Η Χριστίνα Παπαδάκη αφηγείται στο Short Stories την απίστευτη ιστορία που έζησε ως συμβασιούχος αρχαιολόγος το 2007, όταν η προσπάθεια προσ...
Η Χριστίνα Παπαδάκη αφηγείται στο Short Stories την απίστευτη ιστορία που έζησε ως συμβασιούχος αρχαιολόγος το 2007, όταν η προσπάθεια προστασίας από τον καυτό ήλιο οδήγησε στην αποκάλυψη αρχαιοτήτων στο αρχαίο Ρύτιο της Κρήτης.
Το 2007 ήταν ένα μακρύ και καυτό καλοκαίρι στην Κρήτη. Συμβασιούχος ακόμη, δέχτηκα να πάω στην πεδιάδα της Μεσαράς για την παρακολούθηση του έργου διαπλάτυνσης της υφιστάμενης επαρχιακής οδού Πύργου – Ροτασίου.
Εγώ και ένας εργάτης, ο Γιώργος, είχαμε αναλάβει την παρακολούθηση ενός γιγάντιου μηχανήματος που αφαιρούσε τις επιφανειακές προσχώσεις ενός τεράστιου ρέματος. Το ρέμα πλημμύριζε συχνά, καλύπτοντας με επάλληλα παχιά στρώματα από κροκάλες και άμμο την ευρύτερη περιοχή.
Υγρασία, άμμος, σκόνη, σκορπιοί, κουνούπια, φίδια, καλάμια και αφόρητη ζέστη. Ειδυλλιακό τοπίο, εξαίσιο περιβάλλον εργασίας! Το μόνο που θύμιζε ότι βρισκόμασταν στην Κρήτη και όχι στην έρημο της Σαχάρας ήταν το εκκλησάκι του Αγίου Χαράλαμπου απέναντί μας. Κάθε μέρα έκανα την προσευχή μου να γυρίσω στο σπίτι ζωντανή.
Το μηχάνημα έβγαζε συνεχώς πέτρες, σκουπίδια, μπάζα και άμμο από την περιοχή της επικείμενης διαπλάτυνσης. Εμείς στεκόμασταν όλη μέρα στον ήλιο, έτοιμοι να λιποθυμήσουμε ανά πάσα στιγμή. Εννοείται ότι ο εξοπλισμός μας ήταν ανύπαρκτος. Μόνο ένα σκαλιδάκι είχε ο Γιώργος κι αυτό ήταν δικό του, όχι της υπηρεσίας.
Η κατάσταση ήταν απελπιστική. Κάποια στιγμή δεν άντεξα. Του ανακοίνωσα ότι δεν πήγαινε άλλο και πως, επειδή είμαι και φυσική ξανθιά και με πείραζε ο ανελέητος ήλιος, το απόγευμα θα πήγαινα στο γνωστό κατάστημα παιχνιδιών να αγοράσω μια ομπρέλα να μπούμε από κάτω για να μην πεθάνουμε. «Ξάσου» μου λέει, «κάμε ό,τι καταλαβαίνεις». Την επομένη παρουσίασα με υπερηφάνεια στον Γιώργο την ομπρέλα.
– Μωρέ Χριστίνα, πράμα δεν κάνει η αγορά σου. Κρίμα στα λεφτά που έδωσες, ο αέρας θα τήνε πάρει ντελόγο [αμέσως].
– Δεν βαριέσαι. Όσο αντέξει.
– Ε να πάω να την καρφώσω λίγο πιο πέρα να πηγαίνουμε μια ο ένας και μια ο άλλος, μη μας φάει ο ήλιος όλη μέρα επαέ.
– Καλά λες. Πήγαινε καμιά πενηνταριά μέτρα πιο πέρα μη μας πιάνει η σκόνη και βάλε της και καμιά αντηρίδα με σπάγκο, μην την πάει ο αέρας στο Αρκαλοχώρι.
«Καλά είμαι επαέ;» φωνάζει ο Γιώργος. «Μια ολιά πιο ανατολικά πήγαινε» του λέω. «Ο τσέι» συμφωνεί αυτός. Σε λίγα λεπτά επιστρέφει κάπως αγχωμένος. «Εκεί που αποφασίσαμε να βάλουμε την ομπρέλα έχει κάτι από κάτω, μωρέ Χριστίνα, γιατί δεν καρφώνει το κοντάρι τση ομπρέλας, βρίσκει κάπου. Δεν έρχεσαι μην έχει πράμα από κάτω;». Έχει γούστο σκέφτηκα, να είναι όντως κάτι.
Δουλειά άλλη δεν είχα, το μηχάνημα έβγαζε μόνο σκουπίδια από την κοίτη του ρέματος, οπότε πήγα να δω τι συμβαίνει. Το ενδεχόμενο που περιέγραφε ο Γιώργος ακουγόταν ενδιαφέρον. Πράγματι, όπου και αν καρφώναμε την ομπρέλα, αυτή έβρισκε. Κάτι υπήρχε εκεί. «Καθόμαστε που καθόμαστε εδώ πέρα και περιμένουμε τον θάνατό μας» του λέω, «δεν κάνουμε μια τομή να δούμε τι γίνεται;».
Χαράξαμε μια τομή δύο επί δύο, μη χάσουμε τα ευρήματα, τρομάρα μας. Τα αποτελέσματα ήταν ενθαρρυντικά από την αρχή. Στα τόσα στρέμματα γης, ακριβώς στο σημείο που είχαμε επιλέξει να καρφώσουμε την ομπρέλα μας, αποκαλύφτηκε ο δυτικός περίβολος ενός Νεοανακτορικού έως και Ρωμαϊκού νεκροταφείου, στους πρόποδες της αρχαίας ακρόπολης του Ρυτίου.
Σωζόταν σε ύψος δύο μέτρων και το μέγιστο μήκος του πλησίαζε τα 11 μ. Θεριό! Η ανασκαφή που ακολούθησε μας επιφύλαξε ευχάριστες εκπλήξεις. Ξεχάσαμε και τη ζέστη και τη σκόνη και τους σκορπιούς και τις κακουχίες και την ομπρέλα που δεν ξαναείδαμε. Μάλλον την πήρε ο αέρας, ωστόσο στάθηκε η αφορμή για να αποκαλυφτεί ένα σπουδαίο εύρημα μια ώρα αρχύτερα.
Διαβάστε κι άλλες ιστορίες στο Short Stories.
Πηγή: Χρ. Παπαδάκη, Short Stories
Δεν υπάρχουν σχόλια