Ο "Ζωγράφος του Βερολίνου" για πρώτη φορά αποκαλύπτεται σε όλη του την αίγλη μέσα από μία αφιερωματική έκθεση του Πανεπι...
Ο "Ζωγράφος του Βερολίνου" για πρώτη φορά αποκαλύπτεται σε όλη του την αίγλη μέσα από μία αφιερωματική έκθεση του Πανεπιστημιακού Μουσείου Τέχνης του Πρίνστον.
Χρειάστηκε να μείνει ανώνυμος και αφανής για περισσότερα από 2.500 χρόνια, για να βρει τελικά τη θέση στο παγκόσμιο στερέωμα της Τέχνης: ο λόγος για τον αθηναίο καλλιτέχνη, που έγινε γνωστός ως Ζωγράφος του Βερολίνου, έργα του οποίου εκτίθενται για πρώτη φορά φέτος τον Μάρτιο σε μία μεγαλειώδη έκθεση υπό την αιγίδα του Πανεπιστημιακού Μουσείου Τέχνης του Πρίνστον και υπό τον τίτλο "Ο Ζωγράφος του Βερολίνου και ο Κόσμος του". Στην έκθεση αναζητώνται τα ίχνη του επιδραστικού αγγειογράφου που έζησε στην Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ.
Προς τι, ωστόσο, η δραματική καθυστέρηση αναγνώρισης της συνεισφοράς του στην Τέχνη; Η αλήθεια είναι ότι ο "Ζωγράφος του Βερολίνου" ήταν γνωστός στους ακαδημαϊκούς κύκλους και στους ιστορικούς Τέχνης, ως ένας από τους ικανότερους αγγειογράφους του Αττικού ερυθρόμορφου ρυθμού. Ωστόσο, κανένα στοιχείο πέρα από τα δημιουργήματα του δεν σωζόταν, για να φωτίσει τα περαιτέρω της ζωής του. Άλλωστε, οι αγγειογράφοι της Αθήνας δεν ήταν ούτε γνωστοί ούτε εύποροι, ούτε φυσικά απολάμβαναν τις τιμές και την αναγνώριση των σύγχρονων καλλιτεχνών.
Γιατί καθυστέρησε τόσο πολύ μια έκθεση; Μπορεί να τον γνωρίζουν οι ακαδημαϊκοί κύκλοι σε όλο τον κόσμο, αλλά ακόμα και πολύ καλλιεργημένοι άνθρωποι δεν έχουν ιδέα για τον καλλιτέχνη των ερυθρόμορφων αγγείων.
Οι δημιουργοί αυτών των αρχαίων αντικειμένων που τώρα λατρεύονται σε ιδιωτικές συλλογές σε όλον τον κόσμο δεν ήταν παρά ταπεινοί τεχνίτες, εξηγεί ο J. Michael Padgett, επιμελητής του τομέα Αρχαίας Τέχνης του Πανεπιστημιακού Μουσείου του Πρίνστον. "Οι αγγειοπλάστες εργάζονταν στη γωνιά τους καλυμμένοι με λάσπη", λέει χαρακτηριστικά. Δεν ήταν ο Τζεφ Κουνς, για παράδειγμα. Ακόμη και έτσι, όμως, βουτηγμένοι στη λάσπη και την αφάνεια, κατάφεραν να παράξουν σπουδαία τέχνη, ένα πραγματικό αρχείο της ιστορίας της πόλης τους, ένα αρχείο που θα επηρέαζε δραστικά τόσο την παγκόσμια ιστορία, όσο και την ιστορία της τέχνης για χιλιάδες χρόνια.
Σεβαστά σε όλα τα μουσεία του κόσμου τα έργα των αγγειογράφων, περιζήτητα σε συλλογές, ήταν τα έργα ταπεινών τεχνιτών. Η οπτική και η καταγραφή της ιστορίας που αποτυπώνουν θα επηρεάσουν τόσο την παγκόσμια ιστορία, όσο και την ιστορία της τέχνης εδώ και χιλιάδες χρόνια. Η έκθεση συγκεντρώνει 84 αντικείμενα, (αμφορείς, κρατήρες, υδρίες και λήκυθοι) με 54 έργα να αποδίδονται στον ανώνυμο καλλιτέχνη των αρχών του 5ου π.Χ. αιώνα. Τα έργα προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες για τις κοινωνικές, πολιτικές, θρησκευτικές και καλλιτεχνικές εργασίες της στις αρχές του πέμπτου π.Χ. αιώνα στην Αθήνα. Πρόκειται για δάνεια από τα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου, ανάμεσά τους το Staatliche του Βερολίνου, το Λούβρο, το Metropolitan Museum of Art, το Kunsthistorisches Museum της Βιέννης, το Museum of Fine Arts της Βοστόνης, το Museo Gregoriano Etrusco του Βατικανού, από γκαλερί και ιδιωτικές συλλογές.
Στη συγκεκριμένη έκθεση, οι επισκέπτες θα έχουν την ευκαιρία να θαυμάσουν για πρώτη φορά 84 αγγεία και αγαλματίδια, εκ των οποίων τα 54 δια χειρός του διάσημου πλέον "Ζωγράφου του Βερολίνου". Ας σημειωθεί ότι προέρχονται από μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίοδο των Αθηνών και εν συνόλω της αρχαίας ελληνικής ιστορίας. Τον 5ο π.Χ αιώνα, ύστερα από τη λαίλαπα των τυράννων -που, όμως, έπαιξαν τον ρόλο τους στη ανακατανομή του πλούτου της πόλης- στην Αθήνα ανατέλλει η δημοκρατία για τους περίπου 40.000 πολίτες της. Μόνο κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του "Ζωγράφου του Βερολίνου" ενέσκηψε στην Αθήνα η Περσική Αυτοκρατορία, απειλώντας την πόλη και τη χώρα ολόκληρη με υποδούλωση.
Κατά τα λοιπά, οτιδήποτε άλλο γι' αυτόν τον εργατικό καλλιτέχνη παραμένει στο σκοτάδι. Ποιος ήταν, ποιο ήταν το όνομα του, τι είδους ζωή ζούσε είναι απολύτως άγνωστα. Όσο για το παρατσούκλι που του αποδόθηκε, δεν έχει καμία σχέση με τον ίδιο - του δόθηκε το 1911 από τον μελετητή Sir John Davidson Beazley, ο οποίος ερευνούσε τα στοιχεία προέλευσης ενός αμφορέα που βρισκόταν στο Μουσείο του Βερολίνου. Το αγγείο παρουσίαζε συγκεκριμένο μοτίβο, το οποίο ο μελετητής συνάντησε σε ακόμη 200 αντικείμενα. Αυτό το κοινό στοιχείο ήταν που οδήγησε και τον Beazley στο συμπέρασμα ότι όλα αυτά τα αντικείμενα είχαν φτιαχτεί από τον ίδιο αρχαίο καλλιτέχνη. Κατά κάποιον τρόπο, ο "Ζωγράφος του Βερολίνου" υπέγραφε κάθε δημιούργημα του με αυτό το προσωπικό επαναλαμβανόμενο στιλ: λεπτές φιγούρες, με κομψές γραμμές, ένα καλλιτεχνικό στρατήγημα αρχαιοελληνικής τέχνης που αργότερα επανέλαβαν πολλοί σύγχρονοι καλλιτέχνες.
Και παρά το ότι αυτός ο άνθρωπος δεν υπήρξε διασημότητα της εποχής του, σίγουρα απολάμβανε τον σεβασμό των συμπολιτών του, λόγω της εξαιρετικής παραγωγής και του ταλέντου του. Πολλά από τα έργα του δεν βρέθηκαν στην Αθήνα, όπως θα ήταν το αναμενόμενο, αλλά στην Ιταλία, ενώ ακόμη ένα εντυπωσιακό στοιχείο στα δημιουργήματα του είναι ο τρόπος με τον οποίο έχει ξεφορτωθεί μια για πάντα όλα εκείνα τα "στολίδια", τα περίτεχνα σχέδια και τα διακοσμητικά στοιχεία, που χρησιμοποιούσαν οι ομότεχνοι του εκείνη την εποχή. Η υπογραφή του είναι οι ερυθρές φιγούρες που στέκονται λιτά μέσα σε μαύρα πλαίσια. "Αρκεί η παρουσία και η δράση τους για να αναπαραστήσει το πλαίσιο μέσα στο οποίο ζουν. Για διακοσμητικό πλαίσιο έχουν ακριβώς το περίγραμμα του ίδιου του αγγείου", εξηγεί ο Padgett. Ο "Ζωγράφος του Βερολίνου" έχει πολλά να διδάξει για την οικονομία του χώρου στην Τέχνη, με τρόπο τέτοιο που αποτελεί πρόκληση ακόμη και για τους σύγχρονους θεατές.
Ενδεικτικό των όσων λέει ο Padgett είναι το έκθεμα μιας υδρίας που ανήκει στη συλλογή του Βατικανού. Πάνω της είναι ζωγραφισμένος ο θεός Απόλλωνας, να πετά με τη λύρα του πάνω από τη θάλασσα, η οποία αναπαριστάται με μία κυματοειδή γραμμή που διακόπτεται από δελφίνια, ενώ ο ίδιος μοιάζει καθισμένος στο μπρούτζινο αγγείο με τις λαβές. Αλλά όλο αυτό το σπουδαίο δεν μπορεί να αποτυπωθεί μέσα σε λίγες φωτογραφίες.
Όπως εξηγεί ο Padgett, όταν απλώς βλέπουμε μια εικόνα ενός αντικειμένου δεν μπορούμε πάντα να αντιληφθούμε την ανατομία του εν σχέσει με τη εικόνα που είναι ζωγραφισμένη πάνω στο αγγείο Εκείνο που πρέπει να θυμόμαστε είναι ότι μιλάμε για τρισδιάστατα αντικείμενα, λέει ο ίδιος, συμπληρώνοντας ότι στη συγκεκριμένη υδρία, το σώμα του Απόλλωνα βρίσκεται σε έκταση, σχεδόν οριζοντιωμένο, πάνω και γύρω στο εσωτερικό της καμπύλης του δοχείου. "Κάποιοι λένε ότι ο Ζωγράφος του Βερολίνου παραβίαζε το σχήμα του κάθε δοχείου, άλλοι λένε ότι προσαρμοζόταν απολύτως σε αυτό, σε κάθε περίπτωση όμως δημιουργούσε μία ολότελα δική του σύνθεση", λέει.
Αυτό το είδος καλλιτεχνικής καινοτομίας πρέπει να θυμάται κανείς ως το πιο εντυπωσιακό στοιχείο από έναν καλλιτέχνη, που όταν δημιουργούσε σίγουρα δεν φανταζόταν ποτέ ότι τα αγγεία του θα εκτίθεντο σε φωτισμένες προθήκες μουσείων. Οι σύγχρονοι του θα χρησιμοποιούσαν αυτή την τέχνη -τα αγγεία, τα δοχεία, τις κούπες- για να φάνε, να πιουν και να διασκεδάσουν στα συμπόσια της εποχής, για να τα χρησιμοποιήσουν στην καθημερινότητα τους. Οι εικόνες που φτάνουν μέσω αυτών των αντικειμένων σ' εμάς, μας μιλούν για τις πεποιθήσεις, τη μυθολογία, τις συνήθειες, τα έθιμα χαράς και ταφής, τα όσα συνέβαιναν στη ζωή τους. Δεν είναι ακριβώς οχήματα που θα μας μεταφέρουν πίσω στον χρόνο αυτά τα αντικείμενα - είναι όμως ένα πρώτης τάξεως έναυσμα για να κινητοποιήσει τη φαντασία μας, γύρω από τι πραγματικά σήμαινε να ζει κανείς εκείνη την εποχή.
Ο Ζωγράφος του Βερολίνου είναι το συμβατικό όνομα ενός από τους πιο σημαντικούς αγγειογράφους του Αττικού ερυθρόμορφου ρυθμού. Έχουν υποθέσει ότι ονομαζόταν Γόργος. Το όνομα που του προσδόθηκε –ζωγράφος του Βερολίνου- οφείλεται σε έναν εξαιρετικής ποιότητας αμφορέα που σώζεται με το καπάκι του και βρίσκεται στο Μουσείο του Βερολίνου. Το αγγείο χρονολογείται περίπου από το 490 π.Χ.
Στην κύρια όψη εικονίζονται τρεις επάλληλες μορφές, δύο άνδρες και ένα ζώο. Στο πρώτο επίπεδο βλέπουμε έναν γυμνό σάτυρο, στεφανωμένο με κισσό, που στέκεται κρατώντας στο αριστερό χέρι μια βάρβιτο (έγχορδο όργανο με το οποίο συνόδευαν συνήθως το τραγούδι τους οι αοιδοί στα συμπόσια) και στο δεξί το πλήκτρο για να χτυπά τις χορδές· το όνομά του, Ορείμαχος, είναι γραμμένο προς τα αριστερά στο μαύρο φόντο.
Πίσω από τον σάτυρο διακρίνεται ένα ζαρκάδι με υψωμένο το κεφάλι, που το καστανό τρίχωμά του αποδίδεται με αραιωμένο βερνίκι. Στο τρίτο επίπεδο φαίνεται ο Ερμής, ο αγγελιαφόρος των θεών (το όνομά του είναι γραμμένο προς τα δεξιά), ντυμένος με τα ρούχα του ταξιδιού, δηλαδή με κοντό χιτώνα και χλαμύδα· στα πόδια φοράει κλειστά υποδήματα (ἐμβάδες) με φτερά και κρατάει στο δεξί χέρι μια οινοχόη και στο αριστερό το κηρύκειο, μαζί με έναν κάνθαρο, αγγείο οινοποσίας που συνδέεται με τη λατρεία του Διονύσου. Η σύνθεση ξεχωρίζει για την εκπληκτική δεξιοτεχνία της. Οι τρεις μορφές επικαλύπτονται χωρίς να συγχέονται. Χαρακτηρίζονται από την ψηλή κορμοστασιά και την απαράμιλλη ομορφιά τους. Καθώς παρουσιάζονται ο ένας πάνω στον άλλο, δημιουργείται η εντύπωση ότι έχουμε μια μόνο μορφή.
Η απεικόνισή τους φανερώνει προσεκτική μελέτη της κίνησης του ανθρώπινου σώματος, που επιτυγχάνεται με τη μετατόπιση του βάρους από το ένα σκέλος στο άλλο. Έτσι ο σάτυρος, αν και στέκεται, φαίνεται έτοιμος να κινηθεί. Ο Ερμής πάλι πατάει γερά στο έδαφος με το ένα πόδι και ανασηκώνει το άλλο, δείχνοντας το γρήγορο και σταθερό βήμα του. Δημιουργείται η εντύπωση ότι ο Ερμής προσπερνά τον σάτυρο και ότι το ζαρκάδι προσπαθεί να τον ακολουθήσει. Πρόκειται για μια σπουδή της κίνησης, που θα σημαδέψει την τέχνη, καθώς δείχνει το πόσο οι καλλιτέχνες στις αρχές του 5ου αιώνα αποδεσμεύτηκαν από τις συμβάσεις της αρχαϊκής εποχής και τόλμησαν κάτι εντελώς καινούργιο, να αποδώσουν τη δυναμική του ζωντανού και κινούμενου ανθρώπινου σώματος. Η νέα αυτή προσέγγιση προϋποθέτει γνώσεις ανατομίας και μαθηματικών αλλά και διάθεση για πειραματισμούς και καινοτόμες λύσεις. Στο λαιμό του αμφορέα, τα συμμετρικά κισσόφυλα και το κλαδί τους είναι η βασική διακόσμηση και μια αναφορά, παραπομπή στη λατρεία του Διονύσου.
Ο καλλιτέχνης του οποίου η μακρά σταδιοδρομία εκτείνεται περίπου από το 500 π.Χ. έως το 460 π.Χ., είναι γνωστός για το δικό του κομψό και προσιτό ύφος αλλά και για την επιρροή του στην ανάπτυξη των μετέπειτα καλλιτεχνών. Η έκθεση θα διαρκέσει από τις 4 Μαρτίου έως τις 11 Ιουνίου του 2017.
Δεν υπάρχουν σχόλια