Page Nav

HIDE
HIDE_BLOG

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ:

latest

Χέρια που μιλούν: Οι αφανείς ήρωες των αρχαιολογικών ανασκαφών

Από αριστερά: η Κατίνα, η Χρυστάλλα και η Μαρούλλα κατά τη διάρκεια της ανασκαφής του συμπλέγματος Ρωμαϊκών λουτρών στο Κούριο. Φωτογραφία α...

Χέρια που μιλούν: Οι αφανείς ήρωες των αρχαιολογικών ανασκαφών
Από αριστερά: η Κατίνα, η Χρυστάλλα και η Μαρούλλα κατά τη διάρκεια της ανασκαφής του συμπλέγματος Ρωμαϊκών λουτρών στο Κούριο. Φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο της Κατίνας Τύλληρου.

Οι μαρτυρίες των εργατών και εργατριών από το χωριό Επισκοπή που δούλεψαν στις ανασκαφές του Κουρίου έρχονται στο φως και ξετυλίγουν μνήμες γι’ αυτή τη στενή σύνδεσή τους με την αρχαιολογία και την ιστορία του τόπου τους. Το πρότζεκτ «Χέρια που μιλούν» λειτουργεί ως ένα εναλλακτικό αρχείο και αποτελεί μια σημαντική ψηφίδα στην ιστορία της αρχαιολογίας της Κύπρου.

Οι εργάτες και οι εργάτριες των αρχαιολογικών ανασκαφών είναι συνήθως οι αφανείς ήρωες, οι οποίοι με τη σκληρή δουλειά τους συνέβαλαν στο να αποκαλυφθούν σημαντικά αρχαία ευρήματα. Είναι οι πρώτοι άνθρωποι που γεύτηκαν τη χαρά της ανακάλυψης μαζί με τους αρχαιολόγους και πήραν στα χέρια τους ένα αγγείο, ένα κεφάλι από κάποιο αρχαίο άγαλμα ή ένα κόσμημα. Η έκδοση και η έκθεση «Χέρια που μιλούν» που παρουσιάζεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Επισκοπής φέρνει στο φως μοναδικές μαρτυρίες και ιστορίες των ανθρώπων αυτών που δούλεψαν στις ανασκαφές του Κουρίου. Η ακαδημαϊκός και εικαστικός Θεοπίστη Στυλιανού-Λάμπερτ, μια από τους σημαντικούς συντελεστές του πρότζεκτ, ερευνά φωτογραφικά αρχεία σε αρχαιολογικά μουσεία και διαδικασίες αποαποικιοποίησης. Μελετά επίσης πώς οι καθημερινές φωτογραφίες μπορεί ενδεχομένως να χρησιμεύουν ως μια μορφή εναλλακτικών αρχείων. Στο πλαίσιο αυτής της έρευνάς της διαπίστωσε ότι «η εικόνα τους (των εργατών και εργατριών) αποτυπώνεται συχνά σε φωτογραφίες της περιόδου που φυλάσσονται σε φωτογραφικά αρχεία μουσείων και άλλων ιδρυμάτων. Αυτά όμως τα φωτογραφικά αρχεία αποκαλύπτουν το πώς έβλεπαν οι ξένοι αρχαιολόγοι τους εργάτες και όχι το πώς ήθελαν να φαίνονται οι ίδιοι. Επομένως, η παρουσία τους μπορεί να αποτυπώνεται στις φωτογραφίες της εποχής, αλλά οι ιστορίες τους απουσιάζουν και οι φωνές τους έχουν αποσιωπηθεί». Έτσι ξεκίνησε η ιδέα για το πρότζεκτ με τον εύγλωττο τίτλο «Χέρια που μιλούν», το οποίο έρχεται να καλύψει τα όσα παραλείπονται από τις αρχαιολογικές καταγραφές.


Η Ελένη Χρίστου στο Τοπικό Αρχαιολογικό Μουσείο Κουρίου, στην Επισκοπή, κρατώντας μια φωτογραφία του πατέρα της, ο οποίος καλωσορίζει στο Κούριο την Αυτού Υψηλότητα, Πριγκίπισσα της Βρετανίας στις 7 Μαρτίου 1962. Φωτογραφία από ΘΣΛ.
Η Ελένη Χρίστου στο Τοπικό Αρχαιολογικό Μουσείο Κουρίου, στην Επισκοπή, κρατώντας μια φωτογραφία του πατέρα της, ο οποίος καλωσορίζει στο Κούριο την Αυτού Υψηλότητα, Πριγκίπισσα της Βρετανίας στις 7 Μαρτίου 1962. Φωτογραφία από ΘΣΛ.

Εκτός από την Θεοπίστη Στυλιανού Λάμπερτ, στην έρευνα αυτή συμμετείχαν επίσης η Πωλίνα Νικολάου, ιστορικός της αρχαιολογίας της Κύπρου, η Ελισάβετ Στεφανή, αρχαιολόγος στο Τμήμα Αρχαιοτήτων και κάτοικος της Επισκοπής, και ο Michael Given, αρχαιολόγος και ανώτερος λέκτορας αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης, ο οποίος εργάστηκε για πολλά χρόνια στις ανασκαφές του νεκροταφείου της Πύλης Αμαθούντας στο Κούριο, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην κοινωνική ιστορία της αρχαιολογίας. «Μας ενδιέφερε να φέρουμε στην επιφάνεια τον ρόλο που έπαιξαν οι εργάτες και οι εργάτριες στις ανασκαφές και να τους δώσουμε μια οντότητα. Προσπαθήσαμε να τους δώσουμε φωνή και να αποτίσουμε φόρο τιμής στο έργο και τη συνεισφορά τους στην ιστορία της αρχαιολογίας στην Κύπρο», εξηγεί η δρ Στυλιανού-Λάμπερτ.

Η έκδοση και η έκθεση με τίτλο «Χέρια που μιλούν» αποτελείται από τρεις ενότητες: Από συνεντεύξεις των εργατών που δούλεψαν στις ανασκαφές του Κουρίου, οι οποίες μας ταξιδεύουν αρκετές δεκαετίες πίσω, ζωντανεύοντας μνήμες και εικόνες από τα προσωπικά βιώματα και τη ζωή τους. «Ήταν πολύ ενθουσιασμένοι που τους ζητήσαμε να μιλήσουν γι’ αυτό το κομμάτι της ζωής τους, του πατέρα τους ή της μητέρας τους», λέει η δρ Στυλιανού Λάμπερτ.

Η δεύτερη ενότητα αποτελείται από προσωπικές φωτογραφίες που έχουν στα σπίτια τους οι άνθρωποι που έδωσαν συνεντεύξεις, στις οποίες απαθανατίστηκαν οι ίδιοι ή συγγενείς τους σε διάφορα στιγμιότυπα από τις ανασκαφές. Αυτό το υλικό έχει ψηφιοποιηθεί και παρουσιάζεται στην έκθεση.


Ο Σωκράτης Σάββα στο Τοπικό Αρχαιολογικό Μουσείο Κουρίου, Επισκοπή. Φωτογραφία από ΘΣΛ.
Ο Σωκράτης Σάββα στο Τοπικό Αρχαιολογικό Μουσείο Κουρίου, Επισκοπή. Φωτογραφία από ΘΣΛ.

Η τρίτη ενότητα αποτελείται από πορτρέτα των εργατών που φωτογράφισε πρόσφατα η Θεοπίστη Στυλιανού-Λάμπερτ. «Με ενδιέφερε να τους φωτογραφίσω με σεβασμό, δουλέψαμε μαζί για το πώς ήθελαν να φωτογραφηθούν. Κάποιοι επέλεξαν ένα αντικείμενο ή ένα χώρο στο μουσείο για να φωτογραφηθούν, όπως για παράδειγμα στον κήπο του Μουσείου. Εκτός από άτομα, έχω φωτογραφίσει λεπτομέρειες από το Μουσείο της Επισκοπής και τον αρχαιολογικό χώρο του Κουρίου. Οι ιστορίες τους διαπλέκονται με τον χώρο, με τα αντικείμενα». Οι φωτογραφίες αυτές αποτελούν κύριο μέρος της έκθεσης στο Μουσείο και βρίσκονται μέσα στις γυάλινες προθήκες μαζί με τα αρχαιολογικά ευρήματα.


Οι εργάτες έφεραν στο φως αντικείμενα όπως οι μαίες

Η συμβολή των εργατών στις ανασκαφές είναι πολύ σημαντική. Ειδικά στα πιο παλιά χρόνια, όπως εξηγεί η Στυλιανού-Λάμπερτ, οι επιστάτες ήταν υπεύθυνοι για πολλές εργασίες που σήμερα τις αναλαμβάνουν οι αρχαιολόγοι. «Στις αρχές του 20ού αιώνα οι επιστάτες έπρεπε να επιλέξουν τις τοποθεσίες που θα γινόταν μια ανασκαφή, είχαν ευθύνη να βρουν τους εργάτες. Ο επιστάτης ήταν το άτομο κλειδί σε όλες τις ανασκαφές. Για παράδειγμα, ένας από τους εργάτες για τον οποίο κάνουμε έρευνα για άλλο έργο, είναι ο Αντώνης Γρηγορίου. Δούλεψε ως επιστάτης στα τέλη του 19ου με αρχές του 20ού αιώνα. Το όνομά του αναφέρεται σε διάφορα ημερολόγια και δημοσιεύσεις ξένων αρχαιολόγων, στην Κύπρο όμως είναι άγνωστος. Δούλεψε με τον Άρθουρ Έβανς στην Κρήτη, με τον Λόρενς της Αραβίας στην Τουρκία, και σχεδόν με όλους τους ξένους αρχαιολόγους στην Κύπρο. Ήταν υπεύθυνος να βρει τα χωράφια που επρόκειτο να ανασκάψουν, να κάνει συμφωνίες και να τα αγοράσει, να βρει τους εργάτες. Ήταν πολύ σημαντικός ο ρόλος του. Σιγά-σιγά, οι αρχαιολόγοι άρχισαν να αναλαμβάνουν κάποιες από τις ευθύνες των εργατών. Έτσι, όλες οι ανασκαφές γίνονται σήμερα από αρχαιολόγους και ο ρόλος των εργατών γίνεται όλο και πιο υποστηρικτικός. Οι εργάτες γνώριζαν καλά τη γη και τους ανθρώπους. Αυτό που βγαίνει και στο βιβλίο μας, είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι είχαν μια στενή σχέση με τη γη και τους ανθρώπους που δεν είχαν οι ξένοι αρχαιολόγοι που έρχονταν στην Κύπρο. Μπορεί να μη γνώριζαν πολλά για τα αντικείμενα, ήξεραν όμως πολλά άλλα πράγματα που ήταν τρομερά σημαντικά για την αρχαιολογία. Οι περισσότεροι από αυτούς συμμετείχαν στην ανακάλυψη αντικειμένων: Τα ξέθαψαν, τα μετέφεραν, τα καθάρισαν και στη συνέχεια τα παρέδωσαν στους αρχαιολόγους και στο προσωπικό των μουσείων. Όπως οι μαίες, έφεραν στο φως αντικείμενα, αλλά δεν φέρουν την ευθύνη για τη μελλοντική “ζωή” αυτών των αντικειμένων».


Ο πεθερός του Δημοσθένη Θεοδώρου, Κύπρος Τσαγγαρίδης, με ένα Μυκηναϊκό αγγείο. Φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο του Δημοσθένη Θεοδώρου.
Ο πεθερός του Δημοσθένη Θεοδώρου, Κύπρος Τσαγγαρίδης, με ένα Μυκηναϊκό αγγείο. Φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο του Δημοσθένη Θεοδώρου.

Ιδιαίτερα σημαντική ήταν και η συνεισφορά των γυναικών στις εργασίες των ανασκαφών. «Μου έκανε εντύπωση ο ενθουσιασμός με τον οποίο μας μίλησαν για την αρχαιολογική δουλειά. Κάποιες γυναίκες είχαν τέσσερα παιδιά, μαγείρευαν, έραβαν και δούλευαν στην ανασκαφή από το πρωί ως τη δύση του ήλιου. Ήταν μια σκληρή δουλειά, όμως είχαν πολύ ωραίες αναμνήσεις. Πήγαιναν με συγχωριανές τους σε ομάδες των τριών και δούλευαν μαζί», σημειώνει η Στυλιανού-Λάμπερτ.

Σε μια από τις αφηγήσεις που καταγράφονται στο βιβλίο «Χέρια που μιλούν», ο Σωκράτης Σάββα αναφέρει ότι είχε επισκεφθεί το Pennsylvania Museum μαζί με έναν αρχαιολόγο, τον Roger Edwards. Στην αποθήκη του μουσείου με τις κυπριακές αρχαιότητες είδε ένα κεφάλι αλόγου που είχε βρεθεί σε ανασκαφές στην Κύπρο. «Επήρε με κάτω στην αποθήκη [ο Roger Edwards] που εν τζιαι πάει κάτω ο κόσμος. Λέω του κοίταξε τούτο το πράμα, το άλογο τούτο που το εφέρετε δακάτω…, εγώ έκλαια που το εβάλαν μες το κουτί να το πάρουν στην Αμερική. […] Αθυμούμαι που το εβάλλαν μέσα σε κιβώτιο να το πάρουν τζιαι έκλαια, γιατί να το πιάουν, γιατί να το πιάουν; Ήμουν μικρός…».


Η Κατίνα Τύλληρου στο Τοπικό Αρχαιολογικό Μουσείο Κουρίου, Επισκοπή, μπροστά από τα σκελετικά κατάλοιπα μιας οικογένειας που πέθανε στο σεισμό του 370s μ.Χ. στο Κούριο. Φωτογραφία από ΘΣΛ.
Η Κατίνα Τύλληρου στο Τοπικό Αρχαιολογικό Μουσείο Κουρίου, Επισκοπή, μπροστά από τα σκελετικά κατάλοιπα μιας οικογένειας που πέθανε στο σεισμό του 370s μ.Χ. στο Κούριο. Φωτογραφία από ΘΣΛ.

Ο ρόλος του McFadden στην αρχαιολογία και στη ζώη των ανθρώπων της Επισκοπής

Όπως αναφέρεται στο βιβλίο «Χέρια που μιλούν, ο κ. Σωκράτης Σάββα μεγάλωσε μαζί με τον Αμερικάνο αρχαιολόγο George McFadden και έχει πολλές αναμνήσεις από εκείνη την περίοδο. Σημειώνεται επίσης ότι ο George McFadden, ένας πλούσιος νεαρός ερευνητής από τη Φιλαδέλφεια, αποφάσισε το 1934 να υποστηρίξει οικονομικά τις επιτόπιες έρευνες της Αποστολής του Μουσείου του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, υπό την επίβλεψη του ίδιου, του B.H. Hill και του J.F. Daniel. Διαβάζουμε σε ένα απόσπασμα από το βιβλίο: «Η αποστολή διερεύνησε πολλές και ιδιαίτερα υποσχόμενες θέσεις: Το Ιερό του Απόλλωνα Υλάτη, τις νεκροπόλεις της Καλορίζικης και του Αγίου Ερμογένη, τον οικισμό Παμπούλα της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, το Θέατρο, την Οικία του Ευστόλιου, τα Λουτρά και την πρωτοβυζαντινή βασιλική στην ακρόπολη του Κουρίου. Στα τέλη της δεκαετίας του 1930, ο McFadden αγόρασε γη στο κέντρο του χωριού και έκτισε ένα παραδοσιακό διώροφο κτήριο για να καλύψει τις στεγαστικές ανάγκες της ομάδας του, με δύο αίθουσες – χώρους εργασίας στους οποίους μπορούσε να αποθηκεύει και να συντηρεί τα ευρήματά του. Ο ξαφνικός θάνατος του McFadden τον Απρίλιο του 1953, ενώ βρισκόταν σε ένα ιστιοφόρο που ανατράπηκε και οδήγησε στον πνιγμό του, προκάλεσε μεγάλη θλίψη στον ακαδημαϊκό κόσμο, και ιδιαίτερα στην τοπική κοινότητα με την οποία ήταν στενά συνδεδεμένος. Μάλιστα υπήρξαν φήμες ότι το περιστατικό αυτό δεν ήταν ατύχημα, αλλά ότι δολοφονήθηκε. Ο McFadden έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ιστορία της αρχαιολογίας της περιοχής αλλά και στη ζωή του χωριού της Επισκοπής, καθότι έζησε σε αυτό από το 1934 έως το 1953, εργοδοτούσε πολλούς ανθρώπους, στο σπίτι του αλλά και ως εργάτες στις ανασκαφές, και συνέβαλε καθοριστικά στην παροχή τρεχούμενου νερού στο χωριό. Σύμφωνα με τον Σωκράτη Σάββα, « [O McFadden] είχε 30 εργάτες. Ξέρεις τι πάει να πει να πέφτει χρήμα σε τόπο [με] φτωχούς; Είχε εργάτες Τουρκοκύπριους και Ελληνοκύπριους, εν τζιαι ξεχώριζες τίποτε». Γενικά, ο McFadden παρέμεινε στη μνήμη των κατοίκων ως ένα ευγενικό και γενναιόδωρο άτομο που νοιαζόταν πραγματικά και συνέβαλε στην ανάπτυξη της κοινότητας».

Ο πατέρας του Σωκράτη, Σάββας Ελευθερίου, ήταν ο μάγειρας του McFadden και η μητέρα του, Ελένη, η καθαρίστριά του. «Από παιδί ο Σωκράτης, -διαβάζουμε σε ένα άλλο απόσπασμα από το βιβλίο- γεννηθείς το 1937, θυμάται να πηγαίνει βόλτες με το αυτοκίνητο του McFadden και να επισκέπτεται μαζί του θέσεις αρχαιολογικών ανασκαφών, καθώς και να περνάει τον περισσότερο χρόνο του στο σπίτι του McFadden μαζί με τον πατέρα και τη μητέρα του. Όταν ο Σωκράτης μεγάλωσε, ο McFadden του πλήρωσε τα δίδακτρα για να μπορέσει να φοιτήσει στην Εμπορική Ακαδημία, του αγόρασε μάλιστα και ένα ποδήλατο ώστε να μπορεί να πηγαινοέρχεται από την Επισκοπή στο σχολείο του στη Λεμεσό. Όταν θα τελείωνε το σχολείο, ο McFadden σχεδίαζε να χρηματοδοτήσει τις σπουδές του Σωκράτη στην αρχαιολογία, όμως το σχέδιο ναυάγησε μετά τον πρόωρο θάνατο του McFadden το 1953 που συγκλόνισε ολόκληρο το χωριό, ιδιαίτερα την οικογένεια του Σωκράτη, η οποία ήταν στενά συνδεδεμένη μαζί του και εξαρτιόταν οικονομικά από αυτόν. Σύμφωνα με τον Σωκράτη: «Εστεναχωρήθησαν ούλοι, εχάσαν τις δουλειές τους, σταμάτησαν οι ανασκαφές…».


Από αριστερά: η Κατίνα, η Χρυστάλλα και η Μαρούλλα κατά τη διάρκεια της ανασκαφής του συμπλέγματος Ρωμαϊκών λουτρών στο Κούριο. Φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο της Κατίνας Τύλληρου.
Από αριστερά: η Κατίνα, η Χρυστάλλα και η Μαρούλλα κατά τη διάρκεια της ανασκαφής του συμπλέγματος Ρωμαϊκών λουτρών στο Κούριο. Φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο της Κατίνας Τύλληρου.

Ένα από τα κεντρικά πρόσωπα της έκδοσης «Χέρια που μιλούν» είναι η  Μαρούλλα Τριανταφυλλίδου, η οποία άρχισε να εργάζεται στην ηλικία των 25 ως εποχιακή εργάτρια στο Τμήμα Αρχαιοτήτων. Όπως αναφέρεται στην έκδοση, εκτός από το Κούριο δούλεψε επίσης στην Αμαθούντα, στην Άλασσα, στην Επισκοπή-Σεράγια, στο Κολόσσι, στο Καντού-Κουφόβουνο, στα Αγρίδια, στην Πάφο και όπου αλλού χρειάστηκε. «Εργάστηκε με Κύπριους αρχαιολόγους όπως ο Δήμος Χρήστου, ο Σοφοκλής Χατζησάββας, η Μαρίνα Ιερωνυμίδου, ο Παύλος Φλουρέντζος και η Ελένη Προκοπίου, καθώς και με ξένες αποστολές. Η Μαρούλλα, όπως και οι πλείστοι εργάτες, άρχισε να δουλεύει με τον κασμά, το φτυάρι και τη χειράμαξα, τα τρία βασικά εργαλεία και θέσεις εργατών στις ανασκαφές. Κατέληξε, όμως, να είναι μια εξειδικευμένη και περιζήτητη ανασκαφέας τάφων, με τα χρόνια και την εμπειρία που απέκτησε στο πεδίο. Παρόλο που η εργασία της ήταν χειρωνακτική και σκληρή, κάτω από ακραίες καιρικές συνθήκες, φροντίζοντας παράλληλα έξι παιδιά μετά τη δουλειά, μας μίλησε με μεγάλο ενθουσιασμό για τις μέρες που δούλευε στις ανασκαφές και τις οποίες νοσταλγεί πάρα πολύ. Αυτό οφείλεται κυρίως στη χαρά που της έδινε η ανακάλυψη, αλλά και στο ότι εργαζόταν με καλούς φίλους». Σε ένα απόσπασμα από τις αναμνήσεις της διηγείται η κ. Μαρούλλα: «Απ’ όλα είσιεν… τζιαι χρυσαφικά… Ήταν ο Οδυσσέας με τον Δήμο [από το Μουσείο Λεμεσού, τεχνικοί], ήμαστε μες τους τάφους μαζί, είδαμε τα, εκάμαμε παναΐρι, αρκέψαμε φωνές. Λαλεί του ο Οδυσσέας του Δήμου “πήενε να δεις τούτες οι κορούες ίντα που επάθασι κάτι φωνάζουν”. “Ήβραμεν τα, ήβραμεν τα” εφωνάζαμε. Έισιε σκουλαρικούθκια χρυσούθκια… Μα που τη χαρά που εκάμναμε που βρίσκαμε [χρυσά αντικείμενα]… Τζιαι νομίσματα μεγάλα τζιαι μιτσιά εβρίσκαμε… Άμα εβρίσκαμε νομίσματα εφωνάζαμε».


Είσοδος Τοπικού Αρχαιολογικού Μουσείου Κουρίου, Επισκοπή. Φωτογραφία από ΘΣΛ.
Είσοδος Τοπικού Αρχαιολογικού Μουσείου Κουρίου, Επισκοπή. Φωτογραφία από ΘΣΛ.

Το πρότζεκτ «Χέρια που μιλούν» χρηματοδοτήθηκε από το «Εργαστήριο Οπτικής Κοινωνιολογίας και Μουσειολογίας» του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου, το οποίο το 2023 συγχωνεύθηκε με το «Museum Lab» του Κέντρου Αριστείας CYENS. Η έκδοση του βιβλίου χρηματοδοτήθηκε και υποστηρίχθηκε από το Τμήμα Αρχαιοτήτων.

Τοπικό Αρχαιολογικό Μουσείο Κουρίου στην Επισκοπή. Έκθεση «Χέρια που Μιλούν», με τις ιστορίες των κατοίκων του χωριού της Επισκοπής των οποίων η ζωή συνδέθηκε με τις αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή. Η έκθεση είναι ανοικτή μέχρι τις 30/6 και το βιβλίο είναι διαθέσιμο από το Κυπριακό Μουσείο και το Τοπικό Αρχαιολογικό Μουσείο Κουρίου στην Επισκοπή.


Πηγή: Μ. Παναγιώτου, ΦίλεNews


Δεν υπάρχουν σχόλια