Ο νέος ηγεμόνας Κάρολος Α΄ Ντ’ Ανζού (Charles I d’ Anjou), βασιλιάς της Νάπολης και της Σικελίας, άρχισε να κόβει δικά του νομίσματα σ...
Ο νέος ηγεμόνας Κάρολος Α΄ Ντ’ Ανζού (Charles I d’ Anjou), βασιλιάς της Νάπολης και της Σικελίας, άρχισε να κόβει δικά του νομίσματα στη Γλαρέντζα και έστειλε ως πρώτο βάιλο και γενικό επίτροπό του στην Αχαΐα τον Γκαλεράν ντ’ Ιβρύ (Galeran d’ Ivray), στρατοπεδάρχη της Σικελίας, ενημερώνοντας σχετικά όλους τους ευγενείς τιμαριούχους και βαρόνους των κτήσεών του.
Του καθηγητή Π. Θἐμελη
Έδωσε εντολή στους φρούραρχους της Κορίνθου, του Χλουμουτζίου, του Κατακόλου (Bauvoir) και της Καλαμάτας, να παραδώσουν τα κάστρα στον Γκαλεράν, και ζήτησε από τους βαρόνους να δηλώσουν υποταγή σ’ αυτόν. Εκείνοι αρνήθηκαν να του δηλώσουν υποταγή, απλώς ορκίστηκαν πίστη, ενώ ο Γκαλεράν από την πλευρά του ορκίστηκε ότι θα σεβαστεί τα «συνήθεια» τους, δηλαδή τα ιπποτικά τους έθιμα. Καταπάτησε εντούτοις γρήγορα τον όρκο του και άρχισε να κυβερνά αντισυνταγματικά και αυταρχικά, δημιουργώντας έντονες δυσαρέσκειες και έχθρες ανάμεσα στους βαρόνους - οι οποίοι το 1280 έστειλαν αντιπροσώπους τους στον βασιλιά της Νάπολης Κάρολο Α´, ζητώντας πιεστικά την αντικατάσταση του Γκαλεράν.
Ο Κάρολος αναγκάστηκε να τον ανακαλέσει και να διορίσει στη θέση του το 1282 ως βάιλο τον Φίλιππο ντε Λαγκουέσσα, πρωτοστράτορα της Σικελίας. Την ίδια χρονιά ξέσπασε επανάσταση των Σικελών στο Παλέρμο ενάντια στην τυραννική διακυβέρνηση των Ανζού και εξαπλώθηκε τάχιστα σε ολόκληρη τη Σικελία, με την υποκίνηση και του Μιχαήλ Η' του Παλαιολόγου που ήθελε να εμποδίσει τις ετοιμασίες των Ανζού για εκστρατεία στο Βυζάντιο. Οι επαναστάτες των περίφημων «Σικελικών Εσπερινών» κατέσφαξαν τότε 8.000 Γάλλους.
Απανωτές αποτυχίες, Σύντομες επιτυχίες
Και ο νέος απεσταλμένος του Καρόλου Α´ στο Μοριά, ο ντε Λαγκουέσσα, απέτυχε στην αποστολή του - με αποτέλεσμα να συμφωνηθεί μεταξύ βαρόνων και βασιλιά Καρόλου, ο βάιλος και γενικός επίτροπος να εκλέγεται τελικά μεταξύ των βαρόνων της Αχαΐας. Πρώτος βάιλος εκλέχτηκε ο βαρόνος της Χαλανδρίτσας Γκυ ντε λα Τρεμούιγ (Guy de la Trémouille). Μετά τρία χρόνια διοίκησης, 1283-1285, είχε και ο βάιλος ντε λα Τρεμούιγ αποτύχει στην αποστολή του. Ο διάδοχος του αποθανόντος το 1285 βασιλιά της Nάπολης Καρόλου A΄, κόμης Ρομπέρ ντ’ Αρτουά διόρισε βάιλο στη θέση του Tρεμούιγ τον ισχυρό και πλούσιο δούκα της Αθήνας Γουλιέλμο ντε λα Ρος (de la Roche), γιο του Γκυ Α´ και αδελφό του Ιωάννη, αποδεκτό από όλους τους βαρόνους της Αχαΐας.
Όμως, μετά δύο μόλις χρόνια συνετής διακυβέρνησης, το 1287, ο Γουλιέλμος ντε λα Ρος αρρώστησε και πέθανε. Tον διαδέχτηκε ο ανήλικος γιος του Γκυ Β΄ με επίτροπο την Ελληνίδα μητέρα του Ελένη Αγγέλα Κομνηνή, κόρη του δούκα της Νέας Πάτρας. Τη διοίκηση του Μοριά την ανέλαβε τότε ο άρχοντας της Θήβας Νικόλας Β΄ ντε Σαιντομέρ, παντρεμένος σε δεύτερο γάμο με την Αννα Κομνηνή, χήρα του Γουλιέλμου Βιλλεαρδουΐνου, που είχε πάρει προίκα τα κάστρα στο Χλουμούτζι και την Καλαμάτα, όπως έχουμε προαναφέρει.
Η ανέγερση του Παλαιοναβαρίνου
Ο Νικόλας ντε Σαιντομέρ διέκρινε αμέσως τη στρατηγική σημασία του όρμου της Σφακτηρίας και των γύρω θέσεων, και έκτισε ένα ισχυρό κάστρο στη βραχώδη οχυρή θέση της αρχαίας Πύλου, που ονομαζόταν τότε Αβαρίνος (φωτό). Tο κάστρο αυτό, ανάμεσα στο Διβάρι και την Bοϊδοκοιλιά, είναι γνωστό ως Παλαιοναβαρίνο.
Την ίδια χρονιά, το κάστρο Αράκλοβο κυριεύτηκε με δόλο από έναν ομώνυμο εξάδελφο του Γοδεφρείδου ντε Μπρυγιέρ, οπότε ο βάιλος ντε Σαιντομέρ αναγκάστηκε να του δώσει τιμάρια, καθώς και το χέρι της πλούσιας Μαργαρίτας ντε Νεϊγύ (de Neuilly), χήρας του Guibert de Cors.
Ο νέος βασιλιάς Nάπολης και Σικελίας Κάρολος Β΄ (1285-1309) που διαδέχτηκε τον ντ’ Aρτουά, παραχώρησε το Αράκλοβο στην Ισαβέλλα Βιλλεαρδουίνου, τη μεγαλύτερη κόρη του Γουλιέλμου, η οποία βρισκόταν ακόμα έγκλειστη στο Κάστρο του Αυγού. Το 1289 διόρισε νέο βάιλο του Μοριά τον Γκυ ντε Σαρπινύ, αυθέντη της Βοστίτζας και εξέχουσα προσωπικότητα της Ναπολιτάνικης Αυλής.
Οι βαρόνοι του Μοριά, αγανακτισμένοι από το αποτυχημένο αυτό σύστημα διοίκησης με αντιπροσώπους, αναζητούσαν διέξοδο. Δύο από αυτούς, ο Ιωάννης ντε Σωντερόν (Chauderon), μεγάλος κοντόσταβλος της ηγεμονίας και ο Γοδεφρείδος ντε Τουρναί, πρώην βαρόνος των Καλαβρύτων, που είχαν πολεμήσει στο πλευρό του Καρόλου Ι στο Ταλιακότσο, πήγαν στη Νάπολη. Ζήτησαν από τον βασιλιά Κάρολο Β´ να παντρέψει τη χήρα Ισαβέλλα Βιλλεαρδουίνου με κάποιον μεγάλο ευγενή, όπως ο Φλωρέντιος ντ᾽ Αινώ (Florent d’ Hainault) από τη Φλάνδρα, ένας σαραντάρης στρατιωτικός που είχε λάβει μέρος στους πολέμους της Σικελίας, αδελφός του κόμητα ντ᾽ Αινώ. Χαρακτηριστικοί είναι οι σχετικοί στίχοι του Χρονικού του Μορέως:
Εσύ αποστέλνεις στον Μορέαν μπάιλον και ρογατόρους
και τυραννίζουν τους φτωχούς, τους πλούσιους αδικούσιν
το διάφορόν τους πολεμούν κι ο τόπος απορείται.
Εάν ου μη βάλεις άνθρωπον να ένι κληρονόμος,
να στήκεται καθολικώς, να κυβερνή τους πάντας,
να έχει έννοιαν και σκοπόν τον τόπον να προκόβη,
έχε το εις πληροφορίαν, χάνεις το πριγκιπάτο.
(στ. 8556-62)
Επτά χρόνια ευημερίας
Ο βασιλιάς αποδέχτηκε το γάμο, με τον όρο, αν η εικοσάχρονη τότε Ισαβέλλα ζήσει περισσότερο από τον Φλωρέντιο, η απόγονός της να μην μπορεί να παντρευτεί χωρίς τη συγκατάθεση του βασιλιά. Της δόθηκε αμέσως η κυριότητα της Καρύταινας και του Αράκλοβου και ο τίτλος της πριγκιπέσσας του Μοριά.
Ο γάμος τελέστηκε με μεγαλοπρέπεια από τον αρχιεπίσκοπο της Νεάπολης το Σεπτέμβριο του 1289. Το ζευγάρι έφτασε στη Γλαρέντζα, όπου ο νέος ηγεμόνας ορκίστηκε να διατηρήσει τα έθιμα της χώρας και τα προνόμια των υποτελών του, δέχτηκε την υποταγή (ομάτζιο) των κληρικών, των βαρόνων, των ιπποτών, καθώς και των βουργήσιων (δηλαδή των αστών κατοίκων στο βούργο= κάστρο), και έγινε κύριος της ηγεμονίας που του παρέδωσε ο βάιλος. Ο τίτλος του ηγεμόνα της Αχαΐας εμφανίζεται από τότε στα έγγραφα της Ισαβέλλας και του Φλωρέντιου και όχι πια του βασιλιά της Νάπολης, ενώ στη Γλαρέντζα άρχισαν να κόβονται και πάλι τα νομίσματα της ηγεμονίας. Την ίδια χρονιά υπέγραψε συνθήκη ανακωχής με τον αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης Ανδρόνικο Β´ (1282-1328) και ενίσχυσε το κάστρο της Καλαμάτας. Για επτά ολόκληρα χρόνια, ειρήνη και ευημερία επικράτησαν στο Μοριά με τη συνετή διακυβέρνηση του Φλωρέντιου και της Ισαβέλλας.
Μια αληθινή ιστορία ρομαντικού ιπποτισμού
Το 1292/93, κατά την απουσία στη Νάπολη του Φλωρέντιου ντ᾽ Αινώ, συζύγου της Iσαβέλλας Bιλλεαρδουίνου, ένα πειρατικό στίφος υπό τον Ρογήρο ντε Λούρια (Roger de Luria), ναύαρχο του βασιλιά Ιακώβου της Αραγωνίας (1285-1295), έκανε την εμφάνισή του στα ελληνικά νερά. Καθώς υδρευόταν και ξεκουραζόταν στο Nαυαρίνο της Πύλου, του επιτέθηκε ένα σώμα Ελλήνων και Φράγκων ιπποτών με αρχηγούς τον καπετάνο της Καλαμάτας Τζιόρτζιο Γκίζι (γιο του αυθέντη της Τήνου-Μυκόνου Μπαρθολομαίου Γκίζι) και τον Ιωάννη ντε Τουρναί “του ωραιότερου και ανδρειότερου ιππότη σε ολόκληρο το Μοριά”, σύμφωνα με την περιγραφή του γαλλικού Χρονικού.
Ακολούθησε σκληρή μάχη σώμα με σώμα. Ο Λούρια και ο Ιωάννης ντε Τουρναί ρίχτηκαν με τόση σφοδρότητα ο ένας πάνω στον άλλο, ώστε τα ακόντιά τους κομματιάστηκαν και ο νεαρός Γάλλος ιππότης έπεσε πάνω στο σώμα του αντιπάλου του. Οι άνθρωποι του Pογήρου ντε Λούρια θα σκότωναν τον ντε Τουρναί, αν ο ίδιος αρχηγός τους δεν τους ζητούσε να σεβαστούν έναν γενναίο πολεμιστή, γιο παλιού του γνώριμου που πολύ θα ήθελε να τον κάνει γαμπρό του.
Ο Λούρια έβαλε αμέσως πλώρη με τους αιχμαλώτους του για την Γλαρέντζα, όπου διέμενε η Ισαβέλλα Βιλλεαρδουίνου, η ηγεμόνισσα της Αχαΐας, προκειμένου να ζητήσει λύτρα για την απελευθέρωση του νεαρού ιππότη ντε Τουρναί και του καπετάνου της Καλαμάτας Τζόρτζιο Γκίζι, ο οποίος διαδέχτηκε τον πατέρα του ως αυθέντης Τήνου-Mυκόνου (1303-1311).
Στη σκιά κάποιου πύργου, στη θέση «Καλό Ποτάμι», η Ισαβέλλα συναντήθηκε με τον Ρογήρο ντε Λούρια, όπου κλείστηκε μεταξύ τους συμφωνία. Φημολογείται ότι κάποιο ιδιαίτερη σχέση, ένα κρυφό ερωτικό ειδύλλιο πλέχτηκε μεταξύ τους. Οι ταλαίπωροι πάντως κάτοικοι της Γλαρέντζας υποχρεώθηκαν τελικά να πληρώσουν τα λύτρα των αιχμαλώτων: 3.584 σκούδα για λογαριασμό του εύπορου Γκίζι και τα μισά για τον ντε Τουρναί.
Ο Αραγονέζος ναύαρχος Λούρια επαίνεσε δημοσία τον γενναίο ιππότη που τον είχε ρίξει κάτω από τ’ άλογο, του χάρισε δε ένα περήφανο άτι και μια πανοπλία σε ανάμνηση της μοιραίας συνάντησής τους. Tαυτόχρονα ελευθέρωσε για χάρη του όλους τους άλλους Ελληνες και Φράγκους αιχμαλώτους που είχε πάρει μαζί του από την Καλαμάτα.
Πρόκειται για μια ιστορία γεμάτη ρομαντισμό και ιπποσύνη, που προσφέρεται ομολογουμένως για σενάριο μυθιστορήματος ή κινηματογραφικής ταινίας.
Λίγο μετά την εκστρατεία του Λούρια και την επιστροφή του Φλωρέντιου από τη Νάπολη, οι Σλάβοι Μηλιγγοί της Γιάννιτσας, ανάμεσα στους οποίους αναφέρονται οι Λιανόρτης, Φανάρης και Γεώργιος Λαβούλκος (La Vulge) κατέλαβαν αιφνιδιαστικά, σε περίοδο ειρήνης το προγονικό κάστρο των Βιλλεαρδουΐνων στην Καλαμάτα και το παρέδωσαν στους Bυζαντινούς. Το κάστρο δόθηκε πίσω στους Φράγκους μόνο με παρέμβαση του αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης Ανδρονίκου Β΄ και του πρωτοστράτορα της Βυζαντινής Επαρχίας του Μυστρά, που ονομαζόταν Σγουρομάλλης. Ο τελευταίος ήταν γασμούλος από τη Μεσσηνία, γόνος της οικογένειας των Σγουρών και της γαλλικής οικογένειας των Mailly (Σγουρο-maillys). Ο Σγουρομάλλης θεωρήθηκε ωστόσο προδότης από τους Ελληνες, επειδή ευνόησε τους Φράγκους, και αναγκάστηκε να καταφύγει στην Τσακωνιά όπου πέθανε εξόριστος, επικηρυγμένος και μόνος σε μια αχυρένια καλύβα.
Το οικογενειακό όνομα Σγουρομάλλης σώζεται ακόμη σήμερα στην Πελοπόννησο.
Σύμφωνα με τον βυζαντινολόγο Aδαμάντιο Aδαμαντίου (ΔIEEE 6, 1906), η οικογένεια του μεγάλου Μεσσήνιου λαογράφου Nικόλαου Πολίτη έλκει την καταγωγή της από την οικογένεια των Λαβούλκων (αλλιώς Eλιβούρκων) της Γιάννιτσας.
Τα Χρονικά
Το ελληνικό και το ιταλικό Χρονικό του Μορέως τελειώνουν με τα γεγονότα του 1292.
Το γαλλικό “Livre de la Conqueste” (συντάχθηκε μεταξύ 1333 και 1341), που αποτελεί συντομευμένη παραλλαγή του ελληνικού Χρονικού του Μορέως, κλείνει γύρω στο 1305 - παραθέτει όμως χρονολογικό πίνακα με πληροφορίες για τα γεγονότα ως το 1333.
Το αραγονικό Χρονικό συνεχίζει την αφήγησή του μέχρι το έτος 1377, όταν οι Ιππότες Σπιταλιώτες της Ιερουσαλήμ (οι Ιωαννίτες της Ρόδου) αγόρασαν το Μοριά από τον σύζυγο της Ιωάννας Α´, βασίλισσας της Νάπολης (1343-1382).
Το χαμένο κάστρο του νησιού στον Πάμισο
Μετά το θάνατο του Φλωρέντιου Nτ’ Aινώ, το 1297, την Αχαΐα κυβέρνησε για ένα διάστημα μόνη η σύζυγός του Ισαβέλλα Bιλλεαρδουίνου, 37 χρονών τότε, γιατί η διάδοχος κόρη της Ματίλντα ντ’ Αινώ (Mahaut de Hainault) ήταν μόλις τριών χρονών.
Η Ισαβέλλα συνήθιζε να αποσύρεται στο μικρό κάστρο της στο Νησί (l’ Ille ή L’ Isle) στις εκβολές του Παμίσου, στη σημερινή δηλαδή νέα Μεσσήνη, δυτικά της Καλαμάτας. Eρείπια του κάστρου αυτού δεν έχουν δυστυχώς εντοπιστεί, μολονότι έχει αναζητηθεί από ορισμένους στην περιοχή της ενορίας των Τριών Ιεραρχών. Η άποψη ότι μπορεί να βρισκόταν στη ίδια θέση με τον πύργο των Mελισσηνών, γνωστό ως Mελίπυργο ή Mελισσόπυργο στην περιοχή της “πανηγυρίστρας” του Nησιού, δεν ευσταθεί, σύμφωνα με το Σωκράτη Κουγέα. Παραδίδεται ότι η Ισαβέλλα έκτισε ένα ακόμη κάστρο κοντά στο χωριό Μίλα, ονομαζόμενο Châtaeunef (Νεόκαστρο).
Πηγή: Π. Θέμελης, Eleftheria Online
Δεν υπάρχουν σχόλια