτή του ναού. Είχαν υψωθεί οι μαρμάρινοι τοίχοι ως τη μαρμάρινη στεφάνη, τους 8 κίονες του σηκού και τους 4 κίονες «εν παραστάσι», έμειναν όμως δίχως οροφή και στέγη. Οι τοίχοι διαμορφώνονταν εξωτερικά από μεγάλές, πυκνά τοποθετημένες μαρμάρινες λειασμένες λιθοπλίνθους, που εσωτερικά διαμορφώνονταν από μικρότερους λίθους και ανοιχτούς αρμούς. Αυτή η αντίθεση ανάμεσα στις δύο επιφάνειες, κοινή στα περισσότερα λατρευτικά κτίσματα των Κυκλάδων του 6ου αι. π.Χ. , οφείλεται στο γεγονός ότι οι τραχείς τοίχοι έφεραν εσωτερικά επίχρισμα που αποτελούσε την επιφάνεια της γραπτής διακόσμησης.
Σήμερα παραμένει όρθια η επιβλητική πύλη του ναού, η «Πορτάρα» τοπόσημο και σημείο αναφοράς του νησιού της Νάξου. Η «Πορτάρα» δίνει μία εικόνα της μνημειακότητας και των αξιώσεων του έργου του τυράννου. Αποτελείται από ένα περίθυρο από 4 τεράστια μαρμάρινα τμήματα, μήκους περίπου 6 μ. και βάρους 20 τόνων, πάνω στα οποία διακρίνεται η ημιτελής μορφή από 3 οριζόντιες ταινίες (ζώνες) και 2 αστραγάλους στα άκρα. Επάνω συμπληρώνεται μία τριπλή σειρά από μεγάλα κυμάτια με απόληξη ενός γείσου, που εκατέρωθεν στηρίζεται σε καταλοβείς (φουρούσια). Αυτή η δομή της πόρτας παραμένει δεσμευτική για τα ιερά κτίσματα των Κυκλάδων. Στα κλασικά χρόνια τη μιμείται η βόρεια είσοδος του Ερεχθείου. Το περίθυρο είναι πολύ πιο πλατύ και ογκώδες από εκείνα σε παρόμοιες πύλες. Τα εσωράχια είναι τόσο βαθιά, ώστε το πλαίσιο υψώνεται εσωτερικά πάνω από τον τοίχο, διαμορφώνοτας έτσι ένα είδος «σκηνής σε πατάρι». Το κατώφλι υψώνεται 1,20 μ. περίπου πάνω από το δάπεδο του προδόμου και του σηκού, έτσι θα πρέπει να υπήρχε μία στενή σκάλα για την πρόσβαση. Μία τέτοια θεατρική «θύρα επιφανείας» του θεού με υπερυψωμένο κατώφλι απαντά και στον ελληνιστικό ναό του Απόλλωνα στα Δίδυμα, όπου φανερώνονταν οι χρησμοί του Απόλλωνα.
Πορτάρα |
Στα λατομεία των Μελάνων υπάρχει υπέρθυρο μήκους 7 μέτρων για τη θύρα που προβλεπόταν αρχικά με κανονικό πάχος τοίχου. Την πρόσβαση στον ναό των Παλατιών αποτελούσε μία κανονική θύρα από τα βόρεια.
Το σύνολο του ναού του Δηλίου Απόλλωνος στη Νάξο, παρά τον φανερό ιωνικό του χαρακτήρα, ενσωματώνει δωρικά χαρακτηριστικά όπως πιο ογκώδεις κίονες από τους συνήθεις, λεπτούς ιωνικούς, και κατ’επέκταση βρίσκεται στο μεταίχμιο ανάμεσα στην ανάλαφρη ιωνική και την ογκώδη δωρική αρχιτεκτονική της εποχής Η πρόθεση του τυράννου να ενστερνιστεί η νησιωτικό-ιωνική αρχιτεκτονική τις μνημειώδεις διαστάσεις, οι οποίες είχαν πολύ νωρίτερα κατακτήσει την πλαστική, απέτυχε. Κατά κάποιον τρόπο αυτό το εγχείρημα συνεχίστηκε στα κλασικά κτίσματα της Ακρόπολης των Αθηνών, όπου τελειοποιήθηκαν τόσες πολλές ιδέες και μορφές της κυκλαδικής αρχιτεκτονικής σε μάρμαρο.
Ταυτόχρονα με την ανέγερση του ναού στα Παλάτια, ο Λύγδαμις ξεκίνησε και στην Πάρο την οικοδόμηση ενός πρόστυλου ναού με ισομεγέθη σηκό. Ίσως με αυτόν τον τρόπο ήθελε να προβάλει την κυριαρχία του επί της υποτελούς γείτονος πόλης. Η μαρμάρινη πόρτα είχε ακριβώς ίσες εσωτερικές διαστάσεις, αλλά ένα αισθητά πιο στενό και ρηχό περίθυρο, το οποίο επομένως δεν διαμόρφωνε σκηνή. Επίσης, στο σχέδιο δεν προβλεπόταν περίσταση. Και αυτό το δεύτερο μεγάλο κτίσμα δεν ολοκληρώθηκε, αλλά μάλλον παραδόθηκε στη λατρεία της Πολιούχου Αθηνάς.
Πορτάρα |
Όταν Μιλήσιοι και Ερυθραίοι επέδραμαν κατά της Νάξου με σκοπό την κατάκτησή της, χρησιμοποίησαν τη νησίδα Βάκχος (Παλάτια) ως φρούριο. Κατά τον 5ο, ή 6ο μ.Χ. αιώνα ο αρχαίος ναός μετατράπηκε σε χριστιανική βασιλική γύρω από την οποία αναπτύχθηκε οικισμός, αρκετά αξιόλογος για την εποχή, που επιβίωσε μέχρι την εποχή της καταστροφής του ναού, την εποχή της Ενετοκρατίας. Τότε, ο σκελετός του αρχαίου ναού χρησίμευσε ως λατομείο και τα μάρμαρά του χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή άλλων κτισμάτων, κυρίως του Κάστρου της Χώρας. Η πύλη διασώθηκε, χάρη στο μέγεθος και το βάρος της που δεν την καθιστούσαν βολικό οικοδομικό υλικό.
2. Το Ιερό της Δήμητρας στο Σαγκρί
Σε λοφίσκο πεδιάδας στη θέση «Γύρουλας», νότια του χωριού του Σαγκρίου, δίπλα στο ύψωμα «Πλατιά Ράχη, ο Νικόλαος Κοντολέων εντόπισε το 1949 απόμερα αρχαία ερείπια, που ανασκαφές, αρχικά από τον ίδιο και εν συνεχεία από τους Βασίλη Λαμπρινουδάκη, Gottfried Gruben και Μανώλη Κορρέ επέδειξαν ότι αντιστοιχούσαν σε ναό, που ήταν ολομάρμαρος, από τους τοίχους έως τους κεράμους της στέγης.
Ιερό Γύρουλα - Άποψη από Δ |
Ιερό Γύρουλα - αναστηλωμένος Ναός |
Πρόκειται για σχεδόν τετράγωνο κτίσμα με πρόναο, δύο θύρες, εγκάρσια τοποθετημένο σηκό και πέντε κίονες στην πρόσοψη και τον σηκό, που χρονολογείται στο 540-530 ή 530-520 π.Χ. Θεωρείται ότι εντάσσεται στο φιλόδοξο οικοδομικό πρόγραμμα του τυράννου Λύγδαμη, στα χρόνια του οποίου η Νάξος γνώρισε μεγάλη άνθιση σε όλους τους τομείς.
Η οροφή του κατασκευάστηκε από μαρμάρινες δοκούς από το επιστύλιο της πρόσοψης ως τον θυραίο τοίχο. Καλύπτονταν από μικρότερες κάθετες δοκούς και μαρμάρινες πλάκες. Αντί ζωφόρου χρησιμοποιήθηκαν οριζόντιες πλάκες που κάλυπταν τις απολήξεις των μεγάλων δοκών προς τα έξω, πάνω από το επιστύλιο. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, δεν υπήρχε ανάγκη γεισίποδα.
Η στέγη, σαμαρωτή, έφερε μαρμάρινα κεραμίδια, που άφηναν το φως να διαπερνά. Έτσι, ο χώρος με κλειστές πόρτες και με τον φωτισμό να πέφτει διάχυτο από ψηλά θα πρέπει να ήταν ιδιαίτερα υποβλητικός.
Ιερό Γύρουλα - αναστηλωμένος Ναός |
Ιερό Γύρουλα - αναστηλωμένος Ναός |
Ιερό Γύρουλα - αναστηλωμένος Ναός |
O ναός παρέχει μοναδικές πληροφορίες για τη δομή της μαρμάρινης στέγης, για τις πρώιμες μορφές του ιωνικού ρυθμού, για τις καμπυλότητες και τις οπτικές διορθώσεις, ανάλογες με αυτές του Παρθενώνα, που εδώ εντοπίζονται ένα αιώνα νωρίτερα.
Εσωτερικά οι τοίχοι του πρόναου ήταν επιχρισμένοι με κονίαμα και χρώμα. Ομοίως, οι τομές των κοσμημάτων και τα κυκλικά κιονόκρανα στα φύλλα δεν ήταν ανάγλυφα, αλλά μόνο πολύχρωμα. Σύνδεσμοι και γόμφοι δεν χρησιμοποιήθηκαν, γεγονός που δείχνει ότι οι ντόπιοι τεχνίτες διατήρησαν πιο «παραδοσιακές» τεχνικές.
Θεωρείται πολύ πιθανό να ήταν τελεστήριο για τη Δήμητρα, θεά της γεωργίας και της γονιμότητας, και την Κόρη (Περσεφόνη), ενώ κάποια από τα αναθήματά του δείχνουν ότι δεν αποκλείεται να αποτελούσε αφιέρωμα και στον Απόλλωνα.
Ιερό Γύρουλα - αναστηλωμένος Ναός |
Ιερό Γύρουλα - αναστηλωμένος Ναός |
Σαγκρί από μακριά γενική άποψη |
Στην ευρύτερη περιοχή του ιερού έχουν εντοπισθεί αρχιτεκτονικά μέλη κτηρίου της αρχαϊκής εποχής το οποίο δεν έχει καταστεί μέχρι στιγμής δυνατό να εντοπιστεί. Δεν φαίνεται να ανήκε στον ναό ως βοηθητικό οικοδόμημα, δεν έχει δηλαδή συσχετισθεί με τον ναό κάποιο βοηθητικό κτήριο, ούτε καν βωμός ή περίβολος. Στο τέλος της κλασικής εποχής, περί τα τέλη δηλαδή του 4ου αι. π.Χ., την έκταση του ιερού σημείωναν όροι. Μετά τον 3ο αι. π.Χ., δηλαδή αφού έχει διανυθεί ένα ικανό χρονολογικά τμήμα των ελληνιστικών χρόνων, η κατάσταση των αναθημάτων των πιστών, ήτοι οι προσφορές τους, μαρτυρούν ότι η τοπική λατρεία παρακμάζει. Μάλιστα στην Αυτοκρατορική εποχή εντοπίζονται στοιχεία μερικής ερείπωσης του οικοδομήματος. Στα μέσα του 6ου αι. μ.Χ ένας πρώτος χριστιανικός ναός μετατράπηκε σε χριστιανική Βασιλική. Ο πρόναος έγινε πλευρικός νάρθηκας, η είσοδος ανοίχθηκε δυτικά στον σηκό δημιουργήθηκαν με διπλή κιονοστοιχία τρία κλίτη και το οικοδόμημα επεκτάθηκε προς τα νότια και ανατολικά. Στα νότια της περιοχής υπήρξε μοναστηριακό συγκρότημα από τον 6ο έως τον 8ο αιώνα. Εντοπίζονται εργαστηριακής εγκαταστάσεις παραγωγής κρασιού, λαδιού και κεραμικών. Η περιοχή εγκαταλείπεται πριν από τον 12ο αι. μ.Χ. και αιώνες μετά μικρότερος ναός, αφιερωμένος Άγιο Ιωάννη Θεολόγο, οικοδομείται στο εσωτερικό της αψίδας της Βασιλικής. Ο μικρός ναός μεταφέρθηκε ώστε να διεξαχθεί η ανασκαφή.
Το Ιερό της Δήμητρας είναι ένα από τα λίγα οικοδομήματα του αρχαίου κόσμου και τα ελάχιστα στην Ελλάδα που σώζονται με τόση πληρότητα. Η αναστήλωσή του, τη δεκαετία του 1990, έγινε με χρηματοδότηση του Υπουργείου Αιγαίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την περίοδο του αρχαϊκού ναού προβλήθηκε ο άξονας Β-Ν της ανατολικής θύρας με κορύφωση στην Ν.Α. γωνία. Από την πρώτη εκκλησία αναστηλώθηκε η θύρα που διανοίχτηκε στον δυτικό τοίχο του πρόναου. Από την Βασιλική απομονώθηκε η αξονική προοπτική που προσφέρεται από την κεντρική δυτική είσοδο προς τα ιερό. Οι τοίχοι της συντηρήθηκαν και αποκαταστάθηκαν στις περιοχές εκείνες από τις οποίες αποσπάστηκαν μέλη για την αναστήλωση του αρχαϊκού ναού.
3. Το Ιερό του Διονύσου στα Ύρια
Το ιερό των Υρίων στη θέση Λειβάδι εντοπίσθηκε (1982), ερευνήθηκε (1986-1996) και διαμορφώθηκε για το κοινό (1992-1996) από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, σε συνεργασία με το Πολυτεχνείο του Μονάχου και με χρηματοδότηση των δύο αυτών Ιδρυμάτων, του Υπουργείου Πολιτισμού (έρευνα) και του Υπουργείου Αιγαίου (διαμόρφωση). Πρόκειται για θέση με αδιάκοπη ζωή και λειτουργία από τον 14ο αιώνα π.Χ. ως τις μέρες μας.
Ναός Υρίων - Αποκατάσταση |
Ναός Υρίων - Τα λείψανα |
Πρόκειται για το κυριότερο, ίσως, ιερό της Νάξου, που ήταν, όπως άλλωστε και όλο το νησί, αφιερωμένο στον Διόνυσο. Το τέμενος βρίσκεται σε εκβολή του ποταμού μέσα στην εύφορη πεδιάδα που δημιουργήθηκε από επιχώσεις νότια της πόλης της Νάξου, με την οποία τον συνέδεε προφανώς μία «ιερά οδός».
Η θέση και η ιστορία του θυμίζει το Ηραίο της Σάμου. Στην όχθη του ποταμού υπήρχε λιτό μυκηναϊκό ιερό. Τα ακόλουθα γεωμετρικά στρώματα βεβαιώνουν τη συνέχιση της ανθρώπινης παρουσίας στον χώρο που πιστοποιείται, άλλωστε, από τον πρώτο (Ι) ναό, σε απόσταση περίπου 15 μέτρων νότια του ποταμού. Πρόκειται για λιτό οίκο (5x10μ.) με επίπεδη πλίνθινη στέγη και τρεις πασσάλους. Μία τράπεζα προσφορών εντοπίστηκε πάνω από τη μυκηναϊκή θέση προσφορών. Στην όχθη του ποταμού βρέθηκε τοίχος που έφερε ίχνη καμένων οστών, στοιχείο που παραπέμπει σε τελετουργικά γεύματα. Ο ναός καταστράφηκε πιθανώς από πλημμύρα.
Μετά τα μέσα του 8ου αιώνα, με την επέκταση της πόλης της Νάξου, ο δεύτερος ναοός (ναός ΙΙ) έφθασε σε διαστάσεις σε 10x16μ. Τρεις σειρές από πέντε ξύλινους κίονες πάνω σε μαρμάρινες βάσεις διαιρούσαν τον χώρο σε τέσσερα κλίτη. Στο πίσω μέρος του οικοδομήματος υπήρχε τετράγωνη εσχάρα για τις θυσίες. Πάγκοι για 60 περίπου πιστούς περιέβαλαν τον χώρο. Το δάπεδο καλυπτόταν από καμένα οστά. Πλάτωμα στον εξωτερικό χώρο προσφερόταν για τους υπόλοιπους καλεσμένους στις «εκδηλώσεις».
4ος Ναός Υρίων - Γραφική αποκατάσταση |
Κατάλοιπα ναού Υρίων |
Κατάλοιπα ναού Υρίων |
Ο ναός ΙΙΙ, των αρχών του 7ου αιώνα, επεκτάθηκε με μία τετράστυλη πρόσταση σε πρόστυλο. Παράλληλα άλλαξε η διαμόρφωση στο εσωτερικό του: δύο κιονοστοιχίες άνοιγαν τώρα στο κέντρο του χώρου, όπου ξεχώριζε η εσχάρα ανάμεσα σε τέσσερις κίονες και ίσως κάτω από ένα οπαίο στη στέγη. Οι ξύλινοι κίονες πατούσαν σε μαρμάρινες βάσεις και έφεραν μάλλον διαμορφωμένα κιονόκρανα. Μαρμάρινες υδρορροές απομάκρυναν το νερό από την επίπεδη στέγη. Πήλινη πλάκα ζωφόρου με συνωρίδες, ύψους περίπου 16 εκ., ήταν μάλλον η επίστεψη του θριγκού του πρόναου.
Στο πρώτο τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. σημειώθηκε σημαντική στροφή στη μνημειακότητα. Ο ναός IV άρχισε να ανεγείρεται γύρω στο 580 π.Χ. και στο άδυτό του θα έφερε άγαλμα υπερφυσικού μεγέθους. Έχει μάλιστα υποστηριχθεί ότι για εκεί προοριζόταν το μνημειακό άγαλμα του θεού Διονύσου (που έχει καθιερωθεί να καλείται «Κούρος του Απόλλωνα») που σήμερα μπορεί να το επισκεφτεί κανείς στη θέση όπου αφέθηκε στην αρχαιότητα, στα λατομεία του Απόλλωνα. Κίονες, θύρες, θριγκός, κέραμοι της στέγης ήταν μαρμάρινα κατά το πρότυπο του Οίκου των Ναξίων στη Δήλο. Η στέγη είναι πλέον σαμαρωτή και με αετώματα. Σε μαρμάρινο βωμό 12 μ. μπροστά από την πρόσοψη του ναού θα γίνονταν οι έμπυρες θυσίες, ενώ οι σπονδές στον μαρμάρινο βόθρο στον σηκό.
Τα ρωμαϊκά χρόνια, από τον 1ο αιώνα π.Χ. μέχρι τον 3ο αιώνα μ.Χ., λόγω της αστάθειας του υπεδάφους, εκτελέστηκαν εκτεταμένες επισκευές. O μαρμάρινος ναός ανακαινίστηκε το 40 π.Χ. όταν ο Αντώνιος επέβαλε να λατρεύεται ως Διόνυσος σε όλους τους ναούς του Διονύσου στην επικράτειά του. Το άγαλμά του, σήμερα στο μουσείο της Νάξου, βρέθηκε μέσα στον σηκό. Η τιμωρία της Δίρκης είναι χαραγμένη ανάγλυφα στο στήθος, και κρατάει μια μαινάδα στα αριστερά του. Μετά τη νίκη του Οκταβιανού εναντίον του Μάρκου Αντώνιου στη μάχη του Ακτίου το 31 π.Χ. το κεφάλι και τα ονόματα στην επιγραφή στη βάση του αγάλματος αλλάχθηκαν.
Πιθανότατα τον 5ο ή τον 6ο αιώνα μ.Χ. ο ναός μετατράπηκε σε τρίκλιτη χριστιανική βασιλική. Ύστερα από συχνές πλημμύρες, η τελευταία μεγάλη τον 12ο αιώνα, η βασιλική εγκαταλείφθηκε και χτίστηκε η σημερινή εκκλησία του Αγίου Γεωργίου σε ασφαλές κοντινό μέρος, στην οποία χρησιμοποιήθηκαν τμήματα του αρχαίου ναού.
Κατάλοιπα ναού Υρίων |
Κατάλοιπα ναού Υρίων |
Κατάλοιπα ναού Υρίων |
Η Νάξος είχε πρωτοποριακό ρόλο στην ανάπτυξη όχι μόνο της πλαστικής αλλά και της αρχιτεκτονικής. Με τον δεύτερο ναό των Υρίων τεκμηριώνεται ήδη απο τον 8ο αιώνα π.Χ. η πρώτη γνωστή διαμόρφωση μνημειώδους εσωτερικού χώρου με μια εκπληκτική, για την εποχή, τετράκλιτη υπόστυλη ναϊκή αίθουσα. Με τον τρίτο ναό τεκμηριώνεται άμεσα η ξύλινη πρόστυλη πρόσοψη στους αρχαίους ναούς και με τον τέταρτο ναό, από το 580-550 π.Χ. αποκτάται το πρωϊμότερο παράδειγμα λίθινου πρόστυλου ιωνικού ναού. Στον τελευταίο αυτό ναό εντοπίζονται με μεγάλη λεπτομέρεια τα μέχρι τώρα άγνωστα πρώτα βήματα της μνημειώδους ελληνικής μαρμάρινης αρχιτεκτονικής στη θεμελίωση της πρόστασης και του αδύτου, στη μορφή των κιόνων, στα επιβλητικά θυρώματα, στη διαμόρφωση τον θριγκού και της μαρμάρινης στέγης. Πρόκειται, δηλαδή, για τις μορφές που επικράτησαν στην αρχαία αρχιτεκτονική και μέχρι σήμερα διατρέχουν τον παγκόσμιο πολιτισμό ως έκφραση του μνημειώδους. Η ιστορία της τελετουργικής εστίασης στα ιερά και η δημιουργία ειδικών κτιρίων που την εξυπηρετούσαν παρακολουθείται επίσης στα 'Υρια, με τις επάλληλες κατασκευές του αψιδωτού πρώιμου αρχαϊκού, του κλασικού και του υστερορωμαϊκού τελετουργικού εστιατορίου, σε χρόνους πολύ παλαιότερους από ό,τι ήταν ως σήμερα γνωστό.
4. Το Ιερό των Πηγών στο Φλεριό
Το αρχαίο ιερό του Φλεριού βρίσκεται στην πλαγιά βόρεια της πηγής – αφετηρίας του αρχαίου υδραγωγείου, στην ευρύτερη περιοχή των αρχαίων λατομείων μαρμάρου όπου βρίσκονται τα δύο ημίεργα αγάλματα κούρων. Εντοπίστηκε το 1996 όταν παρατηρήθηκε, μέσα σε ελαιώνα, η πλευρά μικρού αρχαίου κτηρίου, με σωζόμενο ένα μονολιθικό δόμο μήκους 3,40 μ. Ανασκάφηκε συστηματικά τα έτη 2003–2006 στο πλαίσιο του «Ανάδειξη αρχαίου υδραγωγείου Νάξου» από το Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Ιερό των Πηγών. Οι ναοί του 8ου-7ου π.Χ. αι. |
Λιγοστά όστρακα μυκηναϊκών αγγείων και λεπίδες οψιανού τεκμηριώνουν τη χρήση του χώρου ήδη από τη Μυκηναϊκή εποχή –αν και όχι απαραίτητα για θρησκευτικούς σκοπούς. Το ταπεινό ιερό ιδρύεται στα τέλη του 8ου αιώνα π.Χ. και ακμάζει κατά τον 7ο και τον 6ο π.Χ. αιώνα, εποχή της ακμής των λατομείων και της μαρμαρικής τέχνης των Ναξίων. Θα πρέπει να συνέχισε να λειτουργεί, αν και σαφώς με λιγότερο εντατικούς ρυθμούς, και μετά την Αρχαϊκή εποχή έως και την Ύστερη Αρχαιότητα, όπως μαρτυρεί ο όρος του που χρονολογείται στον 4ο / 3ο π.Χ. αιώνα και η ομολογουμένως λιγοστή κεραμεική.
Το ιερό διαμορφώθηκε με ημικυκλική διάταξη κτηρίων που προστάτευε τον κεντρικό του χώρο με τον μικρό μαρμάρινο ναό. Στο ανατολικό μέρος της βόρειας πλευράς οριζόταν από περίβολο, στον οποίο ανοιγόταν είσοδος με μνημειακών διαστάσεων μαρμάρινο κατώφλι. Δεύτερη είσοδος υπήρχε στη νότια πλευρά του περιβόλου, η οποία ωστόσο, καταργήθηκε με την ανέγερση του ναϊκού οικοδομήματος, στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. Άλλη είσοδος, δυτικότερα, ενδεχομένως να αποκατάστησε την πρόσβαση στο ιερό από νότια. Αμέσως ανατολικά της βόρειας εισόδου ανασκάφηκε στεγασμένο δωμάτιο σχεδόν τετράγωνης κάτοψης που ερμηνεύτηκε ως εργαστηριακός χώρος. παραγωγής αντικειμένων για το ιερό (πήλινα ειδώλια, αγγεία κ.ά.) από τον 7ο αιώνα και εξής, αν κρίνουμε από τα ίχνη της δραστηριότητας που παρατηρήθηκαν στη διαταραγμένη του λεπτή επίχωση. Ασαφής παραμένει η λειτουργία συγκροτήματος δωματίων κατά μήκος της νότιας πλευράς το ιερού (εικ. 1). Το συγκρότημα φαίνεται ότι λειτούργησε για πρώτη φορά στην Ύστερη Γεωμετρική /πρώιμη Αρχαϊκή εποχή –άραγε για τη φιλοξενία επισκεπτών του ιερού ή την προετοιμασία τελετουργικών γευμάτων; Μία ακόμη ασαφής κατασκευή βρίσκεται ανάμεσα στους βράχους. Από το πλάτωμα πριν από τα λείψανα της κατασκευής αυτής μπορεί ο επισκέπτης να δει ψηλά στην πλαγιά του απέναντι βουνού ένα από τα σημαντικότερα σημεία έντονης αρχαίας λατόμευσης στην περιοχή και να διακρίνει το ένα από τα δύο σωζόμενα αρχαία αγάλματα κούρων που έμειναν ημιτελή κατά χώραν.
Στον αντίποδα των μάλλον απλών αρχιτεκτονικών καταλοίπων, οι λατρευτικές πρακτικές εντυπωσιάζουν με τον διαρκή και έντονο χαρακτήρα τους και προσιδιάζουν σε χθόνιες θεότητες της φύσης. Η εύρεση πήλινων ειδωλίων (που παριστάνουν γυναικείες μορφές) οδήγησε στο συμπέρασμα ότι στο ιερό λατρευόταν μια γυναικεία θεά της βλάστησης και της γονιμότητας. Άλλωστε, η εξαιρετική γονιμότητα της περιοχής και οι άφθονες πηγές υπήρξαν οι πρωταρχικοί λόγοι που οδήγησαν στην ίδρυση του ιερού. Αναθήματα προς τη θεότητα θεωρήθηκαν τα πολυάριθμα σφονδύλια και αγνύθες, που βρέθηκαν στην ανασκαφή.
Παράλληλα με τη θεότητα που είχε υπό τον έλεγχό της τη βασική γεωργοκτηνοτροφική ασχολία των κατοίκων της περιοχής, στο ιερό λατρεύτηκαν και δύο ήρωες που προστάτευαν την άλλη, επίσης σημαντική δραστηριότητα στον χώρο, τη δύσκολη δηλαδή και επικίνδυνη δουλειά των λατόμων λίθου. Η παρουσία των λατόμων στο ιερό ως κύριων χρηστών του τεκμηριώνεται από ευρήματα όπως τριπτήρες και εργαλεία μαρμαροτεχνίας, καθώς και ημιτελή ή αποτυχημένα μαρμάρινα έργα, που φαίνεται ότι απέθεταν οι εργάτες της πέτρας. Οι λατόμοι είναι γνωστό ότι θεωρούσαν προστάτες τους κατά τους επικίνδυνους χειρισμούς των τεράστιων όγκων μαρμάρου ήρωες που λεγόταν ότι διέθεταν οι ίδιοι μυθική ικανότητα στη μετακίνηση μεγάλων βαρών. Είναι χαρακτηριστικό ότι συνήθης προστάτης των λατόμων ήταν ο κατεξοχήν «χεροδύναμος» Ηρακλής. Εδώ όμως φαίνεται ότι δύο δίδυμοι γίγαντες, ο Ώτος και ο Εφιάλτης τον είχαν αντικαταστήσει σ’ αυτόν τον ρόλο.
Τα αρχαιότερα κτήρια στο Φλεριό χρονολογούνται στον ύστερο 8ο αιώνα π.Χ. Την εποχή αυτή οικοδομήθηκε με τυχαίες πέτρες και κομμάτια μαρμάρου ένας απλός, σχεδόν ορθογώνιας κάτοψης Οίκος. Φέρει δύο μαρμάρινες βάσεις στον άξονά του για την έδραση των ξύλινων στηριγμάτων της επίπεδης στέγης του. Ο Οίκος ακουμπούσε σε σφαιρικό όγκο μαρμάρου, που δεσπόζει στον χώρο του ιερού και δεχόταν ειδικές προσφορές. Πιθανολογείται ότι ο μαρμάρινος αυτός όγκος υπήρξε το σημείο έναρξης της λατρείας στο ιερό, και ότι ήταν το μαρτύριο, ο μάρτυρας δηλαδή της παρουσίας των δύο ηρώων, των Ώτου και Εφιάλτη, στον ιερό χώρο.
Το ιερό οριοθετήθηκε προς βορρά με περίβολο εκατέρωθεν του ίδιου βράχου. Ο περίβολος συνιστούσε ταυτόχρονα τον βόρειο τοίχο του πρώτου, Γεωμετρικού, Οίκου. Δυτικά του τελευταίου διαμορφώθηκαν δύο άνδηρα για την εξυπηρέτηση των υπαίθριων εκδηλώσεων λατρείας.
Στο γ΄ τέταρτο του 7ου αιώνα π.Χ., ένα όμοιο κτήριο μεγαλύτερων διαστάσεων (4,20 x 7,30 μ.) από αδρά δουλεμένες μαρμαρόπετρες, που χτίστηκε σε επαφή με τον πρώτο, Γεωμετρικό, Οίκο, φιλοξένησε την κύρια λατρεία. Το κτήριο αυτό κατέλαβε μεγάλο μέρος του ισοπέδου στα δυτικά του παλαιότερου. Το ισόπεδο επεκτάθηκε ελάχιστα προς τα δυτικά, δημιουργήθηκαν όμως και άλλα προς τα νοτιοδυτικά. Ο άξονας του νέου οικοδομήματος τοποθετήθηκε επάνω σε ένα καθιερωμένο από τη λατρεία σημείο, μια πυρά που είχε προσφερθεί στις θεότητες του ιερού πάνω στο ισόπεδο που κατέλαβε αργότερα το κτήριο. Προφανώς ήδη κατά την πρώτη περίοδο λειτουργίας του, η πυρά αυτή παρέμεινε ορατή ή κατά κάποιο τρόπο αναδεδειγμένη στο δάπεδο του εσωτερικού του.
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το στοιχείο το οποίο σώζεται στην πρόσοψη του νέου κτηρίου, δηλαδή το μονολιθικό μαρμάρινο κατώφλι της θύρας, το οποίο σώζει στα δύο άκρα τα ίχνη της έδρασης των επίσης μονολιθικών παραστάδων. Πρόκειται για το αρχαιότερο, πρωτόγονο παράδειγμα μαρμάρινου θυρώματος, το οποίο εξελίσσεται αργότερα στα ναξιακά οικοδομήματα στη Νάξο και τη Δήλο σε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία της μνημειώδους ιωνικής αρχιτεκτονικής. Το νησιωτικό αυτό επίτευγμα σημείωσε στην ιστορία της αρχιτεκτονικής εξαιρετική επιτυχία και χρησιμοποιήθηκε διαχρονικά για να εξάρει την είσοδο και να σηματοδοτήσει τον μνημειακό χαρακτήρα ενός κτηρίου. Η ιδέα που ξεκίνησε από τους τεχνίτες των Μελάνων έγινε πραγματικά ένα κατεξοχήν «κλασικό» στοιχείο, και συνέχισε όχι μόνο κατά την αρχαιότητα (βλ. π.χ. τον θησαυρό των Σιφνίων στους Δελφούς, τα Προπύλαια και το Ερέχθειο στην Ακρόπολη των Αθηνών, τη Θόλο της Επιδαύρου), αλλά και μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού (σε πολλές εκκλησίες), μέχρι και σήμερα (σε σύγχρονα κτήρια) να είναι ιδιαίτερα ενεργό ως χαρακτηριστικό μνημειακό στοιχείο.
Σε αυτή την φάση ο περίβολος επεκτάθηκε προς τα δυτικά και νότια. Η ύπαρξη περιβόλου δεν ήταν απαραίτητη κατά μήκος της ανατολικής πλευράς, όπου διαμορφωνόταν απότομη κατωφέρεια οριοθετούμενη από έντονες και συνεχείς προεξοχές του φυσικού βράχου (μάρμαρα).
Την ίδια περίοδο χωροθετήθηκαν στα δυτικά των δύο πρώτων ιερών κτηρίων, και κατά μήκος της οριοθετημένης δυτικής πλευράς του ιερού, χώροι διαστάσεων ~3,50 x 4 μ., που διέθεταν πρόχειρους βωμούς από αδρά ειργασμένους λίθους και ο βορειότερος θρανίο κατά μήκος της βόρειας πλευράς του. Οι χώροι αυτοί προορίζονταν για έμπυρες θυσίες. Στις γωνίες υπήρχαν πρόχειρες εστίες. Στο έδαφος ανοίγονταν αβαθείς λάκκοι, μέσα στους οποίους συγκεντρώνονταν στάχτη και απομεινάρια από τις προσφορές (οστά, σπασμένα αγγεία, τεμάχια χάλκινων αντικειμένων κ.ά.) Τα υλικά αυτά σκεπάζονταν με λεπτές σχιστολιθικές πλάκες που κόβονταν από τα πετρώματα του ανατολικού μέρους και διαμορφώνονταν σε κυκλικό σχήμα. Μερικές φορές ως καλύμματα των προσφορών χρησιμοποιήθηκαν βάσεις μεγάλων πήλινων αγγείων. Δίπλα από μία από τις κυκλικές αυτές πλάκες αποκαλύφθηκε αγγείο που περιείχε 94 αστραγάλους αιγοειδών. Οι προσφορές αυτού του είδους πρέπει να γίνονταν για πολύ καιρό στον ίδιο χώρο, γιατί μερικές από τις αποθέσεις σκεπάζουν άλλες παλαιότερες.
Οι περίβολοι αρχικά διέθεταν κανονικά ανοίγματα εισόδου με μαρμάρινα κατώφλια στη δυτική πλευρά τους (που τη συνιστούσε ο περίβολος του ιερού). Άνδηρα διαμόρφωναν πλατώματα στις εισόδους των Οίκων, των ανδήρων λατρείας στα δυτικά τους και των υπαίθριων χώρων με τις πυρές. Αργότερα όμως, στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ., οι υπαίθριοι αυτοί χώροι έπαψαν να χρησιμοποιούνται, σφραγίστηκαν (οι είσοδοί τους αποκλείσθηκαν) και έγιναν, επομένως, άβατοι, δηλαδή απάτητοι και μέσα τους διατηρήθηκαν οι υπάρχουσες προσφορές, αλλά μάλλον δεν προσφέρονταν πια νέες. Στα νότια των χώρων με τις προσφορές δημιουργήθηκε, πιθανότατα κατά την τρίτη φάση λειτουργίας του ιερού, διάδρομος εισόδου σ’ αυτό από τα δυτικά.
Στο α΄ μισό του 6ου αιώνα φυσική καταστροφή άγνωστης αιτίας (σεισμός ή πλημμύρα) προκάλεσε την αποκόλληση του ανώτερου στρώματος του τεράστιου προεξέχοντος βράχου στη βόρεια πλευρά του ιερού και την κατάρρευσή του προς δυτικά με αποτέλεσμα να προκληθεί καταστροφή τμήματος του περιβόλου στην περιοχή αυτή και του ανατολικού τοίχου του πρώτου, Γεωμετρικού, Οίκου. Ο περίβολος και το νότιο μέρος του τοίχου του Οίκου επισκευάστηκαν˙ παράλληλα αναδιαμορφώθηκε το εσωτερικό του τελευταίου: κτίστηκε εγκάρσιος τοίχος διαμορφώνοντας μικρό χώρο στα βόρεια. Αμέσως ανατολικά του βράχου κατασκευάστηκε κυκλικής κάτοψης εστία όπου αποδίδονταν θυσίες και εναγισμοί στην προσπάθεια να αποφευχθεί ανάλογη, μελλοντική καταστροφή. Την ίδια εποχή υπέστη αλλαγές και ο δεύτερος, Αρχαϊκός, Οίκος: στη θέση της κεντρικής εστίας κατασκευάστηκε νέα κυκλικής κάτοψης με ημικυκλικό θρανίο γύρω της. Το κτήριο αυτό συγκέντρωνε τις περισσότερες λατρευτικές πράξεις˙ ο Γεωμετρικός ΟΙΚΟΣ είχε βοηθητική λειτουργία, πιθανώς για την προετοιμασία των τελετουργικών γευμάτων.
Γύρω στα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα τα νότια βοηθητικά κτήρια κατεδαφίστηκαν και σε μικρή απόσταση στα δυτικά τους ανεγέρθηκε ναΐσκος – μικρογραφία μνημειώδους ναού (διαστάσεων 3,40 x 4,40 μ.), προσανατολισμένος στα παλαιά ιερά κτήρια. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν μεγαλιθικοί λιθόπλινθοι μαρμάρου, στο αρχικό στάδιο κατεργασίας τους, οι οποίοι προέκυψαν από τη λατόμευση κοιτασμάτων εντός του ίδιου του ιερού. Η ανωδομή του ναΐσκου κατασκευάστηκε με αδρά τετραγωνισμένους όγκους μαρμάρου. Η στέγη ήταν δικλινής, με μαρμάρινα κεραμίδια, από τα οποία πολλά τεμάχια σώθηκαν στην περιοχή. Είναι εμφανής η διάθεση χρήσης μεγάλων λίθων στο μικρό αυτό οικοδόμημα, που εκδηλώνει πιθανώς τη βούληση των κατασκευαστών να το συνδέσουν με τους ήρωες-προστάτες των λατόμων, οι οποίοι διέθεταν τη μυθική δύναμη της μετακίνησης μεγάλων γήινων όγκων. Η βάση με την κυκλική υποδοχή μπροστά στον ναΐσκο στήριζε μαρμάρινο κιονίσκο, όπως αυτοί που βρέθηκαν στο ιερό, πάνω στον οποίο θα είχε τοποθετηθεί γλυπτό ανάθημα (μικρό άγαλμα ή σφίγγα). Ημίεργα τέτοια έργα έχουν βρεθεί επίσης στο ιερό.
Διαβάστε εδώ το 1ο Μέρος του αφιερώματος της ΕφΑ Κυκλάδων στο νησί της Νάξου.
Διαβάστε εδώ το 2ο Μέρος του αφιερώματος της ΕφΑ Κυκλάδων στο νησί της Νάξου.
Διαβάστε εδώ το 3ο Μέρος του αφιερώματος της ΕφΑ Κυκλάδων στο νησί της Νάξου.
Πηγή: Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων
Δεν υπάρχουν σχόλια