«Εχει μετεξελιχθεί σε ένα είδος τουριστικού αποθετηρίου», λέει για την Πλάκα ο Κωνσταντίνος Μπολέτης. Οσο για τις μουντζούρες στα κτίρια, «ε...
Από παιδί παρατηρούσε τα σπίτια. Ειδικά αυτά που το ’70 θυσιάζονταν για να υψωθούν στη θέση τους πολυκατοικίες. Είχε μια βαθιά ευαισθησία για το παλιό. Επιπλέον, ήταν πολύ καλός στη γεωμετρία. «Τα έβλεπα όλα γεωμετρικά και τρισδιάστατα», λέει σήμερα γελώντας ο δρ Κωνσταντίνος Μπολέτης, αρχιτέκτων – αναστηλωτής. «Μπορώ να κλείσω τα μάτια και να φανταστώ μια κωνική τομή».
Η αναστήλωση του Χορηγικού Μνημείου του Θρασύλλου ήταν υποδειγματική εργασία και έχει καθοριστικό ρόλο στη συνολική εικόνα της Ακρόπολης. Εργάστηκε επίσης στο Διονυσιακό Θέατρο αλλά και στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Τριάντα πέντε χρόνια αφοσίωσης στα μνημεία του υπουργείου Πολιτισμού, διετέλεσε μέλος πολλών επιτροπών (θέατρα Δωδώνης, Λάρισας και Μεγαλόπολης, επίσης στην Καρθαία Κέας, στον Μαραθώνα κ.α.), είχε την επιστημονική επιμέλεια εκθέσεων με θέμα αρχαία θέατρα καθώς και την ανάδειξη μνημείων, είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου του σωματείου «Διάζωμα», συνεχίζει να δραστηριοποιείται για την προστασία, έρευνα και συντήρηση των αρχαίων χώρων θέασης και ακρόασης και βέβαια να δημοσιεύει.
Οι διαλέξεις του Κωνσταντίνου Μπολέτη έχουν πάντα ενδιαφέρον, όπως η πρόσφατη για τη γεωμετρική ανάπτυξη των αρχαίων θεάτρων του Διονύσου Ελευθερέως στην Αθήνα και του Ασκληπιείου της Επιδαύρου κατά τον 4ο αι. π.Χ., που διοργάνωσαν το «Διάζωμα» και το Μέγαρο Μουσικής. Δύο κτίρια γιγαντιαίων διαστάσεων των οποίων τα κοίλα δημιουργήθηκαν με κυκλικό σχεδιασμό.
«Το Θέατρο του Διονύσου στη νότια πλαγιά της Ακρόπολης καταλαμβάνει τον χώρο όπου δημιουργήθηκε στην ουσία το θέατρο ως τέχνη και παρουσιάστηκαν τα σπουδαία έργα των Αθηναίων τραγικών και κωμικών ποιητών· αναπτύχθηκε με χωροταξικούς περιορισμούς από γειτονικά κτίρια, ιερά και οδούς, καθώς και δεσμεύσεις από μια προϋπάρχουσα, στην ίδια θέση, θεατρική εγκατάσταση. Το γεγονός ότι δεν διατηρήθηκε σε πολύ καλή κατάσταση οφείλεται κυρίως στις καταστροφές που προκλήθηκαν στην περιοχή από εισβολείς των όψιμων ρωμαϊκών χρόνων».
Ετσι ξεκίνησε η συζήτηση. Με την ιστορία των δύο μνημείων που «απηχούν συμπυκνωμένη σοφία, γνώση και φιλοσοφικές θέσεις εφαρμοσμένες στην έννοια και αντίληψη του χώρου». Το Θέατρο της Επιδαύρου είναι το μνημείο όπου τελειοποιήθηκε η αρχιτεκτονική των αρχαίων θεατρικών χώρων και, αντίθετα με το Διονυσιακό, αναπτύχθηκε ελεύθερα στους πρόποδες του λόφου Κυνορτίου χωρίς δεσμεύσεις από γειτονικά κτίρια. «Αποτελεί σταθμό στην ιστορία της αρχιτεκτονικής, κορυφαίο δημιούργημα ενός ιδιαίτερου κυκλικού σχεδιασμού, που κάλυπτε από συνολικές μορφές μέχρι επιμέρους λεπτομέρειες. Είναι γνωστό ότι η εισαγωγή του κυκλικού σχεδιασμού στο ελληνικό θέατρο αποτελεί και μια μετάβαση από τη χρηστική στην εμβληματική αρχιτεκτονική».
Ο Κ. Μπολέτης μιλάει με πάθος για τα κυκλικά θέατρα, διακόπτει να ρωτήσει αν κουράζει με τεχνικές λεπτομέρειες και συνεχίζει επισημαίνοντας ότι ο κυκλικός σχεδιασμός που παρατηρούμε πρώτα στο Διονυσιακό «παρείχε ισότιμη θέαση και ακρόαση σε ένα μεγάλο ακροατήριο». Το θέατρο αυτό μπορούσε να φιλοξενήσει 19.000 και πλέον θεατές και έφτανε έως το μνημείο του Θρασύλλου. Ομως, εκεί που χωροθετήθηκε, είχε από τη μια πλευρά το Ωδείο του Περικλέους και από την άλλη το Ασκληπιείο».
Στην Επίδαυρο ανακάλυψε «έναν γεωμετρικό σχηματισμό ο οποίος επιδρά στον σχεδιασμό του θεάτρου κατά τη δισδιάστατη και την τρισδιάστατη έννοια. Σαν να είναι βασισμένο το θέατρο σε έναν γεωμετρικό μηχανισμό πενταγώνων, ένα είδος κανόνα ο οποίος μετατρέπεται και στερεομετρικά σε κανονικό δωδεκάεδρο, που είναι το πιο ολοκληρωμένο από τα πλατωνικά σώματα. Μπλέκουν η γεωμετρία, η αρχιτεκτονική και η φιλοσοφία μαζί. Ολα οδηγούν στις απαρχές των κύκλων και των σχεδίων του Πυθαγόρα».
Η εισαγωγή του κυκλικού σχεδιασμού στο ελληνικό θέατρο αποτελεί και μια μετάβαση από τη χρηστική στην εμβληματική αρχιτεκτονική.
Η συζήτηση στρέφεται στα χρόνια των σπουδών στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο αλλά και στο Πανεπιστήμιο του Γιορκ. «Οταν γύρισα από την Αγγλία το 1988, με τη μεσολάβηση και σύσταση του καθηγητή μου Χαράλαμπου Μπούρα πήγα στην Επίδαυρο, όπου έμεινα για δέκα παραγωγικά χρόνια. Ηταν τα ωραιότερα χρόνια. Περνούσα πολλές ώρες δουλεύοντας στο μνημείο χειμώνα – καλοκαίρι και αφουγκραζόμουν τους ήχους. Τα καλοκαίρια έβλεπα πρόβες των Μινωτή, Ευαγγελάτου, Βολανάκη, Λαζάνη, Κουγιουμτζή, Βουτσινά. Συχνά τις πρόβες παρακολουθούσε και η Μελίνα. Είδα επίσης πώς δούλευε ο σκηνογράφος Διονύσης Φωτόπουλος».
Από τα χρόνια που υπηρετούσε στην Επίδαυρο έχει μια ιδιαίτερη φωτογραφική συλλογή σκηνικών. «Τα φωτογράφιζα πάντα πρωί και πάντα από το ίδιο σημείο».
Παρακολουθούσε όμως και την κακή χρήση του μνημείου. Κολλημένες τσίχλες, γόπες τσιγάρων, κατανάλωση φαγητού από κάποιους θεατές, αλλά και ελεύθερη άφεση των μαθητών που έτρεχαν στο αρχαίο θέατρο. «Εγιναν εκτεταμένες περισχοινίσεις στο κοίλον για να διακόπτεται η ελεύθερη άνοδος και κάθοδος. Η καταπόνηση του μνημείου συχνά προκαλούσε αποκολλήσεις τμημάτων από τα εδώλια. Από τις πρώτες δικές μου εισηγήσεις και τα φωτορεπορτάζ άρχισαν να λαμβάνονται μέτρα που κάποια στιγμή δημιούργησαν μια αντίθεση, γιατί οι θίασοι δεν είχαν συνηθίσει τον έλεγχο». Επειτα σχηματίστηκαν επιτροπές για τον έλεγχο των σκηνογραφικών προτάσεων και δημιουργήθηκαν οι βάσεις για τους όρους χρήσης.
Στην Αθήνα ο Κ. Μπολέτης επέστρεψε το 2000 και εργάστηκε στο Διονυσιακό Θέατρο. Τμήμα της μελέτης αναστήλωσης έχει εκτελεστεί από τον ίδιο και τον Κλήμη Ασλανίδη –τώρα καθηγητή στο Πολυτεχνείο της Κρήτης–, σε συνεργασία με τον αρχαιολόγο Μαυροειδή Μαυροειδόπουλο. Oμως το έργο με το οποίο έχει ταυτιστεί είναι η αναστήλωση του Χορηγικού Μνημείου του Θρασύλλου που ολοκληρώθηκε το 2017. Είναι η «τρύπα» ή «σπηλιά» που αποκαλούσαν για χρόνια στη γειτονιά της Ακρόπολης, η οποία στο εσωτερικό της κρύβει το παρεκκλήσι της Παναγίας της Σπηλιώτισσας. Πολλοί δεν γνωρίζουν την ιστορία του Θρασύλλειου και ξαφνιάζονται όταν βλέπουν την επιβλητική του όψη από την Αίθουσα του Παρθενώνα στο Μουσείο της Ακρόπολης.
Το μνημείο ανεγέρθηκε το 320 π.Χ. πάνω από το Θέατρο Διονύσου, από τον Θράσυλλο, αγωνοθέτη των Μεγάλων Διονυσίων, και έφερε μορφή ναΐσκου στο πρότυπο των χορηγικών μνημείων. Επειτα αναμορφώθηκε από τον γιο του, τον Θρασυκλή. Η όψη του είναι σχεδόν αντίγραφο της δυτικής όψης της νότιας πτέρυγας των Προπυλαίων της Ακρόπολης, μου είχε πει ο Κ. Μπολέτης σε παλιότερη ξενάγηση. Κατέρρευσε το 1827 στη διάρκεια της πολιορκίας της Ακρόπολης από τον Κιουταχή.
Μου λέει ότι εδώ προσεύχονταν οι Αθηναίες υπέρ της υγείας των παιδιών τους, ενώ έξω από το μνημείο, στην πλαγιά, ξεκινούσε το βάναυσο έθιμο της διαπόμπευσης των μοιχαλίδων, όπως αναφέρει ο Καμπούρογλου. «Οταν μπήκα στο εσωτερικό του σπηλαίου, ήταν ολόγυρα χάρτινες εικόνες κολλημένες ή καρφωμένες στις ασβεστωμένες αγιογραφίες. Το δυσκολότερο σημείο του έργου ήταν να συγκεντρωθούν από όλη την πλαγιά του Διονυσιακού Θεάτρου τα διάσπαρτα κομμάτια και να μεταφερθούν κοντά στο εργοτάξιο. Ακολούθησε η ερμηνεία του μνημείου του Θρασύλλου, η επιλογή των τμημάτων που ταίριαζαν, εντοπίστηκαν παλιά λάθη».
Οταν μιλάει γι’ αυτό το μνημείο, είναι φανερό ότι τον συγκινεί περισσότερο. «Ηταν ένα προσωπικό στοίχημα. Αν δεν το είχα αναλάβει –συγγνώμη που το λέω–, δεν είχα την επιμονή μου, φοβάμαι ότι δύσκολα θα γινόταν. Είχε πολλά ζητήματα εργοταξιακής φύσεως. Ηταν στον βράχο, έπρεπε να τοποθετηθεί γερανογέφυρα, όπως και έγινε, και για να απομακρυνθεί κόπηκε κομμάτι κομμάτι».
Τριάντα πέντε χρόνια στον χώρο των αναστηλώσεων, υπήρξαν απογοητεύσεις; «Ναι, με πίκραναν συμπεριφορές συναδέλφων στην Αθήνα. Στην Επίδαυρο δεν είχα ποτέ πρόβλημα. Ηταν εξαιρετική η σχέση μου με τον καθηγητή Βασίλειο Λαμπρινουδάκη και τους συναδέλφους».
Από την Πόλη
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στη γειτονιά του Πέραν. «Η οικογένειά μου ήταν Ελληνες υπήκοοι απελαθέντες. Ηρθαμε το 1960, ήμουν τριών ετών. Ο πατέρας ήταν λογιστής – διαχειριστής, η μητέρα αφοσιώθηκε στην οικογένεια, ήταν ποντιακής καταγωγής, μεγαλωμένη στη Θεσσαλονίκη. Εγκαταστάθηκαν στα Πατήσια, στην πλατεία Καλλιγά, όπου ζει έως τώρα. Ο αδελφός μου, διδάκτωρ μηχανολογίας, ζει στην Ολλανδία. Μέναμε σε ένα όμορφο διαμέρισμα στη μέση της πλατείας. Οταν ήρθαμε, η γειτονιά ήταν μαγική, σαν τη Φωκίωνος Νέγρη. Εμεναν και σταρ του ελληνικού κινηματογράφου, όπως ο Κώστας Βουτσάς, η Ελενα Ναθαναήλ κ.ά.». Παιδί συνεσταλμένο, στον κόσμο των βιβλίων, μετά το Βαρβάκειο πήγε στο ΕΜΠ. «Στην Πόλη όλοι ήταν μορφωμένοι και κοσμοπολίτες. Ο πατέρας μιλούσε πέντε γλώσσες. Η οικογένεια έκανε ένα νέο ξεκίνημα εδώ, δεν ήταν εύκολο».
Η συνάντηση
Ο Κων. Μπολέτης επέλεξε το καφέ του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, όπου μοιραστήκαμε spring rolls με γέμιση λαχανικών και σαλάτα βραστών λαχανικών. Σουρωτή και καφές ήταν τα ποτά μας (σύνολο 30 ευρώ). Μιλήσαμε για την Αθήνα που αλλάζει, ειδικότερα την Πλάκα. «Η γειτονιά αυτή έχει μετεξελιχθεί σε ένα είδος τουριστικού αποθετηρίου». Οσο για τις μουντζούρες στα κτίρια, «είναι ένας καρκίνος στην πόλη. Δεν μπορείς να πας κάπου και να μη δεις ένα ρύπο. Στο “Ακροπόλ Παλάς” στην Πατησίων, μόλις βγήκαν τα προστατευτικά, έγραψαν στα μάρμαρα “όχι μετρό στα Εξάρχεια”». Του αρέσει να φωτογραφίζει «ό,τι κινδυνεύει στην πόλη και χαμοκέλες σε χωριά, αγροτική αρχιτεκτονική». Αλλά και γάτες «με τη λογική ότι είναι θυμόσοφες, γι’ αυτό πάντα τις βάζω να λένε κάτι». «Είναι όλα εφήμερα και η αληθινή αγάπη χίμαιρα» μοιάζει να θυμοσοφεί μια από τις γάτες που φωτογράφισε.
Πηγή: Γ. Συκκά, Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια