Πολύ σημαντικά ευρήματα που ανάγονται στο Μεσαίωνα, και σκιαγραφούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μιας καστροπολιτείας, αποκαλύφθηκαν στ...
Πολύ σημαντικά ευρήματα που ανάγονται στο Μεσαίωνα, και σκιαγραφούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μιας καστροπολιτείας, αποκαλύφθηκαν στη διάρκεια των εργασιών καθαρισμού και ανάδειξης που πραγματοποιήθηκαν πρόσφατα στον αρχαιολογικό χώρο του Κάστρου Πτελεού. Μεταξύ άλλων αποκαλύφθηκαν τα αρχιτεκτονικά λείψανα κτιρίων και κινητά ευρήματα, τα οποία παρουσιάζονται για πρώτη φορά μέσω του ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ.
Στη διάρκεια των εργασιών καθαρισμού εντός του περιτειχισμένου χώρου του κάστρου, αποκαλύφθηκαν, συγκεκριμένα, «αρχιτεκτονικά λείψανα κτιρίων που σώζονται στα θεμέλιά τους. Αποκαλύφθηκαν επίσης η βόρεια και η ανατολική πλευρά της οχύρωσης, η βόρεια πύλη του κάστρου και εντοπίστηκε ο δυτικός προμαχώνας ύψους περίπου 4 μέτρων, ο οποίος όμως είναι καλυμμένος από πυκνή βλάστηση» αναφέρει ο Πασχάλης Σταντζούρης, αρχαιολόγος της 7ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, υπεύθυνος για το συγκεκριμένο έργο. Το κάστρο του Πτελεού είναι ισχυρή κατασκευή, με τοίχους πλάτους έως και 2μ., κτισμένους με ημιλαξευμένους λίθους σε ισχυρό ασβεστοκονίαμα και χρήση πλίνθων σε ορισμένα σημεία του.
Έχουν εντοπιστεί ακόμα ίχνη μεταγενέστερων επισκευών, ενισχυτικές κατασκευές και προσθήκες κλιμάκων που έγιναν μετά την πρώτη φάση της κατασκευής του. Στην κορυφή του λόφου σώζεται σε καλή κατάσταση μέχρι και σήμερα τετράγωνος πύργος, περίβλεπτος από όλα τα σημεία του ορίζοντα. Οι πλευρές του έχουν μήκος 8μ., ενώ το μέγιστο ύψος του δεν ξεπερνά τα 10μ. Σε μικρή απόσταση από τον πύργο και βορειοδυτικά, έχει εντοπιστεί ορθογώνια δεξαμενή νερού, διαστάσεων 5,60 επί 4,90μ., καθώς και αγωγοί ύδρευσης και αποχέτευσης στο εσωτερικό του κάστρου, καθώς και δίοδοι προσπέλασης μεταξύ των κτιρίων.
Λείψανα αρχαιοτήτων έχουν εντοπιστεί και έξω από τον περιτοιχισμένο χώρο του κάστρου, υποδηλώνοντας ότι ο οικισμός εκτεινόταν και εκτός της οχύρωσης.
«Το εσωτερικό του κάστρου μαρτυρεί πυκνή κατοίκηση, όπως διακρίνεται από το τμήμα που έως τώρα έχει αποκαλυφθεί μετά τον καθαρισμό», αναφέρει ο κ. Σταντζούρης. Όπως επισημαίνει παράλληλα ο ίδιος: «κατά την επιφανειακή έρευνα που πραγματοποιήθηκε, περισυλλέχθηκαν όστρακα αβαφή από αγγεία καθημερινής χρήσης και εφυαλωμένη κεραμική, που χρονολογούνται στον 13ο και 14ο αι. μΧ., μεταλλικά αντικείμενα και λίγα θραύσματα γυάλινων αγγείων. Η συνέχιση των εργασιών, τονίζει ο αρχαιολόγος της 7ης ΕΒΑ, θα μας αποκαλύψει περισσότερα στοιχεία για τη ζωή και τις δραστηριότητες στο κάστρο του Πτελεού, που δεσπόζει στην είσοδο του Παγασητικού κόλπου και αποτελούσε σημαντικό οχυρωματικό και εμπορικό σταθμό για την περιοχή και την εποχή του».
Σημαντικός αρχαιολογικός χώρος
Στο πλαίσιο εφαρμογής της πράξης «Δημιουργία θέσεων απασχόλησης σε τοπικό επίπεδο μέσω προγραμμάτων κοινωφελούς χαρακτήρα» του ΕΣΠΑ, η 7η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων σε συνεργασία με την Εθελοντική Περιβαλλοντική ομάδα Αλμυρού «Εν Δράσει» πραγματοποίησαν πρόσφατα εργασίες καθαρισμού στον κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο του Κάστρου Πτελεού. Οι εργαζόμενοι (ένας αρχαιολόγος και πέντε εργάτες) και με τη συμμετοχή κατοίκων της περιοχής από την Εθελοντική ομάδα «ΑΙΟΛΙΣ», πραγματοποίησαν εργασίες καθαρισμού και αποψίλωσης της πυκνής βλάστησης στο πρόγραμμα ανάδειξης και βελτίωσης της προσβασιμότητας στο Κάστρο Πτελεού. Οι εργασίες επικεντρώθηκαν στον καθαρισμό του κάστρου από την πυκνή βλάστηση, καθώς και στον καλλωπισμό των δέντρων που βρίσκονται στο χώρο, με ιδιαίτερη προσοχή στη διατήρηση του φυσικού τοπίου.
Το κάστρο του Πτελεού είναι ένας οχυρωμένος οικισμός έκτασης περίπου 2 εκταρίων (20 στρέμματα). Ο μεσαιωνικός οικισμός είναι κτισμένος πάνω και γύρω από μία βραχώδη κωνική προεξοχή που εισέρχεται στη θάλασσα και εντοπίζεται στο βόρειο τμήμα του όρμου του Πτελεού πολύ κοντά στο σημερινό χωριό Πηγάδι. «Η σημαντική στρατηγική του θέση που ελέγχει την είσοδο του Παγασητικού, περιβάλλεται από απότομες πλαγιές, ενώ προσφέρει και πρόσβαση στη θάλασσα», υπογραμμίζει ο κ. Σταντζούρης, ο οποίος τονίζει παράλληλα ότι: «η περιοχή του Πτελεού ήταν πλούσια σε αμπελώνες, ενώ στα παράλια υπήρχαν αλυκές. Η κατάληψή του από τους Βενετούς, τους παρείχε τη δυνατότητα άμεσης επικοινωνίας με τα παραγωγικά κέντρα της Θεσσαλίας, καθώς και του ελέγχου των γραμμών του διαμετακομιστικού εμπορίου προς την νότια Ελλάδα».
Γνώρισε συνεχή κατοίκηση έως τον Ιούλιο του 1470, όταν καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς τρεις μόλις μέρες μετά την κατάληψη της Χαλκίδας. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι σε γραπτές πηγές του 1192, ο Μητροπολίτης Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτης, εξήρε την ποιότητα του κρασιού της περιοχής που εξάγονταν, προφανώς μέσω των Βενετών, στην Κωνσταντινούπολη. Ζητούμενο είναι, με βάση τα προαναφερθέντα, να συνεχιστούν οι έρευνες, προκειμένου να αποκαλυφθούν σταδιακά σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα και στοιχεία, που παραμένουν στην αφάνεια για πολλούς αιώνες.
Πηγή: Γ. Υδραίου, Ταχυδρόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια