Τι είδους άνθρωπος ήταν ο Πλάτων; Το ερώτημα είναι δύσκολο να απαντηθεί, διότι δεν εμφανίζεται ο ίδιος ως πρωταγωνιστής στους περίφημους δια...
Τι είδους άνθρωπος ήταν ο Πλάτων; Το ερώτημα είναι δύσκολο να απαντηθεί, διότι δεν εμφανίζεται ο ίδιος ως πρωταγωνιστής στους περίφημους διαλόγους του. Τον ρόλο αυτό τον έχει δώσει στον δάσκαλο του, Σωκράτη, ο οποίος ενδεχομένως εκφράζει τις προσωπικές του απόψεις, δεν αποκλείεται όμως να λειτουργεί και ως φερέφωνο του Πλάτωνα.
Την επιθυμία σε όσους θα ήθελαν να “ακούσουν τη φωνή”, να γνωρίσουν την προσωπικότητα και να μάθουν χωρίς μεσολαβητές τις απόψεις του Πλάτωνα ικανοποιεί μια σειρά επιστολών που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστές στο ευρύ κοινό. Πρόκειται για ένα σώμα 13 επιστολών εκ των οποίων η πλέον μακροσκελής και λεπτομερής Έβδομη φαίνεται να αποκαλύπτει το πραγματικό πρόσωπο του Πλάτωνα. Χαρακτηρίζεται, μάλιστα, από ορισμένους ερευνητές ως χρυσορυχείο καθώς ο αθηναίος ιδρυτής της Ακαδημίας και δάσκαλος του Αριστοτέλη, αφηγείται μέρος της ζωής του, εξηγώντας τους λόγους για τους οποίους έγινε φιλόσοφος και όχι πολιτικός ηγέτης, και σκιαγραφεί κρίσιμα σημεία της φιλοσοφίας του. Κάποιοι άλλοι, κατά κύριο λόγο σύγχρονοι, ωστόσο υποστηρίζουν ότι ο θησαυρός είναι άνθρακας, όπως αναλύει σε εκτενές άρθρο της πολιτιστικής επιθεώρησης Aeon, Σαμ Ντρέσερ.
Απορρίπτουν την Έβδομη Επιστολή ως έργο πλαστογράφου και την εξαιρούν από το πλατωνικό εργό, όπως και τις υπόλοιπες που αποδίδονται στον Πλάτωνα, ενώ τις δύο τελευταίες δεκαετίες οι επιστολές “εξαφανίζονται” από επανεκδόσεις. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του οίκου Penguin Classics το 2005 όπου στην αναθεωρημένη μετάφραση του “Φαίδρου” δεν συμπεριέλαβε και δύο πλατωνικές επιστολές που υπήρχαν σε προηγούμενη έκδοση του πλατωνικού διαλόγου.
Την πλέον πρόσφατη καταδικαστική σφραγίδα έβαλε το 2015 ήδη με τον τίτλο της - “Η Ψευδοπλατωνική Έβδομη Επιστολή”- μία μελέτη που υπογράφουν δύο από τους κορυφαίους μελετητές του έργου του Πλάτωνα, οι Μάιλς Μπέρνιεατ και Μάικλ Φρεντ. Ο Μπέρνιεατ χαρακτήρισε την επιστολή ως έργο κάποιου “φιλοσοφικά ανίκανου”. Άποψη που έρχεται σε πλήρη αντιδιαστολή με παλαιότερες μελέτης εξίσου διακεκριμένων μελετήτων όπως ο Άλφρεντ Έντουαρντ Τέιλορ ο οποίος στο έργο του που θεωρείται ορόσημο “Πλάτων: Ο άνθρωπος και το έργο του” (1926) και το οποίο εξακολουθεί να ανατυπώνεται, είχε αποδεχθεί ως γνήσια την επίμαχη επιστολή.
Ξεκάθαρη απάντηση στο ερώτημα αν οι επιστολές είναι γνήσιες ή όχι, δεν είναι δυνατόν να δοθεί με ασφάλεια, αν και θεωρείται βέβαιο ότι δεν είναι όλες γραμμένες από το χέρι του. Ωστόσο έχει ενδιαφέρον να παρακολουθήσει κάποιος τις τάσεις που επικράτησαν με την πάροδο των αιώνων σχετικά με την αποδοχή της αυθεντικότητας ή την απόρριψη τους. Ιστορία που αν μη τι άλλο σχετίζεται με την ασυνείδητη προφανώς επιθυμία να αποσυνδεθεί η εξειδανικευμένη προσωπικότητα του Πλάτωνα με το περιεχόμενο των επιστολών που αποκαλύπτουν έναν άνθρωπος σαφώς επιρρεπή σε συμβιβασμούς ανάμεσα στις αρχές του και την πολιτική στην πράξη, καθώς αρκετές σχετίζονται με ένα συγκεκριμένο επεισόδιο στη ζωή του Πλάτωνα: την αποτυχημένη προσπάθεια συνεργασίας του με τον Διονύσιο Β', τον εξαιρετικά ισχυρό ηγεμόνα των Συρακουσών.
Η καθιερωμένη εικόνα θέλει τον Πλάτωνα ως ένα στοχαστή που εμπνεύστηκε την “Πολιτεία” στην οποία οι φιλόσοφοι θα κατευθύνουν κάθε σκέψη, σαν να βλέπουν τον Ήλιο και να δραπετεύουν από το “σπήλαιο” της γήινης ύπαρξης. Ωστόσο, οι επιστολές- συμπεριλαμβανομένης της κομβικής Έβδομης- συχνά παρουσιάζουν έναν πρακτικό άνθρωπο που ασχολείται με τη φήμη, την επιρροή, ακόμη και τα οικονομικά. O κλασικιστής Φρίντριχ Σόλμσεν, έγραφε το 1968 σχετικά με την απόρριψη της Έβδομης Επιστολής από τους συναδέλφους του:
“Ο Πλάτων, όπως φαίνεται σε αυτή την επιστολή, είναι προετοιμασμένος για συμβιβασμούς μεταξύ των αρχών του και της πραγματικότητας. Είναι εντελώς πιο ρεαλιστής από τον ιδανικό φιλόσοφο τον οποίο νομίζουμε ότι γνωρίζουμε από τους διαλόγους. Με μια λέξη, ο Πλάτωνας, αν έγραφε αυτή την επιστολή, θα ήταν άνθρωπος”. Η απροθυμία αποδοχής της θνητότητας του Πλάτωνα έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στην απόρριψη της αυθεντικότητας των επιστολών.
Το σώμα των 13 επιστολών έχει συνταχθεί ήδη από την αρχαιότητα. Η πρώτη αποδεδειγμένα δεν είναι αυθεντική και αυτό έχει εγείρει αμφιβολίες για τη γνησιότητα του συνόλου. Τις αμφιβολίες ενισχύει το ίδιο το είδος του εγγράφου. Είναι γνωστό ότι οι πλαστογράφοι κέρδιζαν αρκετά χρήματα στην αρχαιότητα δημιουργώντας ψευδείς επιστολές διαπρεπών προσωπικοτήτων, όπως ο Σωκράτης ή ο Διογένης, τις οποίες και πωλούσαν σε βιβλιοθήκες και συλλέκτες. Επομένως, όλες οι επιστολές από την αρχαιότητα είναι ύποπτες, αν και ορισμένες – όπως ορισμένες από εκείνες που αποδίδονται στον Δημοσθένη – φαίνεται να είναι γνήσιες.
Οι απόψεις των αναλυτών ύφους συγκλίνουν στο ότι η σύγκριση των επιστολών με τους διαλόγους του Πλάτωνα είναι περίπλοκη και επικίνδυνη. Αν και συνήθως οι πλαστογράφοι τείνουν να συντάσσουν επιστολές με σύντομο και ασαφές περιεχόμενο ώστε να μην γίνουν αντιληπτοί, οι επιστολές του Πλάτωνα είναι λεπτομερείς και σε ορισμένες περιπτώσεις – ιδιαίτερα της Έβδομης – εξαιρετικά εκτενείς. Το σημείο αυτό αναδεικνύεται ως κρίσιμο για τον καταξιωμένο ελληνιστή Ρόμπιν Γουότερφιλντ. “Δεδομένου του αναστήματος του Πλάτωνα, θα ήταν τολμηρός ένας πλαστογράφος που θα προσποιούνταν ότι γνώριζε τόσα πολλά για τον χαρακτήρα και τη σκέψη του”, γράφει, υπερασπιζόμενος την απόφασή του να αντιμετωπίσει την Έβδομη Επιστολή (μαζί με άλλες δύο) ως γνήσια στο νέο έργο του, τη βιογραφία “Πλάτων ο Αθηναίος” που προγραμματίζεται να κυκλοφορήσει στις 30 Μάϊου. Άλλοι ερευνητές, ωστόσο, επισημαίνουν ότι κατά καιρούς εμφανίζονται δεξιοτέχνες παραχαράκτες, που είναι πολύ δύσκολο να εντοπιστούν.
Το ύφος του Πλάτωνα αποτελεί ακόμη ένα στοιχείο, αλλά και πεδίο αντιπαράθεσης ανάμεσα στους υπέρμαχους της γνησιότητας των επιστολών και όσους έχουν αντίθετη γνώμη. Ο Γουότερφιλντκαι ο Μπέρνιεατ για παράδειγμα, έχουν αντιδιαμετρικά αντίθετες απόψεις σχετικά με την Έβδομη Επιστολή. Ο πρώτος ισχυρίζεται ότι “θα ήταν αδύνατο για έναν πλαστογράφο να μιμηθεί τόσο πιστά το ύφος του Πλάτωνα”, ενώ ο δεύτερος παρέχει έναν κατάλογο φράσεων και χρήσεων λέξεων, που θεωρεί ευδιάκριτα ως μη πλατωνικούς. Ένας συγγραφέας , όμως, προφανώς χρησιμοποιεί διαφορετικό ύφος σε μια επιστολή από ότι σε έναν διάλογο.
Στη διαμάχη ενεπλάκη και ο ηλεκτρονικός υπολογιστής που επιχείρησε να συγκρίνει το ύφος των πλατωνικών κειμένων με εκείνο των επιστολών και τα αποτελέσματά του συνέκλιναν υπέρ της αυθεντικότητας των δεύτερων.
Οι αντικρουόμενες απόψεις δεν περιορίζονται μόνο στο ύφος αλλά και στο περιεχόμενο και δη στα φιλοσοφικά ζητήματα όπως διατυπώνονται στην Έβδομη κυρίως Επιστολή. Παρόμοιες διαφωνίες προκύπτουν σχετικά με το πόσο καλά οι επιστολές αντικατοπτρίζουν τις ιστορικές συνθήκες γύρω από την εμπλοκή του Πλάτωνα με τον Διονύσιο Β' και με την κατάσταση που επικρατούσε στις Συρακούσες. Συμφωνούν οι επιστολές με αυτό που θα περίμενε κάποιος να πει ο Πλάτωνας, ή με ό,τι είναι γνωστό από άλλες πηγές, για τον Διονύσιο και την ανατροπή του; Και εδώ οι μελετητές διαφωνούν.
Ο Πλάτων συνάντησε τον Διονύσιο τον νεότερο το 367 π.Χ., λίγο αφότου ο 30χρονος ηγεμόνας είχε ανέλθει στην εξουσία. Ο Δίων, ανώτερος σύμβουλος και συγγενής του Διονυσίου, είχε πείσει τον Πλάτωνα, τον οποίο είχε γνωρίσει δύο δεκαετίες πριν, να έρθει στις Συρακούσες, ισχυριζόμενος ότι ο νέος ηγεμόνας ήταν πρόθυμος να δεχτεί φιλοσοφικές νουθεσίες. Η επίσκεψη ξεκίνησε ως πολλά υποσχόμενη: ο νεαρός ηγεμόνας έδειξε ενθουσιασμό για τη φιλοσοφία και η αυλή ακολούθησε το παράδειγμά του. Ο Διονύσιος, όμως, άρχισε να υποψιάζεται τόσο τον Πλάτωνα όσο και τον Δίωνα, των οποίων τη στενή φιλία θεωρούσε απειλή, και οι σύμβουλοι του τού ψιθύριζαν φήμες για συνωμοσία.
Σύντομα ο Διονύσιος έδιωξε τον Δίωνα και έκανε κινήσεις που έδειχναν κάποια δυσπιστία προς τον Πλάτωνα. Εκείνος εγκατέλειψε αμέσως τις Συρακούσες και επέστρεψε στην Ακαδημία του, όπου ο Δίων έγινε μαθητής. Στον απόηχο αυτής της επιστροφής τοποθετείται η Δέκατη Τρίτη Επιστολή, η οποία φέρεται να είναι μια προσωπική αποστολή που έστειλε ο Πλάτωνας στον Διονύσιο - η αρχαιότερη της συλλογής (αν είναι αυθεντική) και επίσης η πρώτη που χαρακτηρίστηκε πλαστή.
Η Δέκατη Τρίτη Επιστολή αφορά στο 365 π.Χ., λίγο μετά την αποχώρηση του Πλάτωνα από την αυλή του Διονυσίου. Όσοι αγαπούν τον Πλάτωνα και το έργο του θα ήθελαν να πιστέψουν ότι έφυγε αισθανόμενος απέχθεια για την ηθική κατάσταση του Διονυσίου, ενός ανθρώπου τον οποίο οι πηγές περιγράφουν ως μέθυσο και καταχραστή της εξουσίας. Ωστόσο, ο τόνος της Δέκατης Τρίτης επιστολής είναι “παιχνιδιάρικος”. Ο Πλάτωνας εκφράζει τη φιλία του, προσφέρεται να κάνει ορισμένες χάρες στον Διονύσιο, και μάλιστα υποδηλώνει κάποιο βαθμό οικονομικής εξάρτησης, υπονοώντας ίσως ότι ο τύραννος του οφείλει αποζημίωση.
Τα παραπάνω δεν μοιάζουν να συνάδουν με τα πιστεύω του Πλάτωνα, βάσει της φιλοσοφίας του εξού και ήδη από τον 15ο αιώνα, ο Φλωρεντινός ουμανιστής Λεονάρντο Μπρούνι, ο οποίος μετέφρασε πρώτος τις επιστολές στα λατινικά, απέρριψε τη Δέκατη Τρίτη Επιστολή από τη συλλογή αναφέροντας: “Έκρινα ότι η μεγαλοπρέπεια του Πλάτωνα δεν έπρεπε να σχετιστεί με αυτή την επιστολή»”, ενώ και τους επόμενους αιώνες η στάση των μελετητών ήταν ανάλογη χαρακτηρίζοντας την ως “ως ικετευτική επιστολή ενός παρασίτου”, καθώς διέκριναν στο περιεχόμενο “μικροψυχία και ιδιοτέλεια”.
Ο Διόνυσιος ωστόσο παρότρυνε τον Πλάτωνα να επιστρέψει στις Συρακούσες όπερ και εγένετο, αλλά η συνεργασία τους δεν ευοδώθηκε και ο Πλάτων κατάφερε να διαφύγει ενώ ο Δίων εκδίωξε τον τύραννο και κατέλαβε την εξουσία. Ακολούθησε πολιτικό χάος το οποίο ο Πλάτων επιχειρεί να θέσει σε τάξη με την Έβδομη - η οποία έχει τις περισσότερες ψήφους ως γνήσια- κα την Όγδοη Επιστολή. Ο Δίων εν τέλει δολοφονήθηκε από μέλος της Ακαδημίας.
Η ψήφος εμπιστοσύνης και η άρση της ως προς τη γνησιότητα των επιστολών έχει κινηθεί σαν ημιτονοειδές κύμα στις τάξεις των Πλατωνιστών σύμφωνα με ένα διάγραμμα που συνέταξε ένας Γάλλος εκδότης. Ίσως, με την επικείμενη δημοσίευση της βιογραφίας που υπογράφει ο Γουότερφιλντ, το εκκρεμές να στραφεί εκ νέου προς την αυθεντικότητα των επιστολών. “Είναι ένα από εκείνα τα ζητήματα που υπόκεινται στην επιστημονική μόδα”, σημειώνει ο Γουότερφιλντ.
Αναμφίβολα τα εργαλεία των σύγχρονων μελετητών ξεπερνούν εκείνα της Αναγέννησης και της βικτωριανής εποχής, αλλά από τη στιγμή που ούτε ο ηλεκτρονικός υπολογιστής δύναται να δώσει μια ξεκάθαρη απάντηση, αναπόφευκτα μπαίνουν στη συζήτηση υποκειμενικοί παράγοντες. Και από τη στιγμή που ο άνθρωπος όπως σκιαγραφείται στις επιστολές εν πολλοίς δεν συμμορφώνεται με το πορτρέτο που έχει δημιουργήσει μεγάλο μέρος της δυτικής παράδοσης για τον φιλόσοφο, η διαμάχη για τη γνησιότητα των επιστολών θα εξακολουθεί να μαίνεται.
Πηγή: Μ. Αδαμοπούλου, Τα Νέα
Δεν υπάρχουν σχόλια