Με χρήσιμα συμπεράσματα έκλεισε ο τριετής κύκλος του ανασκαφικού έργου στην Αρχαία Στρύμη.
Με χρήσιμα συμπεράσματα έκλεισε ο τριετής κύκλος του ανασκαφικού έργου στην Αρχαία Στρύμη.
Η φιλόδοξη τριετής ανασκαφική έρευνα, που ξεκίνησε στη χερσόνησο της Μολυβωτής με τη συνεργασία ανάμεσα στην πρώην ΙΘ’ Εφορία Αρχαιοτήτων, νυν Εφορία Αρχαιοτήτων Ροδόπης, και στην Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών στην Αθήνα, ολοκληρώθηκε χθες, σηματοδοτώντας την έναρξη ενός μαραθώνιου έργου μελέτης των πολύτιμων ευρημάτων, με προοπτική σε ορίζοντα διετίας να κυκλοφορήσει μία ειδική έκδοση με τα συμπεράσματα των αρχαιολόγων. Τα συμπεράσματα αυτά αναμένεται να φωτίσουν τις αθέατες πτυχές και τα «μυστικά» του αρχαιολογικού χώρου της χερσονήσου της Μολυβωτής, στον οποίο εκτιμάται ότι αναπτυσσόταν η αρχαία πόλη της Στρύμης, όπως είχε υποστηρίξει ο αρχαιολόγος και καθηγητής κλασικής αρχαιολογίας Γεώργιος Μπακαλάκης. Στο κλείσιμο αυτού του κύκλου των ανασκαφών, για τον οποίο υπάρχει ελπίδα πως θα ξανανοίξει μετά το 2018, οι αρχαιολόγοι έχουν να συγκεντρώσουν και να μελετήσουν μεγάλο όγκο σημαντικών ευρημάτων, που αφορούν στην οικιστική ανάπτυξη της αρχαίας πόλης, κατά τις διαφορετικές μάλιστα φάσεις της κατοίκησής της.
Πολυμελής αποστολή από το Πανεπιστήμιο του Πρίνστον για τρίτη χρονιά στην έρευνα
Τα ευρήματα αυτά ήρθαν στην επιφάνεια από τις εντατικές εργασίες επί τριετία μιας πολυμελούς ομάδας ανθρώπων, ελλήνων και ξένων. Για την ακρίβεια, στο ανασκαφικό πρόγραμμα της τοπικής Εφορίας Αρχαιοτήτων έλαβαν μέρος έλληνες και ξένοι αρχαιολόγοι, φοιτητές από το Δημοκρίτειο, αλλά και από το Πανεπιστήμιο του Πρίνστον των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως και εργάτες που απασχολήθηκαν από την περιοχή μας.
Στην αποστολή του Πανεπιστήμιου του Πρίνστον για τη φετινή ανασκαφή συμμετείχαν 14 προπτυχιακοί φοιτητές και 22 μεταπτυχιακοί ή υποψήφιοι διδάκτορες, ενώ επικεφαλής για άλλη μία χρονιά ήταν ο Επίκουρος Καθηγητής, κ. Νάθαν Άρινγκτον.
Δόμνα Τερζοπούλου: «Οι αρχαιολόγοι από διάφορα κράτη πάντοτε συνεργάζονταν μεταξύ τους, γιατί ο κλασικός ελληνικός πολιτισμός δεν αποτελεί μόνο δική μας ιδιοκτησία»
Ο «ΠτΘ» βρέθηκε προχθές στο πεδίο της ανασκαφικής δραστηριότητας στην Αρχαία Στρύμη, κατέγραψε με τον φακό του το όμορφο κλίμα ανάμεσα στους συντελεστές του φιλόδοξου αυτού έργου, ενώ συζήτησε και με τους επικεφαλής για τα πρώτα αποτελέσματα της προσπάθειάς τους. Η αρχαιολόγος, κ. Δόμνα Τερζοπούλου, η οποία είναι και επικεφαλής στην ανασκαφική δραστηριότητα, δήλωσε καταρχήν ικανοποιημένη που παρόλα τα αυξημένα προβλήματα, τα οποία προέκυψαν φέτος ως απόρροια της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας, ο προγραμματισμός και η εκτέλεση των προβλεπόμενων εργασιών εξελίχτηκαν ομαλά. Επίσης, η κ. Τερζοπούλου έκανε μνεία στην πολύ καλή συνεργασία μεταξύ όλων των συντελεστών του έργου, παρατηρώντας ότι «οι αρχαιολόγοι από διάφορα κράτη πάντοτε συνεργάζονταν μεταξύ τους, γιατί ο κλασικός ελληνικός πολιτισμός δεν αποτελεί μόνο δική μας ιδιοκτησία, αλλά είναι μια κοινή πολιτισμική κληρονομιά».
Καταγραφή στοιχείων εκτός των τειχών της πόλης
Αναφερόμενη στην πρόοδο της έρευνας στον αρχαιολογικό χώρο της Μολυβωτής, εξήγησε ότι «φέτος εκτός από την ανασκαφή, έγινε παράλληλα μία εκτεταμένη επιφανειακή έρευνα εκτός των τειχών της πόλης, την οποία διενεργεί ο κ. Τομ Τάρταρον, που είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια στις ΗΠΑ. Μέχρι τώρα έχουν ερευνηθεί 5.000 στρέμματα, όπου γίνεται περιορισμένη περισυλλογή αρχαιοτήτων και εντοπισμός θέσεων αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Με τον τρόπο αυτό καταγράφονται και διάφορα στοιχεία από κτίσματα, που υπάρχουν εκτός των τειχών της πόλης, ενώ μας δίνεται η ευκαιρία να μελετήσουμε και την οργάνωση της χώρας, αλλά και των νεκροταφείων, αφού υπάρχουν πολύ εκτεταμένα νεκροταφεία γύρω και έξω από τα τείχη της πόλης. Στα νεκροταφεία μάλιστα υπάρχουν και πάρα πολλοί τύμβοι και γίνεται μία χαρτογράφηση όλων των τύμβων. Παράλληλα γίνεται από το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης μια εκτεταμένη γεωμορφολογική έρευνα, ώστε να διαπιστωθεί πώς ήταν η εικόνα της περιοχής κατά την αρχαιότητα. Αν τυχόν δηλαδή η χερσόνησος της Μολυβωτής ήταν νησί, γιατί υπάρχει και μια τέτοια εκδοχή, την οποία προσπαθούμε να ελέγξουμε. Επίσης εξετάζεται αν υπήρχαν οι λιμνοθάλασσες και πώς ήταν η διαμόρφωση της ακτογραμμής. Τα στοιχεία αυτά είναι πολύ σημαντικά για την αρχαιολογική έρευνα, γιατί με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να διαπιστώσουμε ποιο ήταν το τοπίο που βρήκαν, όταν ήρθαν και εγκαταστάθηκαν εδώ, οι πρώτοι άποικοι και γιατί επέλεξαν αυτή τη θέση, για να δημιουργήσουν την αποικία τους».
«Η κατοίκιση της πόλης συνεχίστηκε και κατά τη διάρκεια των ύστερων ρωμαϊκών χρόνων»
Εστιάζοντας στα ευρήματα, που βρέθηκαν στο πεδίο της ανασκαφής και ειδικότερα στην κάτοψη ενός σπιτιού, η κ. Τερζοπούλου εκτίμησε ότι η πρώτη εγκατάλειψη της πόλης τοποθετείται χρονικά στα τέλη του 4ου ή στις αρχές του 3ου π.Χ. αιώνα, ενώ στη συνέχεια, πολλούς αιώνες αργότερα, τον 4ο μ.Χ. αιώνα δημιουργήθηκε εκ νέου ένας οικισμός στην ίδια τοποθεσία. «Δεν ξέρουμε την έκταση αυτού του οικισμού», σημείωσε η αρχαιολόγος, «ωστόσο στην ανασκαφή μας φαίνεται καθαρά ότι χρησιμοποιήθηκαν τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα των προηγούμενων οικείων, για να διαμορφωθεί ένας άλλος οικιστικός χώρος». «Υπάρχει και μία τρίτη φάση», προσέθεσε, «η οποία τοποθετείται χρονικά στον 5ο ή 6ο μ.Χ. αιώνα».
«Αυτό είναι και ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία της ανασκαφής μας», παρατήρησε, «γιατί κατά το παρελθόν θεωρούσαμε ότι η περιοχή εγκαταλείφθηκε στα τέλη του 4ουπ.Χ. αιώνα, τώρα όμως διαπιστώνουμε ότι συνεχίστηκε η κατοίκιση και κατά τη διάρκεια των ύστερων ρωμαϊκών χρόνων. Οπωσδήποτε γίνεται πιο σύνθετο το έργο μας, γιατί οι μετασκευές που έγιναν εν μέρει χάλασαν το σπίτι των κλασικών χρόνων, αλλά ταυτόχρονα μας δίνεται η δυνατότητα να δούμε μια άλλη χρονολογική φάση της πόλης, κάτι που είναι πολύ σημαντικό για εμάς».
Στα τέλη του 2017 ή στις αρχές του 2018 η ειδική έκδοση για την ανασκαφική έρευνα
Για τα επόμενα δύο χρόνια, όπως προανήγγειλε η κ. Τερζοπούλου, μια μεγάλη ομάδα Ελλήνων, Αμερικανών, Καναδών και Ευρωπαίων επιστημόνων θα μελετήσει πολύπλευρα το υλικό, που έχει συγκεντρωθεί, και στα τέλη του 2017 ή στις αρχές του 2018 θα είναι έτοιμη για να κυκλοφορήσει η ειδική έκδοση, η οποία θα είναι αφιερωμένη στην ανασκαφή και στην επιφανειακή έρευνα, που διεξήχθη στον αρχαιολογικό χώρο της χερσονήσου της Μολυβωτής. Την προοπτική πάντως να καταστεί ο χώρος επισκέψιμος η κ. Τερζοπούλου την τοποθέτησε στο απώτερο μέλλον, καθώς αυτή η προοπτική εξαρτάται από πολλούς και σύνθετους παράγοντες.
Μαρίνα Τασακλάκη: «Αρχαιολογικά η πόλη έχει αποδείξει την αξία της»
Από την πλευρά της η κ. Μαρίνα Τασακλάκη, αρχαιολόγος της Εφορίας Αρχαιοτήτων Ροδόπης, εμφανίστηκε πεπεισμένη ότι η πόλη που κρύβεται κάτω από τη Ροδοπίτικη γη, στην χερσόνησο της Μολυβωτής, υπόσχεται μεγάλης επιστημονικής αξίας και εμβέλειας ευρήματα. «Ήδη το γεγονός ότι έχουμε να κάνουμε με μία πόλη 500 στρεμμάτων εντός των τειχών», σημείωσε, «δείχνει αυτόματα ότι είναι μια από τις πολύ σπουδαίες της αιγιακής Θράκης». «Τα ευρήματα μας αποκαλύπτουν», συνέχισε, «ότι πρόκειται για μια σπουδαία πόλη, μεγάλη σε έκταση, με υπόγειο υδραγωγείο, με έντονο εμπορικό προσανατολισμό και με την οικονομία μέσα στην καθημερινή ζωή των κατοίκων. Αρχαιολογικά λοιπόν η πόλη έχει αποδείξει την αξία της».
Επικεντρώνοντας στα αποτελέσματα του τριετούς ανασκαφικού προγράμματος, η κ. Τασακλάκη εξήγησε ότι «μας δόθηκε η δυνατότητα να αποκαλύψουμε τα όρια μιας οικίας των κλασικών χρόνων, κάτι που επιβεβαίωσε και τα αποτελέσματα της γεωφυσικής διασκόπισης για τα όρια της οικίας, που είναι 18x18 μέτρα». «Βέβαια, οι αλλεπάλληλες φάσεις κατοίκησης κατέστρεψαν κατά κάποιον τρόπο την οικεία των κλασικών χρόνων», προσέθεσε, «αλλά νομίζω πως θα είμαστε σε θέση μετά και από τη μελέτη του υλικού να αποκαταστήσουμε με κάποιο τρόπο αυτήν την κάτοψη». «Το ευτύχημα είναι ότι φέτος βρέθηκε και ένα πηγάδι, το οποίο προφανώς σχετίζεται με το υπόγειο υδραγωγείο, που υπήρχε στην πόλη και είχε πρώτος ανακαλύψει ο Γεώργιος Μπακαλάκης τη δεκαετία του ’50», επισήμανε η κ. Τασακλάκη, εξηγώντας ότι «το υπόγειο υδραγωγείο ήταν ένα σύστημα σηράγγων, που επικοινωνούσαν μεταξύ τους και με το σύστημα της υδρομάστευσης συγκεντρωνόταν νερό, το οποίο με αυλάκια και κλίσεις οδηγούταν σε βαθύνσεις. Πάνω από κάθε βάθυνση υπήρχε το πηγάδι και ένα τέτοιο πηγάδι λοιπόν είχαμε την τύχη να βρούμε την τελευταία εβδομάδα. Μέσα από αυτό είχαμε πολλά και σπουδαία ευρήματα, κυρίως κεραμικής του 5 π.Χ. αιώνα».
Νάθαν Άρινγκτον: «Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι από όλον τον κόσμο, που ενδιαφέρονται για τη δουλειά που κάνουμε εδώ»
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Πρίνστον, κ. Νάθαν Αρινγκτον, υπογράμμισε τη σπουδαιότητα του αρχαιολογικού χώρου της χερσονήσου της Μολυβωτής, σημειώνοντας μεταξύ άλλων ότι «υπάρχουν πολλοί άνθρωποι από όλον τον κόσμο, που ενδιαφέρονται για τη δουλειά που κάνουμε εδώ». «Δεν υπάρχουν πολλές τέτοιου τύπου αρχαιολογικές θέσεις, που έχουν ανασκαφεί», συμπλήρωσε, «και σίγουρα θα υπάρχει ένα μεγάλο επιστημονικό κοινό, το οποίο θα διαβάσει τη δημοσίευση, που θα γίνει». «Η δημοσίευση θα μπορέσει να δώσει πληροφορίες για τη ζωή στην Ελλάδα σε διάφορες χρονικές περιόδους», συνέχισε, «από τα κλασικά χρόνια μέχρι και τα βυζαντινά και ιδιαίτερα για αυτήν την περιοχή. Και φυσικά θα μπορέσουμε να δούμε τις σχέσεις μεταξύ της πόλης, του αστικού κλοιού, και της περιοχής που βρίσκεται έξω από τα τείχη της».
«Είναι πολύ φιλόξενοι οι άνθρωποι στην Ελλάδα και ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα, ενώ τώρα στην κρίση μου κάνει εντύπωση υπομονή των ανθρώπων»
Μπορεί ο τριετής κύκλος των ανασκαφών να ολοκληρώθηκε, όμως ο κ. Άρινγκτον πρόσκαιρα αποχωρεί από τη χώρα μας, καθώς θα συνεχίσει να εργάζεται για την μελέτη των ευρημάτων και την έκδοση των τελικών συμπερασμάτων.
Ήδη η περιοχή μας τον έχει γοητεύσει, όπως παραδέχτηκε, με βασική παράμετρο σε αυτήν την κατεύθυνση να ορίζει την φιλοξενία των ανθρώπων της. «Είναι πολύ φιλόξενοι οι άνθρωποι στην Ελλάδα και ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα», παρατήρησε, «ενώ ειδικά τώρα που είμαστε στην κρίση βλέπω την υπομονή στους ανθρώπους και μου κάνει πολύ μεγάλη εντύπωση».
«Πρέπει κανείς να μελετήσει το παρελθόν, για να μπορέσει να συνειδητοποιήσει τη θέση του μέσα στο ευρύτερο πολιτισμικό και ιστορικό περιβάλλον»
Το μήνυμα, που θέλησε να στείλει κλείνοντας, είναι ότι «πρέπει κανείς να μελετήσει το παρελθόν, για να μπορέσει να συνειδητοποιήσει τη θέση του μέσα στο ευρύτερο πολιτισμικό και ιστορικό περιβάλλον και να χαράξει την πορεία του προς το μέλλον». «Η επιστημονική έρευνα», επισήμανε, «μπορεί να συμβάλλει επίσης και στην οικονομική ανάπτυξη ενός τόπου».
Πηγή: Θ. Σταμούλης, Παρατηρητής της Θράκης
Δεν υπάρχουν σχόλια