Η μεσοβυζαντινή Θεσσαλονίκη: πρωτεύουσα του αστικού μοναχισμού με χαμένα σήμερα μοναστήρια και των πανηγυριών, όπως τα Δημήτρια. Η εικόνα τη...
Η μεσοβυζαντινή Θεσσαλονίκη: πρωτεύουσα του αστικού μοναχισμού με χαμένα σήμερα μοναστήρια και των πανηγυριών, όπως τα Δημήτρια. Η εικόνα της πόλης όμοια με της Κωνσταντινούπολης.
Πώς ήταν η Θεσσαλονίκη τον 11ο αιώνα; Πού ήταν το κέντρο βάρους της αστικής ανάπτυξης; Τι ρόλο έπαιζε ο δούκας; Πώς διαμόρφωσαν την πολεοδομική οργάνωση η αρχιτεκτονική και η τέχνη; Πόσο συνέβαλαν οι κοινωνικές συνθήκες και σχέσεις στην εξέλιξη της πόλης και γιατί γνώρισε τόσο μεγάλη άνθιση ο αστικός μοναχισμός, τα εκκλησιαστικά ιδρύματα και οι χορηγίες αυτών; Και πού στ΄αλήθεια βρισκόταν τα μεγάλα μοναστήρια που είναι γνωστά μόνο από τις πηγές; Πώς, πότε και γιατί χάθηκαν έτσι ξαφνικά;
Οι απαντήσεις βρίσκονται στον τόμο «Η Θεσσαλονίκη τον 11ο και 12ο αιώνα», ο οποίος αποτελεί μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συλλογική έκδοση του Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών (ΚΒΕ) του Α.Π.Θ., που φωτίζει όλες τις πτυχές της πόλης κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο.
«Την εποχή αυτή το κέντρο βάρους μεταφέρεται στην Εκκλησία, οι πολιτικοί θεσμοί συρρικνώνονται ή εκπίπτουν και υπάγονται στην εκκλησιαστική κυριαρχία, γεγονός που αντανακλάται στην οργάνωση του δομημένου χώρου, όπου κυριαρχούν οι ναοί και οι μονές ως σημεία αναφοράς στη ζωή των πόλεων», αναφέρει η πρόεδρος του Κ.Β.Ε., καθηγήτρια του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Α.Π.Θ., Μελίνα Παϊσίδου, η οποία υπογράφει στην έκδοση αυτή τη μελέτη «Αστικά μοναστήρια και εκκλησιαστικά ιδρύματα».
Η ανάπτυξη του μοναχισμού και ιδιαίτερα του αστικού, εντός των τειχών της Θεσσαλονίκης, δίνει έναν άλλο αέρα στην πόλη. Σύμφωνα με την κ. Παϊσίδου, «σταδιακά οι μοναχοί ενθαρρύνονται από την αριστοκρατία των πόλεων να εγκατασταθούν σε αυτές και να ιδρύσουν μονές σε ακίνητα που θα τους δώριζαν. Μαζί με τους μοναχούς και τις μονές παρατηρείται και η είσοδος των οσίων και των αγίων στις πόλεις».
Ενδιαφέρουν έχουν οι πηγές για μονές και μοναστηριακά συγκροτήματα της Θεσσαλονίκης που σήμερα δεν υπάρχουν -δεν είναι γνωστό καν το ακριβές σημείο λειτουργίας τους- και στη θέση τους έχουν ανεγερθεί άλλα. Σύμφωνα με την έρευνα της κ. Παϊσίδου, τέτοια είναι η περιώνυμη μονή Ακαπνίου (τέλος 10ου-αρχές 11ου αιώνα), η οποία είναι γνωστή μόνο από τις πηγές, ήταν αφιερωμένη στον Σωτήρα Χριστό και δεν έχει ταυτιστεί ακόμη. Επίσης η αταύτιστη μονή Φιλοκάλου που μαρτυρείται σε πωλητήριο του 1112 της Μονής Δοχειαρίου Αγίου Όρους, ενώ το 1201 συνδέθηκε με τον αρχιεπίσκοπο Σερβίας Σάββα Νεμάνια, η Νέα Εκκλησία, που αναφέρεται το 1097 σε έγγραφο της Μονής Μεγίστης Λαύρας, ο Άγιος Νικόλαος ο Παλαιοφάβας στη γειτονιά της Καταφυγής, αλλά και η γειτνίασής της με κάποια μονή, πιθανώς της Παναγίας.
Από τον συγγραφέα Ιωάννη Καμινιάτη μαρτυρείται το 904 η γυναικεία μονή του Ακρουλλίου, αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο, που βρισκόταν πιθανόν ανάμεσα στη βασιλική του Αγίου Δημητρίου και τα βορειοδυτικά τείχη, ενώ από τις εκκλησίες που διασώζονται ως σήμερα είναι η Παναγία Χαλκέων που χτίστηκε το 1028 και υπήρξε το καθολικό ενός αστικού μοναστηριακού συγκροτήματος, καθώς και ο Άγιος Μηνάς.
Ξεχωριστή θέση στην ιστορία και την αρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης είχαν επίσης η μονή της Αγίας Βαρβάρας και εκείνη του Σωτήρος στην πολύ κεντρική γειτονιά του Ιπποδρομίου, η μονή του Αγίου Στεφάνου -που εξελίχθηκε στη σημερινή Αγίας Θεοδώρας- στην πλατεία Αγίας Σοφίας, αλλά και η παλαιολόγεια μονή Βλατάδων, που ανεγέρθηκε σε παλαιότερο πιθανώς μεσοβυζαντινό εκκλησιαστικό καθίδρυμα.
Άγνωστοι ναοί ή ταφικά παρεκκλήσια εκτιμάται ότι υπήρχαν, με βάση τις αρχαιολογικές ανασκαφές, στη διασταύρωση των οδών Ιουλιανού και Αγίου Δημητρίου και σε άλλα σημεία της πόλης.
Η λαϊκή παράδοση μεταφέρει πως η Θεσσαλονίκη μετρούσε τόσες εκκλησίες, όσες και οι μέρες του χρόνου, για την κ. Παϊσίδου ωστόσο αυτή η δοξασία έχει μεν μια υπερβολή, από την άλλη όμως «παραδέχεται τον μεγάλο αριθμό των εκκλησιαστικών κτηρίων. Στον κατάλογο του Janin περιγράφονται περί τους 120 ναούς και μοναστήρια που λειτουργούσαν αθροιστικά σε όλη τη διάρκεια της βυζαντινής κυριαρχίας, από τους οποίους τουλάχιστον 36 διασώζουν μεσοβυζαντινή φάση ή ιδρύθηκαν κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο».
Η άνθιση του μοναχισμού συνδέεται και με τις εμπορικές δραστηριότητες των κατοίκων και των επισκεπτών και μεταξύ των πιο γνωστών πανηγυριών ήταν τα Δημήτρια, μια εμποροπανήγυρη που συνδέθηκε με τον πολιούχο Άγιο Δημήτριο και ήταν ήδη γνωστή από τον 12ο αιώνα.
Όλα αυτά δίνουν την εικόνα μιας πόλης γεμάτης μοναστήρια και εκκλησιαστικά ιδρύματα και μάλιστα στις πλέον εμπορικές θέσεις. «Αντίστοιχη εικόνα αντλούμε από τη μεσοβυζαντινή Κωνσταντινούπολη, όπου ομοίως τα νέα μοναστήρια καταλαμβάνουν κεντρικά σημεία της πόλης, τα οποία συνδέονται με τη διοικητική και την εμπορική ζωή της, στοιχείο που καθιστά φανερή την παράλληλη πορεία ανάπτυξης των δύο μεγάλων πόλεων», επισημαίνει η κ. Παϊσίδου.
Ο 11ος αιώνας φέρνει σημαντικές αλλαγές σε όλα τα πεδία στη Θεσσαλονίκη και αυτές συνεχίζονται με τον επόμενο, εξίσου λαμπρό αιώνα της δυναστείας των Κομνηνών.
«Την περίοδο αυτή η Θεσσαλονίκη κατέχει μια ξεχωριστή θέση ανάμεσα στις βυζαντινές πόλεις κι αναμφισβήτητα ο 11ος αιώνας είναι χαρακτηριστικός για τη μελέτη της βυζαντινής κοινωνίας και του βυζαντινού πολιτισμού, με αξιοσημείωτες αλλαγές σε κοινωνικά, οικονομικά, δημογραφικά και πολιτισμικά φαινόμενα. Η μελέτη αυτών των φαινομένων συνέβαλε όχι μόνο στην αναθεώρηση της εικόνας του Βυζαντίου, αλλά και στον επαναπροσδιορισμό των σταθμών εξέλιξης της βυζαντινής κοινωνίας», αναφέρει η καθηγήτρια του τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Μαρία Καμπούρη-Βαμβούκου, προσθέτοντας ότι «η παρουσία του Βασιλείου Β΄ στις αρχές του 11ου αιώνα και το ενδιαφέρον του για την πόλη θα δώσουν νέα ώθηση και δυναμική στον ευρύτερο χώρο της Μακεδονίας».
Η κ. Καμπούρη-Βαμβούκου είναι μαζί με την καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, Πολύμνια Κατσώνη, οι επιμελήτριες της έκδοσης «Η Θεσσαλονίκη στον 11ο και 12ο αιώνα», η οποία παρουσιάζεται αύριο, Κυριακή (19/5), στις 18.00 στον εξώστη Ι του περιπτέρου 15 της ΔΕΘ-Helexpo, στο πλαίσιο της 20ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου. Την πολυσέλιδη έκδοση με μελέτες που δίνουν μια σφαιρική εικόνα της πόλης κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο, παρουσιάζουν ο ομότιμος καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, Αριστοτέλης Μέντζος και ο επίκουρος καθηγητής του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Γιώργος Λεβενιώτης, ενώ τον συντονισμό έχει η Μελίνα Παϊσίδου.
Την ίδια ώρα θα παρουσιαστεί και μια εξίσου ενδιαφέρουσα έκδοση του Κ.Β.Ε., με τίτλο «Ο Μέγας Κωνσταντίνος και η εποχή του. 1700 χρόνια από το Διάταγμα των Μεδιολάνων», σε επιστημονική επιμέλεια των Κ.Π.Χρήσου, Π. Κατσώνη, Κ.Α. Μποζίνη. Την παρουσίαση θα κάνουν ο Γιώργος Ζωγραφίδης, καθηγητής του τμήματος Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής και μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης του Α.Π.Θ., ο Ταξιάρχης Κόλιας, ομότιμος καθηγητής Βυζαντινού Πολιτισμού στο ΕΚΠΑ και πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής Βυζαντινών Σπουδών και η Αγαθονίκη Τσιλιπάκου, Γενική Διευθύντρια του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης, ενώ τον συντονισμό θα έχει ο (εκ των επιμελητών της έκδοσης) Κωνσταντίνος Χρήστου, καθηγητής του τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας και Χριστιανικού Πολιτισμού του Α.Π.Θ.
Πηγή: Μ. Ριτζαλέου, Voria
Δεν υπάρχουν σχόλια