Αθήνα. Το τζαμί του Παρθενώνα. Βορειοανατολική άποψη. Peytier, 1971 Η Ακρόπολη βρίσκεται ξανά στη διεθνή επικαιρότητα εξαιτίας των πολλών αν...
Αθήνα. Το τζαμί του Παρθενώνα. Βορειοανατολική άποψη. Peytier, 1971 |
Η Ακρόπολη βρίσκεται ξανά στη διεθνή επικαιρότητα εξαιτίας των πολλών αντιρρήσεων που ξεσήκωσαν οι πρόσφατες παρεμβάσεις στον χώρο. Αυτό όμως που ενδιαφέρει εδώ δεν είναι το πόσο αυτές ήταν ή όχι επιτυχημένες αλλά οι συζητήσεις που πυροδότησαν και που αποκάλυψαν, μεταξύ άλλων, «πόσο λίγα είναι δημοσίως γνωστά για τις πλούσιες και συναρπαστικές ιστορίες αυτού του μνημειακού τοπίου πέρα από εκείνες που αφορούν την κλασική περίοδο», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το δελτίο Τύπου της εν λόγω online εκδήλωσης που διοργανώνει η πρωτοβουλία dëcoloиıze hellάş σε συνεργασία με το Decolonial Initiative του Brown University.
Στην εκδήλωση, που μεταδόθηκε ζωντανά και στο YouTube συμμετείχαν οι Şükrü Ilicak (ιστορικός, Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών, Ρέθυμνο), Τάσος Τανούλας (αρχαιολόγος, Δρ. – ΕΜΠ, προϊστάμενος των έργων αποκατάστασης των Προπυλαίων 1984-2010), Elizabeth Fowden (ερευνήτρια, Πανεπιστήμιο Cambridge), Δημήτρης Λούπης (ιστορικός, υποψήφιος διδάκτορας, Πανεπιστήμιο Harvard) και συντονίζουν οι Γιάννης Χαμηλάκης (αρχαιολόγος, Πανεπιστήμιο Brown) και Κωνσταντίνος Θανασάκης (υποψήφιος διδάκτορας ιστορίας, UCLA, Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη).
Η θέση και η σημασία της Ακρόπολης στην οθωμανική κουλτούρα –προσκυνηματική επίσκεψη στον ιερό βράχο πραγματοποίησε ο ίδιος ο Μωάμεθ ο Πορθητής το 1458–, η μορφή που έλαβε στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, το συμβάν-ορόσημο του βομβαρδισμού της από τον Μοροζίνι το 1687 κατά τον ΣΤ’ τουρκοενετικό πόλεμο, το αυξημένο μετά τον 17ο αιώνα ενδιαφέρον των Δυτικοευρωπαίων για τις κλασικές της αρχαιότητες, οι σκληρές μάχες γύρω από αυτή στη διάρκεια της Επανάστασης του ’21, οπότε μάλιστα απέμεινε το τελευταίο οθωμανικό προπύργιο στην ελεύθερη Ελλάδα, η τύχη των ευρημάτων της οθωμανικής περιόδου είναι μερικά από τα θέματα που θίξαμε σε πρώτη φάση με τους συντελεστές.
Οι οποίοι αναφέρθηκαν, επιπλέον, στην «αποικιοκρατική» αντίληψη για το ιστορικό μας παρελθόν που παραμένει κυρίαρχη και για την οποία σημασία έχει μόνο η κλασική περίοδος του μνημείου, κάτι που αντιβαίνει στην ιστορική και πολιτισμική του διαχρονικότητα συνιστώντας μια «ιστορικά ψευδή κατασκευή», η οποία εξυπηρετεί τις δικές μας ιδεολογικές και αισθητικές εμμονές ή ανάγκες, «βλέπουμε, δηλαδή, όχι το μνημείο καθαυτό αλλά το είδωλό του».
Αναδεικνύοντας την προοπτική να παρουσιάζεται η Ακρόπολη ως έκφραση μιας πιο ευρύχωρης ελληνικής ιστορίας, συμφωνούν ότι «η προσεκτική και συστηματική ανάδειξη της αντικειμενικά τεκμηριωμένης πολυ-πολιτισμικότητας των μνημείων και του ρόλου τους ως τόπων και ζωνών συνάντησης πολιτισμών και ιδεών, συμβάλλει εντέλει σε μια ανοικτή, συμπεριληπτική προσέγγιση και πρακτική για την κοινωνία γενικότερα». Περισσότερες λεπτομέρειες εδώ.
Το μνημείο του Αγρίππα. Η άνοδος προς τα Προπύλαια. Το θωράκιο από τον ναό της Αθηνάς Νίκης. Boetticher, 1888. |
— Τι μορφή είχε η Οθωμανική Ακρόπολη της Αθήνας και ποια ήταν η σημασία της αφενός για την Υψηλή Πύλη, αφετέρου για τις τοπικές αρχές και τους Οθωμανούς κατοίκους της περιοχής; Πόσο σημαντική θέση είχε η ίδια η πόλη της Αθήνας στην αυτοκρατορία;
Τάσος Τανούλας: Στους τέσσερις, σχεδόν, αιώνες της οθωμανικής κατοχής, η Ακρόπολη της Αθήνας ήταν κάστρο, όπως είχε οργανωθεί το 1300 περίπου από τους Φράγκους de la Roche. Φημιζόταν ως φυσικό οχυρό, αλλά και για την αμυντική επάρκεια του οχυρωτικού σχεδιασμού, και για την ιδιαιτερότητα των μαρμάρινων κτιρίων της αρχαιότητας, που εξακολουθούσαν να αποτελούν τον βασικό οικοδομικό πυρήνα των νεότερων κατασκευών. Η πόλη της Αθήνας, παρά τον επαρχιακό της χαρακτήρα, διατήρησε πάντοτε μια ιδιαίτερη ταυτότητα λόγω των αρχαιοτήτων και της παράδοσης που διέσωζε έναν απόηχο της φήμης των φιλοσοφικών σχολών της αρχαιότητας.
Δημήτρης Λούπης: Οι Οθωμανοί καταλαμβάνουν την Αθήνα από τους Φλωρεντινούς Ατζαϊόλι, οι οποίοι είναι φόρου υποτελείς τους, το 1456. Στην Ακρόπολη εγκαθίσταται οθωμανική φρουρά η οποία αποτελείται από 78 στρατιώτες, σύμφωνα με το φορολογικό κατάστιχο του 1506, οι οποίοι γίνονται 83 το 1521 και 114 το 1540. Τότε, σχεδόν στα μέσα του 16ου αιώνα, η πόλη της Αθήνας υπολογίζεται να έχει περίπου 18700 κατοίκους, γεγονός που την καθιστά τρίτη σε πληθυσμό πόλη των Βαλκανίων μετά από την Αδριανούπολη και την Θεσσαλονίκη.
Με την κατάκτηση της Ακρόπολης ο βυζαντινός ναός στο εσωτερικό του Παρθενώνα, ο οποίος υπό τους Φλωρεντινούς λειτουργούσε ως ιερό του καθολικού δόγματος, μεταστρέφεται σε ισλαμικό τέμενος, στο όνομα του σουλτάνου Μεχμέντ του Πορθητή που επισκέπτεται την πόλη και θαυμάζει τα μνημεία της το 1458 κατά την εκστρατεία του στην Πελοπόννησο. Τον θαυμασμό του για την Ακρόπολη αναφέρουν οι ιστορικοί Λαόνικος Χαλκοκονδύλης και Κριτόβουλος.
Στην Ακρόπολη επιτρέπεται να κατοικούν μόνο ο φρούραρχος, οι στρατιώτες του και οι οικογένειές τους. Κάθε ελεύθερος χώρος μεταξύ των αρχαίων κτισμάτων του Παρθενώνα, του Ερεχθείου και των Προπυλαίων καλύπτεται από μικρές κατοικίες και στενά δρομάκια.
Ο Οθωμανός περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπί επισκέπτεται την Αθήνα κατά τον Ιούνιο-Ιούλιο του 1668 και αναφέρει πως στην Ακρόπολη υπάρχουν τριακόσιες κεραμοσκεπείς κατοικίες –ένας μάλλον υπερβολικός αριθμός– οχυρωματικής αρχιτεκτονικής χωρίς κήπους, συλλέγουν το νερό της βροχής σε κιστέρνες, ενώ όταν χρειάζεται μεταφέρουν νερό με γαϊδάρους από την πόλη κάτω από τον βράχο. Ο περιηγητής εντυπωσιάζεται από τα γλυπτά του Παρθενώνα που περιβάλλουν το τζαμί. Τέλος, περιγράφει πως στα Προπύλαια υπάρχει πυριτιδαποθήκη, χώρος φιλοξενίας για τους περαστικούς Οθωμανούς στρατιωτικούς, αλλά και ένα μεστζίντ (μικρός χώρος προσευχής) για τους φρουρούς.
Η δυτική όψη του Παρθενώνα και του Ερεχθείου από τα Προπύλαια. Edward Dodwell, 1819. |
— Υπάρχει μια διαδεδομένη άποψη ότι επί Τουρκοκρατίας η Ακρόπολη όπως και άλλα αρχαιολογικά μνημεία λεηλατήθηκαν, συλήθηκαν, ξεπουλήθηκαν και γενικότερα υπέστησαν πολλές καταστροφές, ότι οι ίδιοι οι Οθωμανοί δεν αντιλαμβάνονταν την πολιτισμική τους αξία και αδιαφορούσαν γι’ αυτά όταν δεν τα εκμεταλλεύονταν για οικοδομικό υλικό ή για να τα εμπορευτούν. Είναι πράγματι έτσι;
Τάσος Τανούλας: Και ναι και όχι. Οι μεγαλύτερες καταστροφές συνέβησαν, αφενός λόγω της εμφάνισης της πυρίτιδας στην τεχνολογία του πολέμου, που προκάλεσε την ερείπωση των τριών μεγάλων μνημείων και άλλων οικοδομών. Αφετέρου, το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων για τις αρχαιότητες τις μετέβαλε από τον 17ο αι. σε αντικείμενο συναλλαγών. Σε αυτές τις εξελίξεις ο σπόρος του κακού ήρθε αναμφίβολα από τη Δύση και δεν βρήκε αντιστάσεις από τις τοπικές αρχές.
Κωνσταντίνος Θανασάκης: Υπάρχει πράγματι αυτή η αντίληψη. Έχει όμως τις ρίζες της στο δίπολο «Ανατολής» - «Δύσης» που ξεκινάει, σχεδόν ταυτόχρονα με την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς. Η «Ανατολή», και κυρίως οι μουσουλμάνοι, άργησαν ή δεν ακολούθησαν ποτέ τις καλές πρακτικές της πολιτισμένης «Δύσης». Η επανάχρηση, όπως άλλωστε και οι προσθήκες, ήταν κοινή πρακτική για πολλές κοινότητες, σε πολλές κουλτούρες.
Οι αρχαιολόγοι μπορούν να φέρουν εδώ πολλά παραδείγματα, από το χώρο που σήμερα θεωρούμε ενιαίο ως η «Δύση». Χαρακτηριστικό για την Ελλάδα είναι αυτό των μεσαιωνικών-ενετικών-οθωμανικών φρουρίων στην Πελοπόννησο. Ελάχιστοι θα χρέωναν εδώ στους Οθωμανούς «κακή χρήση». Η «Αχίλλειος πτέρνα» είναι τα κλασικά μνημεία…
Elizabeth Fowden: Οι Οθωμανοί σεβάστηκαν τον Παρθενώνα και τον χρησιμοποίησαν για τον αρχικό θρησκευτικό του σκοπό. Η ενετική καταστροφή στην Ακρόπολη διέκοψε αυτή τη συσσωρευμένη θρησκευτική παράδοση. Η ζημιά ήταν τόσο δραματική που άργησαν οι Οθωμανοί περισσότερο από μια γενιά να κατασκευάσουν ένα δεύτερο τζαμί του Παρθενώνα μέσα στο κατεστραμμένο κέλυφος.
Αντί να ρωτάμε ποιος φταίει, οι Οθωμανοί που αποθήκευσαν πυρίτιδα στον Παρθενώνα ή οι Ενετοί που βομβάρδισαν την Ακρόπολη, γιατί να μην «ακούσουμε» τις λίγες οθωμανικές περιγραφές που έχουμε για τον Παρθενώνα ως ανέπαφο κτίριο και να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε πώς ήταν δυνατόν να ερμηνεύουν το κτίριο ως μέρος της οθωμανικής, συσσωρευτικής κληρονομιάς του ελληνικού και βυζαντινού κόσμου.
Μια τέτοια διανοητική αναπροσαρμογή απαιτεί συνεργασία μεταξύ μελετητών με διαφορετικές ειδικότητες, καθώς επίσης νέες μεταφράσεις, οδηγούς, σχολικά βιβλία και εικονογραφημένα βιβλία ιστορίας για παιδιά, μεταφρασμένα σε πολλές γλώσσες.
Απαιτεί, πάνω απ' όλα, την επιθυμία να παρουσιάσουμε την Ακρόπολη ως έκφραση μιας πιο ευρύχωρης ελληνικής ιστορίας.
Ο μοναδικός οθωμανικός χάρτης της Ακρόπολης. |
— Τι διασώζεται σήμερα από την Ακρόπολη των Οθωμανών; Υπήρξε ποτέ κάποια προσπάθεια καταγραφής και ανάδειξης αυτών των ιχνών και ευρημάτων, υπάρχει κάτι που ξεχωρίζει σε αυτά; Πού εντοπίζονται και πού φυλάσσονται;
Τάσος Τανούλας: Πολύ λίγα είναι τα οθωμανικά κατάλοιπα στην Ακρόπολη, και δεν νομίζω ότι έχει γίνει συστηματική καταγραφή και αποθήκευση των κινητών ευρημάτων. Η μελέτη των περιγραφών και των απεικονίσεων από τους περιηγητές, σε συνάρτηση με τα κατάλοιπα, επιτρέπουν μια αρκετά ικανοποιητική αποκατάσταση, κυρίως των οχυρώσεων.
Δημήτρης Λούπης: Τις πρώτες δεκαετίες του νέου ελληνικού κράτους ο βράχος της Ακρόπολης απογυμνώθηκε από οτιδήποτε κτίστηκε σε αυτόν από την ύστερη αρχαιότητα και μετά, διαγράφοντας την παρουσία της μεσαιωνικής και πρώιμης νεότερης εποχής. Τα κατάλοιπα της βυζαντινής εκκλησίας που υπήρχε εντός του Παρθενώνα βρίσκονται στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας, ενώ ο μεσαιωνικός πύργος διατηρείται στις παλαιές φωτογραφίες των μέσων του 19ου αιώνα. Τα δε οθωμανικά κατάλοιπα και μάλιστα ενεπίγραφα μάρμαρα, όπως επιγραφές κρηνών και μία επιγραφή επισκευής προμαχώνα φυλάσσονται στο Επιγραφικό Μουσείο και σε συλλογές της Εφορείας Αρχαιοτήτων της Πόλης των Αθηνών αντίστοιχα. Οθωμανικά επιτύμβια από την δυτική κλιτύ της Ακρόπολης εντοπίζονται, επίσης, σε φυλασσόμενο σωρό παρά τα Προπύλαια, αλλά και σε άλλα σημεία ελέγχου της Εφορείας.
Σε έρευνα που ξεκίνησα μετά την πρωταρχική άδεια της άλλοτε Α’ Εφορείας Αρχαιοτήτων με αντικείμενο τις οθωμανικές επιγραφές της Αθήνας έγινε η καταγραφή, φωτογράφηση και αποτύπωση και των επιγραφών που συνδέονται με την Ακρόπολη και τα οθωμανικά νεκροταφεία της δυτικής κλιτύος της, ενώ έπεται η ολοκλήρωση της έρευνας και η έκδοσή της. Θα υπάρξει και επιστημονικό άρθρο του γράφοντα με αντικείμενο το θέμα της ομιλίας μου σε αυτή την εκδήλωση για την Οθωμανική Ακρόπολη.
Η ανατολική πλευρά του Παρθενώνα. Στο εσωτερικό διακρίνεται το μουσουλμανικό τέμενος που οικοδομήθηκε μετά την έκρηξη του 1687. Stuart, 1787. |
Κωνσταντίνος Θανασάκης: Υπάρχουν αρκετά τεκμήρια. Εκτός από τα ευρήματα και τα θραύσματα, υπάρχει ένας πλούτος γραπτών πηγών, είτε οθωμανικές –οι λιγότερο μελετημένες, φυσικά– είτε κείμενα Δυτικοευρωπαίων που ταξίδεψαν στην Ελλάδα. Η σύγχρονη βιβλιογραφία είναι αρκετά πιο περιορισμένη, γίνεται εντούτοις μία προσπάθεια να αναδειχθεί η οθωμανική ιστορία της Αθήνας.
Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι ο συλλογικός τόμος «Ottoman Athens: Topography, Archaeology, History». Εκτός από τις ιδιαιτερότητες της κάθε περιόδου, στόχος θα πρέπει να είναι η ανακάλυψη και η επανεξέταση των ψηφίδων που συνθέτουν την Αθήνα και τα μνημεία της.
Γιάννης Χαμηλάκης: Χωρίς να είμαι οθωμανολόγος, να πω πως όσο αφορά τα υλικά κατάλοιπα, όντως, μετά από δύο αιώνες εθνικής αποκάθαρσης (για την όποια έχω γράψει αναλυτικά στο «Έθνος και τα Ερείπιά του»), σχετικά λίγα διασώζονται. Όμως η υλικότητα έχει την εκνευριστική ικανότητα να αντιστέκεται. Και από τις απαντήσεις των συναδέλφων, και από τις δικές μου επισκέψεις στο χώρο, και από τη φωτογραφική δουλειά που κάνουμε στο ιστολόγιο «Η Άλλη Ακρόπολη», εκτιμώ πως διασώζονται πολύ περισσότερα απ’ ό,τι νομίζουμε. Το πρόβλημα είναι πως ποτέ δεν έγινε μια μεγάλης έκτασης, συστηματική συλλογική διεπιστημονική έρευνα για αυτά.
Για παράδειγμα, για τα νεκροταφεία της δυτικής κλιτύος, μια έρευνα γεωφυσικής διασκόπησης, όπου αυτή είναι δυνατή, ίσως να έδινε απρόσμενα αποτελέσματα. Μια άλλη αρχαιολογική υπηρεσία για την Ακρόπολη θα περιλάμβανε και αρχαιολόγους ειδικούς στην Οθωμανική Αρχαιολογία…
— Μάθαμε να ταυτίζουμε την Ακρόπολη με την κλασική περίοδο, με τον «χρυσό αιώνα» της αρχαίας Αθήνας και πάνω στον γνώμονα αυτόν έχει βασιστεί όλο το έργο των ανασκαφών, των αναστηλώσεων και της γενικότερης ανάδειξης και προβολής του μνημείου. Θεωρείτε προβληματική αυτή την αντίληψη και γιατί;
Γιάννης Χαμηλάκης: Φυσικά και είναι άκρως προβληματική, αποτέλεσμα της αποικιοποίησης του ελληνικού φαινομένου και της Ακρόπολης από τις ιδεολογίες του κλασικισμού, του Ευρωκεντρισμού και της λευκής ανωτερότητας. Τις συνέπειες αυτής της αντίληψης τις πληρώνουν και το μνημειακό τοπίο της Ακρόπολης και η ελληνική κοινωνία. Το τοπίο της Ακρόπολης είναι πολυ-χρονικό και πολυ-πολιτισμικό. Ήταν σημαντικό ήδη από την προϊστορική εποχή, συνέχισε δε να είναι τέτοιο και στα μετα-κλασικά χρόνια, μέχρι και σήμερα.
Η αφήγηση περί του χρυσού αιώνα και των μετέπειτα βαρβάρων επιδρομέων που μόλυναν τα ιερά, λευκά μάρμαρα με την παρουσία τους, δεν είναι μια μόνο μια ιστορικά ψευδής κατασκευή, όπως φαίνεται και από τις πληροφορίες για την κλασική εποχή, αλλά και από τον σεβασμό που έδειξαν οι Οθωμανοί για μνημεία όπως ο Παρθενώνας. Λειτουργεί ομολογικά και συνεκδοχικά, εν συνόλω, παραπέμποντας στη δυστοπία μιας φυλετικά, εθνοτικά και θρησκευτικά ομογενοποιημένης κοινωνίας.
Η δυτική όψη των Προπυλαίων στην Ακρόπολη της Αθήνας. Edward Dodwell, 1834. |
— Ακόμα όμως και αν άλλαζε η επικρατούσα αντίληψη, είναι εφικτό να αναδειχτούν όλες οι ιστορικές περίοδοι της Ακρόπολης; Θα μπορούσε π.χ. ο Παρθενώνας να προβάλλεται όχι μόνο ως παγανιστικός ναός αλλά επίσης ως χριστιανική εκκλησία και μουσουλμανικό τέμενος; Είναι, πιστεύετε, σημαντικότερη η ανάδειξη της ίδιας της ιστορικής συνέχειας από την προσήλωση σε μια ορισμένη χρονική περίοδο με συγκεκριμένους συμβολισμούς και γιατί;
Κωνσταντίνος Θανασάκης: Ένα πρόβλημα με τα μνημεία της κλασικής περιόδου είναι ακριβώς ότι τα αντιλαμβανόμαστε ως «κλασικά», ως μία διαχρονική αξία δηλαδή, η οποία υπάρχει πέρα και πάνω από τον ιστορικό χρόνο. Η πραγματικότητα όμως είναι τελείως διαφορετική εφόσον τα μνημεία αυτά βρίσκονται στον πυρήνα της πόλης, τόσο γεωγραφικά όσο και ιδεολογικά. Το ζήτημα δεν είναι πώς θα προβάλλεται ο Παρθενώνας, αλλά τι πραγματικά ήταν και τι είναι ο Παρθενώνας. Μόνο τότε μπορεί να προβάλλεται ουσιαστικά και με την ακεραιότητα που του αρμόζει σε οποιαδήποτε περίοδο και ακόμα περισσότερο σήμερα με την ιδιαίτερη συμβολοποίησή του.
Η ιστορικότητα του χώρου, από παγανιστικό ναό σε χριστιανική εκκλησία και οθωμανικό τέμενος (τζαμί) σε μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς, είναι αναπόσπαστο τμήμα του βίου του Παρθενώνα. Αποτελεί, με κάποια σχετική αφαίρεση φυσικά, ένα είδος στρωματογραφίας της πόλης των Αθηνών. Με το να αγκιστρωθούμε σε ιδεολογικά σχήματα του προηγούμενου αιώνα και να προσπαθήσουμε ταυτόχρονα να επιβάλουμε μία μόνο «αισθητική», καταλήγουμε να έχουμε επιβεβλημένες ασυνέχειες για ένα μνημείο με συνέχεια. Καταλήγουμε δηλαδή να μη βλέπουμε το μνημείο παρά το είδωλό που εξυπηρετεί εμάς, χάνοντας έτσι το πραγματικό σύμβολο. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό φαντασιακά! Είναι, ωστόσο, σωστό να γνωρίζουμε ότι εξαιρούμε για ιδεολογικούς κυρίως λόγους ένα τμήμα της σύνθετης και συλλογικής «ταυτότητας» του μνημείου.
Τάσος Τανούλας: Στην Ακρόπολη, μετά από δύο αιώνες αρχαιολογικής και αναστηλωτικής δραστηριότητας, μόνον τα τέσσερα μεγάλα κλασικά μνημεία μπορούν να αναδειχθούν με σχετική πληρότητα. Όμως, η διατήρηση του φυσικού τοπίου του βράχου, των καταλοίπων ελασσόνων εγκαταστάσεων της κλασικής εποχής και άλλων εποχών που προηγήθηκαν ή ακολούθησαν, επιτρέπει την επισήμανση και τον σχολιασμό τους με άλλα μέσα, ούτως ώστε ο σύγχρονος επισκέπτης να μπορέσει να αντιληφθεί, μέσω εικόνας και λόγου, τον αρχαιολογικό χώρο και τα μνημεία ως διαχρονική ενότητα.
— Στην Αττική, την Αθήνα και την Ακρόπολη διεξήχθησαν πολλές σημαντικές μάχες στη διάρκεια της Επανάστασης του ’21, υπήρξε μάλιστα η Ακρόπολη το τελευταίο οθωμανικό προπύργιο στην ελεύθερη, πλέον, Ελλάδα. Ήταν άραγε και συμβολικοί οι λόγοι που Έλληνες και Οθωμανοί πολέμησαν σκληρά γι’ αυτόν τον «βράχο» και την περιοχή που τον όριζε;
Σουκρού Ιλιτζάκ: Μπορεί κανείς με ασφάλεια να πει ότι στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης η Ακρόπολη αναδεικνύεται σε ένα οθωμανικό, όσο και ελληνικό, φυσικά, σύμβολο. Η θέση του κάστρου (όπως αναφέρουν οι οθωμανικές πηγές την Ακρόπολη) παίζει πρωτεύοντα ρόλο. Οι Οθωμανοί αγωνίζονται να διατηρήσουν τον έλεγχο της Ακρόπολης και ζητούν συνεχώς ενισχύσεις από την Κωνσταντινούπολη.
Η Ακρόπολη όμως αποκτά πλέον και μια συμβολική σημασία η οποία διαμεσολαβείται ξεκάθαρα από την οπτική της Δυτικής Ευρώπης και συγκεκριμένα της Βρετανίας. Οι Οθωμανοί αντιλαμβάνονται ότι η «Δύση» θωρεί την Ακρόπολη με άλλες προσλαμβάνουσες –αυτές δηλαδή που έχουν επιβληθεί στο μνημείο σήμερα– και το χρησιμοποιούν ως διπλωματικό χαρτί. Η περίοδος αυτή, όπως παρουσιάζεται μέσα από τα διπλωματικά και τα οθωμανικά αρχεία, είναι αποκαλυπτική.
Άποψη της Ακρόπολης τη στιγμή της ανατίναξης του 1687. Laborde, 1854. |
— Πώς ακριβώς εννοούμε από αρχαιολογική σκοπιά την «αποαποικιοποίηση της Ελλάδας» και κατ’ επέκταση της Ακρόπολης;
Τάσος Τανούλας: Τον όρο «αποαποικιοποίηση» αντιλαμβάνομαι ως πρόκληση για απαλλαγή από στερεότυπα που, κατά την γένεση της νεοελληνικής ταυτότητας, επιβλήθηκαν στα στερεότυπα της εντόπιας κουλτούρας από ξένα πνευματικά συστήματα, τα οποία έδωσαν προτεραιότητα στην κλασική αρχαιότητα, υποβαθμίζοντας την αξία μεταγενέστερων ιστορικών περιόδων. Στην Αθήνα και στην Ακρόπολη το αποτέλεσμα ήταν η απώλεια μεγάλου μέρους του μνημειακού πλούτου των μεταγενεστέρων εποχών.
Νομίζω ότι χρειάζεται μεγάλη προσοχή στη διατύπωση του ιδεολογικού περιγράμματος του όρου «αποαποικιοποίηση» και στην εφαρμογή του. Οπωσδήποτε, τόσο στον τομέα των ιδεών, όσο και στον τομέα της αρχαιολογίας και των αναστηλώσεων, και ειδικά στην Αθήνα και την Ακρόπολη, πρέπει να έχει στόχο την ιστορική αντικειμενικότητα για τη διατήρηση της διαχρονικής ενότητας των αρχαιολογικών χώρων και των μνημείων.
Γιάννης Χαμηλάκης: Η αποικιοποίηση αφορά ένα συνολικότερο πλέγμα ιδεολογιών της δυτικής νεοτερικότητας, από τη λευκή ανωτερότητα μέχρι τον εθνικισμό, την πατριαρχία και τον οριενταλισμό. Πρόκειται καταρχήν για ιδεολογική αποικιοποίηση που γρήγορα όμως έγινε υλική και θεσμική, και που εξακολουθεί και σήμερα.
Η αποαποικιοποίηση που ξεκινά από αυτήν την παραδοχή είναι λοιπόν κατ' αρχάς ζήτημα ενός δύσκολου, ίσως και επίπονου αναστοχασμού, που μας ζητά να αποδεχτούμε πως τα προτάγματα αυτά της δυτικής νεοτερικότητας συνιστούν τη βάση της εθνικής συγκρότησης, και όχι μόνο στην Ελλάδα. Φυσικά, τίθενται υπό συνεχή αμφισβήτηση, ιδιαίτερα σήμερα, και από την έρευνα και από τα κινήματα.
Όσον αφορά την αρχαιολογία, πέρα από τη δική της αναστοχαστική διαδικασία που βρίσκεται εν εξελίξει, εκδηλώσεις και συζητήσεις σαν αυτή συμβάλλουν στην αποαποικιοποίηση της αρχαιολογίας και των μνημείων. Και αυτό γιατί αναδεικνύουν εκείνες τις πλευρές της ζωής και της βιογραφίας των μνημείων που η μονο-χρονία του εθνικού-αποικιακού φαντασιακού προσπάθησε να διαγράψει. Έτσι αφενός αποκαθιστούν την ιστορική αντικειμενικότητα, αφετέρου αποδίδουν «επιστημονική δικαιοσύνη».
Όμως το τι λέμε και κάνουμε για ένα μνημείο όπως η Ακρόπολη με το τεράστιο συμβολικό του βάρος, δεν αφορά μόνο αυτή. Εκδηλώσεις όπως η σημερινή, στέλνουν το μήνυμα πως η Ακρόπολη σήμερα δεν σχετίζεται μόνο με τους λευκούς Ευρωπαίους-Δυτικούς. Αφορά και άλλους πολιτισμούς, άλλες φυλετικές-εθνοτικές-θρησκευτικές ταυτότητες, όχι ως το αριστούργημα του δυτικού-λευκού πολιτισμού που θα πρέπει όλοι και όλες να θαυμάζουν αλλά ως το τοπίο που συγκεντρώνει και συντηρεί τις υλικές μνήμες πολλών πολιτισμών, εθνοτήτων και θρησκειών. Η προσεκτική και συστηματική ανάδειξη της αντικειμενικά τεκμηριωμένης πολυ-πολιτισμικότητας των μνημείων και του ρόλου τους ως τόπων και ζωνών συνάντησης πολιτισμών και ιδεών, συμβάλλει εντέλει σε μια ανοικτή, συμπεριληπτική προσέγγιση και πρακτική για την κοινωνία γενικότερα.
Πηγή: Θ. Αντωνόπουλος, LiFO
Δεν υπάρχουν σχόλια