Ο Αρχαιολογικός χώρος της Αρχαίας Κασσώπης Ένας από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της Ηπείρου, αλλά όχι ιδιαίτερα γνωστό ...
Ο Αρχαιολογικός χώρος της Αρχαίας Κασσώπης |
Ο περιφερειάρχης Αλέκος Καχριμάνης υπέγραψε την απόφαση ένταξης του έργου της ανάδειξης της συνοικίας θεάτρου της αρχαίας Κασσώπης στο νομό Πρέβεζας στο επιχειρησιακό πρόγραμμα Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδας και Ηπείρου, με προϋπολογισμό 300.000 ευρώ και με φορέα υλοποίησης τη ΛΓ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Η χρονική διάρκεια υλοποίησης του έργου είναι οι 28 μήνες.
Το μεγάλο θέατρο της Κασσώπης, με υπολογιζόμενη χωρητικότητα περίπου 6.000 θεατών, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα και επιβλητικότερα μνημεία του αρχαιολογικού χώρου, το οποίο μέχρι σήμερα δεν είναι προσβάσιμο.
Παράλληλα, στον ευρύτερο αρχαιολογικό χώρο εδώ και μήνες γίνονται εργασίες, με χρηματοδότηση 600.000 ευρώ από το ΕΣΠΑ, για τη βελτίωση του δρόμου πρόσβασης και για την επέκταση του δικτύου διαδρομών για τους επισκέπτες. Ήδη έχουν γίνει αποψιλώσεις, τακτοποίηση σωρών από λίθους και αρχαίου οικοδομικού υλικού και μία μικρή ανασκαφική έρευνα. Όταν ολοκληρωθεί το έργο αυτό, ο επισκέπτης θα μπορεί να προσεγγίζει την περιοχή του αρχαίου θεάτρου από τη βορειοδυτική ακρόπολη με θέα τον Αμβρακικό Κόλπο. Παρεμβάσεις στον αρχαιολογικό χώρο είχαν γίνει και μέσω του Γ’ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (ΚΠΣ). Το αρχαίο θέατρο της Κασσώπης είναι ένα από τα αρχαία θέατρα που έχει «υιοθετήσει» το σωματείο «Διάζωμα» με πρόεδρο τον Σταύρο Μπένο. Η ανάδειξη του θεάτρου αποτελούσε τον κύριο στόχο του, που αρχίζει πια να γίνεται πραγματικότητα.
Το Αρχαίο Θέατρο της Κασσὠπης:
Βρίσκεται ερειπωμένο στο λόφο βορειοδυτικά της Κασσώπης. Κατασκευάστηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. και είχε χωρητικότητα περίπου 2.500 ατόμων, κατ’ άλλους συγγραφείς χωρούσε 6.000 άτομα. Ήταν το μεγαλύτερο από τα δύο συνολικά θέατρα που υπήρχαν στην πόλη. Το άλλο, αποκαλείται Ωδείο για να γίνεται διάκριση. Το μεγάλο Θέατρο λόγω φυσικών φθορών είναι σήμερα κατεστραμμένο και σχεδόν μη επισκέψιμο, φαίνεται όμως καθαρά από απόσταση 200 m. Κατολισθήσεις βράχων έχουν οδηγήσει ορισμένους από αυτούς μέσα στο θέατρο. Ο ένας βράχος βάρους 30 τόνων σταμάτησε στο μέσο της σκηνής.
Η Ιστορία της Κασσώπης:
Οι απόψεις για τη χρονολογία ίδρυσης της Κασσώπης διίστανται. Μία άποψη φέρει την Κασσώπη να ιδρύεται στον 8ο – 7ο αιώνα π.Χ. από Αρκάδες και Ηλείους εποίκους και άλλη άποψη τον 4ο αιώνα π.Χ. από Κασσωπαίους, κλάδο των Θεσπρωτών. Η άποψη του Υπουργείου Πολιτισμού (Ελλάδα) είναι ότι «η Κασσώπη, πρωτεύουσα της Κασσωπαίας, κτίστηκε πριν τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. (340 π.Χ), σε φυσικά οχυρή θέση, σε ένα οροπέδιο με υψόμετρο 550-650 μ., στις πλαγιές του Ζαλόγγου, με σκοπό να προστατεύσει από την εκμετάλλευση των Ηλείων αποίκων, την εύφορη πεδιάδα που απλωνόταν νοτιότερα». Η αλήθεια είναι κάπου ενδιάμεσα. Προφανώς ιδρύθηκε παλιότερα, αλλά έλαβε τη μεγάλη ανάπτυξη και αίγλη της τον 4ο αιώνα π.Χ., διότι είναι αδύνατον μια πόλη να κτίζεται και ταυτοχρόνως να ανθεί οικιστικά και πολιτικά. Πέραν αυτού, ο Στέφανος Βυζάντιος, συγγραφέας της εποχής του 6ου αιώνα π.Χ., ήδη αναφέρει την Κασσώπη στο βιβλίο του «Εθνικά» και ο οποίος γράφει ακριβώς: «Πόλις εν Μολοσσοίς επώνυμος τη Κασσωπαία Χώρα». Άρα η Κασσώπη υπήρχε πριν τον 6ο αιώνα π.Χ. Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρονται με τον ευρύτερο όρο Κασσωπαία χώρα και όχι τόσο με την πόλη Κασσώπη. Μόνη εξαίρεση αποτελεί ο Διόδωρος Σικελιώτης (80-20 π.Χ.) στο βιβλίο του «Ιστορική Βιβλιοθήκη ΙΧ, 88» πού αναφέρει «Κασσώπη, πόλη με το όνομα τούτο εις τον Ηπειρωτικό χώρο» και ο προαναφερθείς Στέφανος Βυζάντιος.
Το υψόμετρο της Κασσώπης είναι 550-620m και η θέση της είναι στρατηγική, με άριστη θέα και υγιεινό κλίμα. Βόρεια και δυτικά προστατεύεται από τις βουνοκορφές Ανεμόμυλος και Κιτέπι μαζί με τους κάθετους γκρεμούς του όρους Ζάλογγο, αποκαλούμενους στεφάνια. Οι προσβάσιμες πλευρές της ακρόπολης της Κασσώπης προστατεύονται με τείχος. Στην αρχαία Κασσώπη αναφέρονται και μεταγενέστεροι συγγραφείς περιηγητές, όπως ο Γερμανός Conrad Bursian (1830-1883), που μας γράφει «η Κασσώπη είναι κτισμένη σε μια φυσική οχυρή θέση, κάτω από βραχώδη έξαρση».
Επίσης την επισκέφθηκαν και γράφουν γι αυτήν ο συνταγματάρχης Ληκ και ο ΓάλλοςΦρανσουά Πουκεβίλ. Η σημασία της Κασσώπης αρχίζει να αναφαίνεται στον 4ο αιώνα π.Χ., οπότε και φτάνει στο απόγειο της δόξας της παράλληλα με την κοντινή πόλη Αμβρακία (απέχουν 50 Km). Χάρις στη στρατηγική της θέση είχε μικτή οικονομία: κτηνοτροφία στο βουνό, γεωργία στον κάμπο και αλιεία στη θάλασσα. Πέραν αυτού η περιοχή είχε πολλά δάση και με την ξυλεία της Κασσώπης κατασκευάζονταν πλοία μέχρι και τον 19ο αιώνα μ.Χ.
Επίσης την επισκέφθηκαν και γράφουν γι αυτήν ο συνταγματάρχης Ληκ και ο ΓάλλοςΦρανσουά Πουκεβίλ. Η σημασία της Κασσώπης αρχίζει να αναφαίνεται στον 4ο αιώνα π.Χ., οπότε και φτάνει στο απόγειο της δόξας της παράλληλα με την κοντινή πόλη Αμβρακία (απέχουν 50 Km). Χάρις στη στρατηγική της θέση είχε μικτή οικονομία: κτηνοτροφία στο βουνό, γεωργία στον κάμπο και αλιεία στη θάλασσα. Πέραν αυτού η περιοχή είχε πολλά δάση και με την ξυλεία της Κασσώπης κατασκευάζονταν πλοία μέχρι και τον 19ο αιώνα μ.Χ.
Ο περιηγητής Κυριάκος από την Ανκόνα γράφει πώς το έτος 1435 που επισκέφθηκε την Κασσώπη «βρήκε ένα μεγάλο δάσος από βελανιδιές και χρυσόξυλο», ένα είδος πουρνάρι από το οποίο με κατεργασία έπαιρναν το πρινοκόκι, ή κρεμεζί, ή κικνίδι, βαφή της υφαντουργίας. Η Κασσώπη, πέραν της κτηνοτροφίας, αλιείας και γεωργίας, στράφηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. προς τη βιοτεχνία και το ναυτιλιακό εμπόριο.
Τα καράβια των Κασσωπαίων όργωναν τη Μεσόγειο θάλασσα και διακινούσαν στην Καρχηδόνα, στη Ρώμη, στο Βρινδήσιο (σημερινό Μπρίντιζι), στη Μασσαλία, στο Γιβραλτάρ, στα παράλια της Αδριατικής, στα νησιά του Αιγαίου, σταΜικρασιατικά παράλια, στα παράλια του Εύξεινου Πόντου και στην Αίγυπτο με προϊόντα της Ηπείρου όπως κρασί, λάδι, ελιές, φρούτα, ξηρούς καρπούς και υφάσματα. Τα τελευταία χρόνια γίνονται σημαντικές αρχαιολογικές ανακαλύψεις σχετικά με τις σχέσεις των Ηπειρωτών με τους προγόνους των Ρωμαίων, τους Ετρούσκους, με τους οποίους φαίνεται οι Ηπειρώτες είχαν εμπορικές σχέσεις από τον 8ο και 7ο αιώνα π.Χ.
Τα καράβια των Κασσωπαίων όργωναν τη Μεσόγειο θάλασσα και διακινούσαν στην Καρχηδόνα, στη Ρώμη, στο Βρινδήσιο (σημερινό Μπρίντιζι), στη Μασσαλία, στο Γιβραλτάρ, στα παράλια της Αδριατικής, στα νησιά του Αιγαίου, σταΜικρασιατικά παράλια, στα παράλια του Εύξεινου Πόντου και στην Αίγυπτο με προϊόντα της Ηπείρου όπως κρασί, λάδι, ελιές, φρούτα, ξηρούς καρπούς και υφάσματα. Τα τελευταία χρόνια γίνονται σημαντικές αρχαιολογικές ανακαλύψεις σχετικά με τις σχέσεις των Ηπειρωτών με τους προγόνους των Ρωμαίων, τους Ετρούσκους, με τους οποίους φαίνεται οι Ηπειρώτες είχαν εμπορικές σχέσεις από τον 8ο και 7ο αιώνα π.Χ.
Στον Πελοποννησιακό Πόλεμο η Κασσώπη τάχθηκε με την πλευρά των Σπαρτιατών, ενώ οι άλλοι Ηπειρώτες συντάχθηκαν με τους Αθηναίους. Έτσι αργότερα ο βασιλιάς Φίλιππος Β' της Μακεδονίας, σε συμφωνία με τους φίλους του Ηπειρώτες Μολοσσούς κυρίευσε την Κασσώπη, την Πανδοσία, το Βουχέτιον, τις Βατίες και την Ελάτρεια και τις παραχώρησε ως δώρο στον βασιλέα των Μολοσσών Αλέξανδρο Α', αδελφό της συζύγου του, Μυρτάλης Ολυμπιάδας. Υπενθυμίζεται ότι ο Αλέξανδρος Α' παντρεύτηκε την ανεψιά του, Κλεοπάτρα, αδελφή τουΜεγάλου Αλεξάνδρου, και την ίδια ημέρα αυτού του γάμου δολοφονήθηκε ο Φίλιππος Β' από τον Παυσανία.
Ο στρατηγός Λυκίσκος κατέλαβε αυτές τις πόλεις και εγκατέστησε Μακεδονικές φρουρές. Από τη στιγμή αυτή όλη η Ήπειρος συντάσσεται με την Μακεδονική πολιτική και σημαντικό εκστρατευτικό σώμα Ηπειρωτών συμμετέχει στους μακροχρόνιους πολέμους του Μεγάλου Αλεξάνδρου της Ασίας. Έχει καταγραφεί το έτος 1980 -1985 το εξής γεγονός: όταν γυρίσθηκαν τα πρώτα ντοκιμαντέρ στην ορεινή περιοχή του Πακιστάν, όπου ζει η φυλή των Καλάς (Kalash), απόγονων Ελλήνων στρατιωτών του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ένας ηλικιωμένος άνδρας Καλάς δήλωσε ότι «θυμάται από την προφορική παράδοση ότι οι πρόγονοί του κατάγονταν από μια μακρινή ορεινή περιοχή, άπειρο χώρα (Ήπειρος), που είχε πολλά βουνά και ποτάμια που ένα το έλεγαν Τσίαμι (Θύαμις = Καλαμάς) και το άλλο πήγαινε στον Κάτω Κόσμο (Αχέρων)». Βουδιστικά κείμενα, όπως το «Majjihima Nakaya», αναφέρονται σε «Κράτος Ελλήνων» την εποχή του Βούδα τον 6ο π.Χ. αιώνα στον Καύκασο (Ινδοκούς), εκεί που σήμερα ζουν οι Καλάς. Εξάλλου η πόλη Κανταχάρ λεγόταν Ισκανταχάρ από το Μέγα Αλέξανδρο. Οι σημερινοί Καλάς αποκαλούν τον Μέγα Αλέξανδρο «Σικαντέρ Αζάμ». Προφανώς ο διθάλαμος Μακεδονικός Τάφος ευγενούς μέλους της κοινωνίας που σώζεται σήμερα στην Κασσώπη ανήκει σε αυτή τη χρονική περίοδο της Μακεδονικής κυριαρχίας. Ο Φίλιππος Β' το έτος 343 π.Χ. διέλυσε την Συμπολιτεία των Ελαϊτών, μέλος της οποίας ήταν η Κασσώπη και η πόλη έγινε μέλος Αμφικτυονίας των πλησίον πόλεων, με κέντρο το ιερό της θεάς Αφροδίτης, το οποίο είναι κτισμένο σε απόσταση 300m ανατολικά της Κασσώπης. Λίγο αργότερα, μετά το θάνατο του βασιλιά των Μολοσσών Αλέξανδρου Α', δημιουργείται η Ηπειρωτική Συμμαχία (329-325 π.Χ.) και η Κασσώπη συμμετέχει, μάλιστα οι συνεδριάσεις των ηγετών γίνονται εδώ στο μικρό Ωδείον.
Η μεγάλη ακμή της πόλης σημειώνεται τον 3ο αιώνα π.Χ., οπότε κτίζονται τα μεγάλα δημόσια κτήρια και ανοικοδομούνται πολλά σπίτια. Η πόλη είχε δικό της νομισματοκοπείο. Το νόμισμα της Κασσώπης απεικόνιζε τον Δία και αετό σε κεραυνό. Η πόλη διατηρούσε πολιτική αγορά, πρυτανεία, δύο θέατρα, ξενώνα, ναούς λατρείας της Αφροδίτης και του Σωτήρος Διός. Γύρω στο 220 π.Χ., η Κασσώπη εντάχτηκε στην Αιτωλική Συμπολιτεία και συνέχισε ομαλά την πορεία της μέχρι το έτος 168-167 π.Χ., οπότε καταστράφηκε από τις λεγεώνες του Ρωμαίου ύπατου Αιμίλιου Παύλου. Αργότερα κατοικήθηκε ξανά μέχρι τη Ναυμαχία του Ακτίου το έτος 31 π.Χ., οπότε με διαταγή του Οκταβιανού οι κάτοικοι αναγκάσθηκαν να μετακομίσουν στη νέα πόλη της νίκης, τη Νικόπολη Ηπείρου. Όμως μικρός οικισμός παρέμεινε εν ζωή μέχρι το 100 μ.Χ.
Η μεγάλη ακμή της πόλης σημειώνεται τον 3ο αιώνα π.Χ., οπότε κτίζονται τα μεγάλα δημόσια κτήρια και ανοικοδομούνται πολλά σπίτια. Η πόλη είχε δικό της νομισματοκοπείο. Το νόμισμα της Κασσώπης απεικόνιζε τον Δία και αετό σε κεραυνό. Η πόλη διατηρούσε πολιτική αγορά, πρυτανεία, δύο θέατρα, ξενώνα, ναούς λατρείας της Αφροδίτης και του Σωτήρος Διός. Γύρω στο 220 π.Χ., η Κασσώπη εντάχτηκε στην Αιτωλική Συμπολιτεία και συνέχισε ομαλά την πορεία της μέχρι το έτος 168-167 π.Χ., οπότε καταστράφηκε από τις λεγεώνες του Ρωμαίου ύπατου Αιμίλιου Παύλου. Αργότερα κατοικήθηκε ξανά μέχρι τη Ναυμαχία του Ακτίου το έτος 31 π.Χ., οπότε με διαταγή του Οκταβιανού οι κάτοικοι αναγκάσθηκαν να μετακομίσουν στη νέα πόλη της νίκης, τη Νικόπολη Ηπείρου. Όμως μικρός οικισμός παρέμεινε εν ζωή μέχρι το 100 μ.Χ.
Πηγἐς: Εφημερίδα "Ηπειρωτικός Αγών" , el.wikipedia
Δεν υπάρχουν σχόλια